Ενας μήνας πολέμου σε δύσκολο πεδίο

Ενας μήνας πολέμου σε δύσκολο πεδίο

5' 39" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στο Πεντάγωνο έλεγαν πάντα ότι καμιά στρατηγική δεν επιβιώνει ύστερα από την επαφή με τον εχθρό. Με τον πόλεμο στο Αφγανιστάν να συμπληρώνει ήδη έναν μήνα ζωής, οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγκάζονται να επανεξετάσουν και να προσαρμόσουν τη στρατηγική τους.

Η κυβέρνηση Μπους πίστευε αρχικώς πως θα μπορούσε να διαλύσει την Αλ Κάιντα και να ανατρέψει το καθεστώς των Ταλιμπάν με βομβαρδισμούς νυχθημερόν, επιδρομές ειδικών δυνάμεων και τη βοήθεια των αντιπολιτευτικών προς τους Ταλιμπάν ομάδων. Ηλπιζε επίσης ότι μεγάλος αριθμός μαχητών των Ταλιμπάν θα αυτομολούσε, πράγμα που δεν έγινε. Τέλος, υποτίμησε την αντίσταση των Ταλιμπάν. Με τις σπηλιές του, τα φαράγγια και τις πολλές κρυψώνες των Ταλιμπάν στις πόλεις και τα χωριά, το Αφγανιστάν αποδείχθηκε ένα ιδιαίτερα δύσκολο πεδίο μάχης. Και οι ΗΠΑ αναγκάζονται σήμερα να προσαρμόσουν τη στρατηγική τους με πολλούς τρόπους. Και ένας από αυτούς είναι να δεχθούν τη βοήθεια των συμμάχων τους στο ΝΑΤΟ, ανάμεσά τους τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία.

Στο μέτωπο, η πρώτη έκπληξη για τους Αμερικανούς ήταν όταν ανακάλυψαν ότι δεν διαθέτουν την απαιτούμενη πληροφόρηση για να εξαπολύσουν τις επιδρομές που είχαν προγραμματίσει. Το αρχικό σχέδιο του Πενταγώνου ήταν ότι οι αεροπορικές επιθέσεις θα ανάγκαζαν τους μαχητές της Αλ Κάιντα και τους Ταλιμπάν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους και έτσι να καταστούν ευάλωτοι. Κάτι τέτοιο δεν συνέβη και το κρυσφήγετο του Μπιν Λάντεν εξακολουθεί να παραμένει μυστήριο.

Η πλημμελής πληροφόρηση και το παρακινδυνευμένο της αποστολής χερσαίων δυνάμεων, επέτρεψε μία μόνο επιχείρηση των ειδικών δυνάμεων, στις 19 Οκτωβρίου με στόχο το στρατόπεδο του ηγέτη των Ταλιμπάν, μουλά Μοχάμεντ Ομάρ και ένα αεροδρόμιο στο νοτιοδυτικό Κανταχάρ. Και οι πληροφορίες που αποκομίστηκαν στη διάρκεια της επιχείρησης δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικές. Οι απώλειες των Αμερικανών στη διάρκεια της επιχείρησης ήταν ασήμαντες, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν δόθηκε δημοσιότητα στο γεγονός.

Η αργή, σχεδόν μεθοδική πορεία του πολέμου επανέφερε στο προσκήνιο το θέμα της αποστολής χερσαίων δυνάμεων στο Αφγανιστάν. Ορισμένοι συντηρητικοί βουλευτές ζητούν από την κυβέρνηση να προετοιμαστεί για «πόλεμο στην ξηρά», άποψη που υποστηρίζεται και από αρκετούς αξιωματικούς του στρατού που εμμένουν ότι οι ΗΠΑ δεν είναι δυνατόν να κερδίσουν αλλιώς τον πόλεμο.

Σε γενικές γραμμές, το μέτωπο παραμένει αυτό που ήταν και πριν από ένα μήνα: 15.000 άνδρες της Βόρειας Συμμαχίας, της κυριότερης αντιπολιτευτικής δύναμης, αντιμετωπίζουν τους περίπου 40.000 Ταλιμπάν. Το Πεντάγωνο, δρώντας χωρίς την υποστήριξη κάποια αξιόλογης δύναμης στον νότο, εκμεταλλεύεται όσο μπορεί τη Βόρεια Συμμαχία, μια χαλαρή σύμπραξη Ουζμπέκων και Τατζίκων που μάχονται στους Ταλιμπάν στον βορρά. Ο υπουργός Αμύνης Ντόναλτ Ράμσφελντ δήλωσε πως ποτέ δεν απέκλεισε την περίπτωση αποστολής χερσαίων δυνάμεων, αλλά προς το παρόν φαίνεται ότι το Πεντάγωνο αρκείται να αφήνει τη Συμμαχία να «κάνει τη βρόμικη δουλειά».

Οι πολεμικές δυνατότητες της Βόρειας Συμμαχίας είναι περιορισμένες. Αλλά η κατάληψη της στρατηγικώς σημαντικής πόλης Μαζάρ ι Σαρίφ, η οποία επιβεβαιώθηκε χθες και από τους Ταλιμπάν, θα επιτρέψει στη Συμμαχία να ανοίξει δρόμο ανεφοδιασμού προς το Ουζμπεκιστάν. Παρά την εξέλιξη αυτή όμως, η Βόρεια Συμμαχία δεν μπορεί να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στο Αφγανιστάν γιατί δεν είναι αποδεκτή από τους Παστούν, την κυρίαρχη εθνική ομάδα. Και το θέατρο που θα κρίνει τον πόλεμο δεν βρίσκεται στον βορρά, αλλά στον νότο, στο Κανταχάρ, το οχηρό των Ταλιμπάν και της Αλ Κάιντα.

Οι στρατιωτικές δυνάμεις

Σε έναν μήνα πολέμου, οι ΗΠΑ διπλασίασαν τον αριθμό των δυνάμεών τους στην περιοχή, υπογραμμίζοντας έτσι την αποφασιστικότητά τους να κερδίσουν αυτό τον πόλεμο που στοιχίζει καθημερινά δεκάδες εκατομμύρια δολάρια.

Περισσότεροι από 50.000 Αμερικανοί, στρατιώτες, ναύτες, αεροπόροι και πεζοναύτες, βρίσκονται στην ευρύτερη περιοχή, από την Ερυθρά Θάλασσα ώς τον Ινδικό Ωκεανό, και χιλιάδες άλλοι αναμένονται να τους ενισχύσουν. Περίπου το μισό των αμερικανικών δυνάμεων βρίσκεται στα πλοία που πλέουν στην Αραβική Θάλασσα, αλλά ένα μεγάλο μέρος των δυνάμεων στρατοπεδεύει σε βάσεις στην περιοχή. Αρκετές εκατοντάδες άνδρες και πεζοναύτες στρατοπεδεύουν στο Πακιστάν.

Υπάρχουν επίσης 3.000 στο Ομάν, ανάμεσά τους και άνδρες των ειδικών δυνάμεων, και 1.500 έως 2.000 άνδρες στην πρώην σοβιετική αεροπορική βάση στο Ουζμπεκιστάν. Παράλληλα, περισσότερα από 400 αμερικανικά πολεμικά αεροσκάφη πραγματοποιούν καθημερινά αποστολές, υποστηριζόμενα από αναγνωριστικά, μεταγωγικά και αεροσκάφη ανεφοδιασμού.

Στη βόρεια αραβική Θάλασσα πλέουν περίπου 25 αμερικανικά σκάφη, ανάμεσά τους πυρηνικά υποβρύχια, μια δύναμη αμφίβιας κρούσης, δύο αεροπλανοφόρα, το «Θ. Ρούζβελτ» και «Καρλ Βίνσον», και ένα τρίτο, το «Κίτι Χοκ, το οποίο πλέει στην περιοχή με άγνωστο αριθμό ελικοπτέρων για αποστολή ειδικών δυνάμεων. Ο στόλος αναμένεται να αυξηθεί με την προσθήκη πολεμικών πλοίων του Καναδά, της Αυστραλίας και της Βρετανίας.

Οι αμερικανικές δυνάμεις είναι διάσπαρτες σε όλη την περιοχή για διπλωματικούς κυρίως λόγους, αφού πολλές χώρες δεν μπορούν να δεχθούν μεγάλο αριθμό αμερικανικών δυνάμεων στο έδαφός τους. Το πρόβλημα βάσεων για τα αεροσκάφη περιπλέκει την επιχείρηση και περιορίζει τον αριθμό των αεροπορικών επιδρομών. Τα βομβαρδιστικά Β-52 και Β-1 στρατοπεδεύουν στη βάση του Ντιέγκο Γκαρσία, του βρετανικού νησιού στον Ινδικό Ωκεανό, και πρέπει να πραγματοποιήσουν πτήση αρκετών ωρών και να ανεφοδιαστούν καθ’ οδόν, πριν μπουν στον εναέριο χώρο του Αφγανιστάν. Αυτό το πρόβλημα, σε συνδυασμό με την ανάγκη πολλαπλασιασμού των επιθέσεων στον βορρά όπου μάχεται η Βόρεια Συμμαχία, αναγκάζει τους Αμερικανούς να αναζητούν βάσεις στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες του Τατζικιστάν, του Καζακστάν και της Κιργιζίας.

Μέχρι στιγμής, ο πόλεμος είναι αμερικανική υπόθεση, με εξαίρεση δύο περιπτώσεις όπου χρησιμοποιήθηκε ένα βρετανικό υποβρύχιο. Σύντομα ωστόσο, ο κύκλος θα ανοίξει με την προσθήκη γαλλικών δυνάμεων -στην περιοχή βρίσκονται ήδη 2.000 άνδρες- ιαπωνικών, γερμανικών, ιταλικών, νεοζηλανδικών, τουρκικών και αυστραλιανών. Ολες αυτές οι χώρες έχουν υποσχεθεί πλοία και στρατεύματα.

Το πεδίο της μάχης

Ο Γερμανός καγκελάριος Γκέρχαρντ Σρέντερ έχει υποσχεθεί την αποστολή 3.900 ανδρών, οι οποίοι θα είναι οι πρώτοι που θα λάβουν μέρος σε πολεμική επιχείρηση ύστερα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Με την προσθήκη των συμμαχικών αεροσκαφών, τα πολεμικά αεροπλάνα που θα εκτελούν αποστολές στην περιοχή θα φτάσουν τα πεντακόσια. Ο βορράς και ο νότος του Αφγανιστάν είναι δύο διαφορετικά πεδία που πρέπει να αντιμετωπιστούν από διαφορετική στρατηγική σκοπιά. Στον βορρά, τα βουνά είναι ήδη σκεπασμένα με χιόνι και ο χειμώνας προχωρά. Αντίθετα, στον νότο οι κλιματολογικές συνθήκες είναι πολύ ηπιότερες, αλλά εδώ οι Αμερικανοί δεν έχουν στήριξη στο εσωτερικό. Υστερα από έναν μήνα βομβαρδισμών, η αντίσταση προς τους Ταλιμπάν στην κυριαρχούμενη από τους Παστούν περιοχή είναι ασήμαντη ή δεν υπάρχει καθόλου. Οπως χαρακτηριστικά είπε η Ροζίν Κλας, μελετητής του Αφγανιστάν τα τελευταία σαράντα χρόνια, «δεν υπάρχει Νότια Συμμαχία και οι μόνοι που θα μπορούσαν να συστήσουν μια τέτοια δύναμη είτε έχουν πεθάνει είτε είναι εξόριστοι».

Η CIA προσπαθεί τον τελευταίο καιρό να εντοπίσει πιθανούς ηγέτες που θα μπορούσαν να συστήσουν μια τέτοια συμμαχία, αλλά ο κυριότερος υποψήφιος, ο Ουλ Χακ, εκτελέστηκε από τους Ταλιμπάν τον περασμένο μήνα. Αμερικανοί αξιωματούχοι λένε πως μια αντιπολιτευόμενη δύναμη στον νότο θα μπορούσε να συμπεριλάβει στρατιωτικούς ηγέτες, πολιτικές προσωπικότητες, τον πρώην βασιλιά Μοχάμεντ Ζαφίρ, ακόμη και αυτομολήσαντες Ταλιμπάν. Η δύναμη όμως αυτή πρέπει να ελέγχεται από τους Παστούν -Παστούν είναι και οι Ταλιμπάν-, οι οποίοι δεν έχουν, ή έχουν ελάχιστους, εκπροσώπους στη Βόρεια Συμμαχία.

Τα οπλικά συστήματα

Η αεροπορική εκστρατεία, στην πέμπτη της εβδομάδα πλέον, προκάλεσε αντιστροφή στους ρόλους των αποστολών μαχητικών αεροσκαφών. Αντίθετα με ό,τι συνέβη στον Πόλεμο στον Κόλπο, όπου η αεροπορία κυριάρχησε στους αιθέρες του Ιράκ, η πλειονότητα των επιχειρήσεων εναντίον των Ταλιμπάν πραγματοποιείται από αεροσκάφη F-14 και F-18 του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού. Αυτό, όμως, μπορεί να αλλάξει σύντομα. Το Πεντάγωνο μελετά τη χρήση αεροδρομίων στο Τατζικιστάν και άλλες χώρες της Κεντρικής Ασίας, ώστε τα αεροσκάφη των ΗΠΑ να μπορούν να επιχειρούν από βάσεις κοντά στο Αφγανιστάν.

Η αμερικανική πολεμική μηχανή δεν λειτούργησε βέβαια τέλεια. Βομβαρδιστικά των ΗΠΑ έπληξαν κατά λάθος αποθήκες του Ερυθρού Σταυρού και νοσοκομείο στο Κανταχάρ. Βομβαρδιστικά Β-52, εξοπλισμένα με σύγχρονα οπλικά συστήματα, ρίχνουν δεκάδες βόμβες 250 κιλών πάνω στις προκεχωρημένες θέσεις των Ταλιμπάν. Επιβλητικά βαριά οπλισμένα μεταγωγικά AC-130 Spectre καλύπτουν τις θέσεις των Ταλιμπάν με πυρά πολυβόλων και βαρέων πυροβόλων, όπως έκαναν και στη νοτιοανατολική Ασία πριν από τριάντα χρόνια.

Οι στρατιωτικοί διοικητές επιθυμούν να πλήξουν συγκεκριμένα σημεία του πεδίου μάχης με ιδιαίτερη σφοδρότητα, χωρίς να νοιάζονται για την ακρίβεια των πυρών τους. Τον ρόλο αυτό καλούνται να επιτελέσουν οι «βόμβες μαργαρίτες», μεγαθήρια 7,5 τόννων, που χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά στο Βιετνάμ και έχουν τη δυνατότητα να καταστρέψουν ολοκληρωτικά έκταση σε ακτίνα εκατοντάδων μέτρων από το σημείο πρόσκρουσής τους.

Οι περισσότερες βόμβες που χρησιμοποιήθηκαν μέχρι στιγμής στο Αφγανιστάν, όμως, είναι τηλεκατευθυνόμενες, ενώ το Πεντάγωνο χρησιμοποιεί νέα προηγμένα συστήματα παρακολούθησης, όπως το μη επανδρωμένο κατασκοπευτικό αεροσκάφος RQ-1 Predator. Η CIA μάλιστα εξόπλισε ορισμένα από τα αεροσκάφη αυτά με πυραύλους και έπληξε πομπή οχημάτων, στην οποία υπήρχαν πληροφορίες ότι επέβαινε ο ηγέτης των Ταλιμπάν, μουλάς Ομάρ. Ο Ομάρ, όμως, επέζησε της επίθεσης.

Λάντεν: Θα ρίξω πυρηνικά, εάν…

ΚΑΡΑΤΣΙ. «Αν η Αμερική χρησιμοποιήσει χημικά ή πυρηνικά όπλα εναντίον μας, θα απαντήσουμε κι εμείς με χημικά και πυρηνικά. Διαθέτουμε τέτοιου είδους όπλα». Την απειλή αυτή εκτόξευσε σε χθεσινή του συνέντευξη στην έγκυρη πακιστανική εφημερίδα. «Αυγή» ο Σαουδάραβας τρομοκράτης, Οσάμα Μπιν Λάντεν, ο οποίος αρνήθηκε να αποκαλύψει από πού προμηθεύθηκε τα όπλα αυτά. «Προχωρήστε στην επόμενη ερώτηση», απάντησε όταν ο συντάκτης της εφημερίδας διατύπωσε την εύλογη απορία. Ο Μπιν Λάντεν επανέλαβε τις πάγιες θέσεις του για τις σφαγές, που διενεργούν οι Αμερικανοί και οι σύμμαχοί τους στην Παλαιστίνη, την Τσετσενία, το Κασμίρ και το Ιράκ και επέμεινε ότι η πολιτική αυτή των ΗΠΑ νομιμοποιεί τα μουσουλμανικά αντίποινα. Χρησιμοποίησε εκ νέου τον όρο «άπιστοι» και επικαλέσθηκε τον ισλαμικό νόμο, ο οποίος συμβουλεύει τους μουσουλμάνους να μη ζουν επί μακρόν στη γη των απίστων.

Δικαιολογώντας τους στόχους της 11ης Σεπεμβρίου, ισχυρίσθηκε ότι οι επιθέσεις δεν στράφηκαν εναντίον γυναικών ή παιδιών, αλλά κατά των αμερικανικών συμβόλων της στρατιωτικής και οικονομικής εξουσίας. «Ο αμερικανικός λαός θα πρέπει να θυμάται ότι πληρώνει φόρους στην κυβέρνηση, εκλέγει τον πρόεδρο, η κυβέρνηση κατασκευάζει όπλα, τα δίνει στο Ισραήλ και το Ισραήλ τα χρησιμοποιεί για να σκοτώνει Παλαιστίνιους. Το αμερικανικό Κογκρέσο εγκρίνει όλα αυτά τα κυβερνητικά μέτρα, αποδεικνύοντας ότι ολόκληρη η Αμερική είναι υπεύθυνη για τις αγριότητες, που διαπράττονται σε βάρος των μουσουλμάνων», ανέφερε χαρακτηριστικά, εκμεταλλευόμενος ακόμη μία φορά το Παλαιστινιακό, ένα ζήτημα εξαιρετικά ευαίσθητο για όλους τους μουσουλμάνους. Ωστόσο, όταν ο δημοσιογράφος της πακιστανικής «Αυγής» του υπενθύμισε ότι αντιπολεμικές διαδηλώσεις πραγματοποιούνται και από μη μουσουλμάνους, αναγνώρισε ότι «υπάρχουν και αθώοι και καλόκαρδοι άνθρωποι στη Δύση». Ερωτηθείς αν υπάρχει κάποια προοπτική πολιτικής επίλυσης της κρίσης, ο Μπιν Λάντεν παρέπεμψε τον συντάκτη «σε εκείνους, που ξεκίνησαν τον πόλεμο». «Ρωτήστε αυτούς, εμείς βρισκόμαστε απλά σε αυτοάμυνα», απάντησε.

Στο ζήτημα της δίκης του σε κάποια μουσουλμανική χώρα, ο Σαουδάραβας τρομοκράτης αφενός υποστήριξε ότι μόνο το Αφγανιστάν είναι ισλαμική χώρα και αφετέρου δήλωσε ότι έχει συντάξει και ο ίδιος κατηγορητήριο σε βάρος των ΗΠΑ. Στο τέλος της συνέντευξης ο Μπιν Λάντεν διέψευσε τον δυτικό Τύπο, που συχνά περιλαμβάνει αβάσιμες πληροφορίες για τον ίδιο. «Τα νεφρά μου είναι μια χαρά, δεν πήγα πέρσι στο Ντουμπάι για θεραπεία», δήλωσε κατηγορηματικά, ενώ ξέσπασε σε γέλια, όταν ο δημοσιογράφος τον ρώτησε αν είναι σύζυγός του η κόρη του Μουλά Ομάρ. «Ολες μου οι γυναίκες είναι αραβικής καταγωγής και όλες μου οι κόρες είναι παντρεμένες με Αραβες μουτζαχεντίν. Η σχέση μου με τον Μουλά Ομάρ είναι αμιγώς πνευματική», αποσαφήνισε.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή