Το κυνήγι των εισβολέων συνεχίζεται

Το κυνήγι των εισβολέων συνεχίζεται

Πάνω από 700 δικογραφίες για το ετερόκλητο πλήθος που συμμετείχε στα επεισόδια στο Καπιτώλιο, ένα χρόνο πριν

7' 44" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Δεν χρειαζόταν αποδείξεις για να πειστεί. Παρακινούμενος από μια πλάνη ταξίδεψε στην άλλη άκρη της χώρας για να διαμαρτυρηθεί. Στις 6 Ιανουαρίου 2021 ο Τζον Λώλος εισέβαλε από ένα σπασμένο παράθυρο στην πτέρυγα της Γερουσίας ως μέλος του όχλου που πολιορκούσε το Καπιτώλιο των ΗΠΑ. Περιπλανήθηκε στο κτίριο για 43 λεπτά. Εβγαλε αναμνηστικές φωτογραφίες και κατά την έξοδό του ανέμισε θριαμβευτικά το λάβαρό του, μια κόκκινη σημαία με τυπωμένο το επώνυμο του πολιτικού του ειδώλου, «Τραμπ». Ο 48χρονος ιδιοκτήτης εταιρείας σεκιούριτι δεν είχε κανέναν απολύτως λόγο να βρίσκεται εκεί, όσο αληθοφανείς κι αν θεωρούσε τους ψευδείς ισχυρισμούς περί εκλογικής νοθείας.

Δύο ημέρες αργότερα το πλήρωμα της αεροπορικής εταιρείας Delta τον υποχρέωσε να κατέβει από το αεροσκάφος που θα τον επέστρεφε στο Σιάτλ. Σύμφωνα με αμερικανικά δικαστικά έγγραφα, ο Λώλος φέρεται να ενοχλούσε τους συνεπιβάτες του φωνάζοντας διαρκώς «Τραμπ 2020!». Ενας αστυνομικός τον αναγνώρισε στο αεροδρόμιο, καθώς το πρόσωπό του είχε αποτυπωθεί σε βίντεο των επεισοδίων στο Καπιτώλιο. Συνελήφθη, δήλωσε ένοχος για πλημμέλημα και τον περασμένο Νοέμβριο καταδικάστηκε σε 14 ημέρες φυλάκιση και πρόστιμο 500 δολαρίων.

«Σε ανθρώπους όπως ο Λώλος ειπώθηκαν ψέματα», του είπε ο δικαστής Αμίτ Μέτα προτού ανακοινώσει την ποινή. «Κατά μία έννοια ήσασταν ένα πιόνι. Ακόμη και σήμερα όμως φαίνεται ότι πιστεύετε πως ό,τι έγινε εκείνη την ημέρα δεν ήταν κάτι σημαντικό – και αυτό είναι λάθος».

Οι έρευνες

Μπορεί να αντιμετώπισε κατηγορίες μόνο για μικροαδικήματα, να μην προέκυψε συμμετοχή του σε κάποια βίαιη ενέργεια, σε επίθεση κατά αστυνομικών ή φθορά κρατικής περιουσίας. Ακόμη και η ποινή που του επιβλήθηκε ίσως δεν μοιάζει ως κάτι το αξιοσημείωτο. Η «Κ» επιχείρησε να έρθει σε επικοινωνία μαζί του μέσω του δικηγόρου του, αλλά ο Λώλος δεν ανταποκρίθηκε στο σχετικό αίτημα. Η υπόθεσή του, πάντως, είναι μόλις μία από τις εκατοντάδες δικογραφίες που απασχολούν εδώ και μήνες τις αμερικανικές δικαστικές αρχές μετά τα περυσινά επεισόδια στην Ουάσιγκτον.

Μελετώντας δεκάδες κατηγορητήρια και ένορκες καταθέσεις ειδικών πρακτόρων του FBI, η «Κ» παρουσιάζει ενδεικτικές περιπτώσεις από το ετερόκλητο πλήθος των εισβολέων της 6ης Ιανουαρίου – μεταξύ των οποίων βρίσκονται και ορισμένα άτομα ελληνικής καταγωγής. Θιασώτες θεωριών συνωμοσίας, μέλη εξτρεμιστικών ακροδεξιών οργανώσεων ή ορκισμένοι οπαδοί του Τραμπ, βρέθηκαν εκείνη την ημέρα στα σκαλιά και τις αίθουσες του Καπιτωλίου, κάποιοι εξ αυτών οραματιζόμενοι τη βίαιη εκτροπή του πολιτεύματος και άλλοι –όπως όλα δείχνουν– χωρίς καμία συναίσθηση της πραγματικότητας.

Η Εμιλι Μπέρμαν, επίκουρη καθηγήτρια Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον, δηλώνει στην «Κ» ότι σε βάθος χρόνου αναμένονται διώξεις κατά εισβολέων του Καπιτωλίου και για πιο σοβαρά αδικήματα. «Είναι κατανοητό ότι είναι πιο εύκολο να στοιχειοθετηθούν κατηγορίες και να ασκηθούν διώξεις για σχετικά πιο μικρές παραβάσεις, ενώ χρειάζεται περισσότερος χρόνος για την έρευνα των πιο πολύπλοκων υποθέσεων», λέει.

Η «Κ» παρουσιάζει ενδεικτικές περιπτώσεις, μεταξύ των οποίων βρίσκονται και ορισμένα άτομα ελληνικής καταγωγής.

Σύμφωνα με ανάλυση του προγράμματος για τον Εξτρεμισμό του Πανεπιστημίου Τζορτζ Ουάσιγκτον, σε πάνω από 700 δικογραφίες η μέση ηλικία των ατόμων που έχουν κατηγορηθεί μέχρι στιγμής για την πολιορκία του Καπιτωλίου είναι 39 ετών. Οι περισσότεροι εξ αυτών προέρχονται από τη Φλόριντα, την Πενσιλβάνια και το Τέξας. Μόλις το 22% έχει παραδεχθεί την ενοχή του, ενώ σε πάνω από το 77% των υποθέσεων συλλέχθηκαν ενοχοποιητικά στοιχεία από τις αναρτήσεις των κατηγορουμένων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αρκετοί ήταν τόσο σίγουροι για τις κινήσεις τους που μοιράζονταν δημοσίως φωτογραφίες και βίντεο από εκείνη την ημέρα και περηφανεύονταν για τα «κατορθώματά» τους, αγνοώντας ή παραβλέποντας ότι διέπρατταν αδικήματα.

Η εισβολή στο Καπιτώλιο θεωρείται ένα από τα πλέον καταγεγραμμένα εγκλήματα στην ιστορία των ΗΠΑ. Οι διωκτικές αρχές μελέτησαν πάνω από 15.000 ώρες οπτικοακουστικού υλικού, στο οποίο περιλαμβάνονται και πλάνα από τις κάμερες σώματος των αστυνομικών. Πολίτες από κάθε γωνιά της χώρας έστειλαν πάνω από 270.000 εμπιστευτικές πληροφορίες στο FBI, βοηθώντας και αυτοί στην ταυτοποίηση των δραστών. Οι έρευνες των αρχών δεν έχουν τελειώσει, καθώς εκτιμάται ότι περίπου 2.000 άτομα συμμετείχαν στις ταραχές.

Το κυνήγι των εισβολέων συνεχίζεται-1
Ο Ντομινίκ Πεζόλα με την… ασπίδα του – βετεράνος πεζοναύτης, μέλος της ακροδεξιάς οργάνωσης «Proud Boys». (AP/Manuel Balce Ceneta)

Ακραία προφίλ

Στην περίπτωση του Ντομινίκ Πεζόλα, πάντως, οι ομοσπονδιακοί πράκτορες χρειάστηκε να ξεδιαλύνουν πολλές αντιφατικές και λανθασμένες πληροφορίες πολιτών προτού τον εντοπίσουν. Ο 43χρονος, γνωστός και με το ψευδώνυμο «Σπαζ», είναι ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα πρόσωπα εκείνης της ημέρας. Βίντεο και φωτογραφίες που τον δείχνουν να σπάει με μια αστυνομική ασπίδα ένα παράθυρο του Καπιτωλίου, έκαναν τον γύρο του κόσμου. Επί δύο ημέρες ανώνυμοι πληροφοριοδότες υποστήριζαν ότι ο άντρας με την ασπίδα ζούσε στο Τέξας, στη Φλόριντα και σε άλλα μέρη των ΗΠΑ. Τελικά αποδείχτηκε ότι ήταν ένας βετεράνος πεζοναύτης, μέλος του παραρτήματος της ακροδεξιάς οργάνωσης «Proud Boys» («Υπερήφανα αγόρια») στη Νέα Υόρκη.

Σύμφωνα με τη σχετική δικογραφία, μάρτυρες των οποίων τα στοιχεία δεν έχουν δημοσιοποιηθεί από τις αμερικανικές αρχές αναγνώρισαν τον Πεζόλα στις φωτογραφίες των επεισοδίων. Ανέφεραν ακόμη ότι άλλα μέλη της ακροδεξιάς οργάνωσης στην οποία ανήκει ο Πεζόλα έλεγαν ότι θα σκότωναν όποιον έπεφτε στα χέρια τους εκείνη την ημέρα, όπως την πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόσι. Ακόμη φέρονται να έλεγαν ότι θα σκότωναν και τον τότε αντιπρόεδρο της αμερικανικής κυβέρνησης, Μάικ Πενς, εάν τους δινόταν η ευκαιρία.

Ο Πεζόλα προφυλακίστηκε και αντιμετωπίζει κακουργηματικές κατηγορίες. Ο ίδιος δηλώνει αθώος. Οι δικηγόροι του επικαλέστηκαν ακόμη και αποφθέγματα του Ντοστογιέφσκι και του Γκάντι στην πολυσέλιδη αίτηση αποφυλάκισης που κατέθεσαν, χωρίς να πείσουν όμως τις δικαστικές αρχές.

Ενα ακόμη αναγνωρίσιμο πρόσωπο της 6ης Ιανουαρίου είναι ο 41χρονος Ντάγκλας Οστιν Τζένσεν από την Αϊόβα. Βίντεο και φωτογραφίες από τα επεισόδια τον δείχνουν να φωνάζει και να κινείται απειλητικά μέσα στο Καπιτώλιο κυνηγώντας έναν αστυνομικό. Ο Τζένσεν φορούσε μπλούζα με το γράμμα «Q», το οποίο παραπέμπει στη θεωρία συνωμοσίας QAnon. Οι θιασώτες της πιστεύουν ότι οι ΗΠΑ δυναστεύονται από σκοτεινές δυνάμεις και εμπλεκόμενους σε παιδοφιλικά δίκτυα, τους οποίους υποτίθεται ότι μπορεί να υπερνικήσει ο Τραμπ. Η έρευνα στο κινητό τηλέφωνο του Τζένσεν, πάντως, αποκάλυψε πως αυτή δεν ήταν η μόνη πλάνη του. Σε βίντεο που είχε τραβήξει ο ίδιος την ημέρα των επεισοδίων έλεγε ότι βρισκόταν στον Λευκό Οίκο. Δεν ήξερε καν σε ποιο κτίριο επρόκειτο να εισβάλει. Μετά τη σύλληψή του απολύθηκε από την εταιρεία στην οποία εργαζόταν.

Το κυνήγι των εισβολέων συνεχίζεται-2
Ο Ντάγκλας Οστιν Τζένσεν φορούσε μπλούζα με το γράμμα «Q», δείγμα πίστης στη θεωρία συνωμοσίας QAnon.

Τους «μαρτύρησαν» κάμερες ασφαλείας και κεραίες κινητής

Χρειάστηκε να περάσει περίπου ένας χρόνος από την πολιορκία του Καπιτωλίου μέχρι να ταυτοποιηθεί. Στις 2 Δεκεμβρίου 2021, ο Μάρκος Παναγιώτου συνελήφθη για συμμετοχή στα επεισόδια εκείνης της ημέρας. Σύμφωνα με τα σχετικά δικαστικά έγγραφα, οι αμερικανικές αρχές δεν βασίστηκαν μόνο στο διαθέσιμο φωτογραφικό και οπτικοακουστικό υλικό από κάμερες ασφαλείας και μέσα κοινωνικής δικτύωσης για να τεκμηριώσουν ότι ο 29χρονος πρώην πεζοναύτης βρισκόταν μέσα στο Καπιτώλιο. Ζήτησαν και στοιχεία από τον πάροχο κινητής τηλεφωνίας AT&T, για να διαπιστώσουν ότι στις 6 Ιανουαρίου 2021 είχαν ενεργοποιηθεί κατά τις ώρες των ταραχών κεραίες που τον «τοποθετούσαν» στη συγκεκριμένη περιοχή. Στα πλάνα που τον δείχνουν να περιφέρεται μέσα στο κτίριο, φοράει ένα κόκκινο καπέλο με το σύνθημα «Κάνε τους πολιτικούς να φοβηθούν ξανά».

Αλλο ένα άτομο ελληνικής καταγωγής, ο Ηλίας Κοστιάνης, ήταν σύμφωνα με το σχετικό κατηγορητήριο μέρος του όχλου που εισέβαλε στο Καπιτώλιο. Ενας μάρτυρας που ζήτησε να διατηρήσει την ανωνυμία του παρείχε στο FBI την πληροφορία ότι ο Κοστιάνης διατηρούσε προφίλ στο Snapchat, όπου είχε ανεβάσει δύο βίντεο από τη συμμετοχή του στα γεγονότα της 6ης Ιανουαρίου. Πέρα από την παρουσία και των δύο αντρών στο κτίριο του Καπιτωλίου, δεν έχει προκύψει μέχρι στιγμής κάποιο άλλο στοιχείο ώστε να παραπεμφθούν για βαρύτερα αδικήματα.
Παρόμοιες κατηγορίες με αυτούς αντιμετωπίζει και ο ελληνικής καταγωγής Τέιλορ Τζέιμς Τζονατάκης. Ο 38χρονος παραδόθηκε οικειοθελώς στο FBI και κατηγορείται, μεταξύ άλλων, για παρεμπόδιση θεσμικής διαδικασίας, διατάραξη κοινής ειρήνης, παράνομη εισβολή και διαμονή σε φυλασσόμενο κτίριο. Ο δικηγόρος του έχει υποστηρίξει ότι ο εντολέας του δεν ανήκει σε κάποια ακροδεξιά οργάνωση και ότι καταδικάζει τη μισαλλόδοξη ιδεολογία των εξτρεμιστών.

Στα επίμαχα επεισόδια τραυματίστηκαν περίπου 140 αστυνομικοί. Πέντε άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της εφόδου αλλά και μετά τη λήξη των ταραχών (όλοι οι θάνατοι δεν αποδίδονται ευθέως στα γεγονότα εκείνης της ημέρας), ενώ μία γυναίκα σκοτώθηκε από αστυνομικά πυρά. Οι ζημιές που υπέστη το κτίριο του Καπιτωλίου ξεπερνούν το ένα εκατομμύριο δολάρια.

Το κυνήγι των εισβολέων συνεχίζεται-3
  Ο Μάρκος Παναγιώτου συνελήφθη αφού η παρουσία του στο Καπιτώλιο τεκμηριώθηκε και από το ίχνος του κινητού του.

Η εγχώρια απειλή

Λίγες ημέρες μετά τα γεγονότα στο Καπιτώλιο, ο Τζέισον Μπλαζάκης, καθηγητής στο Ινστιτούτο Διεθνών Σπουδών Middlebury με ειδίκευση σε θέματα τρομοκρατίας, Senior Research Fellow στο Soufan Center και με παλιότερη θητεία στο υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ, είχε μιλήσει στην «Κ» για τον καταλυτικό ρόλο του Τραμπ. «Η ρητορική του ενέπνευσε πολλά μέλη της ριζοσπαστικής Δεξιάς. Η λανθασμένη επιλογή λέξεων εκ μέρους του λειτούργησε σαν κραυγή κινητοποίησης ενός ιστορικά κατακερματισμένου ακροδεξιού κινήματος στις ΗΠΑ. Για να το θέσω απλά, τους ένωσε», είχε πει. Κατά τον ίδιο, έπρεπε να υπάρξει πιο γρήγορη και άμεση στροφή στην εκτίμηση και στην αντιμετώπιση των κινδύνων που θέτει η ακροδεξιά εγχώρια τρομοκρατία.

Η Εμιλι Μπέρμαν, επίκουρη καθηγήτρια Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Χιούστον, λέει στην «Κ» ότι υπάρχουν ήδη διαθέσιμα επαρκή νομικά εργαλεία για την αναχαίτιση της εγχώριας τρομοκρατίας. Επισημαίνει πως ενδεχομένως χρειάζονται περισσότεροι πόροι για την αντιμετώπιση του ζητήματος και όχι κάποια νέα νομοθετική πρωτοβουλία. «Χρειάζεται το υπουργείο Δικαιοσύνης και το FBI να θέτουν σε προτεραιότητα τις σχετικές έρευνες», τονίζει.

Το κυνήγι των εισβολέων συνεχίζεται-4
Πολίτες από κάθε γωνιά των ΗΠΑ ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα των Αρχών, στέλνοντας πάνω από 270.000 εμπιστευτικές πληροφορίες στο FBI. (A.P.)

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή