H E.E. αναζητεί λύση για το πετρέλαιο

H E.E. αναζητεί λύση για το πετρέλαιο

3' 6" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ψυχραιμία για το σήμερα και προετοιμασία για το αύριο είναι η συνταγή που επιχειρεί να επιβάλει στα μέλη της η Ευρωπαϊκή Ενωση, καθώς η τρέχουσα πετρελαϊκή κρίση δεν δείχνει το παραμικρό σημείο ύφεσης και ουδείς αναμένει ουσιώδη εκτόνωση των τιμών του αργού πριν από το δεύτερο εξάμηνο του 2006.

Μέχρι τούδε, στην αύξηση των τιμών από 25 δολάρια το βαρέλι τον Ιανουάριο του 2002 σε 45 δολάρια τον εφετινό Ιανουάριο και περίπου 70 δολάρια σήμερα, η Ευρώπη είχε απαντήσει με τον πάγιο αμοιβαίο όρκο των κυβερνήσεων να μην προχωρήσουν σε μειώσεις της φορολογίας καυσίμων, συνδυασμένο με τις συνήθεις εκκλήσεις προς τις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες να αυξήσουν την παραγωγή τους. Το θέμα εθίγη όπως είναι φυσικό στο άτυπο συμβούλιο υπουργών Οικονομικών της περασμένης εβδομάδος, στο Μάντσεστερ, και, όπως σημείωσε ο υπουργός Οικονομικών Γ. Αλογοσκούφης, «η συζήτηση επιβεβαίωσε μια παλαιότερη απόφαση των υπουργών να μην υπάρξουν αντιδράσεις, οι οποίες θα δημιουργήσουν άλλες στρεβλώσεις στην οικονομία».

Η μείωση της φορολογίας καυσίμων, στην οποία κυρίως αναφέρεται η δήλωση του κ. Αλογοσκούφη, παραμένει ένας πειρασμός που όλοι προσπαθούν να εξορκίσουν αλλά με ολοένα και λιγότερο σθένος.

Ειδικά για την Ελλάδα, σημειώνεται ότι η χώρα μας, ως έχουσα τη χαμηλότερη τέτοια φορολογία στην Ευρώπη, δεν είναι, εκ των πραγμάτων (και εκ της ευρωπαϊκής νομοθεσίας), σε θέση να την μειώσει περισσότερο. Ομως άλλες χώρες με σαφώς υψηλότερη φορολογία, όπως η Γερμανία, το συζητούν…

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο υφίστανται και κάποιες άλλες δυνατότητες, που δεν καλύπτονται από την «παλαιότερη απόφαση» των υπουργών. Ετσι, η Γαλλία και η Αυστρία απείλησαν ευθέως με την επιβολή έκτακτου φόρου για την «τιμωρία» των εταιρειών του κλάδου αν αυτές δεν «εκλογικεύσουν» τις τιμές τους. Οι απειλές, πράγματι, δεν έμειναν χωρίς ανταπόκριση: σε αμφότερες τις χώρες οι τιμές της βενζίνης και του πετρελαίου κίνησης μειώθηκαν κατά 1 έως 3 λεπτά του ευρώ ανά λίτρο.

Σε πιο σοβαρό επίπεδο, τα δύο βασικά ζητήματα είναι το θέμα των στρατηγικών πετρελαϊκών αποθεμάτων και εκείνο του επιδόματος προς τους πλέον πληττόμενους από την εκτίναξη των τιμών των καυσίμων, ιδίως εκείνων που προορίζονται για τη θέρμανση. Σε ό,τι αφορά τα αποθέματα, ζητούμενο είναι η μεθόδευση της απελευθέρωσης των αποθεμάτων 90 ημερών που όλα τα κράτη – μέλη οφείλουν να διατηρούν (τα περισσότερα έχουν ακόμα μεγαλύτερα, όπως η Ελλάδα που διατηρεί αποθέματα 110 ημερών), ώστε να μεγιστοποιηθεί η απόδοση της κίνησης αυτής. Ειδικά για το σημείο αυτό η Επιτροπή από καιρό ζητεί μεγαλύτερη διαφάνεια στο ύψος και τη διαχείριση των αποθεμάτων, καθώς μεταξύ άλλων, η σχετική αβεβαιότητα πυροδοτεί την κερδοσκοπία.

Η επιδότηση

Οσο για το θέμα της επιδότησης των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων με επίδομα θέρμανσης, αυτό, ουδείς το έχει αποκλείσει. Ομως οι χώρες που το εξετάζουν έχουν ήδη προσκρούσει στο απλούστερο ερώτημα όλων: πόσο και σε ποιους (στο Βέλγιο το ζήτημα έχει προκαλέσει ενδοκυβερνητική κρίση), ιδίως καθώς στις κυβερνήσεις ασκούνται ήδη εντονότατες πιέσεις για ελαφρύνσεις από την πλευρά των διαφόρων επαγγελματιών της ασφάλτου, από τους ιδιοκτήτες φορτηγών μέχρι τους ιδιοκτήτες ταξί.

Αυτά για το παρόν… Για το μέλλον πάλι, είναι φανερή η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τις διάφορες εναλλακτικές πηγές ενέργειας και την ανάγκη μετάβασης στη λεγόμενη «οικονομία του υδρογόνου». Είναι όμως φανερό ότι αυτό, καίτοι αναμφίβολα αποτελεί την πραγματική λύση, δεν είναι κάτι που αφορά την παρούσα, τουλάχιστον, δεκαετία.

Στο ίδιο πλαίσιο των πιο μακροπρόθεσμων λύσεων εντάσσεται και η άσκηση πιέσεων, που επιχειρείται εκ νέου, κατά συντονισμένο και «ευρωπαϊκό» τρόπο, στις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες, ώστε αυτές να αυξήσουν την παραγωγή τους – αν και αυτό προϋποθέτει σημαντικές εκ μέρους του επενδύσεις που μόνο με τη… βεβαιότητα αυξημένης ζήτησης και αυξημένων τιμών μπορούν να γίνουν.

Για όλα τα ανωτέρω η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει ήδη καταθέσει στις κυβερνήσεις σχέδιο δράσης. Ωστόσο, όπως και για τα τόσα άλλα σχέδια δράσης που πηγάζουν από τις Βρυξέλλες, μένει να φανεί κατά πόσον θα υπάρξει η ανάλογη ανταπόκριση.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή