Βαριά ήττα της Δύσης με σοβαρές μεταδονήσεις στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή βλέπει ο Φρανσουά Εσμπούρ στις εξελίξεις στο Αφγανιστάν. Σύμφωνα με τον Εσμπούρ, ειδικό σε θέματα τρομοκρατίας και πρώην σύμβουλο σοσιαλιστικών κυβερνήσεων, η αποχώρηση των δυτικών δυνάμεων ήταν «αναπόφευκτη». Οι Ταλιμπάν «ήλεγχαν το μεγαλύτερο μέρος της υπαίθρου και οι αστικές περιοχές επιβίωναν σε κατάσταση μηχανικής υποστήριξης από τη διεθνή κοινότητα – τόσο από οικονομική όσο και από στρατιωτική άποψη».
Για τον βετεράνο Γάλλο ειδικό, πρεσβύτερο σύμβουλο για θέματα Ευρώπης σήμερα στο International Institute for Strategic Studies, το πρόβλημα ξεκινάει από το 2003. «Πριν από το έτος εκείνο, η αποστολή στο Αφγανιστάν ήταν πολύ απλή: η έξωση της Αλ Κάιντα και η αποτροπή της επανεμφάνισής της. Αυτό επετεύχθη με μεγάλη ταχύτητα το 2001-02. Το 2003 δεν υπήρχε ενεργή εξέγερση στη χώρα. Οι απώλειες του ΝΑΤΟ ήταν ουσιαστικά μηδενικές. Ηταν μια καλή στιγμή για την αποχώρηση. Αντ’ αυτού, αποφασίσαμε να διευρύνουμε την αποστολή, να επιχειρήσουμε να μετατρέψουμε το Αφγανιστάν σε μια χώρα διαφορετική από αυτό που ήταν τους τελευταίους αρκετούς αιώνες. Αυτό, ούτως ή άλλως, ήταν εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα. Παράλληλα, όμως, με τη διεύρυνση της αποστολής, οι ΗΠΑ αποφάσισαν να αποσύρουν το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών τους για να εστιάσουν στην εισβολή στο Ιράκ. Αυτός ήταν ο συνδυασμός που αποδείχθηκε μοιραίος».
Ηταν επίσης αναπόφευκτο η έξοδος να είναι τόσο χαοτική; Γιατί ήταν τόσο ανέτοιμες οι δυτικές δυνάμεις για την ταχύτητα της κατάρρευσης του αφγανικού στρατού; «Κάποιες χώρες ήταν πιο διορατικές από άλλες – ειδικά η Γαλλία και η Κίνα. Η Κίνα συνηθίζει να αποφεύγει τις επαφές με την αντιπολίτευση στις εξωτερικές της σχέσεις, αλλά το τελευταίο δίμηνο άρχισε να δέχεται αντιπροσωπείες των Ταλιμπάν. Ηταν σαφές ότι έβλεπαν πως οι Ταλιμπάν θα επικρατούσαν και δεν περίμεναν την κατάρρευση της αφγανικής κυβέρνησης για να αρχίσουν τις επαφές αυτές. Οι Γάλλοι, από την πλευρά τους, απηύθυναν ένα ηχηρό κάλεσμα προς τους πολίτες τους να αποχωρήσουν από τη χώρα ήδη στα μέσα Ιουλίου – και οι περισσότεροι το έκαναν. Η Γαλλία έχει ένα πολύ καλό δίκτυο πληροφοριών στο Αφγανιστάν – το έχουν οικοδομήσει ΜΚΟ, δημοσιογράφοι και στελέχη των μυστικών υπηρεσιών τα τελευταία 40 χρόνια».
Το αμερικανικό παράδοξο
Αντιστρόφως, στην περίπτωση των Αμερικανών, σημειώνει ο έμπειρος Γάλλος αναλυτής, «ισχύει ένα παράδοξο: όσο περισσότερο επενδύουν στο δίκτυο πληροφοριών τους σε μια μεσανατολική χώρα, τόσο μεγαλύτερη είναι η αποτυχία εκτίμησης της κατάστασης. Ο λόγος συνδέεται με τη μυωπία που προκαλεί η υπερβολική εγγύτητα με τους ανθρώπους που χρηματοδοτούν και υποστηρίζουν. Στις ημέρες του σάχη, η Γαλλία είχε μόνο τρία άτομα που παρακολουθούσαν το Ιράν, συμπεριλαμβανομένου του πρέσβη στην Τεχεράνη, και όμως συμπέραναν ότι το καθεστώς βρισκόταν σε εξαιρετικά δυσχερή θέση. Οι Αμερικανοί, αντιθέτως, απέτυχαν τελείως να προβλέψουν τις εξελίξεις. Είχαν 100.000 πολίτες στο Ιράν. Ηταν υπερβολικά πολλοί και υπερβολικά κοντά στο καθεστώς που υποστήριζαν. Είδαμε το ίδιο στην Αραβική Ανοιξη και ξανά στην Καμπούλ. Οι Αμερικανοί μέχρι προ ολίγων ημερών δημοσίευσαν αναλύσεις των υπηρεσιών πληροφοριών τους, σύμφωνα με τις οποίες η πτώση της Καμπούλ θα έπαιρνε εβδομάδες ή και μήνες. Ετσι εξηγούνται οι χαοτικές, απάνθρωπες, ντροπιαστικές σκηνές που παρακολουθήσαμε αυτές τις ημέρες, με απελπισμένους ανθρώπους να προσπαθούν να σκαρφαλώσουν σε αμερικανικά μεταγωγικά αεροπλάνα».
Είναι άδικο να χαρακτηριστεί συνολικά αποτυχημένη η δυτική επέμβαση των τελευταίων 20 ετών; Θα επιβιώσουν έστω κάποια από τα επιτεύγματα της περιόδου αυτής; «Οι Ταλιμπάν πιστεύω ότι θα είναι πιο προσεκτικοί στη σχέση τους με την Αλ Κάιντα και συναφείς οργανώσεις. Δεν λειτούργησε πολύ καλά γι’ αυτούς την προηγούμενη φορά, τους οδήγησε να χάσουν την εξουσία για δύο δεκαετίες. Θα δούμε πώς θα κινηθούν στο πεδίο αυτό. Αλλωστε, αν και οι Αμερικανοί δεν συνηθίζουν σε ημίμετρα –όταν έφυγαν από το Βιετνάμ, έφυγαν ολοκληρωτικά–, θεωρώ ότι θα συνεχίσουν να παρακολουθούν την κατάσταση στη χώρα όσον αφορά την πιθανή δημιουργία κέντρων εκπαίδευσης τρομοκρατών. Κατά τα άλλα, ναι, πρόκειται περί μιας αποτυχίας τεραστίων διαστάσεων. Οι γαλλικές ένοπλες δυνάμεις αποχώρησαν από το Αφγανιστάν το 2012. Ηδη από τότε ήταν φανερό το αδιέξοδο».
Η γεωπολιτικά γυμνή Ε.Ε.
Ο Εσμπούρ θεωρεί ότι το φιάσκο στο Αφγανιστάν αναδεικνύει τις αδυναμίες της Ε.Ε. ως παράγοντος στη διεθνή σκηνή. Χλευάζει τις προειδοποιήσεις του Ζοσέπ Μπορέλ ότι οι Ταλιμπάν κινδυνεύουν με απομόνωση («η απομόνωση δεν είναι κάτι που φοβούνται, είναι το brand τους· δεν τους αρέσει να πηγαίνουν σε δεξιώσεις», σχολιάζει). Είναι εξίσου απαισιόδοξος για τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές μιας πιο στιβαρής ευρωπαϊκής παρέμβασης εκτός των συνόρων της Ε.Ε. («δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, γιατί δεν συμφωνούμε σε τίποτα»). Πιο μακροπρόθεσμα, ωστόσο, «αν η αμερικανική τάση απόσυρσης ενισχυθεί στον απόηχο της πτώσης της Καμπούλ, η Ε.Ε. θα πρέπει να ασκήσει περισσότερη στρατηγική αυτονομία».
Η άμεση προτεραιότητα των Ευρωπαίων, πάντως, σημειώνει, θα είναι ο περιορισμός του αντίκτυπου εντός των τειχών της νέας προσφυγικής κρίσης που θα προκύψει. «Η απάντηση θα είναι περισσότερο συρματόπλεγμα, περισσότερος Frontex κ.ο.κ., όπως έγινε και απέναντι στην απόπειρα του (δικτάτορα της Λευκορωσίας) Λουκασένκο να εργαλειοποιήσει τις μεταναστευτικές ροές. Είναι λογικό αυτό, αν και είναι κάπως θλιβερή η σύγκριση με το 2015, όταν ο Ορμπαν δεχόταν σφοδρή κριτική για την πολιτική του κατά των προσφύγων, ενώ σήμερα δεν υπάρχει κανένας ενδοιασμός στην Ευρώπη για την υιοθέτηση μέτρων τύπου Ορμπαν. Το νέο προσφυγικό κύμα θα είναι μια πολύ μεγάλη πρόκληση, ένα τοξικό ζήτημα, και θα παίξει σημαντικό ρόλο στις επερχόμενες εκλογές στη Γερμανία και στη Γαλλία».
Ασιατικές επιπλοκές
Ο Εσμπούρ χαρακτηρίζει «επαγγελματικά δέουσα» την απόφαση της Κίνας και της Ρωσίας, που «δεν είχαν ανοικτή αντιπαράθεση με τους Ταλιμπάν», να διατηρήσουν ανοιχτές τις πρεσβείες τους. «Η Ρωσία φοβάται πολύ τι θα γίνει στις χώρες της κεντρικής Ασίας, οι σχέσεις πολλών εκ των οποίων με τους Ταλιμπάν είναι εχθρικές, αλλά και τις προσφυγικές ροές. Για την Κίνα είναι διαφορετικά τα πράγματα. Δεν ανησυχεί για το ενδεχόμενο προσφυγικών ροών και ήδη έχει δημιουργήσει ένα πλαίσιο συνεργασίας με τους Ταλιμπάν. Ωστόσο, κι εκεί θα υπάρξουν δυσκολίες. Δεν είμαι σίγουρος, φέρ’ ειπείν, ότι οι Ταλιμπάν είναι ενθουσιασμένοι με το μοντέλο σχέσεων με τους μουσουλμάνους που έχει προωθήσει το κινεζικό καθεστώς απέναντι στους Ουιγούρους, ενώ η κακή προϊστορία των Ταλιμπάν με το Ιράν ενδέχεται επιπλέον να περιπλέξει και τις κινεζοϊρανικές σχέσεις. Αρα μιλάμε για μια ήττα των Αμερικανών, μια ήττα της Δύσης, αλλά όχι αναγκαστικά μια ήττα που θα αποβεί προς όφελος της Κίνας ή της Ρωσίας».