Εξήντα δύο χρόνια μετά τον βομβαρδισμό της Χιροσίμας και του Ναγκασάκι, η συζήτηση δεν έχει κοπάσει: Είχαν δίκιο οι ΗΠΑ να ρίξουν τις δύο ατομικές βόμβες; Μπορεί να δικαιολογηθεί η μαζική σφαγή αθώων πολιτών;
Ο άνθρωπος που κατασκεύασε την ατομική βόμβα, ο Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, και ο άνθρωπος που διέταξε τη χρήση της, ο πρόεδρος Χάρι Τρούμαν, έχουν πεθάνει εδώ και δεκαετίες. Πολλοί άνθρωποι που βρέθηκαν, όμως, κοντά στο σημείο της έκρηξης, συνεχίζουν να ζουν με τις συνέπειες.
Ο υποπτέραρχος Πολ Τίμπετς, κυβερνήτης του βομβαρδιστικού Β-29 «Ενόλα Γκέι», το οποίο ονόμασε προς τιμήν της μητέρας του, ζει στο Οχάιο. Η αποστολή του «Ενόλα Γκέι» ήταν τόσο απόρρητη, που ο Τίμπετς είχε λάβει φιαλίδια κυανίου, μία για κάθε μέλος του πληρώματος, ώστε να αυτοκτονήσουν εάν έπεφταν στα χέρια των Ιαπώνων.
Πολλά από τα παιδιά στο έδαφος, που ένιωσαν από πρώτο χέρι την ισχύ της βόμβας «Μικρό Αγόρι», ζουν και αυτά. Οπως θα περίμενε κανείς, καταδικάζουν ομόφωνα τη χρήση του τρομερού όπλου, ως ανήθικη πράξη. Πολλοί ομολογούν, ωστόσο, ότι ήταν έτοιμοι το 1945 να πολεμήσουν μέχρι θανάτου με ακόντια από καλάμι, ενώ ονειρεύονταν να εισέλθουν στην αυτοκρατορική στρατιωτική μηχανή, ως πιλότοι καμικάζι ή χειριστές μαχητικών αεροσκαφών «Ζέρο».
Στη βάση του «Ενόλα Γκέι»
Στα εξηντάχρονα του βομβαρδισμού της Χιροσίμας, στις 6 Αυγούστου 2005, η αμερικανική κυβέρνηση προσκάλεσε τον 76χρονο Κεϊτζίρο Ματσουσίμα, που επέζησε στη Χιροσίμα, να επισκεφθεί την αεροπορική βάση της νήσου Τινιάν στον Ειρηνικό, από όπου απογειώθηκε το «Ενόλα Γκέι». Εκεί, ο Ματσουσίμα βρέθηκε αντιμέτωπος με Αμερικανούς βετεράνους της αποτσολής, αν και ο κυβερνήτης Τίμπετς δεν μπόρεσε να παρευρεθεί λόγω προβλημάτων υγείας.
Ο κ. Ματσουσίμα, που μιλάει άπταιστα την αγγλική και είναι τακτικός επισκέπτης των ΗΠΑ, βρισκόταν σε σχολική αίθουσα της Χιροσίμας το πρωινό της 6ης Αυγούστου 1945: «Θυμάμαι να σκέφτομαι πώς μπόρεσαν να ρίξουν χιλιάδες εμπρηστικές βόμβες σε ένα μόλις λεπτό; Τα μαλλιά των ανθρώπων στέκονταν στις άκρες, ενώ άλλοι είχαν χάσει όλα τους τα μαλλιά. Σε άλλους, το δέρμα ξεκολλούσε και μπορούσες να δεις τους μυς.
Ολοι περπατούσαν με τα χέρια μπροστά, σαν να μην έβλεπαν πού πηγαίνουν. Οταν σκέφτομαι τα καμένα παιδιά που είδα εκείνη τη μέρα, δεν μπορώ να συγκρατήσω τα δάκρυά μου».
Παρ’ όλα αυτά, ο κ. Ματσουσίμα, του οποίου ο αδελφός, Κανγκό, υπήρξε πιλότος μαχητικών «Ζέρο», λέει ότι ήθελε διακαώς να πολεμήσει κατά των Αμερικανών: «Ολα τα αγόρια στην Ιαπωνία ήθελαν να πολεμήσουν. Οταν έφυγα περπατώντας από την πόλη, μετά τη βόμβα, είδα τον ποταμό να καίει και στις δύο όχθες του, από το φώσφορο. Σκέφτηκα ότι οι Αμερικανοί εφηύραν ένα πραγματικά πανίσχυρο όπλο και ότι θα μας ήταν πια πολύ δύσκολο να νικήσουμε σε αυτόν τον πόλεμο. Την ίδια ώρα, δεν πίστευα και στη συνθηκολόγηση. Ημαστε έτοιμοι για επιθέσεις αυτοκτονίας».
Γυναικόπαιδα και άμαχοι
Στην ερώτηση αν θα είχε εξαπολύσει την ατομική βόμβα, εάν την είχε η Ιαπωνία, ο κ. Ματσουσίμα λέει: «Λέω στους Αμερικανούς ότι δεν νομίζω ότι μπορούμε να τους κατηγορήσουμε. Δεν μπορούμε βέβαια να τους ευχαριστήσουμε για τη Χιροσίμα, αλλά αν είχαμε τη βόμβα ίσως να τη ρίχναμε στη Νέα Υόρκη». Στην ερώτηση εάν θα έκανε ό,τι έκανε και ο Τίμπετς, ο κ. Ματσουσίμα λέει με έμφαση: «Σε αυτό το σημείο πρέπει να σας σταματήσω. Ξέρω ότι ορισμένοι από το πλήρωμα του «Ενόλα Γκέι» λένε ότι θα έκαναν το ίδιο εάν τους διέτασσαν εκ νέου, καθώς αυτή ήταν η «δουλειά» τους. Δεν μπορώ να συμφωνήσω με την άποψη αυτή. Πριν από εξήντα χρόνια, ίσως να ήταν καθήκον των πιλότων του «Ενόλα Γκέι» να κάνουν ό,τι έκαναν, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι σκότωσαν γυναικόπαιδα και αμάχους».
Ο 74χρονος Ακιχίρο Τακαχάσι δεν έχει αυτιά, υποφέρει από χρόνια ηπατική ανεπάρκεια και αδυνατεί να χρησιμοποιήσει το αριστερό του χέρι. Το 2003, ο Τακαχάσι συναντήθηκε με τον υποπτέραρχο Τίμπετς στην Ουάσιγκτον. «Εσπρωξα το αριστερό μου χέρι προς το μέρος του και του είπα ότι δεν θα παραπονεθώ ούτε και νιώθω οργή απέναντί του. Με ρώτησε εάν αυτά είναι τα αποτελέσματα της ατομικής βόμβας και του απάντησα ναι. Εμοιαζε έκπληκτος και σοκαρισμένος. Του είπα ότι ο ουρανός πάνω από τη Χιροσίμα ήταν καταγάλανος και ηλιόλουστος εκείνο το πρωινό. Του είπα ακόμη ότι οι σειρήνες είχαν σωπάσει και νιώθαμε όλοι πολύ ασφαλείς, είδα τα αεροπλάνα και τα έδειξα στους συμμαθητές μου. Το ύφος του ήταν θλιμμένο και μου απάντησε ότι και αυτός μπορούσε να δει τη Χιροσίμα πολύ καθαρά από το πιλοτήριο του αεροσκάφους του».