Ο διευθυντής των υπηρεσιών πληροφοριών των ΗΠΑ Τζον Ράτκλιφ χαρακτήρισε χθες Πέμπτη την Κίνα «τη μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία και την ελευθερία στον κόσμο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο», μία ημέρα αφού η Ουάσιγκτον επέβαλε αυστηρότερους κανόνες ως προς τις θεωρήσεις διαβατηρίων για να περιοριστεί δραστικά η είσοδος στη χώρα μελών του κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Σε κείμενο που υπογράφεται από τον Ράτκλιφ και δημοσιεύθηκε στις σελίδες με άρθρα γνώμης της εφημερίδας Wall Street Journal, ο DNI καταγγέλλει την «κλοπή» από μέρους της Κίνας αμερικανικών εμπορικών μυστικών και αμυντικών τεχνολογιών.
«Η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας αποτελεί τη μεγαλύτερη απειλή για την Αμερική σήμερα και τη μεγαλύτερη απειλή για τη δημοκρατία και την ελευθερία στον κόσμο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο» (1939-1945), ερίζει ο Ράτκλιφ.
Κάνει λόγο για «επιχειρήσεις» στις οποίες κινέζοι «πράκτορες» άσκησαν οικονομική πίεση για να επηρεάσουν αμερικανούς κοινοβουλευτικούς ή να τους υπονομεύσουν.
«Οι πληροφορίες μας δείχνουν ότι το Πεκίνο διεξάγει συχνά αυτού του είδους τις επιχειρήσεις επηρεασμού στις ΗΠΑ», αναφέρει. «Οι Κινέζοι ηγέτες επιδιώκουν να υποτάξουν τα δικαιώματα κάθε ατόμου στη βούληση του Κομμουνιστικού Κόμματος», καταγγέλλει ακόμη ο Ράτκλιφ.
Παράλληλα, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωνε ότι τα μέλη του ΚΚ της Κίνας είναι «εχθρικά έναντι των αμερικανικών αξιών» και εμπλέκονται σε «κακόβουλες δραστηριότητες».
Δυνάμει νέων κανόνων που τέθηκαν σε ισχύ άμεσα, οι βίζες που θα χορηγούνται σε μέλη του ΚΚ και συγγενείς τους πρώτου βαθμού θα έχουν ισχύ για μόλις έναν μήνα και θα επιτρέπουν μόνο μία είσοδο. Ως χθες, όλοι οι κινέζοι πολίτες μπορούσαν δυνητικά να εξασφαλίζουν βίζες που επέτρεπαν απεριόριστο αριθμό επισκέψεων και είχαν διάρκεια έως και 10 ετών.
Η περαιτέρω κλιμάκωση της ρητορικής της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ και των ενεργειών της εναντίον της Κίνας καταγράφεται ενώ ο Δημοκρατικός εκλεγμένος πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ετοιμάζεται να αναλάβει την εξουσία την 20ή Ιανουαρίου.
Η προσέγγιση του Τραμπ έναντι του Πεκίνου έφερε τη σχέση των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου στο χειρότερο σημείο των τελευταίων δύο δεκαετιών και η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί, σύμφωνα με αναλυτές, ίσως στενέψει τα περιθώρια ελιγμών της κυβέρνησης Μπάιντεν.
Ο Ράτκλιφ, κοινοβουλευτικός των Ρεπουμπλικάνων προτού γίνει ο DNI, τόνισε πως αφιέρωσε μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών (85 δισεκ. δολάρια επισήμως) στην Κίνα.
Εκπρόσωπος της κινεζικής πρεσβείας στις ΗΠΑ απέρριψε τις θέσεις που διατύπωσε ο Ράτκλιφ στο άρθρο: έκρινε πως «διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα», είναι υποκριτικές και δείχνουν την «εμπεδωμένη ψυχροπολεμική νοοτροπία και τις ιδεολογικές προκαταλήψεις ορισμένων στην αμερικανική πλευρά».
Το Πεκίνο έχει ζητήσει επανειλημμένα από την απερχόμενη κυβέρνηση να κατεβάσει τους τόνους. Θεωρεί τη ρητορική της κυβέρνησης του Τραμπ ένδειξη του φόβου που τη διακατέχει για την αυξανόμενο διεθνή ρόλο της Κίνας.
Ερωτηθείς σχετικά με το άρθρο από το πρακτορείο ειδήσεων Ρόιτερς, ο Ράτκλιφ είπε «οι εκλογές τέλειωσαν, ας είμαστε όλοι ειλικρινείς όσον αφορά την Κίνα».
Μεταξύ άλλων, Ουάσιγκτον και Πεκίνο έχουν συγκρουστεί για τον τρόπο που οι κινεζικές αρχές χειρίστηκαν το ξέσπασμα της πανδημίας του νέου κορωνοϊού, τον ολοένα σκληρότερο έλεγχό της στο Χονγκ Κονγκ, τις διενέξεις για τμήματα της Νότιας Σινικής Θάλασσας η κυριαρχία επί των οποίων τελεί υπό αμφισβήτηση, το εμπόριο και τις καταγγελίες περί παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε βάρος της μουσουλμανικής μειονότητας στη Σιντζιάνγκ.
Στο άρθρο του, ο Ράτκλιφ υποστήριξε, μεταξύ άλλων, πως η Κίνα κάνει «πειράματα σε ανθρώπους» ώστε ο κινεζικός στρατός να «αναπτύξει οπλίτες με βιολογικά βελτιωμένες δυνατότητες». Δεν υπεισήλθε σε λεπτομέρειες.
Η Μπόνι Γκλέιζερ, ειδική για την Ασία στο Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών (Center for Strategic and International Studies, CSIS) σχολίασε ότι οι απόψεις που εξέφρασε ο Ράτκλιφ μοιάζουν να έχουν σκοπό να αναγκάσουν τον Μπάιντεν να ακολουθήσει σκληρή προσέγγιση.
«Πράγματι, [το άρθρο] μοιάζει να εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια με σκοπό τα χέρια του Μπάιντεν να είναι δεμένα, να περιοριστεί το περιθώριο ελιγμών του ως προς την πολιτική του έναντι της Κίνας», κατά την Γκλέιζερ.
«Επί προηγούμενων κυβερνήσεων, ο κανόνας ήταν να αποφεύγεται να γίνονται τέτοιες ενέργειες σε περιόδους μεταβίβασης της εξουσίας από τον έναν πρόεδρο στον άλλον, όμως η κυβέρνηση Τραμπ από καιρό έδειξε πως αψηφά συστηματικά τους κανόνες», συμπλήρωσε.
Πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ, Reuters, AFP, WSJ