Άρθρο του Κ. Φίλη στην «Κ»: Το μέλλον της Ιστορίας και η Ρωσία

Άρθρο του Κ. Φίλη στην «Κ»: Το μέλλον της Ιστορίας και η Ρωσία

Με αφορμή τη συζήτηση για την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων και αν αυτή εντέλει πλήττει αυτή τη στιγμή περισσότερο την Ευρώπη, εν αναμονή της απόφασης της Μόσχας για την επαναφορά ή μη λειτουργίας του Nord Stream 1, στον επίλογο του βιβλίου «Το μέλλον της Ιστορίας. Πώς ο πόλεμος της Ουκρανίας αλλάζει το παγκόσμιο τοπίο»

3' 14" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Με αφορμή τη συζήτηση για την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων και αν αυτή εντέλει πλήττει αυτή τη στιγμή περισσότερο την Ευρώπη, εν αναμονή της απόφασης της Μόσχας για την επαναφορά ή μη λειτουργίας του Nord Stream 1, στον επίλογο του βιβλίου «Το μέλλον της Ιστορίας. Πώς ο πόλεμος της Ουκρανίας αλλάζει το παγκόσμιο τοπίο», που πρόκειται να κυκλοφορήσει αύριο, υπογραμμίζω τα εξής:

«Εξίσου ενοχλητικές για αρκετές χώρες και ηγεσίες είναι οι κυρώσεις και η τιμωρητική λογική που τις διέπει, πολύ περισσότερο όταν αυτές αποφασίζονται από ένα κλαμπ κρατών και όχι κεντρικά, δηλαδή από τον ΟΗΕ. Αυτή η πρακτική, που κατά τα φαινόμενα έχει εξαντλήσει τη χρησιμότητά της, παράγει συνήθως τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, όχι απαραιτήτως για τη χώρα εναντίον της οποίας στρέφεται, όπου μπορεί να είναι αποτελεσματική, είτε βραχυπρόθεσμα είτε μεσομακροπρόθεσμα, όπως στην περίπτωση της Ρωσίας, αλλά για τα υπόλοιπα κράτη που εμφανώς αποστασιοποιούνται. Και τι έκανε το Κρεμλίνο για να προκαλέσει την εναντίωση απέναντι στις κυρώσεις που του επιβλήθηκαν; Από τη μία πίεσε τις ευρωπαϊκές κοινωνίες με το μπλοκάρισμα της τροφοδοσίας σιτηρών, κριθαριού και λιπασμάτων, που οδήγησε στην εκτόξευση των τιμών σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, ενώ παράλληλα διέσπειρε την αβεβαιότητα για την ενεργειακή ασφάλεια με εκβιαστικές δηλώσεις και πρακτικές διακοπής της ροής (έως και 50% μόνο τον Ιούνιο του 2022), και από την άλλη επιχειρηματολογούσε για τον αρνητικό αντίκτυπο των κυρώσεων, κυρίως στις αναπτυσσόμενες χώρες, που εξαρτώνται περισσότερο από τα ρωσικά και τα ουκρανικά προϊόντα. Θέλησε με αυτόν τον τρόπο η Μόσχα να διχάσει τη Δύση και να τη δυσφημήσει στον υπόλοιπο κόσμο ως ανεύθυνη δύναμη, στην οποία οφείλεται η παγκόσμια επισιτιστική και ενεργειακή κρίση».

Ενώ σε άλλο σημείο του επιλόγου, διαπιστώνοντας ότι η συζήτηση γύρω από τις ανατροπές σε πλανητικό επίπεδο που επιφέρει η ρωσική εισβολή έχει φουντώσει, παρατηρώ πως:

Το αφήγημα ότι στην Ουκρανία η διαχωριστική γραμμή είναι ανάμεσα στις δημοκρατίες και τα αυταρχικά καθεστώτα αποδει- κνύεται ανεπαρκές.

«Παλαιότερα, έστω και από φόβο απέναντι στον ισχυρό, αρκετές χώρες υιοθετούσαν την άποψη των Αμερικανών, χωρίς απαραιτήτως να συμφωνούν μαζί τους. Σήμερα έχουν την πολυτέλεια να διαφωνούν, χωρίς να υπολογίζουν τυχόν συνέπειες, έχοντας προσμετρήσει και τις δυναμικές που επικρατούν παγκοσμίως στην οικονομία, στο εμπόριο, στις νέες τεχνολογίες αλλά και στην ανακατανομή ισχύος. Μάλιστα, το να υψώνουν το ανάστημά τους απέναντι στους Δυτικούς, και ειδικότερα στην Ουάσιγκτον, τους δίνει πόντους και στο εσωτερικό, καθώς ένα σημαντικό μέρος της παγκόσμιας κοινωνίας, έχοντας ζήσει σε χρόνια σχεδόν απόλυτης κυριαρχίας των Αμερικανών, συνδέει με τους τελευταίους την αντισυστημικότητά του και την αντίθεσή του απέναντι στην παγκόσμια καθεστηκυία τάξη και τους χρεώνει τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, τη φτώχεια, την έλλειψη πρόσβασης στα αναγκαία (π.χ. εμβόλια κατά της COVID-19) και ασφαλώς την “υφαρπαγή του εθνικού του πλούτου”. Σε αυτό έχει συμβάλει μέρος των πολιτικών ελίτ (και εντός της Δύσης), το οποίο προκειμένου να αποποιηθεί τις δικές του ευθύνες έβρισκε πάντα στο πρόσωπο των ισχυρών/εξωτερικών παραγόντων το εξιλαστήριο θύμα. Ετσι, αρκετές γενιές γαλουχήθηκαν με την άποψη ότι οι ΗΠΑ ελέγχουν τα πάντα, άρα είναι υπεύθυνες για τις κακοτεχνίες του διεθνούς συστήματος, το οποίο δημιούργησαν μόνο και μόνο για να εξυπηρετούν τα δικά τους συμφέροντα. Κάπου εδώ, καθώς και στην αντιφατική πολιτική δύο μέτρων και σταθμών που κατέληγε να αναιρεί εν τοις πράγμασι τις διακηρύξεις της Δύσης, “πάτησαν” και θεμελιώθηκαν η δημαγωγία και ο λαϊκισμός, που απονομιμοποιούν τα mainstream πολιτικά συστήματα και ευδοκιμούν παγκοσμίως.

Γι’ αυτό αποδεικνύεται ανεπαρκές το αφήγημα ότι στην Ουκρανία η διαχωριστική γραμμή είναι ανάμεσα στις δημοκρατίες και τα αυταρχικά καθεστώτα και πως η στοίχιση πίσω από την Ουκρανία συνεπάγεται την υποστήριξη του ελεύθερου κόσμου και της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αυτή η αντίληψη βοήθησε τον Μπάιντεν στο εσωτερικό (στον αγώνα εναντίον της τραμπικής Αμερικής) και λειτούργησε συσπειρωτικά για τους Δυτικούς, ωστόσο δεν βρήκε ευήκοα ώτα εκτός αυτών».

* Ο κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Υποθέσεων και αναπληρωτής καθηγητής του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος. Στις 18 Ιουλίου θα κυκλοφορήσει σε επιμέλειά του το βιβλίο «Το μέλλον της Ιστορίας» (εκδόσεις Παπαδόπουλος).

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή