Ενα υπέροχο πάρκο στα χαρτιά, όμως…

Ενα υπέροχο πάρκο στα χαρτιά, όμως…

9' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 28 Μαρτίου του 2001, 63 χρόνια μετά την πρώτη προσγείωση, το 1938, ο Κρατικός Αερολιμένας Αθηνών, γνωστότερος ως Αεροδρόμιο Ελληνικού, κλείνει τις ουράνιες πύλες του και δίνει τη σκυτάλη στο νέο αεροδρόμιο των Σπάτων. Πίσω του αφήνει 5.500 στρέμματα ή αλλιώς μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για το κορεσμένο λεκανοπέδιο να κάνει το πρώτο βήμα προς τη σωτηρία του. Αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του ότι το ανά κάτοικο πράσινο στην Αθήνα είναι λιγότερο από 3 τ.μ., ενώ στις ευρωπαϊκές πόλεις ξεπερνάει τα 10 τ.μ., το 1,2 τ.μ. που θα προσθέσει ανά κάτοικο η διαμόρφωση πυκνού πρασίνου στον χώρο του αεροδρομίου είναι εξαιρετικής σημασίας. Η ανακοίνωση, λοιπόν, του πρωθυπουργού στις αρχές του χρόνου, πως απόφαση της κυβέρνησης είναι να δημιουργήσει εκεί το «μεγαλύτερο πάρκο της Ευρώπης», όπως είπε, ανακούφισε τους Αθηναίους.

Το ερώτημα που προσπαθεί να απαντήσει σήμερα η «K» είναι τι εννοεί ο πρωθυπουργός όταν λέει «μητροπολιτικό πάρκο». Τι προορίζεται δηλαδή να γίνει στον χώρο αυτό τελικά; Δυστυχώς, αυτό το ερώτημα κανείς δεν είναι σε θέση να απαντήσει επισήμως, αφού ο Οργανισμός της Αθήνας που έχει αναλάβει το σχεδιασμό του έργου διατηρεί σιγήν ιχθύος περί του θέματος, υποστηρίζοντας ότι η μελέτη δεν έχει ολοκληρωθεί και απαγορεύοντας και στον ίδιο τον μελετητή, καθηγητή του ΕΜΠ, κ. Λουδοβίκο Βασενχόφεν να αποκαλύψει οτιδήποτε. Στο μεταξύ, ανακοινώσεις του Οργανισμού «Αθήνα 2004», καθώς και κατά καιρούς διαρροές στον Τύπο που δεν έχουν διαψευστεί, φωτογραφίζουν έναν χώρο που θα περιλαμβάνει πέντε ολυμπιακά αθλήματα, συνεδριακό-εκθεσιακό κέντρο, Ολυμπιακό Χωριό δημοσιογράφων, οικιστική ανάπτυξη, εμπορικά κέντρα, συναυλιακούς χώρους, βιβλιοθήκη και λοιπές υποστηρικτικές λειτουργίες, που φυσικά οδηγούν στο εύλογο ερώτημα: πόσος χώρος μένει τελικά για το πράσινο που χρειάζεται το λεκανοπέδιο και με στόμφο υποσχέθηκε ο πρωθυπουργός;

Τον Σεπτέμβριο του 1995, ο Οργανισμός της Αθήνας αναθέτει στο ΕΜΠ και στον καθηγητή κ. Λουδοβίκο Βασενχόφεν ερευνητικό πρόγραμμα με τίτλο «Ανάπτυξη χώρου του Αεροδρομίου του Ελληνικού». Την ίδια χρονιά, άλλωστε, με τον νόμο 2338 που κυρώνει τη σύμβαση για την ανάπτυξη του αεροδρομίου των Σπάτων, ο χώρος του παλιού αερολιμένα προορίζεται κυρίως για τη δημιουργία μητροπολιτικής ζώνης πρασίνου.

Τον Μάρτιο του 1996, η έκθεση της Α’ φάσης της μελέτης του καθηγητή υποβάλλεται και αναλύει κυρίως την υφιστάμενη κατάσταση. Τον Σεπτέμβριο του 1997, γίνεται η πρώτη της παρουσίαση στο ΥΠΕΧΩΔΕ και στους σχετικούς φορείς (ΟΤΑ, Νομαρχία, Περιφέρεια) και κοινοποιείται αντίγραφο της σχετικής μελέτης.

Σενάρια ανάπτυξης

Ετσι, στο τέλος του χρόνου, ο Οργανισμός της Αθήνας δίνει εντολή στο ΕΜΠ να προχωρήσει στη Β’ φάση, η οποία θα περιλαμβάνει την επεξεργασία σεναρίων ανάπτυξης και επιλογή τελικού στρατηγικού σχεδίου. Κατόπιν αυτών θα ακολουθούσε άλλη ενημέρωση των εμπλεκομένων όπως είχε γίνει και με την Α’ φάση. Προβλέπεται άλλωστε να υπάρξει και Γ’ φάση, που θα περιλαμβάνει επεξεργασία της τελικής πρότασης, καθορισμό προγράμματος εφαρμογής και διαχείρισης του χώρου.

Τον Οκτώβριο του 1999 παραλαμβάνεται η Β’ φάση της μελέτης Βασενχόφεν, αλλά πριν προλάβει να παρουσιαστεί, ο Οργανισμός «Αθήνα 2004» ανακοινώνει νέα χωροθέτηση ολυμπιακών έργων για πέντε αθλήματα που θα γίνουν στον Αερολιμένα Ελληνικού. Το αποτέλεσμα είναι να «παγώσει» η κοινοποίηση της Β’ φάσης, εν όψει ένταξης των νέων ολυμπιακών δεδομένων. Τότε ζητείται από τον κ. Βασενχόφεν να προχωρήσει σε ένα εμβόλιμο πρόγραμμα ώστε να προσαρμόσει στη μελέτη του τη χωροθέτηση των ολυμπιακών εγκαταστάσεων.

Από τότε έχει περάσει ενάμισης χρόνος και στο μεταξύ δεν έχει γίνει καμία επίσημη ανακοίνωση περί του τι μέλλει γενέσθαι. Κι ενώ όλοι περιμένουμε τα αποτελέσματα της εμβόλιμης μελέτης και η απάντηση του Οργανισμού της Αθήνας σε ενδιαφερόμενους για τον χώρο είναι πως δεν μπορεί να λάβει οριστικές αποφάσεις για τμήματά του πριν ολοκληρωθεί ο συνολικός σχεδιασμός, στις 11 Απριλίου του 2001, κατόπιν κυβερνητικής απόφασης, ο ΕΟΤ δημοσιεύει πρόσκληση εκδήλωσης επενδυτικού ενδιαφέροντος για την ανέγερση και εκμετάλλευση νέου συνεδριακού κέντρου στο κτιριακό συγκρότημα του ανατολικού αεροσταθμού με ωφέλιμη επιφάνεια 36.500-46.500 τ.μ. Δεδομένου ότι η Β’ φάση της μελέτης προσαρμοσμένη στις νέες ολυμπιακές απαιτήσεις δεν έχει ολοκληρωθεί, εύλογα όλοι αναρωτιούνται από πού και ώς πού αποφασίζεται η δημιουργία συνεδριακού κέντρου.

Σχετικά με το θέμα, τον Απρίλιο του 2001, καταθέτει επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή προς τον υπουργό ΠΕΧΩΔΕ, ο βουλευτής του ΚΚΕ Αντώνης Σκυλλάκος, ζητώντας να μάθει σε ποια φάση βρίσκεται το ερευνητικό πρόγραμμα. Ο υφυπουργός ΠΕΧΩΔΕ Νάσος Αλευράς καλείται να απαντήσει. «Η ολοκλήρωση του επιμέρους ερευνητικού προγράμματος (περί χωροθέτησης ολυμπιακών εγκαταστάσεων) επηρεάζει και συναρτάται άμεσα με τη δεύτερη φάση της αρχικής και συνολικότερης μελέτης», λέει στη Βουλή ο κ. Αλευράς. «Αυτή τη στιγμή είμαστε στη φάση της ολοκλήρωσης της συζήτησης και της λήψης απόφασης σε σχέση με το επιμέρους πρόγραμμα, ώστε να ενταχθεί επιστημονικά, ορθά και με την απαραίτητη τεχνική αρτιότητα στη δεύτερη φάση της μελέτης». Τονίζει δε πως «δεν υπάρχει κανενός είδους πολιτική σκέψη ή πολιτικός χειρισμός σε σχέση με τη μη δημοσιοποίηση της μελέτης» και συμπληρώνει πως το υπουργείο περιμένει τους αρμόδιους επιστήμονες που έχουν αναλάβει τα ερευνητικά προγράμματα να τα ολοκληρώσουν, ώστε μια συνολική πρόταση να μπει στο τραπέζι του διαλόγου. Φαίνεται πως εκεί τα πράγματα αρχίζουν να μπλέκονται, αφού σε σχετική ερώτηση της «K» προς τον κ. Βασενχόφεν, ο ερευνητής διαβεβαιώνει πως το πρόγραμμα δεν δουλεύεται αυτή τη στιγμή από την ερευνητική ομάδα, αφού εδώ και ενάμιση χρόνο δεν έχει λάβει εντολή να προχωρήσει σε οριστικές αποφάσεις. Με λίγα λόγια, ο ένας περιμένει τον άλλον, την ώρα που τα μέλη της Οικολογικής Δράσης Ελληνικού προειδοποιούν πως «η συσκότιση του θέματος και η διοχέτευση παραπλανητικών σεναρίων στα ΜΜΕ αποτελεί μεθόδευση προκειμένου να υλοποιηθούν τετελεσμένες καταστάσεις στο σύνολο του χώρου».

Οικιστική ανάπτυξη

Κι ενώ έχει ήδη αποφασιστεί η δημιουργία συνεδριακού κέντρου, άλλες ανησυχίες προκαλούνται στους κατοίκους από το ενδεχόμενο της οικιστικής ανάπτυξης. Προβλήματα αρχικά προκύπτουν από τις ασάφειες του νόμου 2338, στον οποίο αναφέρεται πως ο χώρος προορίζεται κυρίως για ζώνη πρασίνου. Αυτό το «κυρίως» συνιστά έναν απροσδιόριστο παράγοντα, που μπορεί να οδηγήσει σε ανεπιθύμητες λύσεις και δεν είναι λίγες οι φορές που οι όμοροι δήμοι έχουν ζητήσει να εξαλειφθεί. Σε συνδυασμό με ομιλία του κ. K. Λαλιώτη στη Βουλή, που μίλαγε για αντισταθμιστικά οφέλη («προβλέπεται, κάτω από αυστηρούς όρους και προϋποθέσεις (ποιους;), και σε μικρή οπωσδήποτε κλίμακα (πόσο μικρή;) ήπια (ποιος το ορίζει;) οικιστική ανάπτυξη για να συσσωρευτούν οι αναγκαίοι πόροι»), δημιουργούνται πρόσθετες ανησυχίες οικοπεδοποίησης της περιοχής. Φημολογείται έντονα, άλλωστε, ότι το μοντέλο οικιστικής αξιοποίησης του Ελληνικού και η εκμετάλλευση των εγκαταστάσεων που θα γίνουν, προβλέπεται να συγκεντρώσουν έσοδα με τα οποία θα καλυφθούν τα 300 δισ. δραχμές που θα δανειστεί το κράτος για τα ολυμπιακά έργα και τις παρεμβάσεις ανάπλασης του παραλιακού μετώπου.

Ηδη σε ανεπίσημη παρουσίαση που έκανε η εφημερίδα «Το Βήμα» τον Μάρτιο, η οποία δεν διαψεύστηκε, για οικιστική ανάπτυξη προορίζονται τα «φιλέτα» της περιοχής: 150 στρέμματα πίσω από τον οικισμό του Κάτω Ελληνικού και άλλα 400 δίπλα στο Γκολφ της Γλυφάδας. Κανείς, όμως, δεν μπορεί να ξέρει αν θα είναι μόνον αυτά, αφού στην ουσία η κυβέρνηση δεν δεσμεύεται από τίποτα ο νόμος 2338 αφήνει ανοιχτό το πόση έκταση θα καλύπτει το πράσινο και πόσο οι άλλες χρήσεις.

Οι ίδιοι οι κάτοικοι, πάντως, μέσω της Οικολογικής Δράσης Ελληνικού, υποστηρίζουν ότι οποιουδήποτε μεγέθους οικοπεδοποίηση είναι παράνομη. Ο χώρος προήλθε από την απαλλοτρίωση ιδιοκτησιών των κατοίκων των όμορων δήμων για «μείζονα κοινή χρήση και ωφέλεια», όταν έγινε το αεροδρόμιο. Το νόμιμο είναι ή να ξαναχρησιμοποιηθεί για κοινή ωφέλεια ή να αποδοθεί στους προηγούμενους ιδιοκτήτες του. Προειδοποιούν δε πως αν ο χώρος δεν γίνει πράσινο, θα τον διεκδικήσουν οι ίδιοι.

Ολυμπιακά έργα

Μέσα σε όλα αυτά, μην ξεχνάμε και τα ολυμπιακά αθλήματα, πέντε από τα οποία θα φιλοξενηθούν στον χώρο του δυτικού αερολιμένα. Οι εγκαταστάσεις για το μπέιζμπολ, το χόκεϊ και το σόφτμπολ, σύμφωνα με τις εξαγγελίες, θα απομακρυνθούν μετά το τέλος των αγώνων, ενώ προορίζεται να γίνουν και άλλες εγκαταστάσεις στα παλιά υπόστεγα των αεροπλάνων. Μέσα σε αυτά προβλέπεται και ένα κλειστό γήπεδο μπάσκετ 15.000 θέσεων, που θα είναι μόνιμο. Γύρω και ανάμεσα από αυτά, φυσικά, προβλέπονται πάρκινγκ και χώροι αποβίβασης και κίνησης θεατών, ενώ μέσα στο ζωτικότατο χώρο του πάρκου, προγραμματίζεται και η κατασκευή ενός από τα Ολυμπιακά Χωριά Τύπου, χωρητικότητας 1.000 ατόμων, με προοπτική μετεξέλιξής του σε ξενοδοχείο πολυτελείας ή σε συγκρότημα γραφείων!

Παρ’ ότι όλα αυτά τα σενάρια έχουν δημοσιευτεί στον Τύπο, δεν έχουν φυσικά διαψευστεί και φαίνεται να είναι τα κοντινότερα στην πραγματικότητα, η κ. Ελένη Ηλιοπούλου, αρμόδια για το Ελληνικό στον Οργανισμό της Αθήνας, δηλώνει στην «K» πως «τα δεδομένα αλλάζουν καθημερινά και έτσι δεν μπορούμε να τα δημοσιεύουμε». Φαίνεται πως ο χώρος του Ελληνικού έχει μετατραπεί σε «καταβόθρα» ολυμπιακών έργων. Δεν έχει περάσει πολύς καιρός, άλλωστε, που ο υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος -ελαφρά τη καρδία- πρότεινε να μεταφερθούν στο Ελληνικό και οι εγκαταστάσεις του κανό-σλάλομ, που προορίζονται για τον Μαραθώνα.

Και το πράσινο;

Κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά, θα υπάρξει και πράσινο, το οποίο όμως, όπως δείχνουν τα πράγματα, θα είναι περισσότερο διακοσμητικό παρά λειτουργικό και αποδοτικό για την πρωτεύουσα. Οσον αφορά στην πρώτη φάση διαμόρφωσης του χώρου, μέχρι το 2004, στην οποία περιλαμβάνονται όλες οι ολυμπιακές εγκαταστάσεις, ο χώρος που περισσεύει για πράσινο είναι ελάχιστος έως ανύπαρκτος. Στη δεύτερη φάση διαμόρφωσης όπου κάποιες από τις ολυμπιακές εγκαταστάσεις θα έχουν απομακρυνθεί, προστίθενται χώροι για πολιτιστικές χρήσεις, όπως βιβλιοθήκη, κέντρο εικονικής πραγματικότητας, ενυδρείο-υδροπάρκο αναψυχής, αίθουσες συναυλιών και χορού, καθώς και επιχειρηματικό πάρκο και εμπορικά κέντρα, τα οποία φυσικά συνοδεύονται από τις υποστηρικτικές εγκαταστάσεις τους, όπως πάρκινγκ. Και δεδομένου ότι κι αυτά τα «πολιτιστικά» σχέδια δεν έχουν επισήμως επιβεβαιωθεί, κανείς δεν ξέρει αν σε μερικά χρόνια θα αντικρίσουμε μόνον αυτά ή αν άλλες προτάσεις που θα γίνουν στην κυβέρνηση, ίσως πιο επικερδείς, θα πάρουν τη θέση τους. Αλλωστε, αν κανείς παρατηρήσει τις γραμμές των συγκοινωνιακών δικτύων (τραμ, μετρό, πρωτεύον και δευτερεύον οδικό δίκτυο, υπερτοπικό δίκτυο) χωρίζουν τον χώρο σε 15 ελκυστικότατα «φιλέτα». «Φαίνεται σαν ο σχεδιασμός τους να έχει γίνει για να κατατμήσει τον χώρο και όχι για να τον εξυπηρετήσει», λέει στην «K» ο κ. Παναγιώτης Κουμουνδούρος, αρχιτέκτονας και μέλος της Οικολογικής Δράσης Ελληνικού. «Το αίτημά μας είναι 80% πυκνό πράσινο, και όταν λέμε πυκνό δεν εννοούμε γκαζόν. Πέρα από οτιδήποτε άλλο, θέλουμε να δούμε αναλυτική μελέτη πρασίνου, έτσι ώστε να ευεργετεί την περιοχή και όχι απλώς να τη διακοσμεί». Ο Οργανισμός της Αθήνας, όμως, φαίνεται να έχει αντίθετη γνώμη. Σε σχετική ερώτηση της «K», η κ. Ελένη Ηλιοπούλου, ούτε λίγο ούτε πολύ, απέκλεισε αυτό το ενδεχόμενο αφού όπως είπε «η περιοχή βρίσκεται πάνω σε βράχο και το νερό εκεί είναι υφάλμυρο».

Γιατί συμφέρει η δημιουργία πρασίνου

Δεν είναι, όμως, μόνο περιβαλλοντικό το όφελος που θα προσκομίσει στην Αθήνα η σωστή δημιουργία πάρκου πρασίνου στο Ελληνικό. Παρότι σπάνια προσεγγίζεται αυτή η πλευρά, το πράσινο μπορεί να προσκομίσει και μεγάλο οικονομικό όφελος. Αν πάρουμε ως παράδειγμα τη σύγκριση ανάμεσα στην επιλογή οικοπεδοποίησης 2.000 στρεμμάτων και της δημιουργίας πάρκου σε αυτή την έκταση, όπως έκανε ο κ. Αλέξανδρος Σαΐτης, περιβαλλοντολόγος και ειδικός γραμματέας της Οικολογικής Δράσης Ελληνικού, παρατηρούμε ότι σημαντικό όφελος μπορεί να προκύψει από τη δημιουργία πρασίνου.

Ενδεχόμενη οικοπεδοποίηση των 2.000 στρεμμάτων θα απέφερε στο Δημόσιο 300-400 δισ. δραχμές (150-200 εκατομμύρια ανά στρέμμα). Παλαιότερη έρευνα είχε αποδείξει ότι η οικονομική αξία ανά δέντρο υπολογίζεται σε 600.000 δραχμές το χρόνο, εκτίμηση που φαίνεται συντηρητική δεδομένου ότι με τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δασών που βασίζονται σε διεθνή μελέτη, η οικονομική αξία υπολογίζεται στο διπλάσιο (περίπου 200.000 δολάρια σε 50 χρόνια). Σε αυτό περιλαμβάνεται το όφελος από την εκπομπή οξυγόνου, η απορρόφηση ρύπων, η προστασία του εδάφους, η προστασία από πλημμύρες και η δημιουργία δροσερού κλίματος. Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση και υπολογίζοντας ότι στην έκταση των 2.000 στρεμμάτων θα μπορούσαν να φυτευτούν 80.000 δέντρα (ένα δέντρο ανά 25 τ.μ.) υπολογίζουμε ετήσιο όφελος ανάμεσα στα 50 και 100 δισεκατομμύρια δραχμές. Ετσι σε διάστημα 4-8 χρόνων το οικονομικό όφελος από τη δημιουργία πρασίνου ισοσκελίζει το όφελος από την οικοπεδοποίηση.

«Γκολ» και «φάουλ» από την επιλογή των θεμάτων

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή