Η αυτοκρατορία της αλαζονείας

Η αυτοκρατορία της αλαζονείας

4' 3" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εταιρεία του Ρούπερτ Μέρντοχ, η News Corp., διακατέχεται από μια εμμονή. Από την περιώνυμη ευαισθησία του ιδιοκτήτη, που εκφράζεται με το να αψηφά το κατεστημένο, γεννήθηκε και οικοδομήθηκε μια αυτοκρατορία έντυπων και τηλεοπτικών μέσων, προς μεγάλη απελπισία και απόγνωση των πιο παραδοσιακών (και «ελιτιστών», θα έλεγε ο Μέρντοχ) αντιπάλων του. Ομως, η υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, που τώρα περισφίγγει τις εκδοτικές επιχειρήσεις του Μέρντοχ στη Βρετανία, αποδεικνύει πόσο διαβρωτική μπορεί να γίνει η δημοσιογραφία που στηρίζεται στην αρχή «Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα».

Είναι γνωστό ήδη από το 2006 ότι η News of the World του Μέρντοχ είχε εκθέσει τη βασιλική οικογένεια της Βρετανίας με δημοσιεύματα βασισμένα σε τηλεφωνικά μηνύματα, που υπεκλάπησαν παρανόμως. Ομως, η εφημερίδα υποστηρίχθηκε από τους κορυφαίους «αξιωματικούς» του Μέρντοχ και επέμεινε ότι η υποκλοπή ήταν έργο ενός μόνο δημοσιογράφου και ενός εξωτερικού συμβούλου. Η εφημερίδα απέκρουσε αιτήματα για περαιτέρω διερεύνηση του θέματος, υποβοηθούμενη σύμφωνα με πληροφορίες του Τύπου, από αξιωματούχους της αστυνομίας, που φοβούνταν ότι η ιδιωτική ζωή τους θα δημοσιοποιηθεί από τα έντυπα της News Corp., εάν συνέχιζαν επιθετικά την έρευνα.

Αυτή η πυραμίδα της άρνησης τώρα καταρρέει. Η βρετανική κοινή γνώμη έχει εκμανεί από δημοσιεύματα, σύμφωνα με τα οποία οι υποκλοπές αφορούσαν σε χιλιάδες στόχους, περιλαμβανομένων ενός θύματος 13 χρόνων που δολοφονήθηκε και εξεχόντων πολιτικών και αξιωματούχων της αστυνομίας. Το σημαντικότερο σήμερα είναι ότι η αστυνομία θέτει πλέον στους στρατηγούς του Μέρντοχ το καίριο σε κάθε υπόθεση συγκάλυψης ερώτημα: «Τι σας ήταν γνωστό και τι όχι;».

Πόσο καλά γνώριζε ο ίδιος ο Μέρντοχ την υπόθεση; Αυτή θα είναι και η καίρια ερώτηση στις ανακρίσεις της βρετανικής αστυνομίας και στην κοινοβουλευτική έρευνα κατά τις αμέσως επόμενες εβδομάδες. Ο Μέρντοχ συχνά χαρακτηρίζεται «σχολαστικός και προσηλωμένος στη λεπτομέρεια», άνθρωπος που συζητάει με τα ανώτερα στελέχη του αρκετές φορές την ημέρα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι παρέβλεπε τις παράνομες πράξεις άλλων.

Η αντίσταση της News Corp. προς οποιαδήποτε έρευνα ήταν προφανής στην απάντησή της προς δημοσίευμα, στο περιοδικό των «Τάιμς της Νέας Υόρκης» της 1ης Σεπτεμβρίου του 2010. Ο συντάκτης περιέγραφε πώς η Σκότλαντ Γιαρντ απέτυχε να ερευνήσεις εις βάθος τις υποκλοπές της News of the World, επικαλούμενος ανώνυμους υπαλλήλους που ισχυρίζονταν ότι ο Αντι Κούλσον, ο εκδότης της εφημερίδας, γνώριζε για τις τηλεφωνικές υποκλοπές. Στο δημοσίευμα γινόταν επίσης αναφορά σε έκθεση του βρετανικού Κοινοβουλίου τον Φεβρουάριο του 2010, όπου διατυπώνονταν κατηγορίες εις βάρος των στελεχών της News of the World ότι με την άρνησή τους διέπραξαν «ηθελημένη συσκότιση».

Η αντίδραση του στρατοπέδου του Μέρντοχ στην έρευνα των «Τάιμς» υπήρξε χαρακτηριστική. Αντί να παραδεχθεί το σφάλμα, ο Μπιλ Εϊκας, διευθυντής σύνταξης της News of the World, προειδοποίησε σε οξύτατους τόνους τους «Τάιμς» να μη δημοσιεύσουν το άρθρο.

Οταν αυτοί προχώρησαν ακάθεκτοι, ο Εϊκας έστειλε μια οργισμένη επιστολή, στην οποία ισχυριζόταν ότι οι «Τάιμς» εξαπέλυσαν επίθεση εναντίον της εφημερίδας του Μέρντοχ, λόγω ανταγωνισμού με την Wall Street Journal, τη ναυαρχίδα της News Corp. στις ΗΠΑ. «Μας δημιουργείται η εντύπωση ότι η έρευνά σας είναι κηλιδωμένη από ιδιοτέλεια, πράγμα που σημαίνει ότι παραβιάζει σοβαρά και με πολλαπλούς τρόπους τον δικό σας κώδικα δεοντολογίας», τόνιζε ο Εϊκας. Η επιθετική του επιστολή, που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα των «Τάιμς», αποκτά ειδικό ενδιαφέρον σήμερα, μετά τα όσα αποκαλύφθηκαν.

Η τακτική αυτή να παριστάνουν το θύμα είναι συνήθης στη News Corp. Τα στελέχη συχνά απαντούν στην κριτική λέγοντας ότι οι αντίπαλοι είναι «ελιτιστές», χωρίς καμία επαφή με τις μάζες. Τον Νοέμβριο του 2010, σε ομιλία του στη διάρκεια συνόδου των Βρετανών εκδοτών, ο Εϊκας υπερασπίστηκε τη δική του εκδοχή της δημοσιογραφίας tabloid έναντι της «υπεροπτικής ελίτ».

Αυτός ο τρόπος αντίδρασης, το να καταγγέλλουν δηλαδή τους αντιπάλους για «ελιτισμό», είναι σήμα κατατεθέν του Μέρντοχ. Ακούει κανείς το ίδιο μοτίβο όταν η Fox News διατυμπανίζει τη δεξιόστροφη κάλυψη κάποιου γεγονότος ως «δίκαιη και ισορροπημένη», ενώ βρίθει ρεπουμπλικανικών ονομάτων όταν οι σχολιαστές της ισχυρίζονται ότι άλλα, πιο παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, είναι εκτός αμερικανικού τόπου και χρόνου. Ο ίδιος ο Μέρντοχ παραπονέθηκε για «την υποταγή στην ανώτερη τάξη, στη φιλελεύθερη τοποθέτηση» της Boston Globe όταν το 1982 αγόρασε την ανταγωνιστική της Boston Ηerald.

Εμφορούμενος από πνεύμα δικαίου και εντελώς ισορροπημένα, πρέπει να δικαιώσω τον Μέρντοχ σε κάτι. Η επιτυχία του δεν θα ήταν τόσο μεγάλη εάν κάποιοι από τους αξιότιμους ανταγωνιστές του δεν ήταν όντως «ελιτιστές» και ενίοτε απλώς βαρετοί. Τα έντυπα και τα τηλεοπτικά δίκτυα του Μέρντοχ έχουν ίσως χυδαίες προδιαγραφές, διασκεδάζουν όμως το κοινό. Το πραγματικό πρόβλημα με την αυτοκρατορία του Μέρντοχ συνίσταται σε κάτι που ο Αλεξάντερ Χάμιλτον, ο σοφότερος παρατηρητής των κινδύνων που συνεπάγεται η λαϊκιστική ρητορική, σίγουρα θα είχε αντιληφθεί. Η ταύτιση της News Corp. με τον μέσο άνθρωπο φαίνεται ότι εξέθρεψε την αλαζονεία και την περιφρόνηση προς τους παραδοσιακούς κανόνες. Επ’ ονόματι των μαζών, τα πάντα είναι δυνατά. Ατυχώς, όμως, αλαζονεία και περιφρόνηση των κανόνων χαρακτηρίζουν, καθ’ όλη τη διάρκεια της Ιστορίας, εκείνους που ισχυρίζονται ότι μιλούν για λογαριασμό του λαού και παρασυρμένοι από τη λαϊκή υποστήριξη, υπερβαίνουν τις διαχωριστικές γραμμές.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή