Η πάστα, η μπαγκέτα και η φραντζόλα

Η πάστα, η μπαγκέτα και η φραντζόλα

2' 19" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στις 13 Σεπτεμβρίου οι Ιταλοί νηστεύουν τα μακαρόνια – με σύνθημα «Basta pasta» διατρανώνουν έτσι τη διαμαρτυρία τους για την αύξηση της τιμής του αλευριού και των παραγώγων του. Το μποϊκοτάζ διοργανώνουν τέσσερις οργανώσεις προστασίας καταναλωτών, μετά την ανακοίνωση πως η τιμή του εθνικού φαγητού θα εκτοξευτεί κατά 30% σε σχέση με τον Ιανουάριο, απόρροια της δραματικής αύξησης της τιμής των δημητριακών.

Η ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση μακαρονιών στην Ιταλία είναι 54 κιλά κι αν πιστέψει κανείς στα αποτελέσματα έρευνας, οι Ιταλοί θα προτιμούσαν να αποχωριστούν για κάποιο διάστημα το σεξ, παρά τα ζυμαρικά. Το ίδιο ισχύει και για τους Μαλτέζους, που δηλώνουν ότι δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς τη δική τους εκδοχή του κρητικού ντάκου, του εμβαπτισμένου σε λάδι και ντομάτα παραδοσιακού ψωμιού τους. Οι τοπικοί αρτοποιοί, ωστόσο, βρίσκονται αντιμέτωποι με βαθιά οικονομική κρίση, καθώς η κυβέρνηση -με το βλέμμα στραμμένο στις εκλογές- επιμένει να συγκρατεί την τιμή του ψωμιού, συμπιέζοντας τα περιθώρια κερδών τους. Το ζήτημα μπορεί να προσφέρεται για αστειάκια, αν ρίξει όμως κανείς μια ματιά στα διεθνή ΜΜΕ διαπιστώνει πως η ακρίβεια στα σιτηρά (λόγω καιρικών συνθηκών και υψηλής τιμής του πετρελαίου) απασχολεί την παγκόσμια κοινή γνώμη, αφού συμπαρασύρει την τιμή του κρέατος και εκτοξεύει τον πληθωρισμό.

Στην Ελλάδα η τιμή του ψωμιού αναμένεται να αγγίξει τo 1,30 ευρώ το κιλό, ενώ στη Γαλλία ο Νικολά Σαρκοζί βρίσκεται -100 μέρες μετά την ανάληψη της προεδρίας- αντιμέτωπος με το «κίνημα της μπαγκέτας», που εμφανίζεται εξοργισμένο μετά την εκτίναξη της τιμής του παραδοσιακού αρτοσκευάσματος κοντά στο ένα ευρώ. Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι η μπαγκέτα μπορεί να αποδειχθεί πολύ σημαντικότερη για την αξιοπιστία του απ’ ό,τι οιαδήποτε άλλη πολιτική απόφαση. Η «Λιμπερασιόν» κυκλοφόρησε πρόσφατα με μια χρυσή μπαγκέτα στο πρωτοσέλιδό της, ενώ ο σκιτσογράφος της «Λε Μοντ» ζωγράφισε τη Σεσιλιά Σαρκοζί να αναρωτιέται με ύφος α λα Μαρία Αντουανέτα: «Γιατί δεν τρώνε παντεσπάνι;».

Στους γερμανικούς φούρνους τα υπέροχα ευωδιαστά ψωμάκια έχουν τιμές… κοσμημάτων, αφού πολλοί ντόπιοι αγρότες επιλέγουν να πωλούν τα δημητριακά ως πρώτη ύλη για βιοκαύσιμα, τα οποία επιδοτούνται άλλωστε από το οικολογικά ευαίσθητο γερμανικό κράτος. Κάθε χρόνο κάθε Γερμανός καταβροχθίζει 86,9 κιλά ψωμί και άλλα αρτοσκευάσματα, συνεπώς η τιμή του ψωμιού προφανώς πλήττει άμεσα το πορτοφόλι του. Αντίστοιχη είναι και η σχέση του Ελληνα με τη φραντζόλα, καθώς επισκέπτεται τον φούρνο με θρησκευτική ευλάβεια κάθε πρωί, ενώ κάθε γεύμα συνοδεύεται απαραίτητα από το εθνικό σπορ της «παπάρας». Εξ ου και οι λαϊκίστικοι τίτλοι πολλών ελληνικών μέσων ενημέρωσης «θα πούμε το ψωμί ψωμάκι». Παγκοσμιοποίηση σημαίνει τελικά ότι όλοι οι Ευρωπαίοι καταναλωτές συμπάσχουν όταν ανεβαίνει η τιμή των δημητριακών. Για την ακρίβεια, οι πένητες καταναλωτές πάσχουν, εξαρτημένοι από τον άρτον ημών τον επιούσιον για την επιβίωσή τους. Οι ευκατάστατοι απλά τρώνε διαιτητικές γαλέτες. Σύμφωνα, άλλωστε, με πρόσφατη έρευνα, η παχυσαρκία είναι σε άμεση συνάρτηση με τη διεύθυνση: στις φτωχογειτονιές στενάζουν οι φούρνοι.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή