Το τέρας της ακροδεξιάς «αδάμαστο» στην Τουρκία

Το τέρας της ακροδεξιάς «αδάμαστο» στην Τουρκία

2' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ. Η πρόσφατη δολοφονία δικαστή του Συμβουλίου Επικρατείας έφερε για άλλη μια φορά στο φως τη δολοφονική προδιάθεση της τουρκικής άκρας Δεξιάς, αλλά και τη διαπλοκή της με το κράτος και οργανώσεις του ευρύτερου εθνικιστικού και αντιδραστικού χώρου. Στον τουρκικό Τύπο παρελαύνουν εικόνες ενός υποκόσμου, που στην Τουρκία αποκαλείται «βαθύ κράτος». Το πορτρέτο του Αρπαρσλάν Αρσλάν, δολοφόνου του δικαστή και βομβιστή της κεμαλικής εφημερίδας «Τζουμχουριέτ», αλλά και εννέα άλλων που συνελήφθησαν ως συμμέτοχοι, καταδεικνύουν πως ούτε η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας ούτε το συνακόλουθο άνοιγμα της κοινωνίας έχουν δαμάσει το τέρας της ακροδεξιάς.

Ο ηλικίας 29 χρόνων Αρσλάν, κουρδικής καταγωγής δικηγόρος, «ξεχώρισε» από τα φοιτητικά του χρόνια για τις εθνικιστικές αντιλήψεις και το θρησκευτικό του ζήλο. Η αδελφή του τον χαρακτήρισε «Ιδεαλιστή και θρήσκο», επαληθεύοντας τις υποψίες πολλών: «Ιδεαλιστές» καλούνται οι οπαδοί της ευρύτερης άκρας Δεξιάς. Ως φοιτητής ο Αρσλάν συμμετείχε σε επιθέσεις με μαχαίρια κατά αριστερών συμφοιτητών και όσων δεν νήστευαν στο Ραμαζάνι, σε αντιδιαδήλωση κατά της διαμαρτυρίας κατοίκων ακριβής συνοικίας της Πόλης, που εναντιώνονταν στην εκεί ανέγερση τεμένους. Τέλος είχε φωτογραφηθεί σε διαδήλωση Ισλαμιστών στο Ντιγιαρμπακίρ, όπου εκτοξεύθηκαν συνθήματα υπέρ της σαρίας.

Σύμφωνα με τη φιλελεύθερη «Ραντικάλ», ο Αρσλάν ανήκει στο ιδεολογικό ρεύμα της «Τουρκοϊσλαμικής Σύνθεσης». Η ιδεολογία συνδυάζει τον εθνικισμό και την ισλαμική πίστη, μορφοποιήθηκε το ’60 και εισήχθη στην πολιτική το ’70 από τον θρησκόληπτο εθνικιστή Νετζμετίν Ερμπακαν (που διαφώνησε με τον Μπουλέντ Ετσεβίτ το 1974, επειδή ήθελε «να καταληφθεί ολόκληρη η Κύπρος»). Η «Τουρκοϊσλαμική Σύνθεση» προήχθη σε κρατική ιδεολογία, συμπλήρωμα του Κεμαλισμού, μετά το πραξικόπημα του ’80. Ο ισλαμικός εθνικισμός προωθήθηκε ως «εθνική κουλτούρα» και αντίδοτο στην Αριστερά του ’70. Η ακροδεξιά χρησιμοποιήθηκε πολλαπλώς το ’80 και το ’90 (κυρίως από τον στρατό και τις μυστικές υπηρεσίες). Για την εξάρθρωση της Αριστεράς, για δολοφονίες δημοσιογράφων, κατά των μειονοτήτων. Σταθερή ήταν διαπλοκή των «Ιδεαλιστών» με το οργανωμένο έγκλημα, ιδίως το εμπόριο ναρκωτικών. Η ακροδεξιά «ανέδειξε» εκτελεστές και εγκληματίες, όπως ο Μεμέτ Αλί Αγτσά, επίδοξος δολοφόνος του Πάπα Ιωάννη Παύλου του Β΄, και ο αρχιμαφιόζος Αμπντουλάχ Τσατλί.

Το προφίλ του «βαθέος κράτους» αποτυπώνεται στο πρόσωπο του υποτιθέμενου συνεργάτη του Αρσλάν, απόστρατου αξιωματικού Μουζαφέρ Τεκίν, που βρέθηκε μαχαιρωμένος σε νοσοκομείο της Πόλης. Είναι στέλεχος της «Κόκκινης Μηλιάς», συνένωσης των ακροδεξιών και της «εθνικόφρονης αριστεράς» (όπου ανήκει το εθνικιστικό «Εργατικό Κόμμα» του Ντογού Περιντσέκ). Υπήρξε συμφοιτητής του Τζεμ Ερσεβερ, ιδρυτή της διαβόητης παρακρατικής πολιτοφυλακής Ζιτέμ, που διεξήγαγε τον «βρώμικο πόλεμο» κατά των Κούρδων. Τέλος διατηρεί στενές σχέσεις με την εθνικιστική οργάνωση των Τουρκοκυπρίων ΤΜΤ (πηγαινοερχόταν συχνά στα κατεχόμενα προς στήριξη στον Ραούφ Ντενκτάς).

«Ο,τι σπείρεις θα θερίσεις», γράφει ο αρχισυντάκτης της «Ραντικάλ», Ισμέτ Μπερκάν. Σε μια κοινωνία τόσο εθνικιστική και συντηρητική όσο η τουρκική, ο ακροδεξιός χώρος συνήθισε να δρα ανενόχλητος. Τα εκάστοτε θύματά του αλλάζουν, όχι όμως η παράδοσή του να σκοτώνει.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή