Θυμάστε τη Φλοράνς Ομπενά; Τη Γαλλίδα δημοσιογράφο που μαζί με τον οδηγό της, Χουσεΐν Χανούν, έμεινε όμηρος ανταρτών στο Ιράκ επί 157 ημέρες, από τις 5 Ιανουαρίου ώς τις 12 Ιουνίου 2005.
Τη δημοσιογράφο για την οποία σύσσωμη η γαλλική κοινή γνώμη κινητοποιήθηκε, σε απίστευτο βαθμό, οργανώνοντας εκατοντάδες εκδηλώσεις αλληλεγγύης, από συλλογές υπογραφών, μέχρι πανό με τη φωτογραφία της στα δημαρχεία της Γαλλίας. Τη δημοσιογράφο που ένωσε τη Γαλλία, βαθιά διχασμένη την περίοδο εκείνη, εξαιτίας της αντιπαράθεσης για το δημοψήφισμα του Ευρωσυντάγματος. Την Ομπενά που όταν τελικώς απελευθερώθηκε, άφησε άφωνους τους συμπατριώτες της όταν απάντησε μονολεκτικά στην ερώτηση για τις φρικτές συνθήκες κράτησής της (ήταν καθισμένη σε ένα κελί 10 τ.μ., με δεμένα μάτια, και είχε δικαίωμα να κάνει 23 βήματα ημερησίως), ότι ήταν «αυστηρές».
Μετά την απελευθέρωσή της, η Φλοράνς Ομπενά συνέχισε να εργάζεται ως ρεπόρτερ για την αριστερή εφημερίδα Liberation. Αργότερα αποχώρησε από το ιστορικό έντυπο, όταν έκρινε ότι οι αλλαγές στην εφημερίδα επηρεάζουν και την ανεξαρτησία της. Εκτοτε και μέχρι σήμερα, συνέχισε τη δουλειά της, στην πολιτική επιθεώρηση Le Nouvel Observateur. Την περασμένη εβδομάδα υπέγραψε ένα ρεπορτάζ για τους Ντέμσκι, μια οικογένεια Τσετσένων μεταναστών στην Αμιένη. Η ιστορία τους, θλιβερή: ο 12χρονος γιος τους, ο Ιβάν, πήδηξε από το μπαλκόνι του σπιτιού τους, για να γλιτώσει από την αστυνομία που όρμησε στο διαμέρισμά τους για να τους συλλάβει και να τους απελάσει καθότι «δεν διαθέτουν χαρτιά». Το παιδί τραυματίστηκε σοβαρά, έπεσε σε κώμα και εξακολουθεί να νοσηλεύεται στο νοσοκομείο. Ο Ιβάν εξελίσσεται στο σύμβολο της σκληρής μεταναστευτικής πολιτικής του Γάλλου προέδρου Νικολά Σαρκοζί. Η Φλοράνς Ομπενά ερευνά την ιστορία του Ιβάν, με υποδειγματική ευσυνειδησία, επαγγελματισμό και το κυριότερο, χωρίς κραυγές όπως έκανε πάντα. Κοντολογίς, κάνει τη δουλειά της.
Στο ίδιο τεύχος του Nouvel Observateur, διαβάζουμε ότι η Ομπενά γίνεται η ίδια θέμα ενός βιβλίου. Ο συγγραφέας Φρανσουά Μπεγκοντό εμπνεύστηκε από τη συνέντευξή της την επομένη της απευλευθέρωσής της από το Ιράκ και έγραψε ένα βιβλίο, κάτι μεταξύ αφήγησης και σχολιασμού των δηλώσεων της δημοσιογράφου. Σε ένα παράπλευρο κείμενο, η Ομπενά σπεύδει να διευκρινίσει: «Δεν γνωρίζω προσωπικά τον συγγραφέα. Είχα διαβάσει ορισμένα βιβλία του στο παρελθόν και μου άρεσαν. Οταν τελείωσε το βιβλίο του, μου έδωσε το χειρόγραφο και μου ζήτησε να βεβαιώσω εγγράφως ότι δεν θα έσυρα ούτε τον ίδιο, ούτε τους εκδότες του, στα δικαστήρια. Υπέγραψα τη βεβαίωση χωρίς να διαβάσω ούτε μια γραμμή του χειρογράφου. Θα έκανα το ίδιο ακόμη και αν δεν μου άρεσαν τα προηγούμενα έργα του. Αρκετά κουράσαμε τον κόσμο, ο Χουσεΐν και εγώ με την ομηρία μας στο Ιράκ, με τις εκδηλώσεις συμπαράστασης, με όλα εκείνα χάρη στα οποία είμαστε σήμερα ελεύθεροι, για να θεωρήσουμε ότι η ιστορία της απαγωγής μας ανήκει μόνο σε μας. Εμείς ήμαστε εκεί, στο Ιράκ, εσείς ήσαστε εδώ, αλλά μοιραστήκαμε την ίδια περιπέτεια. Δεν υπάρχει κοπιράιτ της δυστυχίας, δάκρυα που έχουν δικαίωμα να χύνονται και άλλα όχι».
Το 2005, γράφαμε ότι η Φλοράνς Ομπενά έγινε ηρωίδα της γαλλικής κοινωνίας και γιατί ήταν εξ αρχής αντίθετη στον πόλεμο στο Ιράκ, και γιατί όπως όλες οι κοινωνίες έχουν ανάγκη από ήρωες. Σήμερα, δύο χρόνια αργότερα, η Ομπενά δικαιώνει όλους όσοι τη στήριξαν τότε, αποδεικνύοντας το προφανές, ότι ήρωες γίνονται όσοι κάνουν τη δουλειά που αγαπούν, αθορύβως, χωρίς να θεωρούν τους εαυτούς τους σπουδαίους, και με την πεποίθηση ότι είναι ένας από εμάς.