Κλονίζεται η αξιοπιστία του Μπους

Κλονίζεται η αξιοπιστία του Μπους

6' 48" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Προ πενταετίας, όταν ένας πρόεδρος των ΗΠΑ αγωνιζόταν για την πολιτική του επιβίωση, οι υποστηρικτές του έδιναν μάχη, προκειμένου να διατηρήσουν τις «αμαρτίες» του στο προσκήνιο. «Το μόνο που έκανε ήταν να πει ψέματα για το σεξ», τόνιζαν αναφερόμενοι στην παραβίαση του όρκου εμπιστοσύνης στην οποία είχε υποπέσει ο Μπιλ Κλίντον. «Δεν κορόιδεψε κανέναν σε ζητήματα πολέμου και ειρήνης», υπογράμμιζαν. Φανταστείτε, λοιπόν, πόσο αποκρουστική θα ήταν μια παρομοίου ύφους πολιτική διαμάχη αν τα επίμαχα ζητήματα ήταν πράγματι ζωής και θανάτου.

Για έναν πρόεδρο, η εμπιστοσύνη αποτελεί ένα κεφάλαιο, το οποίο, εφόσον χαθεί, δεν μπορεί να ανακτηθεί. Πρόκειται για μια διαπίστωση που μπορεί να αφορά άμεσα τον Τζορτζ Μπους, η «γοητεία» του οποίου στηρίζεται τόσο στην προσωπική επαφή, όσο και στις πολιτικές του απόψεις. O κόσμος λέει ότι τον συμπαθεί, επειδή είναι σκληρός, ευθύς κι έχει αρχές, ακόμα και αν καμιά φορά διαφωνεί με τις αρχές του.

Σήμερα, πλέον, διαφαίνεται ότι ο κ. Μπους είτε δεν είπε την αλήθεια για τους λόγους που αποφάσισε να εισβάλει στο Ιράκ είτε δεν εγνώριζε την αλήθεια και δεν μπορεί να το παραδεχθεί. Καμιά, ωστόσο, από τις δύο παραπάνω πιθανότητες δεν είναι καθησυχαστική. «Θα ζημιωθεί ο πρόεδρος; Αναμφίβολα», λέει ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής της Βουλής των Αντιπροσώπων, Κρίστοφερ Σάις από το Κονέκτικατ. «Πριν από τον πόλεμο στο Ιράκ ο πρόεδρος είχε καταφέρει να πείσει την αμερικανική κοινή γνώμη για την ειλικρίνεια των απόψεών του, ανεξάρτητα αν συμφωνούσες μ’ αυτές ή όχι».

Εκστρατεία επιβίωσης

Ετσι εξηγείται, λοιπόν, γιατί σ’ ένα διάστημα, μόλις, τεσσάρων ημερών ο Λευκός Οίκος οργάνωσε εκστρατεία επιβίωσης με μια ολόκληρη «χορωδία» να «τραγουδάει» προς υπεράσπισή του, τη στιγμή που ο ίδιος ο πρόεδρος ηγείτο των τελετουργιών της πολιτικής μετάνοιας. Για χάρη των σκεπτικιστών, διόρισε μια επιτροπή η οποία θα αναλάβει τη διερεύνηση των σφαλμάτων στον τομέα των απόρρητων πληροφοριών και συμπεριέλαβε σ’ αυτήν τον γερουσιαστή Τζον Μακέιν για να την «εξαγνίσει». Στη συνέχεια έσκυψε ταπεινά το κεφάλι του στον γενικό γραμματέα του OHE, Κόφι Ανάν, παραδεχόμενος ότι το αδιέξοδο στο Ιράκ δεν μπορεί να υπερκεραστεί δίχως τη συνδρομή του.

Για όσους πιστεύουν ακόμα στα επιχειρήματα της κυβέρνησης, ο υπουργός Αμυνας, Ντόναλντ Ράμσφελντ, δήλωσε στα μέλη του Καπιτωλίου ότι οι ελπίδες ανεύρεσης των όπλων μαζικής καταστροφής του Σαντάμ Χουσεΐν δεν έχουν ακόμη χαθεί. O διευθυντής της CIA, Τζορτζ Τένετ, υπεραμύνθηκε της υπηρεσίας του λέγοντας ότι «η τελειότητα δεν είναι χαρακτηριστικό της δουλειάς που κάνει», ενώ ο «αποστάτης», Κόλιν Πάουελ, εξέφρασε τις αμφιβολίες του για το πώς φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο.

Το μήνυμα όλων των μελών της «χορωδίας» του Λευκού Οίκου ήταν το εξής: «Δεν κάναμε λάθος και ακόμα και αν κάναμε κανείς δεν μπορεί να το αποδείξει». O ίδιος ο κ. Μπους επέλεξε να εισέλθει στον λάκκο των λεόντων αποδεχόμενος τη συμμετοχή στην εκπομπή του NBC, «Ραντεβού με τον Τύπο», με τον Τιμ Ρούσερτ. O τελευταίος είπε στον πρόεδρο ότι υπάρχει μια αίσθηση στην κοινή γνώμη ότι τα στοιχεία γύρω από το οπλοστάσιο του Ιράκ παραποιήθηκαν και ότι το έθνος «σύρθηκε» στον πόλεμο. O κ. Μπους, όμως, υπερασπίστηκε των επιλογών του: «Θέλω να είμαι σίγουρος ότι αντιλαμβάνεστε πώς έλαβα τις αποφάσεις μου. Στο παρελθόν, ο Σαντάμ είχε χρησιμοποιήσει τέτοια όπλα. Είχε κατασκευάσει όπλα μαζικής καταστροφής. Είχε επιχορηγήσει βομβιστές αυτοκτονίας. Είχε διασυνδέσεις με τρομοκράτες. Με λίγα λόγια, όλες οι παραπάνω διαπιστώσεις μου έλεγαν ένα και μόνο πράγμα: Οτι υπάρχει απειλή».

Η άμεση απάντηση-δραστηριοποίηση του Λευκού Οίκου προκλήθηκε από τα προειδοποιητικά μηνύματα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, στις οποίες γινόταν σαφές ότι η εμπιστοσύνη της κοινής γνώμης στο πρόσωπο του προέδρου είχε ελαφρώς κλονιστεί.

Ερευνα του TIME και του CΝέδειξε ότι μόλις το 44% των ερωτηθέντων περιέγραψε τον κ. Μπους ως «έναν άξιο εμπιστοσύνης ηγέτη», ενώ το 55% εξέφρασε την επιφύλαξή του. Το 54% εγκρίνει τον κ. Μπους, αλλά το φαβορί για το χρίσμα των Δημοκρατικών, Τζον Κέρι, έχει μειώσει την απόσταση που τον χωρίζει από τον Λευκό Οίκο σε δύο, μόλις, ποσοστιαίες μονάδες. Τα νέα αυτά στοιχεία ενθουσίασαν του Δημοκρατικούς, οι οποίοι άρχισαν ήδη να ακονίζουν τα μαχαίρια τους εν όψει της προεκλογικής περιόδου.

«Η αξιοπιστία της κυβέρνησης έχει κλονιστεί», επισημαίνει ο ηγέτης των Δημοκρατικών στη Γερουσία, Τομ Ντάσλερ. Από την πλευρά τους, οι Ρεπουμπλικανοί, μολονότι δεν πρόκειται να το παραδεχθούν ποτέ δημοσίως, γνωρίζουν ότι αυτή είναι η αλήθεια. Δεν είναι μόνον τα «γεράκια» που φοβούνται ότι τα λάθη τους στο Ιράκ μπορεί να δέσουν τα χέρια του πρόεδρου σε όλους τους τομείς. Οι συντηρητικοί της δημόσιας διοίκησης βλέπουν «κόκκινο» σε όλους τους τομείς, οι φιλελεύθεροι διαμαρτύρονται για κάθε παραβίαση της ιδιωτικής ελευθερίας και όλοι μαζί βλέπουν τους Δημοκρατικούς να ενώνουν τις δυνάμεις τους γύρω από έναν υποψήφιο, που σε αντίθεση με το «κινούμενο σχέδιο» που φερόταν ως φαβορί για το χρίσμα και το οποίο υπολόγιζαν ως βέβαιο αντίπαλό τους, κερδίζει το χειροκρότημα.

Ο πρόεδρος χρησιμοποίησε την απειλή της τρομοκρατίας ως ασπίδα, αλλά αν οι Δημοκρατικοί έχουν δίκιο όταν υποστηρίζουν ότι ο Αμερικανός ανησυχεί περισσότερο για το ενδεχόμενο να αρρωστήσει ή να απολυθεί, απ’ ό,τι να ανατιναχθεί, τότε η πανοπλία του κ. Μπους δεν θα τον προστατέψει στις προσεχείς εκλογές.

Η απώλεια της υπεροχής

Η πίστη στην αξία του προέδρου ανάμεσα στους ανθρώπους που στελεχώνουν σήμερα τον Λευκό Οίκο είναι τόσο μεγάλη, που οι στενοί του συνεργάτες αντιλήφθηκαν τελευταίοι το σοβαρό πρόβλημα αξιοπιστίας που αντιμετωπίζει ο κ. Μπους.

Τα προβλήματα του προέδρου πολλαπλασιάστηκαν σ’ έναν μόλις μήνα. O Δεκέμβριος ήταν «καταπληκτικός» για τον κ. Μπους, ο οποίος καρπώθηκε τη σύλληψη του Σαντάμ, την αύξηση της οικονομικής ανάπτυξης κατά 4% και το νομοσχέδιο για την υγεία που ο ίδιος προώθησε. Την ίδια στιγμή, ο Χάουαρντ Ντιν φαινόταν να κερδίζει τις καρδιές και τα μυαλά των Δημοκρατικών ψηφοφόρων. Τον Ιανουάριο, όμως, τα προβλήματα πήραν μορφή χιονοστιβάδας. O αποκαθηλωσείσας από τον κ. Μπους υπουργός Οικονομικών, Πολ O’ Νιλ, εξέδωσε το βιβλίο του, με το οποίο παρουσιάζει τον πρόεδρο ως αφελή στην καλύτερη περίπτωση και υποχθόνιο στη χειρότερη. Οι δηλώσεις περί αποστολής στον Αρη θεωρήθηκαν από την κοινή γνώμη ως «απερίσκεπτη σπατάλη». H ομιλία του προς το έθνος δεν έπεισε και, λίγες ημέρες αργότερα, η δημοτικότητά του σημείωσε κατακόρυφη πτώση. Στη συνέχεια, ο Ντέιβιντ Κέι ομολόγησε ότι το κυνήγι των όπλων μαζικής καταστροφής στο Ιράκ έληξε άδοξα. Στο μεταξύ, το νομοσχέδιο για την υγεία, το κόστος του οποίου ανερχόταν στα 400 δισ. δολάρια και είχε ήδη χαρακτηριστεί εξαιρετικά δαπανηρό από τα «γεράκια» του υπουργείου Οικονομικών, ανέβηκε στα 534 δισ. δολάρια. Οταν ο πρόεδρος δημοσιοποίησε τον προϋπολογισμό ύψους 2,4 τρισ. δολαρίων, στον οποίο συμπεριέλαβε τα 521 δισ. δολάρια του ελλείμματος, υποσχόμενος μείωσή τους κατά 50% την επόμενη πενταετία, κανείς δεν ήξερε τι πρέπει να πιστέψει.

Παράλληλα, οι Δημοκρατικοί κατάφεραν κάτι το σπάνιο: Να επιλέξουν έναν υποψήφιο τον οποίο δεν έφθειραν οι ίδιοι κατά τη διάρκεια της διαδικασίας για το χρίσμα. Και όλα αυτά ενώ τα σημάδια της ανταρσίας εντός του Λευκού Οίκου άρχισαν να γίνονται ορατά. O κ. Πάουελ δήλωσε στην «Ουάσιγκτον Ποστ» «αβέβαιος» αν θα επέλεγε τον πόλεμο εφόσον γνώριζε ότι δεν υπήρχαν όπλα μαζικής καταστροφής στο Ιράκ και οι άνθρωποι του προέδρου Μπους άφησαν αμέσως να διαρρεύσει ότι υπουργός Εξωτερικών, που νοιάζεται περισσότερο για το δικό του κύρος, βρίσκεται ένα βήμα πριν από την απομάκρυνση. Παραδόξως, η στάση του κ. Πάουελ αφύπνισε το επιτελείο του κ. Μπους, το οποίο αποφάσισε να δώσει σκληρή μάχη μέχρι τέλους.

Η αντεπίθεση

Ο πρώτος που άνοιξε πυρ ήταν ο κ. Ράμσφελντ, ο οποίος μπορεί να μην αποκάλυψε νέα στοιχεία στην επιτροπή στρατιωτικών υπηρεσιών της Γερουσίας, αλλά προσέφερε μια ολόκληρη διατριβή μεταπτυχιακού επιπέδου: Ισως ο Σαντάμ να έκρυψε τα όπλα του, ίσως τα μετέφερε σε τρίτη χώρα, ίσως τα κατέστρεψε την τελευταία στιγμή, ίσως οι επιστήμονές του να τον «έπεισαν» ότι τα διαθέτει, ενώ αυτά ουδέποτε υπήρξαν. «Θα μάθουμε τους επόμενους μήνες», υποστήριξε ο υπουργός Αμυνας. O κ. Τένετ, από την πλευρά του, τόνισε ότι οι απόρρητες πληροφορίες είναι πάντα διφορούμενες και κατά συνέπεια οι εκτιμήσεις της CIA δεν ήταν απόλυτα σωστές, αλλά ούτε και εσφαλμένες. O τελευταίος, μάλιστα, δέχθηκε τα συγχαρητήρια του προέδρου για την τοποθέτησή του. O ίδιος ο κ. Μπους, όμως, συνέχισε να υπεραμύνεται του αποτελέσματος του πολέμου, επαναλαμβάνοντας ότι οι ΗΠΑ είχαν αποκαθηλώσει έναν τύραννο και μια επίδοξη απειλή. Οι γερουσιαστές, ωστόσο, δεν έμειναν ικανοποιημένοι και αρκετοί απ’ αυτούς, ακόμα και στελέχη των Ρεπουμπλικανών, εξετάζουν το ενδεχόμενο σύστασης ειδικής κλειστής επιτροπής που θα εξετάσει αν η κυβέρνηση παραποίησε τα στοιχεία της CIA.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή