Λίγα εικοσιτετράωρα μετά την ολοκλήρωση του 20ού συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, που εδραίωσε τον Σι Τζινπίνγκ ως τον ισχυρότερο ηγέτη της χώρας μετά τον Μάο Τσετούνγκ, ο Κινέζος πρόεδρος έτεινε κλάδο ελαίας προς τον Αμερικανό ομόλογό του Τζο Μπάιντεν. «Η Κίνα είναι διατεθειμένη να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ για την εξεύρεση τρόπων συμπόρευσης προς όφελος και των δύο χωρών», τόνισε ο Σι σε μήνυμά του σε εκδήλωση της εθνικής επιτροπής για τις σχέσεις μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του πλανήτη. «Ως μεγάλες δυνάμεις, ΗΠΑ και Κίνα οφείλουν να ενισχύσουν την επικοινωνία και τη συνεργασία τους για να συμβάλουν στη σταθερότητα στον κόσμο», προσέθεσε ο Κινέζος ηγέτης, όπως μετέδωσε η κρατική τηλεόραση.
Οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών γνώρισαν περίοδο μεγάλων εντάσεων τον Αύγουστο με αφορμή την επίσκεψη της Νάνσι Πελόζι, προέδρου της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, στην Ταϊβάν, η οποία θεωρείται αποσχισθείσα κινεζική νήσος από το Πεκίνο. Το χθεσινό μήνυμα του Σι ερμηνεύεται ως προσπάθεια να πέσουν οι τόνοι της αντιπαράθεσης, παρά τον εμπορικό πόλεμο που κήρυξε στην Κίνα η κυβέρνηση Τραμπ και συνεχίζει η κυβέρνηση Μπάιντεν, ιδίως στους τομείς της υψηλής τεχνολογίας. Στην ίδια κατεύθυνση με τον Σι βρισκόταν η τοποθέτηση του Ταν Κεφέι, εκπροσώπου Τύπου του υπουργείου Αμυνας, ο οποίος δήλωσε ότι η χώρα του αποδίδει μεγάλη σημασία στις στρατιωτικές σχέσεις της με τις ΗΠΑ και επιθυμεί την εντατικότερη επικοινωνία μεταξύ των δύο χωρών σε αυτό το επίπεδο, σπεύδοντας ωστόσο να σημειώσει ότι οι «κόκκινες γραμμές» πρέπει να γίνονται σεβαστές. Προηγουμένως, ο Τζο Μπάιντεν είχε στείλει το δικό του, κατευναστικό μήνυμα προς το Πεκίνο. «Δεν επιδιώκουμε τη σύγκρουση μαζί τους και ο Σι Τζινπίνγκ το γνωρίζει», δήλωσε ο Αμερικανός πρόεδρος σε συνάντηση με κορυφαίους στρατιωτικούς συμβούλους του. Ωστόσο ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν έκρινε πως η Κίνα απορρίπτει το εδραιωμένο εδώ και δεκαετίες status quo στην Ταϊβάν και εξέφρασε ανησυχία γιατί, κατά την εκτίμησή του, το Πεκίνο «θέλει να επιταχύνει» τη διαδικασία της επανένωσης με τη νήσο. Οι κινεζικές πιέσεις προς την Ταϊβάν «πρέπει να ανησυχήσουν όχι μόνον τις ΗΠΑ, αλλά και τις χώρες της περιοχής και του κόσμου ολόκληρου», υποστήριξε ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, υπενθυμίζοντας το τεράστιο ειδικό βάρος της νήσου στην παραγωγή ημιαγωγών και τις «πολύ σοβαρές επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία» σε περίπτωση διακοπής αυτής της παραγωγής.
Η Ρωσία για την Ταϊβάν
Στο θέμα της Ταϊβάν αναφέρθηκε και ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν, ο Ιγκόρ Σετσίν, πρόεδρος του πετρελαϊκού μεγαθηρίου Rosneft. Μιλώντας σε διεθνές οικονομικό φόρουμ, στο Μπακού του Αζερμπαϊτζάν, ο Σετσίν έπλεξε το εγκώμιο της κινεζικής ηγεσίας υπό τον Σι και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι η Ταϊβάν θα επιστρέψει, στο ορατό μέλλον, στο «φυσικό της λιμάνι», την Κίνα. Μάλιστα, ο Σετσίν επικαλέστηκε τις εντατικές προσπάθειες της κυβέρνησης Μπάιντεν να δημιουργήσει εθνική βιομηχανία παραγωγής ημιαγωγών ως ένδειξη που υποδηλώνει ότι η επιστροφή της Ταϊβάν στην Κίνα θεωρείται αναπόδραστη από τους Αμερικανούς.