Ηπιότερη η Ευρωζώνη στη λιτότητα

Ηπιότερη η Ευρωζώνη στη λιτότητα

4' 38" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Προς μια ήπια χαλάρωση της πολιτικής λιτότητας προσανατολίζεται τώρα η Ευρωζώνη υπό την κηδεμονία της Γερμανίας, καθώς η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη της Ευρώπης μοιάζει να κάμπτεται υπό το βάρος της παρατεταμένης ύφεσης που πλήττει τη Γηραιά Ηπειρο και ιδιαιτέρως τις χώρες της περιφέρειας. Εν όψει, άλλωστε, των γερμανικών εκλογών προσπαθεί να αντικρούσει την κριτική ότι υπονομεύει την ίδια την Ευρωζώνη και να αναχαιτίσει μια κυοφορούμενη κοινωνική έκρηξη φοβούμενη τη βόμβα των έξι εκατομμυρίων άνεργων νέων της Ευρώπης. Η Κομισιόν παραχωρεί σε Γαλλία, Πολωνία, Σλοβενία και Ισπανία παράταση δύο ετών στα χρονοδιαγράμματα δημοσιονομικής εξυγίανσης και ενός έτους σε Πορτογαλία και Ολλανδία. Βγαίνουν από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος Ιταλία, Λεττονία, Λιθουανία, Ρουμανία και Ουγγαρία και μόνο το Βέλγιο καλείται να λάβει άμεσα μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος. Με κοινή τους πρόταση, η Γερμανία και η Γαλλία προωθούν σχέδιο για την απασχόληση των νέων που προβλέπει κυρίως τη χρηματοδότηση ειδικών προγραμμάτων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ).

Τον τόνο έδωσε από την αρχή της εβδομάδας το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel ισχυριζόμενο πως η γερμανική κυβέρνηση «ετοιμάζεται να δαπανήσει δισεκατομμύρια για να ενισχύσει τις χειμαζόμενες οικονομίες του Νότου». Το σχετικό δημοσίευμα σκιαγραφούσε ένα μίνι σχέδιο Μάρσαλ της Γερμανίας για τον Νότο, με τον καθοριστικό ρόλο να αναλαμβάνει η γερμανική επενδυτική τράπεζα KfW που θα δανείζεται χρήματα και στη συνέχεια θα τα δανείζει σε τράπεζες των χωρών του Νότου, ώστε αυτές να τα διοχετεύσουν στην πραγματική οικονομία.

Και πράγματι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, δήλωνε την ίδια ημέρα πως πρέπει να αναληφθούν πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη, ειδάλλως «οι χώρες του Νότου κινδυνεύουν να χάσουν μια γενιά». Σε έκτακτη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών και Εργασίας της Γερμανίας, της Γαλλίας και της Ιταλίας, που πραγματοποιήθηκε στο Παρίσι με τη συμμετοχή του επικεφαλής της ΕΤΕπ, Βέρνερ Χόγιερ, ο κ. Σόιμπλε προειδοποίησε πως αν δεν αντιμετωπισθεί η μάστιγα της ανεργίας των νέων, απειλείται η ενότητα της Ευρώπης.

Σύμφωνα, πάντως, με το Spiegel, στα ελατήρια του Βερολίνου συγκαταλέγονται όχι μόνο η βελτίωση της εικόνας της Γερμανίας, αλλά προπαντός η μείωση των πιέσεων για εσπευσμένη υλοποίηση της τραπεζικής ένωσης. Προς επίρρωσιν της τελευταίας εκτίμησης, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αντέκρουσε για μια ακόμη φορά το αίτημα για άμεση ανακεφαλαιοποίηση των ευρωπαϊκών τραπεζών από τον μόνιμο μηχανισμό στήριξης και παρά τους εγκωμιασμούς του για την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία, προειδοποίησε τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. να μην έχουν «την ψευδαίσθηση ότι μπορούν να μεταφέρουν την ευθύνη για τα προβλήματα των τραπεζών τους στον ESM». Το ίδιο ακριβώς κλίμα διαμόρφωναν και οι δηλώσεις στις οποίες προέβη, στη διάρκεια της εβδομάδας, ο επίσης Γερμανός Γιοργκ Ασμουσεν, μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ. Αναφερόμενος στην πολιτική της ΕΚΤ, που στη συνεδρίαση του Μαΐου μείωσε τα επιτόκια στο νέο ιστορικό χαμηλό του 0,5%, ο Γερμανός οικονομολόγος προεξόφλησε πως «η νομισματική πολιτική θα παραμείνει αναπτυξιακή για όσο χρειαστεί. Εσπευσε όμως να προειδοποιήσει πως η διατήρηση των επιτοκίων σε χαμηλά επίπεδα για υπερβολικά μεγάλο χρονικό διάστημα «θα δημιουργήσει νέους κινδύνους».

Αφησε, άλλωστε, να διαφανεί η εναντίωσή του σε οποιοδήποτε άκρως αποφασιστικό μέτρο, δηλώνοντας «λιγότερο ανοικτός» από άλλους συναδέλφους του στην ΕΚΤ σε ό,τι αφορά την ιδέα των αρνητικών επιτοκίων καταθέσεων, ένα μέτρο που θα μπορούσε να εξωθήσει τις ευρωπαϊκές τράπεζες στον δανεισμό, τον οποίο αποφεύγουν τώρα, καθώς θα πρέπει να πληρώνουν την ΕΚΤ για να «παρκάρουν» στα ταμεία της τα κεφάλαιά τους. Προέβη, άλλωστε, σε μιαν ακόμη δήλωση που απηχεί τις πάγιες γερμανικές θέσεις, όταν τόνισε πως «η νομισματική πολιτική δεν αποτελεί πτυχή της οικονομικής πολιτικής».

Τα δύο στρατόπεδα

Στο μεταξύ, κλιμακώνεται σε ακαδημαϊκό επίπεδο η αντιπαράθεση μεταξύ οικονομολόγων για το κατά πόσον η λιτότητα είναι η ενδεδειγμένη στάση σε συνθήκες οικονομικής κρίσης. Οι οπαδοί της λιτότητας διασταυρώνουν τα ξίφη τους με τους πολεμίους της με τη λεπτότητα που διακρίνει τους ακαδημαϊκούς κύκλους. Οι οικονομολόγοι Κάρμεν Ράινχαρτ και Κένεθ Ρογκόφ, των οποίων η εργασία με αντικείμενο τον συσχετισμό ύφεσης και υψηλού χρέους απασχόλησε προσφάτως την επικαιρότητα στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, επιτίθενται στον διακεκριμένο οικονομολόγο και κάτοχο Νομπέλ Οικονομίας, Πολ Κρούγκμαν, γνωστό οπαδό της κεϊνσιανής προσέγγισης στην κρίση. Σε άρθρο τους στη Wall Street Journal τού προσάπτουν «θεαματικά απρεπή συμπεριφορά», καθώς θεωρούν άδικες τις κατηγορίες του.

Υπενθυμίζεται πως τη μελέτη των δύο οικονομολόγων του Χάρβαρντ έχουν επικαλεσθεί κατά κόρον τα τελευταία χρόνια όλοι οι οπαδοί της λιτότητας, καθώς καταλήγει στο συμπέρασμα πως όταν μια οικονομία υπερβεί το επίπεδο χρέους του 90% του ΑΕΠ στη συνέχεια διολισθαίνει σε ύφεση ή σε πολύ χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Προσφάτως διαπιστώθηκε από άλλους οικονομολόγους πως είχαν θεμελιώσει τα συμπεράσματά τους σε ορισμένες ανακριβείς μετρήσεις και αμφισβητήθηκε η επιστημονική της εγκυρότητα.

Προειδοποιήσεις Στίγκλιτζ στη Fed

Στις ΗΠΑ προ ημερών ο επικεφαλής της Federal Reserve, Μπεν Μπερνάνκι, άφησε να εννοηθεί ότι ίσως η ομοσπονδιακή τράπεζα της Αμερικής να αναστείλει το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων νωρίτερα από όσο είχε αρχικά στοχεύσει. Διαπιστώνοντας, βέβαια, πως η δήλωσή του παρερμηνεύθηκε και προκάλεσε αρνητικές αντιδράσεις στις αγορές, ο κ. Μπερνάνκι έσπευσε σύντομα να διευκρινίσει πως εξακολουθεί να ισχύει η δέσμευσή του για αναπτυξιακή πολιτική μέχρις ότου η ανεργία στις ΗΠΑ υποχωρήσει στο 6,5%. Στη διάρκεια της εβδομάδας, ο διακεκριμένος οικονομολόγος και κάτοχος Νομπέλ Οικονομίας, Τζόζεφ Στίγκλιτζ, προειδοποίησε ότι θα ήταν πρόωρη μια εσπευσμένη απόφαση της Fed να άρει τα έκτακτα μέτρα τόνωσης της αμερικανικής οικονομίας. Σε συνέντευξή του στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, ο κ. Στίγκλιτζ υπογράμμισε πως «σαφώς η οικονομία δεν έχει επιστρέψει σε κανονικές συνθήκες και το να ορίσει κανείς την κατάσταση ως μια νέα κανονικότητα θα ήταν πραγματικά λάθος». Την ίδια ημέρα, ο υποδιευθυντής του ΔΝΤ, Τζου Μιν, δήλωσε πως η αμερικανική οικονομία «βρίσκεται ακόμη σε φάση ανάκαμψης, γι’ αυτό και είναι μείζον να διατηρηθεί η κεκτημένη ταχύτητα προς την ανάπτυξη».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή