Επικοινωνία και συνεργασία των πανεπιστημιακών με εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην ερευνητική τους περιοχή. Αυτό είναι το πρώτο βήμα ώστε να ανακοπεί ή και να αντιστραφεί το κύμα φυγής επιστημόνων από την Ελλάδα, όπως δηλώνουν ο Βαγγέλης Παπαλεξάκης και ο Σπύρος Μπλάνας, πανεπιστημιακοί στις ΗΠΑ. Οι δυο τους έχουν αποφοιτήσει από τη Σχολή Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Υπολογιστών (ΗΜΜΥ) του Πολυτεχνείου Κρήτης και, μιλώντας στην «Κ», τονίζουν ότι η φυσιογνωμία και ο τρόπος ανάπτυξης των ελληνικών περιφερειακών πανεπιστημίων, καθώς δεν φέρουν της παθογένειες των ιστορικών κεντρικών ΑΕΙ, αποτελούν πλεονεκτήματα στην προσπάθεια ανακοπής του brain drain. Μαζί με άλλους τέσσερις συναποφοίτους τους από τη Ευρώπη και τον Καναδά, βρέθηκαν προ ημερών στην Κρήτη για να μεταφέρουν την εμπειρία τους στους σημερινούς φοιτητές του Πολυτεχνείου, στο πλαίσιο θερινού σχολείου.
Ενδεικτικά, όπως ανέφερε στην «Κ» ο κ. Παπαλεξάκης, «υπάρχει πλήθος εταιρειών της Silicon Valley στις οποίες πολλές ερευνητικές εργασίες βρίσκουν άμεση εφαρμογή και η συνεργασία μεταξύ πανεπιστημίου και αυτών των εταιρειών έχει να προσφέρει πολλά και στις δύο πλευρές: η εταιρεία μπορεί να παράσχει ενδιαφέροντα προβλήματα και εμπειρία από εφαρμοσμένη έρευνα, τα οποία πολλές φορές μπορούν να “γεννήσουν” καινοτόμες ιδέες και εργασίες. Από την πλευρά του, το πανεπιστήμιο προσφέρει τη δυνατότητα στις εταιρείες να αναζητήσουν μελλοντικούς εργαζομένους, πολλοί εκ των οποίων δουλεύουν σε ερευνητικά πόστα. Να τονίσω ότι οι περισσότερες συνεργασίες αυτού του τύπου είναι “no strings attached”, που σημαίνει ότι η ακαδημαϊκή πλευρά διατηρεί όλα τα πνευματικά δικαιώματα και δεν υπάρχει καμία “πίεση” σχετικά με την πορεία της έρευνας, αλλά συνεργασία και συνομιλία μεταξύ ίσων».
«Το brain drain θα ανασχεθεί όταν στην Ελλάδα δημιουργηθούν επαγγελματικές ευκαιρίες ισοδύναμες με αυτές που προσφέρουν οι χώρες που προσελκύουν νέους ανθρώπους με υψηλή επαγγελματική κατάρτιση. Για την έρευνα και την καινοτομία, αυτό πιστεύω μπορεί να γίνει στην Ελλάδα με επενδύσεις σε εξωστρεφή έρευνα, μεταφορά καινοτόμων ιδεών σε εμπορεύσιμα προϊόντα και με μεγαλύτερη αυτοδυναμία/ευελιξία –αλλά και υπευθυνότητα– στις μονάδες της έρευνας (τμήματα, εργαστήρια, μεμονωμένοι ερευνητές), αντιστρέφοντας παρωχημένες αντιλήψεις συγκεντρωτισμού στην κορυφή κάποιας ιεραρχίας», προσθέτει από την πλευρά του ο Σπύρος Μπλάνας.
«Ιδανική αναλογία»
Τα πλεονεκτήματα αυτά προσφέρουν τα περιφερειακά ΑΕΙ. «Μπορεί να βρισκόμαστε μακριά από το υδροκεφαλικό κέντρο, ωστόσο τα περιφερειακά ΑΕΙ έχουν στελεχωθεί με νέους ανθρώπους με υψηλό ακαδημαϊκό επίπεδο και αξιοκρατικές διαδικασίες», τονίζει στην «Κ» ο Αθανάσιος Λιάβας, καθηγητής στη Σχολή ΗΜΜΥ του Πολ. Κρήτης.
«Πλεονέκτημα του Πολυτεχνείου Κρήτης είναι ότι η αναλογία μελών ΔΕΠ – φοιτητών είναι ιδανική για τη στενή συνεργασία μεταξύ καθηγητών και φοιτητών, συνθήκη που δίνει την ευκαιρία σε προπτυχιακούς φοιτητές να εργαστούν σε καινοτόμες ερευνητικές εργασίες, κάτι το οποίο (τώρα που βρίσκομαι από την “άλλη πλευρά” και βλέπω τα κριτήρια αποδοχής φοιτητών σε διδακτορικά προγράμματα) είναι ίσως το πιο σημαντικό κριτήριο», παρατηρεί ο κ. Παπαλεξάκης, ενώ ο κ. Μπλάνας προσθέτει: «Ηξερα όλους τους συμφοιτητές μου και πολλούς από άλλα έτη, κάτι που δημιουργεί ισχυρούς δεσμούς και είναι η βάση για την επαγγελματική αποκατάσταση μέσω συνεργασιών και συστάσεων. Ερευνητικά, μπορούσα να συνομιλώ κατευθείαν με καθηγητές για ενδιαφέροντα θέματα, αντί να μαθαίνω από τον βοηθό του βοηθού, όπως σε άλλα ΑΕΙ. Επίσης, το τμήμα έχει στελεχωθεί με καθηγητές που είχαν αποφοιτήσει από τα γνωστότερα πανεπιστήμια παγκοσμίως, στην πλειονότητά τους νέοι, και είχαν ήδη ξεχωρίσει για την έρευνά τους. Αυτή η νοοτροπία τής “προσήλωσης στο ακαδημαϊκό αντικείμενο” ήταν τελείως διαφορετική από ό,τι άκουγα από φίλους σε άλλα ΑΕΙ, όπου συχνά η σχολή γινόταν πεδίο προσωπικών και πολιτικών αντιπαραθέσεων»…