Το ερώτημα πώς το άνοιγμα των σχολείων θα επηρεάσει τη διασπορά του κορωνοϊού απασχολεί την επιστημονική κοινότητα και τις αρχές πολλών χωρών, καθώς σταδιακά αίρεται το lockdown. Οι μελέτες για τη διάδοση της νόσου μεταξύ των παιδιών είναι ενθαρρυντικές, αλλά στους αστάθμητους παράγοντες προσμετράται η διάδοση μεταξύ των εκπαιδευτικών, οι οποίοι συχνά επισκέπτονται πολλές τάξεις ή και, για κάποιες ειδικότητες, πολλά σχολικά συγκροτήματα.
Ως προς τα παιδιά, χαρακτηριστική, σύμφωνα με την επιθεώρηση Science, είναι η περίπτωση ενός εννιάχρονου αγοριού από τη Βρετανία που είχε κολλήσει COVID-19 τον Ιανουάριο, όταν βρισκόταν σε διακοπές στις γαλλικές Αλπεις. Το παιδί είχε μόνο ελαφρά συμπτώματα, επέστρεψε στο δημοτικό του και διαγνώστηκε αργότερα με τη νόσο. Είναι αξιοσημείωτο ότι δεν μετέδωσε τον κορωνοϊό σε κανέναν συμμαθητή του, ούτε σε κάποια άλλη από τις συνολικά 72 επαφές του που ιχνηλατήθηκαν, ούτε καν στα δύο αδέλφια του.
Η ιστορία αυτή δεν είναι μεμονωμένη. Μια πρόσφατη ανασκόπηση όλων των έως τώρα επιστημονικών δεδομένων δεν μπόρεσε να βρει ούτε μία περίπτωση παιδιού κάτω των δέκα ετών που να έχει μεταδώσει τον κορωνοϊό σε κάποιον άλλο. Συνεπώς, τα παιδιά δεν μπορούν να θεωρηθούν φορείς υπερμετάδοσης, όπως υπήρχε φόβος αρχικά, με βάση και την εμπειρία των ιών της γρίπης και του κρυολογήματος, που μεταδίδονται εύκολα μεταξύ των παιδιών. Από την άλλη, κινεζική μελέτη 391 κρουσμάτων και σχεδόν 1.300 στενών επαφών τους διαπίστωσε ότι τα παιδιά είναι σχεδόν εξίσου πιθανό με τους μεγάλους να μολυνθούν – αν και η εξέλιξη της νόσου είναι πολύ πιο ήπια στις μικρές ηλικίες.
Υπό το φως αυτών των στοιχείων, μερικές κυβερνήσεις αποφάσισαν να ανοίξουν σταδιακά τα σχολεία, αρχής γενομένης από τη Δανία, που στις 15 Απριλίου έστειλε στο σχολείο τα παιδιά έως 11 ετών. Από τις 29 Απριλίου η Γερμανία έκανε κάτι ανάλογο, αλλά με μεγαλύτερης ηλικίας μαθητές. Στο Ισραήλ, οι πρώτες τρεις τάξεις του δημοτικού άνοιξαν στις 3 Μαΐου (με παρουσία περίπου του 60% των μαθητών), ενώ οι δύο τελευταίες τάξεις του λυκείου θα ακολουθήσουν σε μερικές μέρες. Η Ολλανδία και το Κεμπέκ του Καναδά θα ανοίξουν πολλά δημοτικά στις 11 Μαΐου. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το μέγεθος των τάξεων θα είναι μειωμένο και η σχολική εβδομάδα «κουτσουρεμένη».
Ορισμένοι επιστήμονες παραμένουν επιφυλακτικοί. Μερικοί ανησυχούν ότι, ακόμη κι αν τα παιδιά μεταδίδουν λιγότερο τον κορωνοϊό, δεν παύουν να κάνουν πολλές ανεξέλεγκτες επαφές, ιδίως στο σχολείο. Σύμφωνα με τον Ιταλό επιδημιολόγο Μάρκο Ατζέλι του ιδρύματος Bruno Kessler, τα παιδιά έχουν περίπου το ένα τρίτο της πιθανότητας να μολυνθούν σε σχέση με τους ενηλίκους, αλλά έχουν επίσης περίπου τριπλάσιες επαφές από τους μεγάλους, οπότε υπάρχει φόβος για επιτάχυνση της μετάδοσης του ιού μετά το άνοιγμα των σχολείων.
Για να υπάρξει περισσότερη σιγουριά μεταξύ των επιστημόνων, άρχισαν να προγραμματίζονται αρκετές μελέτες, με πιο σημαντική αυτή των εθνικών ινστιτούτων υγείας των ΗΠΑ, με την ονομασία HEROS (Human Epidemiology and Response to SARS-CoV-2) και με επικεφαλής την καθηγήτρια Τίνα Χάρτερτ της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Βάντερμπιλτ, που θα παρακολουθήσει επί έξι μήνες 2.000 οικογένειες και τα παιδιά τους (συνολικά 6.000 άτομα). Ανάλογη μελέτη σε πραγματικό χρόνο μετάδοσης θα κάνουν Καναδοί επιστήμονες του νοσοκομείου St. Michael του Τορόντο σε 1.000 οικογένειες με παιδιά, καθώς και Ολλανδοί ερευνητές.
Γενικά, οι επιστήμονες διεθνώς συμφωνούν ότι μετά το άνοιγμα των σχολείων είναι θέμα λίγων εβδομάδων να φανεί κατά πόσον θα αυξηθούν τα κρούσματα. Και, ασφαλώς, η κάθε χώρα παρακολουθεί τις εξελίξεις στις άλλες.
Εκ περιτροπής επιστροφή
To άνοιγμα των σχολείων στη Γερμανία γίνεται κλιμακωτά και ο στόχος δεν είναι η κανονικότητα, ούτε η εξάλειψη των εξ αποστάσεως μαθημάτων, αλλά ο κατά το δυνατόν περιορισμός τους. Στη Βαυαρία, το μεγαλύτερο γερμανικό κρατίδιο, οι τελειόφοιτοι του λυκείου επέστρεψαν στα θρανία τη Δευτέρα, ενώ στις 11 Μαΐου επιστρέφουν οι τέσσερις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Προϋποθέσεις της επιστροφής είναι η τήρηση μέτρων υγιεινής, η αφθονία διαγνωστικών ελέγχων, η χρήση μάσκας από όλους τους εκπαιδευτικούς και η παραμονή όσων εκπαιδευτικών ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες στο σπίτι τους. Οι μαθητές θα προσέρχονται στα γερμανικά σχολεία 2-3 ημέρες την εβδομάδα, για λίγες ώρες κάθε φορά, ενώ ισχύουν δεκάδες νέοι κανόνες, μεταξύ των οποίων να αποφεύγουν τα παιδιά να πλησιάζουν το ένα το άλλο σε απόσταση κοντινότερη του 1,5 μέτρου, να πλένουν τα χέρια τους μεταξύ μαθημάτων – και φυσικά, όταν δουν για πρώτη φορά τους συμμαθητές τους έπειτα από εβδομάδες αποκλεισμού στο σπίτι, να μην τους αγκαλιάσουν.