Πριν από λιγότερο από ένα δεκαπενθήμερο, η Σεμπαχάτ Τουντσέλ, μια 32χρονη πρώην νοσοκόμα ήταν κλεισμένη σε φυλακή της Κωνσταντινούπολης, κατηγορούμενη για συμμετοχή στο αυτονομιστικό Κόμμα των Κούρδων Εργατών (ΡΚΚ). Ωστόσο, βγήκε θριαμβευτικά, όταν εξελέγη στο Κοινοβούλιο, στις 22 Ιουλίου, μαζί με άλλους 18 συντρόφους της, στο φιλοκουρδικό Κόμμα της Δημοκρατικής Κοινωνίας. Η νεοαποκτηθείσα κοινοβουλευτική ασυλία της κ. Τουντσέλ την προστατεύει από περαιτέρω δίωξη σε μια υπόθεση, που βασιζόταν στα συχνά ταξίδια της, στα στρατόπεδα του ΡΚΚ, στο βόρειο Ιράκ. Η κ. Τουντσέλ διατείνεται ότι προσπαθούσε να βρει ένα χαμένο αδελφό.
Είναι η πρώτη φορά από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, που δηλωμένοι Κούρδοι εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο των 550 εδρών. Η παρουσία τους προκαλεί το ακροδεξιό Κόμμα της Εθνικιστικής Δράσης, που έλαβε 71 έδρες (το πρόγραμμα του οποίου περιλαμβάνει την υπόσχεση εκτέλεσης του ηγέτη του ΡΚΚ Αμπντουλάχ Οτσαλάν).
Η υπόσχεση
Οι Κούρδοι πολιτικοί, ορισμένοι από αυτούς δικηγόροι, οι οποίοι υπερασπίστηκαν τον κ. Οτσαλάν στο δικαστήριο, έχουν υποσχεθεί ότι θα συμπεριφερθούν ευπρεπώς. Διατείνονται ότι δεν θα ορκιστούν στην κουρδική γλώσσα, κατά την εναρκτήρια συνεδρίαση της Βουλής (οι προκάτοχοί τους, οι οποίοι τόλμησαν να το κάνουν κατέληξαν στη φυλακή). Αν και ορισμένοι αναφέρουν την τουρκική ως «ξένη γλώσσα» στο σύντομο βιογραφικό τους, που κατέθεσαν στη Βουλή. Ακόμη χειρότερα, κανείς δεν είναι έτοιμος να καταγγείλει δημοσίως το ΡΚΚ, παρότι η οργάνωση εντείνει τη βίαιη εκστρατεία της, στις νοτιοανατολικές επαρχίες, όπου επικρατεί το κουρδικό στοιχείο.
Οι Τούρκοι στρατηγοί, οι οποίοι επιμένουν ότι όποιος αρνείται να αυτοχαρακτηριστεί Τούρκος είναι «εχθρός του κράτους» δεν είναι ευτυχείς. Παρ’ όλα αυτά, οι Κούρδοι βουλευτές δεν αποτελούν παρά μικρή όχληση, εν σχέσει με τα 341 μέλη του μετριοπαθούς ισλαμικού Κόμματος της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (ΑΚ), το οποίο επανήλθε στην εξουσία. Πράγματι, η δημόσια καταγγελία των στρατηγών ότι η χώρα ρέπει προς τη θρησκευτική διακυβέρνηση -και η απειλή ενός πραξικοπήματος- ενδεχομένως βοήθησε το ΑΚ να αυξήσει το μερίδιο των ψήφων του, στο 46,7%.
Η απόφαση
Την οργή των στρατηγών προκάλεσε η απόφαση του Ταγίπ Ερντογάν να ορίσει τον υπουργό του των Εξωτερικών Αμπντουλάχ Γκιουλ ως διάδοχο του ισχυρού κοσμικού προέδρου Αχμέτ Νετσμέτ Σεζέρ, ο οποίος υποτίθεται ότι θα αποχωρούσε τον Μάιο. Αυτό προκάλεσε ένα κύμα διαδηλώσεων από εκατομμύρια Τούρκων, οι οποίοι υποστηρίζουν τον κοσμικό χαρακτήρα του κράτους συμμερίζονταν την απέχθεια του στρατού για τον Γκιουλ. Επιπλέον, πολλοί έθεσαν θέμα για τη μαντίλα της συζύγου του, ένδυμα, που απαγορεύεται σε όλα τα δημόσια κτίρια και τα σχολεία.
Ο κ. Γκιουλ απέσυρε την υποψηφιότητά του και ο κ. Ερντογάν κήρυξε πρόωρες εκλογές, όταν το Συνταγματικό Δικαστήριο αποδέχθηκε τους ισχυρισμούς της αντιπολίτευσης ότι ο πρώτος γύρος της ψηφοφορίας για την προεδρία ήταν άκυρος, επειδή το Κοινοβούλιο δεν διέθετε απαρτία.
Το νέο Κοινοβούλιο άρχισε τις εργασίες του στις 4 Αυγούστου και πρέπει να εκλέξει νέο πρόεδρο μέχρι τα μέσα Σεπτεμβρίου, ειδάλλως θα διεξαχθούν νέες εκλογές. Ο κ. Γκιουλ διεκδικεί εκ νέου το αξίωμα με την υποστήριξη μελών του ισλαμικού ΑΚ. Ο κ. Ερντογάν βρίσκεται σε δίλημμα. Αν εγκρίνει τον κ. Γκιουλ επαναφέρει την κυβέρνησή του σε πορεία σύγκρουσης με τον στρατό· ο στρατηγός Γιασάρ Μπουγιούκανιτ, ο αρχηγός του γενικού επιτελείου, είπε ότι ο στρατός εμμένει ακλόνητος στις απόψεις του (και επομένως αντιτίθεται στην υποψηφιότητα Γκιουλ). Ως εκ τούτου, αν ο κ. Ερντογάν υποκύψει στις απαιτήσεις του στρατού κινδυνεύει να διχάσει το δικό του κόμμα.
«Ο Ερντογάν μπορεί να μπλοκάρει τον Γκιουλ και να χάσει μερικούς βουλευτές ή να τον υποστηρίξει και να χάσει την εξουσία», λέει ένας παρατηρητής της Τουρκίας. Αυτά, εκτός κι αν υποχωρήσει ο κ. Γκιουλ.