Το μοίρασμα του «γάμου συμφέροντος»

Το μοίρασμα του «γάμου συμφέροντος»

6' 24" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Σήμερα είναι μια μαύρη μέρα. Οι όροι του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου έγιναν γνωστοί… Ολα φαίνονται μαύρα, κατάμαυρα». Ετσι άρχισε, σύμφωνα με το ημερολόγιό του, η μέρα του σερ Αλεξάντερ Κάντογκαν στις 24 Αυγούστου 1939. Ηταν η επόμενη μέρα της υπογραφής του Γερμανοσοβιετικού Συμφώνου μη Επίθεσης, γνωστού και ως Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ, που υπέγραψαν στις 23 Αυγούστου στη Μόσχα, παρουσία του Στάλιν, και σε μια άκρως φιλική ατμόσφαιρα, ο Γερμανός υπουργός Εξωτερικών, Γιοάχιμ φον Ρίμπεντροπ και ο υπουργός Εξωτερικών της Σοβιετικής Ενωσης, Βιατσεσλάβ Μιχαΐλοβιτς Μολότοφ. Ενα σύμφωνο που επισφράγισε τη γερμανική επιθετικότητα, όπως αυτή εκδηλώθηκε με την προσάρτηση της Αυστρίας στη Γερμανία τον Μάρτιο του 1938, και την υπογραφή της Συνθήκης του Μονάχου μεταξύ της Ιταλίας, Γερμανίας, Βρετανίας και Γαλλίας στις 30 Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους, όταν απεφασίσθη ο διαμελισμός της Τσεχοσλοβακίας και η ενσωμάτωση της Σουδητίας στη Γερμανία, δίνοντας το «πράσινο φως» στον Χίτλερ για να εφαρμόσει τα καταστρεπτικά του σχέδια με επόμενο στόχο την Πολωνία. Η Δύση επέμενε στην άσκηση της «κατευναστικής» πολιτικής.

Στους μήνες που ακολούθησαν τη Συμφωνία του Μονάχου, οι προκλητικές αξιώσεις του Χίτλερ για την παραχώρηση του Ντάντσιχ στη Γερμανία και η αποφασιστική άρνηση της Πολωνίας να συμμορφωθεί με τις διεκδικήσεις του Χίτλερ, οδήγησαν τη Βρετανία να εγγυηθεί στις 31 Μαρτίου 1939 την πολωνική ανεξαρτησία που λίγες μέρες πριν είχε συμφωνηθεί και από τη Γαλλία.

Παράλληλα, οι Δυτικές δυνάμεις άρχισαν, παρά τον τρόμο που τους προκαλούσε ο σοβιετικός αντιιμπεριαλισμός, να αναζητούν τρόπους συμμαχίας με τη Σοβιετική Ενωση για να συγκρατήσουν την επιθετικότητα του Χίτλερ. Παρά τις έντονες διαπραγματεύσεις μεταξύ Αγγλίας, Γαλλίας, Πολωνίας και Σοβιετικής Ενωσης, που διήρκεσαν μέχρι τον Ιούνιο του 1939, η Δύση απέτυχε να συνάψει συμφωνία με τη Ρωσία. Την ίδια τακτική ακολούθησε, ωστόσο, και ο Χίτλερ. Αφού υπέγραψε, στις 22 Μαΐου 1939, το «Χαλύβδινο Σύμφωνο» (Pact of Steel) με την Ιταλία, εις απάντησιν των γαλλοβρετανικών εγγυήσεων για την Πολωνία, άρχισε διαβουλεύσεις με τη Σοβιετική Ενωση, που είχαν ως στόχο τη σύναψη συμφωνίας που θα ευνοούσε τις δύο χώρες εις βάρος της Πολωνίας, τον «προαιώνιο» εχθρό της Ρωσίας. Οταν ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας Λιτβίνοφ αντικαταστάθηκε από τον Μολότοφ στις 3 Μαΐου, η Γερμανία προχώρησε άμεσα σε διαπραγματεύσεις με τον νέο Ρώσο ΥΠΕΞ, ενώ είχε ήδη δρομολογηθεί η επίθεση κατά της Πολωνίας. Στις 19 Αυγούστου ο Στάλιν ενημέρωσε το Πολιτικό Γραφείο ότι προτίθεται να υπογράψει συμφωνία με τη Γερμανία. Λίγες μέρες αργότερα, στις 23 Αυγούστου, υπεγράφη μεταξύ Γερμανίας και Σοβιετικής Ενωσης το Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ, ένα Σύμφωνο μη Επίθεσης, που άφησε άναυδο τον κόσμο.

Μυστικό Πρωτόκολλο

Η δημοσίευση του Συμφώνου που προέβλεπε τη μη επίθεση για τουλάχιστον δέκα χρόνια και απαγόρευε στα δύο μέλη να προσφέρουν οποιαδήποτε βοήθεια σε τρίτο μέρος που θα ενεπλέκετο σε πόλεμο με κάποια από τις δύο συμβαλλόμενες δυνάμεις, άφηνε έξω ένα Μυστικό Πρωτόκολλο που περιέγραφε λεπτομερώς πώς θα μοιράζονταν τα λάφυρα αυτού του «γάμου συμφέροντος». Σύμφωνα με το Πρωτόκολλο, την ύπαρξη του οποίου αρνιόταν η Σοβιετική Ενωση μέχρι το 1945 που ήρθαν στο φως τα γερμανικά έγραφα, η Πολωνία θα μοιραζόταν ανάμεσα στη Γερμανία και στη Σοβιετική Ενωση με σύνορα τους ποταμούς Νάρεφ, Βιστούλα και Σαν, ενώ οι Βαλτικές Χώρες και η Φινλανδία θα εθεωρείτο ότι ανήκαν στη σοβιετική σφαίρα ενδιαφέροντος, εκτός από τη Λιθουανία που θα ανήκε στη γερμανική σφαίρα επιρροής. Με τη συμφωνία αυτή, οι δύο χώρες επανακτούσαν τα εδάφη που είχαν χαθεί στον Μεγάλο Πόλεμο, στο πλαίσιο της πολιτικής για το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των λαών.

Ο Χίτλερ θεώρησε ότι το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο θα προκαλούσε σοβαρή πολιτική κρίση σε Βρετανία και Γαλλία η οποία θα οδηγούσε ακόμα και στην παραίτηση των κυβερνήσεων των χωρών αυτών. Επιπλέον, ήταν πεπεισμένος ότι η απουσία σοβιετικής απειλής προς τη Γερμανία θα απέτρεπε την εμπλοκή της Δύσης στον πόλεμο για την Πολωνία και θα απεδείκνυε τη δειλία και την ανεπάρκεια Βρετανών και Γάλλων. «Οι εχθροί μας είναι μικρά σκουληκάκια. Τους είδα στο Μόναχο… Ο δρόμος για την καταστροφή της βρετανικής ηγεμονίας έχει ανοίξει… Δεν τους φοβόμαστε», θα δηλώσει με απέχθεια στους στρατιωτικούς διοικητές του, μία μέρα πριν από την υπογραφή του Συμφώνου.

Και ενώ στη Μόσχα ο Στάλιν, ικανοποιημένος από τη συμφωνία, έπινε στην υγεία του Φύρερ, τα «καλά» νέα βρήκαν τον Χίτλερ στο Μπέρχτεσγκαντεν. Ηταν τόση η χαρά του που, ενώ δεν έπινε, παρήγγειλε σαμπάνια και φέρνοντας το ποτήρι στα χείλη του, χτύπησε τη γροθιά του στον τοίχο και αναφώνησε: «Τώρα η Ευρώπη είναι δική μου, οι άλλοι μπορούν να έχουν την Ασία». Μέσα σε ένα χρόνο και μετά την πτώση της Γαλλίας σχεδόν το κατόρθωσε.

Σοκ για τη Βρετανία και τη Γαλλία

Το Σύμφωνο, παρά τις πληροφορίες των βρετανικών και γαλλικών μυστικών υπηρεσιών που προειδοποιούσαν τις δύο κυβερνήσεις για αυξημένη κινητικότητα μεταξύ της Γερμανίας και της Σοβιετικής Ενωσης, η οποία θα οδηγούσε στην υπογραφή συμφωνίας, πληροφορία η οποία βεβαιώθηκε και από το Σοβιετικό Πρακτορείο Τass στις 21 Αυγούστου, προκάλεσε μεγάλη αμηχανία στις δύο χώρες, ιδιαίτερα στη Γαλλία, η οποία ευελπιστούσε στη σύναψη ενός Γαλλοσοβιετικού Συμφώνου.

Πέρα από τις πολιτικές και στρατηγικές συνέπειες που είχε το Σύμφωνο αυτό για τη Δυτική Ευρώπη, στερούσε, σε περίπτωση πόλεμου, τους Γαλλο-Βρετανούς από αναγκαίες πρώτες ύλες -ιδιαίτερα πετρέλαιο και σίδηρο- προερχόμενες από τη Σοβιετική Ενωση, ενώ η Γερμανία μπορούσε άνετα μετά την υπογραφή του Συμφώνου, να τις προμηθεύεται ως εταίρος.

Η Βρετανία, στις 24 Αυγούστου, κάλεσε την έκτακτη σύγκληση του Κοινοβουλίου για έγκριση προπαρασκευαστικών μέτρων για ενδεχόμενη σύρραξη, ενώ ο Βασιλεύς Γεώργιος ΣΤ΄ επέστρεφε εσπευσμένα από ένα «εξαιρετικό κυνήγι, που έλαβε τόσο πρόωρα τέλος, επειδή αυτός ο αχρείος ο Χίτλερ τα χάλασε όλα».

Ευφορία στο Ράιχ

Στους περισσότερους Γερμανούς τα νέα της συνθήκης προκάλεσαν μεγάλη ευφορία. Οι δρόμοι του Βερολίνου ήταν, σύμφωνα με τον Αμερικανό δημοσιογράφο, Γουίλιαμ Σίρερ, «γεμάτοι χαρούμενα πλήθη που πανηγύριζαν, γιατί η συνθήκη διασφάλιζε ότι ποτέ πια η Γερμανία δεν θα πολεμούσε σε δύο μέτωπα ταυτόχρονα», ενώ η γερμανική εφημερίδα Der Angriff, γνωστή για τις ακραίες ναζιστικές θέσεις, έγραφε για τη χαρά που «προκάλεσε η αναβίωση της αρχαίας φιλίας μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας, των δύο μεγάλων λαών, που επιτέλους ακολουθούσαν μια κοινή πολιτική».

Η ρωσογερμανική σύμπραξη άφησε άναυδο τον κόσμο, και ιδιαίτερα τους κομμουνιστές, οι οποίοι βρέθηκαν ξαφνικά ιδεολογικά έκθετοι, ενώ ο διεθνής Τύπος προσπαθούσε με δεκάδες άρθρα του να αναλύσει τη «σκανδαλώδη συμμαχία» και τις συνέπειές της. Δεκάδες γελοιογραφίες απεικόνιζαν τους δυο «ήρωες» του «επονείδιστου συμφώνου» άλλοτε ως ευτυχισμένο νιόπαντρο ζευγάρι με ημερομηνία λήξης, και άλλοτε να παρελαύνουν ζωηρά ακολουθώντας αντίθετη πορεία, αριστερά ο Στάλιν, δεξιά ο Χίτλερ.

Η προσπάθεια του Χίτλερ να αποφύγει με κάθε τρόπο τον πόλεμο σε δύο μέτωπα, τη Δύση και τη Σοβιετική Ενωση ταυτόχρονα, και η επιθυμία του να εφαρμόσει την τακτική του «ένας κάθε φορά», οδήγησε στην υπογραφή του πλέον αλλοπρόσαλλου συμφώνου στη σύγχρονη ιστορία, με συμβαλλομένους δύο άσπονδους εχθρούς που δεν έτρεφαν αυταπάτες για την κατάληξη αυτής της συμφωνίας.

Ο Στάλιν, γνωρίζοντας τις προθέσεις του Χίτλερ για επέκταση του «ζωτικού του Χώρου» προς Ανατολάς, προσπαθούσε να κρατήσει τις γερμανικές δυνάμεις στραμμένες προς τη Δύση, κερδίζοντας έτσι χρόνο για τη στρατιωτική προετοιμασία της χώρας του.

«Η πολιτική της Ρωσίας», θα σημειώσει αργότερα ο Τσόρτσιλ, «όσο αδίστακτη και αν φαινόταν τη στιγμή αυτή, δεν έπαυε να είναι, σε μεγάλο βαθμό, ρεαλιστική. Το Σύμφωνο, που έσκασε σαν βόμβα, κατεδείκνυε ουσιαστικά, την αδυναμία της βρετανικής και της γαλλικής εξωτερικής πολιτικής να ξεπεράσουν τους φόβους τους για τη Ρωσία και να έρθουν σε συμφωνία μαζί της».

Ενα ήταν βέβαιο, η Γερμανία με «ελεύθερα» τα χέρια της από Ανατολάς, επετέθη σε λίγες μέρες εναντίον της Πολωνίας, προκαλώντας την είσοδο της Βρετανίας και της Γαλλίας στον πόλεμο, μετατρέποντας έτσι την πολωνογερμανική σύρραξη σε ένα γενικευμένο ευρωπαϊκό πόλεμο. Δύο χρόνια μετά, ο Στάλιν και ο ρωσικός λαός πλήρωναν με εκατομμύρια θύματα την επιθετικότητα του Χίτλερ. Το Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ φάνταζε ένα μακρινό «κουρελόχαρτο» που κανείς δεν επιθυμούσε πια να θυμάται.

* Η κ. Μαρίνα Πετράκη είναι ιστορικός / ερευνήτρια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή