Φρένο στα μονοπώλια της ενημέρωσης

Φρένο στα μονοπώλια της ενημέρωσης

6' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

H πολιτική εξουσία και η δύναμη που έχουν τα μέσα ενημέρωσης είναι άρρηκτα δεμένες μεταξύ τους από την εποχή που ο πρώτος παραμυθάς μέσα σε κάποια σπηλιά διηγήθηκε την ιστορία της φυλής του. Κάποτε λέγαμε ότι την ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Σήμερα, με την ταχύτητα των μέσων και την ευκολία με την οποία μια είδηση φτάνει σε κάθε γωνιά της γης, μπορούμε να πούμε ότι οι δημοσιογράφοι (για καλό και για κακό) ορίζουν τους νικητές και τους ηττημένους πολύ πριν τελειώσει η μάχη. Οι πολιτικοί και ο Τύπος αλληλοεξαρτώνται και ποτέ δεν είναι ήρεμη η σχέση τους. Σπανίως όμως έχουμε δει μια κατάσταση σαν τη σημερινή, όπου πολλά μέσα ενημέρωσης μάχονται είτε με τις κυβερνήσεις των χωρών τους είτε μεταξύ τους, σ’ έναν πόλεμο που θα καθορίσει το μέλλον αυτών των σχέσεων και τον τρόπο με τον οποίο ο κόσμος θα ενημερώνεται.

Ο πόλεμος στο Ιράκ, με τη διχόνοια που έσπειρε σε πολλούς τομείς, ήρθε σε μια στιγμή που οι τεχνολογικές εξελίξεις, η γιγάντωση μερικών MME την τελευταία δεκαετία και η οικονομικη ύφεση είχαν ήδη δημιουργήσει μια κατάσταση εκρηκτική. Πέρα από τις εφημερίδες, την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, σήμερα έχουμε το Διαδίκτυο και τη δορυφορική και καλωδιακή τηλεόραση – πηγές αστείρευτης ενημέρωσης και ψυχαγωγίας. Αλλά, ταυτόχρονα, όλο και λιγότερες εταιρείες ελέγχουν όλο και μεγαλύτερα μερίδια των δικών τους και άλλων αγορών.

Τα ανοικτά μέτωπα είναι ανάμεσα σε κυβερνήσεις και τα μέσα ενημέρωσης που πιστεύουν ότι τις πολεμούν, ανάμεσα σε κρατικά και ιδιωτικά κανάλια, ανάμεσα σε μέσα που έχουν ιδεολογικές διαφορές μεταξύ τους, ανάμεσα σε τοπικά μέσα και εθνικά δίκτυα, ανάμεσα στο ντόπιο και το εισαγόμενο περιεχόμενο. O πόλεμος είναι μεν οικονομικός, αλλά είναι και για πολιτική ισχύ. Οι κυβερνήσεις φοβούνται τα μέσα όσο ποτέ άλλοτε. O παραμυθάς τώρα πολεμάει ο ίδιος για τη θέση του γύρω από τη φωτιά. Σ’ αυτήν τη μάχη, τίποτα δεν είναι απλό και οι διαχωριστικές γραμμές είναι μπερδεμένες. H μάχη ανάμεσα στο BBC και τη βρετανική κυβέρνηση και η καταψήφιση στο Κογκρέσο μιας ρύθμισης που θα επιτρέπει στα μεγάλα αμερικανικά μέσα να γίνουν ακόμα μεγαλύτερα, είναι τα πιο πρόσφατα παραδείγματα αυτού του πολέμου.

Η μονομερής συμπεριφορά των Ηνωμένων Πολιτειών τα τελευταία χρόνια και η τάση του προέδρου Μπους να παρουσιάζει τον κόσμο απλοϊκά, με καλούς και κακούς, σε άσπρο και μαύρο, είχε ως αποτέλεσμα τη δημιουργία δύο στρατοπέδων (δεξιών και φιλελευθέρων) στα εγχώρια Μέσα, αλλά δημιούργησε μεγάλες εντάσεις ανάμεσα σε κυβερνήσεις που υποστήριξαν τις ΗΠΑ στον πόλεμο στο Ιράκ και τα δικά τους MME. Το πιο κραυγαλέο παράδειγμα είναι αυτό του σεβάσμιου BBC (για πολλά χρόνια το μέτρο της αντικειμενικότητας), το οποίο έχει έρθει σε ανοιχτή ρήξη με την κυβέρνηση Μπλερ για το ποιος από τους δύο φούσκωσε τα γεγονότα για τους δικούς του σκοπούς. Ηταν η κυβέρνηση που υπερέβαλλε για τον κίνδυνο που δήθεν παρουσίαζαν τα όπλα μαζικής καταστροφής που εφέρετο να έχει το Ιράκ ή ήταν το BBC που πήρε τις δηλώσεις ενός επιστήμονα και τις διαστρέβλωσε για να κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι διαστρέβλωνε την αλήθεια; (Το άμεσο θύμα αυτής της ιστορίας είναι ο άτυχος Ντέιβιντ Κέλι, αλλά οι δύο πρωταγωνιστές έχουν χάσει μεγάλο μέρος τις αξιοπιστίας τους). Ομως και νωρίτερα, στα μέσα του πολέμου στο Ιράκ, ο νυν υπουργός Υγείας Τζον Ριντ κατηγόρησε το BBC ότι ήταν «φίλος της Βαγδάτης» και ο υπουργός Εξωτερικών Τζακ Στρο έλεγε ότι ο τρόπος με τον οποίο ο Οργανισμός κάλυπτε τα γεγονότα αποπροσανατόλιζε την κοινή γνώμη.

Στην Αυστραλία, που κι αυτή ήταν σύμμαχος των ΗΠΑ στον πόλεμο, ο πρωθυπουργός Τζον Χάουαρντ κατηγόρησε το αυστραλιανό BBC, το AustraliaBroadcasting Corporation, για προκατάληψη και αντι-αμερικανισμό και σκοπεύει να ορίσει επιτροπή να ελέγξει το θέμα.

Αντικειμενικά MME με φιλοαμερικανικό χρώμα

Η μάχη παρουσιάζεται σαν να γίνεται για την αντικειμενικότητα, αλλά ουσιαστικά η κάθε πλευρά δοκιμάζει τα όρια της άλλης. Οι (και κρατικές) τηλεοράσεις θέλουν την ελευθερία να ελέγχουν τις κυβερνήσεις, ενώ οι άλλες θέλουν υποστήριξη. Αλλά και το κοινό έχει τη δική του γνώμη.

Μία δημοσκόπηση του Pew Research Center for the People and the Press, που ανακοινώθηκε στην Ουάσιγκτον στις 13 Ιουλίου, βρήκε ότι, ενώ η πλειοψηφία των Αμερικανών θέλουν τα MME να είναι αντικειμενικά, όταν ρωτήθηκαν αν θα προτιμούσαν να έχουν έντονο φιλοαμερικανικό χρώμα οι ειδήσεις, οι επτά στους δέκα είπαν «ναι». H δημοσκόπηση έδειξε επίσης ότι 22% των Αμερικανών παρακολουθεί ειδήσεις στο δίκτυο Fox News του Ρούπερτ Μέρντοχ (το οποίο είναι πιο συντηρητικό και «πατριωτικό» από τα άλλα δίκτυα), αυξάνοντας το μερίδιό του απ το 16 % που ήταν τον Ιανουάριο του 2002 και πλησιάζοντας το 27% του CΝΝ.

Οι φιλελεύθεροι Αμερικανοί αισθάνονται ότι τους πνίγουν οι δεξιές φωνές που μονοπωλούν τα Μέσα Ενημέρωσης. O Ντέιβιντ Μπρουκς, συντάκτης του περιοδικού Weekly Standard του Μέρντοχ, έγραψε πρόσφατα ότι οι Δημοκρατικοί «είναι απελπισμένοι που μια κοινοπραξία ερευνητικών ινστιτούτων, ραδιοφωνιτζίδων και το Fox News -η απέραντη δεξιά συνωμοσία που έλεγε η Χίλαρι- έχει γίνει ένα εκθαμβωτικά αποτελεσματικό σύστημα διανομής που καταπνίγει κάθε προσπάθεια των Δημοκρατικών να ακουστούν». Σ’ αυτό το κλίμα, ο αποτυχημένος αντίπαλος του Τζορτζ Μπους για την προεδρία, ο Αλ Γκορ, άρχισε να συζητάει την πιθανότητα να δημιουργήσει ένα κανάλι «αντίδοτο» στο Fox News, αλλά τελευταία δεν ακούγεται τίποτα γι’ αυτήν την προσπάθεια.

Η απλοποίηση των ειδήσεων στην Αμερική, όμως, έχει δημιουργήσει ένα κενό που σπεύδουν να συμπληρώσουν άλλοι. Το 95% των δημόσιων τηλεοπτικών σταθμών προσφέρουν ειδήσεις από το BBC σε σχεδόν 100 εκατομμύρια νοικοκυριά. Το βρετανικό εβδομαδιαίο περιοδικό Economist πουλάει στην Αμερική 352.000 από τα 880.000 του φύλλα, πετυχαίνοντας μια αύξηση 81% σε μία δεκαετία. Μέχρι και ο φιλελεύθερος Guardiaσκέφτεται να εκδώσει περιοδικό στην Αμερική.

Κυρίαρχα μέσα

Την περασμένη Τρίτη, η αμερικανική Βουλή των Αντιπροσώπων, με πλειοψηφία 400:21, ενέκρινε νομοσχέδιο που μπλοκάρει απόφαση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Επικοινωνιών να επιτρέψει στα μεγαλύτερα τηλεοπτικά δίκτυα να αγοράσουν μικρότερα, ώστε να φτάνουν στο 45% των αμερικανικών νοικοκυριών, από το τωρινό 35%. H απόφαση της OEE επιτρέπει επίσης σε έναν ιδιοκτήτη να έχει μια ημερήσια εφημερίδα, ένα τηλεοπτικό κανάλι και τους μισούς ραδιοφωνικούς σταθμούς που επιτρέπονται σ’ εκείνη την αγορά ή να έχει μία ημερήσια εφημερίδα και όσους ραδιοφωνικούς σταθμούς επιτρέπονται και κανέναν τηλεοπτικό. Πολλοί λένε ότι η κυριαρχία τεσσάρων μεγάλων δικτύων -NBC, CBS, ABC και Fox- πνίγει άλλες επιχειρήσεις. «Τα μεγάλα συγκροτήματα τώρα θα μπορούν να αγοράζουν εκατοντάδες εφημερίδες, τηλεοπτικούς και ραδιοφωνικούς σταθμούς», σχολίασε η Διεθνής Ομοσπονδία Δημοσιογράφων. «O ανταγωνισμός, η ποικιλία και τα τοπικά θέματα θα υπονομευθούν και στις τοπικές κοινωνίες και σε όλη τη χώρα».

Η μάχη συνεχίζεται και ο πρόεδρος Μπους μπορεί να θέσει βέτο στην απόφαση της Βουλής των Αντιπροσώπων. Αλλά η αντίσταση στο Κογκρέσο και οι διαμαρτυρίες που προέρχονται από αριστερές και δεξιές οργανώσεις δείχνουν ότι θα είναι μεγάλο το πολιτικό κόστος. Μέχρι και θρησκευτικές και συντηρητικές οργανώσεις, που είναι σύμμαχοι του Μπους, μάχονται εναντίον των αλλαγών. Αυτές οι οργανώσεις αλλά και τοπικοί πολιτικοί πιστεύουν ότι οι τοπικοί σταθμοί θα τους προσφέρουν βήμα πιο εύκολα απ’ ό,τι τα μεγάλα δίκτυα. Μπορεί να είναι σύμπτωση, αλλά μόλις την Παρασκευή ο Guardiaέγραψε ότι το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ερευνά καταγγελίες ότι η εταιρεία Clear Channel, που ελέγχει πάνω από 1.200 ραδιοφωνικούς σταθμούς στις ΗΠΑ, εκμεταλλεύεται την κυρίαρχη θέση της. Φέρεται ότι «έκοβε» καλλιτέχνες που δεν δέχονταν να τους διοργανώνει συναυλίες η Clear Channel.

Σημαντικό, όχι μόνο για ΗΠΑ

Αυτό που συμβαίνει στην Αμερική έχει σημασία γιατί άλλες χώρες μπορεί να ακολουθήσουν το παράδειγμά της. Αλλά πέρα απ’ αυτό, το υλικό που παράγουν τα αμερικανικά κανάλια θα βρεθεί μέσα στα σπίτια μας. «H Βρετανική Εταιρεία Τηλεοπτικών Διανομέων υπολογίζει ότι οι ΗΠΑ ελέγχουν πάνω από 60% του παγκόσμιου εμπορίου τηλεοπτικών εξαγωγών, αξίας περίπου 4 δισ. δολαρίων», έγραψαν οι Financial Times την περασμένη Πέμπτη.

Και αλλού υπάρχει αναταραχή. Στη Βρετανία, νέος νόμος θα επιτρέψει σε μεγαλοϊδιοκτήτες εφημερίδων (π.χ. του Μέρντοχ) να αγοράσει τον τηλεοπτικό σταθμό Channel 5. H ιταλική Βουλή προωθεί νόμο που θα επιτρέπει σε κυβερνητικούς αξιωματούχους, όπως τον πρωθυπουργό Σίλβιο Μπερλουσκόνι, να παραμένουν ιδιοκτήτες εταιρειών αλλά να μην τις διαχειρίζονται όσο είναι στην εξουσία. Με τα δικά του κανάλια και τα κρατικά, ο Μπερλουσκόνι ελέγχει περίπου το 90% της ιταλικής τηλεοπτικής αγοράς.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή