Το χάος και η αβεβαιότητα που ακολούθησαν τις εκλογές του περασμένου μήνα στην Ιταλία επιδεινώνονται από την αποχώρηση, οσονούπω, του μοναδικού ανθρώπου που έχει πιθανότητες να επιλύσει την κρίση στη χώρα, του προέδρου της Ιταλίας, Τζόρτζιο Ναπολιτάνο. Ο λαϊκισμός του Μπέπε Γκρίλο, του επικεφαλής του Κινήματος των Πέντε Αστέρων που προκάλεσε πολιτικό σεισμό μετά τις εκλογές της 24ης και 25ης Φεβρουαρίου, ταράζοντας το ιταλικό πολιτικό σύστημα, έφερε πονοκέφαλο και στον πρόεδρο Ναπολιτάνο, ο οποίος συνδυάζει και τις εξουσίες του αρχηγού κράτους αλλά και τον ρόλο-κλειδί να διορίζει την κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν το απόλυτο πολιτικό αδιέξοδο καθώς κανένα από τα τρία μεγάλα κόμματα δεν εξασφάλισε αυτοδυναμία και κανένα εκ των τριών δεν προτίθεται να συνεργαστεί με τα άλλα δύο όχι μόνο για τον σχηματισμό κυβέρνησης, αλλά ούτε για το ποιος θα διαδεχτεί τον Ναπολιτάνο, του οποίου η θητεία λήγει στις 15 Μαΐου.
Παρά τις αγωνιώδεις κραυγές τόσο του επιχειρηματικού κόσμου όσο και των συνδικάτων, με αφορμή τη βύθιση της ιταλικής οικονομίας σε εντονότερη ύφεση, τα τρία μεγάλα κόμματα στην Ιταλία δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε τίποτε και πολιτεύονται ήδη σαν να επίκεινται νέες εκλογές στη χώρα. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, όμως, το διακύβευμα δεν είναι μόνον η τύχη και το μέλλον της Ιταλίας αλλά και το μέλλον της Ευρωζώνης.
Αν υπάρχει κάποιος στην Ιταλία που μπορεί να λύσει αυτόν τον γρίφο είναι ο πρόεδρος Ναπολιτάνο, πρώην κομμουνιστής με μεγάλη πολιτική πείρα, ο οποίος χαίρει ευρείας εκτιμήσεως. Ο Ναπολιτάνο προσπαθεί να αποφύγει τη διεξαγωγή νέων εκλογών, οι οποίες το πιθανότερο είναι ότι δεν θα έλυναν τίποτε και ενδεχομένως θα επιδείνωναν την κατάσταση, αφού θα διεξάγονταν με τον ίδιο προβληματικό εκλογικό νόμο ο οποίος ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για το χάος που έχει δημιουργηθεί στην Ιταλία.
Η επταετής θητεία του Ναπολιτάνο λήγει στα μέσα Μαΐου και η ιταλική Βουλή θα πρέπει να συνέλθει μέχρι τα μέσα Απριλίου, με σκοπό να εκλέξει νέο πρόεδρο, γεγονός που ενισχύει το ενδεχόμενο μια εύθραυστη κυβέρνηση που θα έχει διορίσει ο Ναπολιτάνο να πρέπει να βασιστεί σε ένα νέο και χωρίς πείρα πρόεδρο για να της δώσει το θεσμικό κύρος που χρειάζεται για να επιβιώσει. Εξαιτίας των κινδύνων που ενέχει το γεγονός ένας άπειρος πρόεδρος να κληθεί να χειριστεί μια εξαιρετικά δύσκολη πολιτική κατάσταση, ο Ναπολιτάνο δέχεται μεγάλες πιέσεις, για να παρατείνει τη θητεία του. Ο ίδιος, επικαλούμενος την ηλικία του -θα συμπληρώσει τα 88 του έτη, τον ερχόμενο Ιούνιο- απορρίπτει αυτό το ενδεχόμενο.
Αλμα στο κενό
Ωστόσο το γεγονός της εκλογής νέου προέδρου -που θα προκύψει από ψηφοφορία των δύο Σωμάτων της Βουλής και της Γερουσίας, αμφότερα κατακερματισμένα- σε μια περίοδο όπως αυτή που διανύει η Ιταλία, τη στιγμή που η χώρα χρειάζεται τουλάχιστον μερικούς μήνες πολιτικής σταθερότητας, μοιάζει με άλμα στο κενό. «Αυτή τη στιγμή στην Ιταλία δεν υπάρχουν άνθρωποι με αντίστοιχο κύρος», τονίζει ο Φιλίπο Αντρεάτα, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών στο πανεπιστήμιο της Μπολόνια.
Η εκλογή νέου προέδρου στη Ιταλία δεν αποτελεί απλώς ένα επιπλέον στοιχείο αβεβαιότητας, είναι συστατικό της ίδιας της κρίσης, δεδομένου ότι ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ηγέτης της Κεντροδεξιάς, θέτει ως όρο, προκειμένου να στηρίξει νέα κυβέρνηση και να αποφευχθεί η διεξαγωγή νέων εκλογών, την εκλογή προέδρου προερχόμενου από την Κεντροδεξιά. «Η εκλογή νέου προέδρου μπορεί να επιδεινώσει την κρίση, υποστηρίζει ο Τζιαφράνκο Πασκίνο, καθηγητής στο πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς.
Θεωρητικά νέες εκλογές θα μπορούσαν να διεξαχθούν στην Ιταλία και τον Ιούνιο παρότι αυτό δεν μοιάζει πιθανό. Ωστόσο, κανείς στη χώρα δεν στοιχηματίζει ότι η νέα κυβέρνηση, όποια και αν είναι και όποτε προκύψει, θα διαρκέσει περισσότερο από ένα χρόνο. Αναλυτές υποστηρίζουν ότι ενδεχόμενη συμφωνία μεταξύ Μπερλουσκόνι και Μπερσάνι, ηγέτη της Κεντροαριστεράς, σχετικά με το πρόσωπο του νέου προέδρου, θα μπορούσε να διευκολύνει και τις διαπραγματεύσεις της Κεντροδεξιάς με την Κεντροαριστερά για τον σχηματισμό κυβέρνησης.