Το εμβόλιο, οι «μεγάλοι» και ο ρόλος της Κομισιόν

Το εμβόλιο, οι «μεγάλοι» και ο ρόλος της Κομισιόν

Το παρασκήνιο μιας επιτυχίας της Ε.Ε.

7' 27" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Τον περασμένο Απρίλιο, ο Βίκτορ Τζάου, πρόεδρος της Ιατρικής Ακαδημίας των ΗΠΑ, τηλεφώνησε σε μια παλιά του γνωστή από τις μέρες του στο Στάνφορντ. Ηθελε να κουβεντιάσουν για το πρόβλημα του «εθνικισμού των εμβολίων»: της απόπειρας μεγάλων χωρών, όπως οι ΗΠΑ, να αποκτήσουν προνομιακή πρόσβαση σε υποψήφια εμβόλια για τον νέο κορωνοϊό, που είχαν ήδη αρχίσει να αναπτύσσονται. Ο κορυφαίος Κινεζοαμερικανός καρδιολόγος δεν ήθελε απλώς να εκφράσει τις ανησυχίες του. Η παλιά του φίλη ήταν πλέον πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ο δρ Τζάου ήθελε να πείσει την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν να ηγηθεί μιας διεθνούς εκστρατείας για την πρόσβαση όλων των χωρών του πλανήτη στα εμβόλια.
Η Φον ντερ Λάιεν, σε μια περίοδο που η Ε.Ε. δεχόταν έντονη κριτική για την αδυναμία της να συντονίσει τις πολιτικές των κρατών-μελών απέναντι στην υγειονομική κρίση, αγκάλιασε την ιδέα. Ηδη, στις αρχές Μαΐου, διοργάνωσε διεθνές συνέδριο δωρητών (μέσω τηλεδιάσκεψης) για την παροχή εμβολίων, φαρμάκων και διαγνωστικών τεστ στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η ίδια και πολλοί άλλοι Ευρωπαίοι ηγέτες τάσσονταν υπέρ της ιδέας ότι τα εμβόλια θα έπρεπε να αποτελέσουν παγκόσμια δημόσια αγαθά, διαθέσιμα ισότιμα σε όλο τον κόσμο.

Η ευγενής αυτή επιδίωξη, ωστόσο, ήταν φανερό ότι θα ήταν δύσκολο να γίνει πράξη. Στις 13 Μαΐου, ο διευθύνων σύμβουλος της Sanofi δήλωσε ότι οι ΗΠΑ είχαν δικαίωμα σε μεγαλύτερο μερίδιο των πρώτων δόσεων του εμβολίου της «γιατί πήραν το ρίσκο και επένδυσαν» στο εγχείρημα, προκαλώντας την έντονη αντίδραση ειδικά της Γαλλίας. Στις 20 Μαΐου, οι Ηνωμένες Πολιτείες ανακοίνωσαν συμφωνία προαγοράς 300 εκατομμυρίων δόσεων του εμβολίου που ανέπτυσσε το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης μαζί με την AstraZeneca. Παράλληλα, στις συνομιλίες της με τις φαρμακευτικές στο πλαίσιο της διεθνούς εκστρατείας, η Φον ντερ Λάιεν ενημερώθηκε για κάτι ακόμη πιο ανησυχητικό: κράτη-μέλη της Ε.Ε. είχαν κι αυτά προσεγγίσει τις εταιρείες για να συνάψουν αντίστοιχες συμφωνίες. Η Κομισιόν αντέδρασε άμεσα. Με έγγραφο στις 25 Μαΐου προς τα κράτη-μέλη, πρότεινε να αναλάβει η ίδια τη διαπραγμάτευση για συμβάσεις προαγοράς, εξ ονόματος όλων των «27». Η διαπραγμάτευση για λογαριασμό 450 εκατομμυρίων πολιτών θα ενίσχυε την ισχύ της Επιτροπής απέναντι στις φαρμακευτικές. Οι δόσεις θα διετίθεντο ταυτοχρόνως στα κράτη-μέλη, σε αριθμούς που θα βασίζονταν αποκλειστικά σε πληθυσμιακές ποσοστώσεις. Οι πόροι θα προέρχονταν κυρίως από το Μέσο Στήριξης Εκτάκτου Ανάγκης (Emergency Support Instrument ή ESI), που είχε συσταθεί ειδικά για την προμήθεια ιατρικών αγαθών και εξοπλισμού, τα οποία θα συνέβαλλαν στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Η δύναμη πυρός του (μέρος του κοινοτικού προϋπολογισμού) ήταν 2,7 δισ. ευρώ – πόροι που θα επέτρεπαν στις εταιρείες να επενδύσουν πρώιμα στη διεύρυνση των παραγωγικών τους δυνατοτήτων, ώστε να μπορέσουν να καλύψουν πολύ πιο γρήγορα τη ζήτηση αν τα εμβόλιά τους εγκρίνονταν.

Οι τέσσερις της IVA

Στις 13 Ιουνίου, τέσσερις χώρες (Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Ιταλία), υπό την ονομασία Inclusive Vaccine Alliance, ανακοίνωσαν συμφωνία με την AstraZeneca για προαγορά 400 εκατ. δόσεων του εμβολίου της. Μόλις τέσσερις ημέρες αργότερα, η Επιτροπή ανακοίνωσε την κοινή στρατηγική για τα εμβόλια. Η Inclusive Vaccine Alliance παρέδωσε τη σκυτάλη των διαπραγματεύσεων στην Κομισιόν και αυτοδιαλύθηκε.

Εξι μήνες αργότερα, η Επιτροπή έχει υπογράψει έξι συμβάσεις προαγοράς (με τις AstraZeneca, Sanofi-GSK, Johnson&Johnson, Pfizer-BioNTech, CureVac και Moderna). Συνολικά (μαζί με τη δυνατότητα επιπλέον αγορών σε δεύτερη φάση), έχει εξασφαλίσει 1,965 δισ. δόσεις πιθανών εμβολίων – περισσότερες από τέσσερις για κάθε Ευρωπαίο (εκ των έξι εμβολίων, μόνο αυτό της J&J χρειάζεται μόνο μία δόση· τα υπόλοιπα απαιτούν δύο). Παράςλληλα, έχει επενδύσει, σε συνδυασμό με τα κράτη-μέλη, 800 εκατ. δολάρια στον μηχανισμό Covax, για την αγορά και διανομή εμβολίων σε φτωχότερες χώρες – σχεδόν τα μισά από το 1,8 δισ. που έχει συγκεντρώσει έως τώρα. «Ακόμα μία φορά είδαμε τι μπορούμε να καταφέρουμε όταν εργαζόμαστε όλοι στην ίδια κατεύθυνση», δηλώνει στην «Κ» η Στέλλα Κυριακίδου, επίτροπος Υγείας της Ε.Ε. «Για να πετύχουμε αυτές τις έξι συμφωνίες, πορευτήκαμε και διαπραγματευτήκαμε μαζί και εκ μέρους όλων των κρατών-μελών, ώστε όλα να έχουν, ανεξάρτητα από το μέγεθός τους, ισότιμη και άμεση πρόσβαση. Αυτή θα είναι και η πυξίδα μας για να χτίσουμε βήμα με βήμα και την Ευρωπαϊκή Ενωση Υγείας».

Οι αμφιβολίες –ειδικά των Ολλανδών, παραδοσιακά εξαιρετικά καχύποπτων απέναντι στην Κομισιόν– δεν εξανεμίστηκαν άμεσα. Βασίζονταν εν μέρει στο γεγονός ότι οι αρχικές προσπάθειες των Βρυξελλών να οργανώσουν την κοινή προμήθεια ιατρικού εξοπλισμού, κατά τη διάρκεια του πρώτου κύματος, δεν είχαν ιδιαιτέρως θετικά αποτελέσματα. Η συναίνεση της Ολλανδίας –και άλλων χωρών με ειδικό βάρος– αποσπάστηκε εν μέρει με τη συμπερίληψή της στην κοινή διαπραγματευτική ομάδα που θα συμμετείχε στις συνομιλίες με τις εταιρείες μαζί με την Κομισιόν (πλην μελών της Inclusive Vaccine Alliance, στην ομάδα συμπεριλήφθηκαν επίσης η Ισπανία, η Σουηδία και η Πολωνία). «Επιπλέον (οι τέσσερις χώρες) συνειδητοποίησαν ότι η διαχείριση των διαπραγματεύσεων για όλα τα κράτη-μέλη θα ήταν ένας εφιάλτης: θα έπρεπε να αποφασίσουν ποιος θα πάρει τι και πότε, αλλά και να καταβάλουν το κόστος της χρηματοδότησης», εξηγεί υψηλόβαθμη κοινοτική πηγή. «Παράλληλα, οι πιο μικρές χώρες δεν εμπιστεύονταν τους τέσσερις να δράσουν για λογαριασμό τους», ενώ «και οι εταιρείες εξέφρασαν προτίμηση για διαπραγμάτευση με έναν μόνο συνομιλητή».

Mια περίπλοκη υπόθεση

Οι διαπραγματεύσεις, άλλωστε, ήταν περίπλοκη υπόθεση. «Ουσιαστικά οι τέσσερις είχαν καταλήξει σε μια προσυμφωνία της προσυμφωνίας με την AstraZeneca», εξηγεί στην «Κ» άλλη κοινοτική πηγή. Η υπογραφή της σύμβασης μεταξύ AstraZeneca και Κομισιόν έλαβε χώρα τελικά στις 27 Αυγούστου, δυόμισι μήνες μετά την αρχική ανακοίνωση των «4». Από τα πιο επίμαχα ζητήματα ήταν αυτό των τιμών. Ο Κλέμενς Αουερ, αντιπρόεδρος της καθοδηγητικής επιτροπής της ομάδας διαπραγμάτευσης της Κομισιόν, στην οποία συμμετείχαν εκπρόσωποι από όλα τα κράτη-μέλη, είπε σε πάνελ του European Health Forum στα τέλη Σεπτεμβρίου ότι η Επιτροπή πέτυχε «δραματική μείωση» σε σχέση με τις αρχικές τιμές που ζητούσαν ορισμένες εταιρείες. Σύμφωνα με πληροφορίες της «Κ», οι αρχικές προτάσεις σε κάποιες περιπτώσεις έφταναν τα 80 ευρώ ανά δόση. Οι τελικές τιμές, τουλάχιστον για τις πέντε πρώτες συμβάσεις, δεν ξεπερνούσαν τα 20 ευρώ ανά δόση. Η τιμή που έχει διαρρεύσει για το εμβόλιο των Pfizer-BioNTech (15,5 ευρώ ανά δόση) είναι χαμηλότερη από αυτήν που εξασφάλισαν οι αμερικανικές αρχές. Εν τω μεταξύ, αποφασίστηκε το ESI να ενισχυθεί με επιπλέον 750 εκατομμύρια ευρώ (εκκρεμεί ακόμα η διαπραγμάτευση με ακόμη μία εταιρεία, τη Novavax). 

Αξιωματούχοι που ενεπλάκησαν στις διαπραγματεύσεις τονίζουν επίσης τη σημασία του ότι τα έξι εμβόλια βασίζονται σε τρεις διαφορετικές τεχνολογίες. Μεταξύ των τριών πρωτοπόρων, για παράδειγμα, το εμβόλιο των Pfizer-BioNTech παρουσιάζει εξαιρετικά υψηλά ποσοστά αποτελεσματικότητας (95% στην αποτροπή νόσησης, με 94% για άτομα άνω των 65 ετών). Απαιτεί ωστόσο κατάψυξη σε θερμοκρασίες -70 βαθμών Κελσίου ή χαμηλότερες, ενώ η τιμή του είναι υπερτριπλάσια του σκευάσματος της AstraZeneca, που, επιπλέον, μπορεί να αποθηκευτεί σε θερμοκρασίες ψυγείου για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η αποτελεσματικότητα του συγκεκριμένου εμβολίου, ωστόσο, είναι σημαντικά χαμηλότερη, ενώ την περασμένη εβδομάδα ειδικοί και αναλυτές εξέφραζαν σκεπτικισμό για την αρτιότητα των στοιχείων που παρουσίασε η εταιρεία.

Οι συμβάσεις και η διαφάνεια

H Επιτροπή δέχθηκε πιέσεις να τροποποιήσει το πλαίσιο της νομικής ευθύνης για τις εταιρείες (δεδομένου και του γεγονότος ότι το αμερικανικό Κογκρέσο τις απάλλαξε από αυτήν). Η γενική διευθύντρια Υγείας της Επιτροπής, Σάντρα Γκαλίνα, που ηγήθηκε των διαπραγματεύσεων, είπε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 29 Οκτωβρίου ότι το θέμα «της νομικής ευθύνης και των αποζημιώσεων ήταν πάντα το πρωτεύον στις διαπραγματεύσεις». Κοινοτικοί αξιωματούχοι επιμένουν στην «Κ» ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία δεν έχει αλλάξει κατά κανέναν τρόπο – η νομική ευθύνη των εταιρειών παραμένει ακέραια. 

Ωστόσο, όπως ανέφερε αρμόδια πηγή στις αρχές Σεπτεμβρίου, δεν αποκλείεται, με δεδομένη την άνευ προηγουμένου ταχύτητα με την οποία αναπτύχθηκαν τα εμβόλια, να προκύψουν «κρυφά ελαττώματα» μετά την έγκρισή τους. 

Ενόψει αυτού του ενδεχομένου, εξηγούν οι ίδιες πηγές, το κάθε κράτος-μέλος θα μπορεί να συμφωνήσει ένα ανώτατο όριο αποζημιώσεων που θα καλύπτουν οι εταιρείες, με το υπόλοιπο να καλύπτεται από το δημόσιο ταμείο. (Τα κράτη-μέλη έχουν προθεσμία πέντε ημέρες να αποσυρθούν από τις συμβάσεις αφού υπογραφούν, κάτι που δεν έχει συμβεί έως τώρα· διαφορετικά, έχουν περιορισμένα περιθώρια να μην αγοράσουν τις δόσεις που τους αναλογούν.)
Σε επιστολή του προς την επίτροπο Κυριακίδου, στις 22 Οκτωβρίου, ο Πασκάλ Κανφέν, πρόεδρος της αρμόδιας επιτροπής (ENVI) και ευρωβουλευτής του En Marche του Εμανουέλ Μακρόν, έγραφε ότι «περιμένει από την Κομισιόν, τα κράτη-μέλη και τις εμπλεκόμενες φαρμακευτικές εταιρείες να αυξήσουν το επίπεδο διαφάνειας» σχετικά με τις συμβάσεις. Ως ελάχιστες απαιτήσεις έθετε τη γνωστοποίηση του κόστους παραγωγής και των τιμών, των τοποθεσιών όπου θα γίνει η παραγωγή, ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας και ζητήματα νομικής ευθύνης σε περίπτωση αρνητικών παρενεργειών.

Αίτημα

Παράλληλα, η Κομισιόν δέχθηκε αίτημα από την οργάνωση Corporate Europe Observatory για τη σύμβαση με την AstraZeneca, με το επιχείρημα ότι υπάρχει «σαφές δημόσιο συμφέρον» για τη δημοσιοποίησή της. Η Κομισιόν, με επιστολή της Γκαλίνα (30/10) που βρίσκεται στη διάθεση της «Κ», αρνήθηκε το αίτημα της οργάνωσης.

Η Στ. Κυριακίδου αποδέχθηκε το αίτημα των ευρωβουλευτών για πρόσβαση στις συμβάσεις, αλλά μόνο αφού ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις με όλες τις εταιρείες, και με μέρος του περιεχομένου να παραμένει απόρρητο. 

«Οι συμβάσεις προστατεύονται με όρους εμπιστευτικότητας, δεδομένου ότι αφορούν μια ιδιαιτέρως ανταγωνιστική παγκόσμια αγορά», δηλώνει η επίτροπος Υγείας στην «Κ». «Η δημοσιοποίηση ευαίσθητων επιχειρηματικών πληροφοριών θα μπορούσε να υπονομεύσει τη διαδικασία υποβολής προσφορών και να έχει αρνητικές συνέπειες στην ευχέρεια της Επιτροπής να διαπραγματευθεί».

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή