Βίοι παράλληλοι Μπους – Πούτιν

Βίοι παράλληλοι Μπους – Πούτιν

4' 2" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Πότε ένας ανώτατος κυβερνητικός αξιωματούχος αποφασίζει ότι δεν μπορεί πια να εμπιστεύεται τα αφεντικά ή να περιμένει ότι θα αλλάξουν προς το καλύτερο; Οτι πρέπει η δύναμη της πολιτικής αντιπολίτευσης να τους συγκρατήσει, ώστε να μην προκαλέσουν μεγαλύτερο κακό;

Το ερώτημα έπαψε να είναι ρητορικό για τον Αντρέι Ιλαριόνοφ, πριν από λίγο καιρό. Τον Δεκέμβριο παραιτήθηκε από τη θέση του ανώτατου οικονομικού συμβούλου του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν και μετατράπηκε σε επικριτή του τρόπου που οδεύουν τα πράγματα στη Ρωσία. Ακούγοντας, τις προάλλες, τον διαφωτιστικό θρήνο του Ιλαριόνοφ, δεν μπορούσα να μη σκεφθώ την κρίση εμπιστοσύνης στην ηγεσία του προέδρου Μπους.

Περιορισμός ελευθεριών

Δεν πρόκειται για σύγκριση του προέδρου Μπους με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, πρώην στρατηγό της KGB, ή την περιορισμένη δημοκρατικότητα της Ρωσίας με την κακοφωνία της αμερικανικής πολιτικής. Δεν τίθεται θέμα σύγκρισης.

Ωστόσο, αν η εξουσία διαφθείρει, το ίδιο μπορεί να συμβεί και με το συναίσθημα της έλλειψης εξουσίας. Χτυπημένοι από τρομοκρατικές επιθέσεις στο εσωτερικό των χωρών τους, οι κ. Μπους και Πούτιν έβαλαν στόχο να αποκαταστήσουν την εκτελεστική εξουσία και μια εθνική πειθαρχία, που ένιωθαν ότι είχε διαβρωθεί με την πάροδο του χρόνου. Σήμερα έχουν εξωθήσει τα πράγματα σε τέτοιο βαθμό ώστε να προκαλούν κραυγές διαμαρτυρίας – όχι μόνο από τους υπερασπιστές των ατομικών ελευθεριών, αλλά και απ’ όσους ανήκουν στο πολιτικό τους στρατόπεδο.

«Ως οικονομική ομάδα πετύχαμε να επιτελέσουμε θετικό έργο επί μία τριετία», είπε ο Ιλαριόνοφ στους δημοσιογράφους της «Ουάσιγκτον Ποστ», στη διάρκεια σύντομης επίσκεψής του σ’ αυτήν. «Σταδιακά, όμως, η δυνατότητα παρέμβασής μας στην οικονομική πολιτική αποδυναμώθηκε, αφού το Κρεμλίνο ανέλαβε τον έλεγχο των πιο σημαντικών επιχειρήσεων της Ρωσίας, καθώς και της νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας. Για ένα διάστημα, σκεφτόμουν ότι ίσως επρόκειτο για λάθη και θα διορθώνονταν. Αλλά συνειδητοποίησα ότι δεν επρόκειτο για κάτι τέτοιο», συνέχισε ο οικονομολόγος.

Αφετηρία υπήρξε η κατάσχεση της πετρελαϊκής εταιρείας «Yukos». Επακολούθησε η φυλάκιση του προέδρου της Μιχαήλ Χοντορκόφσκι – ενέργειες, τις οποίες ο Ιλαριόνοφ επέκρινε δημοσίως, ενόσω διατηρούσε το αξίωμά του. «Από τότε συνειδητοποίησα ότι το κυριότερο καθήκον μου ήταν να μιλάω», καθώς τα πολιτικά κόμματα και τα μέσα ενημέρωσης είχαν υποχρεωθεί σε σιωπή από το Κρεμλίνο. Μετά την παραίτησή του, ο Ιλαριόνοφ δημοσίευσε μια εντονότατη κριτική για τη μετατροπή της Ρωσίας σε «άντρο του κορπορατισμού», που λειτουργεί προς όφελος λίγων, ικανών να ερευνούν και να λεηλατούν ιδιωτικές επιχειρήσεις κατά βούλησιν. Το άρθρο του δημοσιεύτηκε στις 23 Ιανουαρίου, στην «Kommersant», αντιπολιτευόμενη εφημερίδα της Μόσχας (σημ. μτφ. ανήκε στον εξόριστο στο Λονδίνο βαρώνο της ολιγαρχίας, Μπορίς Μπερεζόφσκι).

Νέο είδος πολέμου

Τόσο στο άρθρο του όσο και στη συζήτησή μας, ο Ιλαριόνοφ αρνήθηκε να επικρίνει προσωπικά τον Πούτιν ή να διατυπώσει κάποια θεωρία για το τι άλλαξε στο χρονικό διάστημα ανάμεσα στην άνοιξη του 2000 -όταν ο Ιλαριόνοφ πήγε να εργαστεί στο Κρεμλίνο με μεγάλες ελπίδες και αρκετή επιρροή για την ενεργοποίηση μεταρρυθμίσεων- και το φθινόπωρο του 2004, όταν εγκατέλειψε τον Πούτιν. Το γεγονός ότι επιστρέφει αυτήν την εβδομάδα στη Μόσχα μπορεί να εκληφθεί ως κάποια ερμηνεία της επιφυλακτικότητάς του. Ο Ιλαριόνοφ επισήμανε ότι τεράστια και απροσδόκητα έσοδα από την άνοδο των πετρελαϊκών τιμών έδωσαν τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να ενεργήσει όπως ήθελε. Ενα άλλο τμήμα της απάντησης στο αίνιγμα τού τι συνέβη μπορεί να βρίσκεται σε μια περιγραφή που άκουσα προσφάτως για τα πιεστικότατα προβλήματα που αντιμετωπίζει ένα μεγάλο έθνος:

«Οι εξουσίες της προεδρίας διαβρώθηκαν, τις σφετερίστηκαν στον υπέρτατο βαθμό. Εχουμε εμπλακεί σ’ ένα νέο είδος πολέμου, που δεν μπορούμε να διεξαγάγουμε με παλιές μεθόδους. Μπορεί μόνο να τον κατευθύνει ένας ισχυρός διοικητής, άτρωτος στις πιέσεις που αντιμετωπίζουν βουλευτές ή δικαστές. Η κοινή γνώμη κατανοεί και υποστηρίζει αυτήν τη δυσάρεστη πραγματικότητα, ανεξαρτήτως του τι λένε τα Μέσα και οι διανοούμενοι».

Αυτά τα λόγια προέρχονται από άνθρωπο του Λευκού Οίκου. Στόχος ήταν η υπεράσπιση της αμερικανικής πολιτικής στο Γκουαντάναμο, τις μυστικές ανακρίσεις και τις παράνομες υποκλοπές. Λίγες μέρες αργότερα, Ρώσος αξιωματούχος χρησιμοποίησε σχεδόν πανομοιότυπη φρασεολογία, για να υπερασπιστεί την υποχρεωτική συγχώνευση ιδιωτικών εταιρειών ενέργειας και μέσων ενημέρωσης υπό κρατικό έλεγχο. Τόσο ο Βλαντιμίρ Πούτιν όσο και ο Τζορτζ Μπους κινούνται ενάντια στο ρεύμα της εποχής τους, καθώς η κρακτική εξουσία θρυμματίζεται ή ατροφεί παντού, και όχι μόνο στη Μόσχα ή την Ουάσιγκτον.

Απαράβατα τα όρια

Η εξάπλωση της τεχνολογίας και των παγκόσμιων επικοινωνιών εξασθενίζει όλες τις κυβερνήσεις. Η καλύτερη πολιτική επιλογή είναι να εκτιμήσει κανείς αυτές τις αλλαγές και να τις χρησιμοποιήσει με έξυπνο τρόπο και όχι απλώς να στραφεί εναντίον τους με τον παλιό στιβαρό τρόπο. Η εμπιστοσύνη της αμερικανικής κοινής γνώμης στην κυβέρνηση Μπους βρίσκεται στο όριο της εξέλιξής της, σε μια αυτοτροφοδοτούμενη πολιτική καταστροφή.

Ενα σοβαρό σχίσμα στο εσωτερικό του ίδιου του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος δεν είναι πια αδιανόητο, αν ο Λευκός Οίκος δεν μπορεί να επιδείξει την ελάχιστη δυναμική στην αντιμετώπιση της διαχείρισης του «Κατρίνα», του Γκουαντάναμο, της Dubai Ports World και άλλων ανάλογων διαφορών. Υπάρχουν όρια απαράβατα, όπως αποδεικνύει και η περίπτωση του Αντρέι Ιλαριόνοφ. Ακόμη και οι πιστοί υποστηρικτές δεν διστάζουν να παραιτηθούν.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή