Άντον Τρογιανόφσκι στην «Κ»: Ρωσικά «γεράκια» ζητούν πιο σκληρή επίθεση στην Ουκρανία

Άντον Τρογιανόφσκι στην «Κ»: Ρωσικά «γεράκια» ζητούν πιο σκληρή επίθεση στην Ουκρανία

Ο επικεφαλής του γραφείου της Μόσχας για τους New York Times, Άντον Τρογιανόφσκι, μιλάει στην «Κ» για τις δυσκολίες του επαγγέλματος εν καιρώ πολέμου, το εάν και κατά πόσο οι Ρώσοι πολίτες πληροφορούνται τα γεγονότα όπως ακριβώς συμβαίνουν αλλά και για το αποτύπωμα των κινήσεων Πούτιν στην καθημερινότητα του κόσμου

6' 11" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οκτώ μήνες μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία ο απολογισμός για τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν πέφτει βαρύς. Οι απώλειες στο πεδίο της μάχης που είναι μεγαλύτερες από αυτές που θα περίμενε ή θα ήλπιζε η Μόσχα σε συνδυασμό με πλήγματα όπως η πρόσφατη έκρηξη στη γέφυρα της Κριμαίας, αποτέλεσαν την τέλεια πρόφαση για ακόμα μεγαλύτερη κλιμάκωση από το Κρεμλίνο. Οι τελευταίες πολλαπλές επιθέσεις στην Ουκρανία με πυραύλους που έβαλαν στο στόχαστρο απλούς πολίτες ικανοποίησαν μεν σε κάποιο βαθμό τα «γεράκια» που διψούσαν για περισσότερο αίμα κατέρριψαν δε τους ισχυρισμούς του προέδρου Πούτιν ότι διεξάγει μια «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» και όχι έναν πόλεμο εναντίον αμάχων. Και όλα αυτά ενώ εξακολουθεί να πλανάται η απειλή για χρήση πυρηνικών από τη Μόσχα. Τι μέλλει γενέσθαι όμως στο πεδίο της μάχης; 

«Δεν ξέρουμε σε τι πλαίσιο θα μπορούσε να ενταχθεί η χρήση πυρηνικών, αλλά ξεκάθαρα μπορούμε να δούμε το πυρηνικό οπλοστάσιο του Πούτιν ως ένα είδος εγγυητή της μεγάλης δύναμης της Ρωσίας», δηλώνει στην «Κ», ο Άντον Τρογιανόφσκι, επικεφαλής του γραφείου της Μόσχας για τους New York Times.

Ο Άντον Τρογιανόφσκι βρέθηκε αρχικά στη Μόσχα το 2018 ως ανταποκριτής της Washington Post και τον επόμενο χρόνο εντάχθηκε στους Times. Έχει καλύψει θέματα γύρω από την πολιτική, τον πόλεμο, τον πολιτισμό και το περιβάλλον στον μετασοβιετικό χώρο. Το άρθρο του για το λιώσιμο των πάγων στη Ρωσία ήταν μέρος της σειράς της Post που κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ επεξηγηματικού ρεπορτάζ το 2020.

Με αφορμή τη συμμετοχή του στη διεθνή εβδομάδα δημοσιογραφίας του iMEdD είχαμε την ευκαιρία να τον συναντήσουμε και να συζητήσουμε για τις δυσκολίες του επαγγέλματος εν καιρώ πολέμου, το εάν και κατά πόσο οι Ρώσοι πολίτες πληροφορούνται τα γεγονότα όπως ακριβώς συμβαίνουν αλλά και για το αποτύπωμα των κινήσεων Πούτιν στην καθημερινότητα του κόσμου.  

-Πώς είναι να εργάζεται κανείς ως δημοσιογράφος στη Μόσχα σήμερα;

Όπως πολλά δυτικά μέσα ενημέρωσης, έτσι και οι NYT πήραμε τον Μάρτιο την απόφαση να αναστείλουμε τη λειτουργία του γραφείου μας στη Μόσχα, εξαιτίας του νόμου που πέρασε στις αρχές Μαρτίου και ο οποίος ουσιαστικά  «ποινικοποιούσε» την ανεξάρτητη καταγραφή γεγονότων σχετικά με τον πόλεμο. Είχαμε εκδώσει μια ανακοίνωση ότι εγκαταλείπουμε τη Ρωσία, αρχικά δημιουργήσαμε έναν κόμβο εργασίας στην Κωνσταντινούπολη, όπου μετακόμισαν κάποια άτομα από το προσωπικό που ήταν στη Μόσχα. Ουσιαστικά καλύπτουμε τον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά ευρισκόμενοι εκτός συνόρων. Δεν έχω πάει στη Ρωσία από τον Μάρτιο, μια συνάδελφος επέστρεψε τον Σεπτέμβριο και επαναξιολογούμε διαρκώς τον τρόπο που καλύπτουμε τα γεγονότα, ώστε να παραμείνουμε πιστοί στις δημοσιογραφικές μας αξίες και να καταφέρουμε να υπηρετήσουμε τους αναγνώστες μας διατηρώντας ταυτόχρονα ασφαλείς τους δημοσιογράφους μας. Τώρα βρισκόμαστε στο Βερολίνο. Αλλά και πάλι ο στόχος μας είναι να κάνουμε ρεπορτάζ από τη Ρωσία, οι NYT είχαν μια παρουσία 100 ετών στη χώρα, αλλά  προφανώς αυτό δεν είναι εφικτό υπό την απειλή αυτού του νόμου. Συνεπώς, εξετάζουμε πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό.

-Επομένως, πώς μπορείτε να κάνετε τη δουλειά σας με αξιοπιστία, πώς εξακριβώνετε τις πληροφορίες σας;

Ειλικρινά, ισχύει ό,τι και για τους δημοσιογράφους οπουδήποτε στον κόσμο. Χρειάζεται να έχεις όσο το δυνατόν περισσότερες πηγές, όταν έχεις μια πληροφορία ότι το τάδε μπορεί να συμβαίνει, κάνεις όσα περισσότερα τηλέφωνα μπορείς για να εξακριβώσεις εάν αυτό ισχύει ή όχι. Η ουσία είναι ότι ο κόσμος θέλει να ακουστούν οι ιστορίες του και η δουλειά σου ως ξένος ανταποκριτής είναι να τους ακούσεις και να μεταφέρεις στους αναγνώστες αυτά που θα σου πουν με ενσυναίσθηση και αυτό συνεχίζουμε να κάνουμε. Το πρόβλημα είναι ότι σε αυτή τη φάση δεν μπορώ να συναντήσω κόσμο και η δουλειά γίνεται από το τηλέφωνο. Δεν είναι το ιδανικό αλλά αυτό οφείλουμε να κάνουμε. 

-Η καταστολή ελευθεριών δημοσιογράφων ασφαλώς δεν είναι κάτι καινούργιο… 

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν άρχισε να καταστέλλει τις ελευθερίες τα πρώτα χρόνια αφότου ανήλθε στην εξουσία στις αρχές του 2000 αλλά αυτό αφορούσε κυρίως Ρώσους δημοσιογράφους που εργάζονται στη Ρωσία για ένα ρωσικό κοινό. Στην πλειοψηφία οι ξένοι δημοσιογράφοι δεν είχαμε βρεθεί στο στόχαστρο και είχαμε τη δυνατότητα να εργαζόμαστε απρόσκοπτα. Μπορούσαμε να πάμε όπου θέλαμε και σπάνια άκουγες για επίσημες κυρώσεις πόσο μάλλον για τη δίωξη δημοσιογράφων επειδή έγραψαν μια ιστορία που δεν άρεσε στην κυβέρνηση. Πριν από τον πόλεμο, οι NYT είχαν στη Μόσχα ένα γραφείο με έναν επικεφαλής, δύο ανταποκριτές, ρεπόρτερ, ορισμένους ερευνητές, πολλές ευρωπαϊκές και αμερικανικές εφημερίδες είχαν βάση εκεί. Αυτό όμως άλλαξε με τον πόλεμο και τον νέο νόμο. Δημιουργήθηκε αυτό το συναίσθημα ότι οι ελευθερίες των δυτικών μέσων ενημέρωσης απειλούνται στη Ρωσία και για αυτό προσπαθούμε τώρα να βρούμε μια λύση. 

-Τι μεταδίδουν τα κρατικά μέσα ενημέρωσης; Γνωρίζει ο κόσμος τα γεγονότα στην πραγματική τους διάσταση;

Μία από τις ερωτήσεις ασφαλώς είναι πώς τα ρωσικά μέσα ενημέρωσης καλύπτουν τα γεγονότα, τι μαθαίνουν οι Ρώσοι. Παρακολουθούσα τις προάλλες τις ειδήσεις στην κρατική τηλεόραση και τα πιο πρόσφατα πολλαπλά χτυπήματα στην Ουκρανία ήταν η κύρια είδηση της ημέρας. Πιστεύω ότι υπάρχουν πολλά ρωσικά “γεράκια”, υποστηρικτές του πολέμου που λένε “γιατί δεν χτυπάμε πιο δυνατά την Ουκρανία, γιατί δεν γινόμαστε πιο επιθετικοί” και η πρόσφατη έκρηξη στη γέφυρα της Κριμαίας έφερε αυτή την πίεση σε άλλο επίπεδο. Αυτό που βλέπουμε λοιπόν είναι ότι το Κρεμλίνο θέλει οι Ρώσοι πολίτες να δουν ότι η Ουκρανία χτυπήθηκε με αυτό τον τρόπο σήμερα (σ.σ. η συνέντευξη πραγματοποιήθηκε την ημέρα των πολλαπλών επιθέσεων της Μόσχας ως αντίποινα στην έκρηξη της γέφυρας του Κερτς). Στην αρχή έκρυβαν από τους πολίτες την ένταση του πολέμου. Μέχρι πρόσφατα έλεγαν ότι χτυπούν μόνο στρατιωτικούς στόχους στην Ουκρανία, αλλά τώρα παραδέχονται ότι επιτίθενται και σε πολιτικούς στόχους. 

-Είναι αυτός ένας τρόπος για τη Μόσχα να δείξει ότι ακόμα παραμένει «ζωντανή» στο πεδίο της μάχης;

Οι επιθέσεις αποτελούν μια απάντηση εν μέρει στην εσωτερική πολιτική κατάσταση στη Ρωσία, μια απάντηση στις κραυγές προς τον Πούτιν να επιτεθεί σφοδρότερα και ένα μήνυμα στη Δύση ότι η Ρωσία δεν θα υποχωρήσει και θα συνεχίσει την κλιμάκωση. 

-Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι απειλές Πούτιν για χρήση πυρηνικών;

Ο Πούτιν δεν ντράπηκε να προχωρήσει στην πυρηνική απειλή. Δεν γνωρίζουμε τι θα τον οδηγούσε σε μια τέτοια ενέργεια. Πιστεύω όμως ότι οι επιθέσεις έχουν σαν στόχο να αλλάξουν και τη στρατιωτική κατάσταση προς όφελος των Ρώσων. Το ερώτημα πλέον είναι εάν παρά τις επιθέσεις αυτές η Ρωσία θα εξακολουθήσει να χάνει έδαφος και εάν η Ουκρανία θα συνεχίσει να έχει το πλεονέκτημα στην περιοχή της Χερσώνας και αλλού στη νότια και ανατολική Ουκρανία. Τότε, είναι αναμενόμενο να υπάρξει νέα κλιμάκωση από τον Πούτιν και ειλικρινά δεν ξέρουμε σε τι πλαίσιο θα μπορούσε να ενταχθεί η χρήση πυρηνικών, αλλά ξεκάθαρα μπορούμε να δούμε το πυρηνικό του οπλοστάσιο ως ένα είδος εγγυητή της μεγάλης δύναμης της Ρωσίας. Πιστεύω ότι οι απειλές αυτές θα γίνονται ολοένα και εντονότερες εάν η κατάσταση στο πεδίο της μάχης επιδεινωθεί για τη Μόσχα. 

-Η ζωή για τους πολίτες πώς είναι; Πόσο τους αγγίζουν οι κυρώσεις;

Νομίζω ότι ο κόσμος στη Ρωσία έχει θορυβηθεί εξαιτίας της ρητορικής Πούτιν αλλά και της πρόσφατης μερικής επιστράτευσης. Και αυτό αποτυπώνεται και στις δημοσκοπήσεις. Οι πολίτες ανησυχούν, δεν ξέρουν τι τους περιμένει και για αυτό είδαμε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να φεύγουν από τη χώρα. Όσο για τις κυρώσεις έχουν επιπτώσεις κυρίως στη μεσαία τάξη, η οποία δεν μπορεί να ταξιδέψει ή να αποκτήσει κάποια δυτικά προϊόντα όπως παλιά, αλλά νομίζω ότι για την πλειοψηφία των Ρώσων δεν έχουν αλλάξει πολλά μετά την έναρξη του πολέμου. Οποιαδήποτε αλλαγή ήταν αρκετά σταδιακή και για αυτό η μερική επιστράτευση ήταν τόσο σημαντική. Γιατί ήταν πραγματικά η στιγμή που ο πόλεμος μπήκε στο σπίτι τόσων Ρώσων. 

 

 

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή