Ο φονικός καύσωνας στον Καναδά και στις ΗΠΑ πρέπει να αφυπνίσει την παγκόσμια κοινότητα σχετικά με την κλιματική αλλαγή, δηλώνουν οι επιστήμονες του κλίματος. Η άνευ προηγουμένου αύξηση της θερμοκρασίας, κοντά στους 50 βαθμούς Κελσίου, την προηγούμενη εβδομάδα, προκάλεσε τουλάχιστον 456 θανάτους και φονικές πυρκαγιές, με αποκορύφωμα την ολοκληρωτική καταστροφή του Λίτον. Παράλληλα, η Βόρεια Αμερική βίωσε τον θερμότερο Ιούνιο, σύμφωνα με το ευρωπαϊκό παρατηρητήριο Copernicus. Ηταν επίσης ο τέταρτος πιο θερμός Ιούνιος που έχει καταγραφεί παγκοσμίως και ο πιο ζεστός εδώ και 110 χρόνια στη Νέα Ζηλανδία.
Ο καθηγητής Πίτερ Σκοτ, της βρετανικής μετεωρολογικής υπηρεσίας, δήλωσε στο BBC ότι αυτό που σοκάρει εκείνον και τους συναδέλφους του δεν είναι ότι ο κόσμος βιώνει περισσότερους καύσωνες, αλλά ότι τα ρεκόρ θερμοκρασίας σπάνε ολοένα και περισσότερο, με μεγάλα θερμοκρασιακά εύρη, όπως στις ΗΠΑ και στον Καναδά, όπου αρκετές πόλεις κατέγραψαν θερμοκρασίες 5 βαθμών πάνω από τα προηγούμενα ρεκόρ.
Το 2021 είναι μια χρονιά γεμάτη αποδείξεις της κλιματικής κρίσης. Εκτός από τις καλοκαιρινές υψηλές θερμοκρασίες στο βόρειο ημισφαίριο, ο Φεβρουάριος ήταν εξίσου δύσκολος για τους κατοίκους του Τέξας, όπου ένα ανήκουστο πολικό ψύχος προκάλεσε αρκετούς θανάτους και άφησε χωρίς ρεύμα περίπου 5 εκατ. ανθρώπους. Σε μελέτη του 2020, οι επιστήμονες υποστήριζαν ότι η θέρμανση της Αρκτικής με ρυθμό μεγαλύτερο από τον διπλάσιο του παγκόσμιου μέσου όρου διαταράσσει τα μακροχρόνια κλιματικά συστήματα και πιθανόν να ευθύνεται για τα ακραία καιρικά φαινόμενα που παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια.
Οπως αναφέρει ο Guardian, οι ειδικοί προειδοποιούν πως όλες οι κοινωνίες πρέπει να προετοιμαστούν για ακόμη πιο ακραία καιρικά φαινόμενα. Παρά τις προειδοποιήσεις δεκαετιών για το καταστροφικό αποτύπωμα της αύξησης της θερμοκρασίας, ηγέτες και πολίτες πολλών χωρών θεωρούσαν ότι η κλιματική αλλαγή ήταν ένα πρόβλημα που αφορούσε τις πιο φτωχές χώρες της Νότιας Αμερικής και της ανατολικής Ασίας, χωρίς να έχουν μερίδιο ευθύνης. Ωστόσο, η άποψη αυτή αλλάζει – αν και πολλοί συνεχίζουν να αποποιούνται τις ευθύνες τους. Ενδεικτικά, σε δημοσκόπηση της Mintel σε 16 χώρες, οι ερωτηθέντες είχαν μεγαλύτερες πιθανότητες να πιστεύουν ότι η χώρα τους υπέφερε από την κλιματική αλλαγή παρά ότι την προκαλεί. Κατά μέσον όρο, το 44% δήλωσε ότι η χώρα τους υπέφερε, ενώ μόνο το 33% πίστευε ότι συνέβαλε στην κρίση.
Είναι εμφανές ότι το πρόβλημα αγγίζει και τον Βορρά. Οι ακραίες θερμοκρασίες στο βόρειο ημισφαίριο και η πρόσφατη κατάρρευση του κτιρίου στο Μαϊάμι –εμπειρογνώμονες την αποδίδουν στην εισβολή νερού στα θεμέλια λόγω ανόδου της θαλάσσιας στάθμης– είναι τρανές αποδείξεις ότι, παρά τους υπεραισιόδοξους στόχους, οι κυβερνήσεις τώρα αρχίζουν να αντιλαμβάνονται πόσο άμεσα επηρεάζεται η ασφάλεια των πολιτών. Η κλιματική κρίση δεν λαμβάνει υπόψη την οικονομική ευημερία ή τη γεωγραφική τοποθεσία των κρατών. Είναι ζωτικής σημασίας οι κυβερνήσεις και οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικών να αυξήσουν άμεσα τα σχέδια για τις εκπομπές και να προετοιμάσουν τα κράτη για να αντιμετωπίσουν ακραία καιρικά φαινόμενα.