Ολα ή τίποτα στο ταξίδι του Ερντογάν

Ολα ή τίποτα στο ταξίδι του Ερντογάν

3' 56" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Για την κυβέρνηση Μπους, που μερικές φορές παρουσιάζει τον εκδημοκρατισμό της Μέσης Ανατολής σαν μια γλυκιά και ανεμπόδιστη διαδικασία, η Τουρκία αποτελεί ένα παράθυρο με θέα προς την πραγματικότητα. Στη χώρα αυτή, οι δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις έχουν υποβάλει την ήσυχη τουρκο-αμερικανική σχέση στα πυρά μιας θορυβώδους και συχνά άγριας δημόσιας συζήτησης.

Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν φθάνει την επόμενη εβδομάδα στην Ουάσιγκτον για συνάντηση με τον Αμερικανό πρόεδρο Μπους. Και οι δύο πλευρές φαίνονται πρόθυμες να αποκαταστήσουν κάποιες από τις ζημιές που προκάλεσαν τα τελευταία χρόνια οι διαφωνίες στο θέμα του Ιράκ και να ενεργοποιήσουν εκ νέου τη στρατηγική εταιρική σχέση. Οπως είπε ένας από τους συμβούλους του Ερντογάν, ο Τούρκος πρωθυπουργός θέλει να διαβεβαιώσει τον Μπους ότι η Τουρκία ακολουθεί μια σταθερή πορεία μεταρρυθμίσεων. Από την άλλη, όπως είπε ανώτατος Αμερικανός αξιωματούχος η αμερικανική κυβέρνηση θέλει να επαναβεβαιώσει την υποστήριξή της προς την Τουρκία, όμως θέλει και να ακούσει με τι τρόπο σκοπεύει ο Ερντογάν να αντιμετωπίσει τις τελευταίες εξάρσεις αντιαμερικανισμού.

«Ολα ή τίποτα»

«Αυτή η επίσκεψη μπορεί να τα δώσει όλα ή τίποτα», είπε ο Σολί Οζέλ, καθηγητής του Πανεπιστημίου Μπιλγκί της Κωνσταντινούπολης. O Οζέλ θεωρεί ότι για να λειτουργήσει εκ νέου η εταιρική σχέση «οι δύο πλευρές χρειάζεται να είναι ειλικρινείς για τα συμφέροντά τους, πού αυτά συγκρούονται και πού συμπίπτουν».

Θεωρητικά, η κυβέρνηση Ερντογάν είναι ένα μοντέλο αυτού που επιθυμούν οι ΗΠΑ να δουν στον μουσουλμανικό κόσμο. Το κόμμα του είναι προσηλωμένο στις μεταρρυθμίσεις για την ελεύθερη αγορά και στις δημοκρατικές ελευθερίες. Είναι επίσης ένα «ημιθρησκευτικό» κόμμα, με βαθιά ερείσματα στον τουρκικό πληθυσμό. Απ’ αυτήν τη σκοπιά, αποτελεί υπόσχεση σύγχρονης, ανεκτικής ισλαμικής πολιτικής σε ένα κράτος που επισήμως παραμένει κοσμικό.

Οταν ο πρόεδρος Μπους πρωτοσυνάντησε τον Ερντογάν στα τέλη του 2002, τον επαίνεσε ως ευσεβή μεταρρυθμιστή. «Εσείς κι εγώ πιστεύουμε κι οι δύο στον Μεγαλοδύναμο και δεν ντρεπόμαστε να το παραδεχθούμε, νομίζω ότι θα τα πάμε καλά», του είπε, σύμφωνα με Τούρκο αξιωματούχο που ήταν παρών.

Ραγδαία επιδείνωση

Μετά ήρθε ο πόλεμος του Ιράκ, με τον οποίο πολλοί Τούρκοι διαφώνησαν. H Ουάσιγκτον εξεμάνη που το τουρκικό Κοινοβούλιο αρνήθηκε να δώσει άδεια σε αμερικανικά στρατεύματα να εισβάλουν από τουρκικό έδαφος. H Αγκυρα ενοχλήθηκε από το χαοτικό κενό εξουσίας που ακολούθησε την έξωση του Σαντάμ Χουσεΐν και από την ανικανότητα των ΗΠΑ να ελέγξουν τους μαχητές του κουρδικού PKK. Αντιαμερικανικές διατριβές έκαναν την εμφάνισή τους στον τουρκικό Τύπο και όταν πια έφθασε η ώρα της αμερικανικής επιχείρησης στη Φαλούτζα, ένα εξέχον στέλεχος του κόμματος του Ερντογάν φέρεται να κατηγόρησε τις ΗΠΑ για «γενοκτονία».

Οι κάποτε καλές σχέσεις της Τουρκίας με το Ισραήλ υπέστησαν επίσης πλήγμα επί Ερντογάν. Σύμφωνα με τον Σίλβιο Οβαντία, πρόεδρο της εβραϊκής κοινότητας της Τουρκίας, ο αντισημιτισμός βρίσκεται σε έξαρση τα τελευταία χρόνια και «O Αγών μου» και άλλα αντισημιτικά βιβλία έχουν γίνει μπεστ σέλερ. O Οβαντία λέει ότι η κυβέρνηση έλαβε κάποια μέτρα για να περιορίσει αυτήν την τάση όμως θα έπρεπε να κάνει περισσότερα.

Μια φορά κι έναν καιρό, αυτά τα προβλήματα θα ήταν αδιανόητα. H Τουρκία ήταν ο καλύτερος φίλος του Ισραήλ στον μουσουλμανικό κόσμο και σημαντικός σύμμαχος του NATO την εποχή του ψυχρού πολέμου. «Για πολλά χρόνια, η σχέση αυτή ήταν σχέση μεταξύ ελίτ, στρατιωτικών ελίτ», εξήγησε ο Αμερικανός πρέσβης Ερικ Εντελμαν σε πρόσφατη συνέντευξη στην εφημερίδα «Ραντικάλ». Τώρα που η Τουρκία είναι πιο δημοκρατική «πρέπει να χειριστεί κανείς όχι μόνο τις ελίτ αλλά και την κοινή γνώμη ευρύτερα». Και στην κοινή γνώμη, το αίσθημα που επικρατεί είναι συχνά το αίσθημα του αντιαμερικανισμού.

Μετά τα παράπονα, στις αρχές της χρονιάς, Τούρκων στρατιωτικών και επιχειρηματικών παραγόντων, ότι ο αντιαμερικανισμός φεύγει εκτός ελέγχου, ο Ερντογάν άλλαξε τακτική. Παραχώρησε περισσότερη ελευθερία κινήσεων στα αμερικανικά μαχητικά στη βάση του Ιντσιρλίκ, τόνισε τη σημασία των σχέσεων με τις ΗΠΑ σε ομιλία του προς το κόμμα και επισκέφθηκε το Ισραήλ. Ζήτησε επίσης να συναντηθεί με τον Μπους.

Η ευρωπαϊκή πορεία

Αυτό που πρέπει να καθησυχάζει την Ουάσιγκτον είναι η ώριμη αντίδραση της Τουρκίας στα δημοψηφίσματα της Γαλλίας και της Ολλανδίας, το αρνητικό αποτέλεσμα των οποίων ερμηνεύθηκε εν μέρει ως απόρριψη της τουρκικής ένταξης. O Αλί Μπαμπατσάν, επικεφαλής της τουρκικής διαπραγματευτικής ομάδας, λέει ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις θα αρχίσουν στις 3 Οκτωβρίου, όπως έχει προγραμματιστεί. «Πρέπει να κάνουμε υπομονή και να δουλέψουμε σκληρά, είπε. Κάθε χρόνος που περνάει ανεβάζει τα στάνταρντ της Τουρκίας». O Μπαμπατσάν λέει ότι ακόμη κι αν η Ευρώπη κλείσει την πόρτα στη χώρα του, οι μεταρρυθμίσεις είναι προς όφελος της Τουρκίας.

Μια δημοκρατική Τουρκία είναι πιο θορυβώδης και οι δημόσιες συζητήσεις της μπορεί να κουράζουν μερικές φορές την Αμερική. Ομως, αν η χώρα διατηρήσει την ευρωπαϊκή της προοπτική, θα γίνει πιο ελεύθερη, πιο σταθερή και πιο πλούσια. Κι αυτό, όπως λέει ο Εγεμέν Μπαγίς, σύμβουλος του πρωθυπουργού «είναι το αντίδοτο στον μεγαλύτερο φόβο που έχουμε όλοι – στη σύγκρουση των πολιτισμών».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή