Λίγα εικοσιτετράωρα μετά την «απογοήτευση» που εξέφρασαν ο πρόεδρος Μπους και άλλοι Αμερικανοί αξιωματούχοι για τον Νούρι αλ Μαλικί, η κυβέρνηση του Ιρακινού πρωθυπουργού, ήδη αποδυναμωμένη από σειρά αποσκιρτήσεων, φυλλορροεί επικίνδυνα, με αποτέλεσμα να τίθεται εν αμφιβόλω η μακροημέρευσή της.
Το πρώτο πλήγμα δόθηκε χθες από τον φιλοαμερικανό, πρώην πρωθυπουργό Ιγιάντ Αλαουί, επικεφαλής της ομάδας «κοσμικών» (υπεράνω θρησκευτικών διαιρέσεων) πολιτικών «Ιρακινή Λίστα». Το μπλοκ του Αλαουί αποφάσισε να αποσύρει τους τέσσερις υπουργούς του από την κυβέρνηση, καταγγέλλοντας ότι ο Μαλικί ακολουθεί μεροληπτική πολιτική, «υπέρ συγκεκριμένης (σιιτικής) φράξιας». Μόνο ένας από τους πέντε υπουργούς που είχαν εκλεγεί με τη Λίστα παρέμεινε στην κυβέρνηση- πρόκειται για συνεργαζόμενο από το ΚΚ Ιράκ.
Στην Αγκυρα ο Χασεμί
Την ίδια ώρα ο σουνίτης αντιπρόεδρος του Ιράκ Ταρίκ αλ Χασεμί δήλωνε από την Αγκυρα, την οποία επισκέφθηκε επίσημα, ότι το Ιρακινό Ισλαμικό Κόμμα, του οποίου ηγείται, δεν πρόκειται να επιστρέψει στην κυβέρνηση. Το κόμμα του Χασεμί συμμετέχει στο «Μέτωπο Συμφιλίωσης», σουνιτικό συνασπισμό ο οποίος απέσυρε τους πέντε υπουργούς του από την κυβέρνηση. Από την πλευρά του, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Αμπντουλά Γκιουλ, ο οποίος συναντήθηκε χθες με τον Χασεμί, τάχθηκε υπέρ της εδαφικής ακεραιότητας του Ιράκ και της εθνικής συμφιλίωσης, ενώ επέμεινε στην ανάγκη λήψης αποτελεσματικότερων μέτρων εναντίον των Κούρδων ανταρτών του ΡΚΚ.
Στο πεδίο των πολεμικών επιχειρήσεων, κύμα αγανάκτησης στο σιιτικό πληθυσμό της Βαγδάτης προκάλεσε η χθεσινή επίθεση αμερικανικών δυνάμεων στην πυκνοκατοικημένη συνοικία Σούλα, στο δυτικό τμήμα της πρωτεύουσας, η οποία προκάλεσε αρκετά θύματα στις γραμμές των αμάχων. Αμερικανικά ελικόπτερα άνοιξαν πυρ εναντίον ενόπλων Σιιτών τη νύχτα της Πέμπτης προς Παρασκευή, την ώρα που ηλικιωμένοι και γυναικόπαιδα κοιμούνταν στις στέγες των σπιτιών, αναζητώντας καταφύγιο από τον καύσωνα. Οι πρώτες πληροφορίες μιλούσαν για 13 νεκρούς και 20 τραυματίες, αν και δεν ήταν σαφές πόσοι ήταν οι άμαχοι μεταξύ των θυμάτων. Το πρωί, οργισμένα πλήθη κατέβηκαν στους δρόμους με σφιγμένες γροθιές και συνθήματα εναντίον των Αμερικανών και της ιρακινής κυβέρνησης.
Λίγο νωρίτερα, περίπου 60 ένοπλοι μασκοφόροι -τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία πιθανολογούν ότι επρόκειτο για μαχητές της αλ Κάιντα- επιτέθηκαν σε αστυνομικούς σταθμούς της πόλης Σαμάρα. Η κεραυνοβόλα επίθεση εξελίχθηκε σε μάχη που κράτησε δύο ώρες, στη διάρκεια της οποίας τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν, ενώ συνελήφθησαν περίπου δέκα εκ των ενόπλων. Η αμερικανική διοίκηση ανακοίνωσε ότι ένας Αμερικανός στρατιώτης σκοτώθηκε στην επαρχία Σαλαντίν, που περιλαμβάνει τη Σαμάρα, χωρίς να διευκρινίζει αν αυτό έγινε στη διάρκεια της μάχης. Υπενθυμίζεται ότι μία ημέρα νωρίτερα περίπου 200 μαχητές της αλ Κάιντα είχαν προχωρήσει σε καταιγιστικές επιθέσεις εναντίον σουνιτών «αποστατών» σε δύο χωριά του Ιράκ.
Οι εξελίξεις τόσο στο πολιτικό όσο και στο στρατιωτικό επίπεδο φαίνεται να στηρίζουν την έκθεση των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών, αποσπάσματα της οποίας έδωσε στη δημοσιότητα ο διευθυντής Εθνικών Υπηρεσιών Πληροφοριών, Μάικ Μακόνελ. Η έκθεση εκτιμά ότι «είναι απίθανο να προκύψει ο αναγκαίος, ευρύτατος πολιτικός συμβιβασμός (στο Ιράκ), εκτός αν υπάρξει θεμελιώδης αλλαγή στους παράγοντες που καθορίζουν τις εξελίξεις»- μια αναφορά που θα μπορούσε να διαβαστεί ως σύσταση για απομάκρυνση του Μαλικί. Η ίδια έκθεση εκτιμά ότι «τους επόμενους έξι έως 12 μήνες η ιρακινή κυβέρνηση θα έρθει σε περισσότερο επισφαλή θέση» και ότι αν καλλιεργηθεί η εντύπωση περί επικείμενης αποχώρησης των αμερικανικών δυνάμεων, το αποτέλεσμα θα είναι η κλιμάκωση των εμφύλιων συγκρούσεων μεταξύ των αντίπαλων φατριών, που θα προσπαθήσουν να καλύψουν το κενό εξουσίας.