Ελ Σαλβαδόρ: Ο άγριος εμφύλιος πόλεμος

Ελ Σαλβαδόρ: Ο άγριος εμφύλιος πόλεμος

Διαπλοκή τοπικών και διεθνών εντάσεων

7' 29" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Στα τέλη του 1979 κλιμακώθηκε η βία που εξαρχής χαρακτήριζε την πολιτική ζωή του μικρού κεντροαμερικανικού κράτους του Ελ Σαλβαδόρ, με αποτέλεσμα η χώρα να οδηγηθεί σε έναν μακρύ εμφύλιο πόλεμο, ο οποίος άφησε πίσω του πάνω από 75.000 θανάτους, έναν μακρύ κατάλογο αγνοουμένων πολιτών, χιλιάδες εκτοπισμένες οικογένειες καθώς και μια κουλτούρα βίας και εγκληματικότητας που μαστίζει ακόμη την κοινωνία. Παρόλο που ο εμφύλιος πόλεμος δεν κηρύχθηκε ποτέ επισήμως, η αρχή του τοποθετείται στα έτη 1979-1980, όταν ξεκίνησαν οι ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα στον εθνικό στρατό και παραστρατιωτικές οργανώσεις, από τη μία πλευρά, και στα λαϊκά ανταρτικά κινήματα, από την άλλη.

Ελ Σαλβαδόρ: Ο άγριος εμφύλιος πόλεμος-1
Σαν Σαλβαδόρ, 22.10.1979. Διαδηλωτές τρέχουν να σωθούν από τα πυρά ενόπλων που βρίσκονται στις ταράτσες των κτιρίων. Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Μια μακρά ιστορία βίας και αυταρχισμού

Το Ελ Σαλβαδόρ έγινε μία από τις ψηφίδες του κατακερματισμένου πολιτικού τοπίου που σχηματίστηκε στην Κεντρική Αμερική μετά την ανεξαρτησία από την Ισπανική Αυτοκρατορία το 1821 και τη διάλυση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Κεντρικής Αμερικής το 1839. Εκτοτε, το κράτος του Ελ Σαλβαδόρ δοκιμάστηκε από αλλεπάλληλες συγκρούσεις ανάμεσα στις παρατάξεις των Φιλελευθέρων και των Συντηρητικών. Η επικράτηση των πρώτων το 1871 άνοιξε τον δρόμο στη μονοκαλλιέργεια του καφέ και στην κυριαρχία μιας ολιγαρχίας γαιοκτημόνων, που συνέδεσαν την εξουσία τους με τις εξαγωγές του συγκεκριμένου προϊόντος. Η επέκταση των φυτειών στηρίχθηκε σε μια σειρά μεταρρυθμίσεων, που μεταξύ άλλων επέβαλαν την κατάργηση των κοινοτικών γαιών των ιθαγενών αγροτικών πληθυσμών, οδηγώντας έτσι στην απελευθέρωση της αγοράς της γης και στη συγκέντρωση της έγγειας ιδιοκτησίας σε λίγα χέρια. Η ανισότητα και η κοινωνική δυσαρέσκεια που προήλθαν από αυτή τη διαδικασία θεωρούνται από τις βαθιές αιτίες του εμφυλίου πολέμου της δεκαετίας του 1980.

Σταθμός στη μακρά πορεία προς τον εμφύλιο πόλεμο υπήρξε η αγροτική εξέγερση του 1932, που κατέληξε στη μαζική σφαγή ενός απροσδιόριστου αριθμού αγροτών, κυρίως ιθαγενών, που εκτιμάται ανάμεσα στις 15.000 και τις 30.000. Η άγρια καταστολή της εξέγερσης διατάχθηκε από τον στρατηγό Ερνάντες Μαρτίνες, ο οποίος είχε αναλάβει την εξουσία το 1931 με πραξικόπημα, ανοίγοντας τον δρόμο σε μια σειρά από στρατιωτικές κυβερνήσεις, που θα διατηρούσαν την εξουσία μέχρι το 1979.

Καθοριστικό ρόλο στην εξέγερση του 1932 διαδραμάτισε ο Φαραμπούντο Μαρτί, ηγετικό στέλεχος του Κομμουνιστικού Κόμματος του Ελ Σαλβαδόρ, από τον οποίο θα ονομαζόταν το μετέπειτα επαναστατικό Μέτωπο που θα πρωταγωνιστούσε στον εμφύλιο πόλεμο της δεκαετίας του 1980. Ο Φαραμπούντο Μαρτί (1893-1932) ασπάστηκε από φοιτητής τον μαρξισμό και πέρασε χρόνια στην εξορία σε χώρες της Κεντρικής Αμερικής, στην Κούβα και τις ΗΠΑ όπου δραστηριοποιήθηκε σε διεθνείς κομμουνιστικές οργανώσεις. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920 υπήρξε στενός συνεργάτης του Σαντίνο, του μεγάλου λαϊκού ήρωα της Νικαράγουας. Για τον πρωταγωνιστικό ρόλο του στην οργάνωση της αγροτικής εξέγερσης του 1932 ο Φαραμπούντο Μαρτί εκτελέστηκε, και έγινε έτσι μάρτυρας για ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας του Ελ Σαλβαδόρ.

Ελ Σαλβαδόρ: Ο άγριος εμφύλιος πόλεμος-2
Η «Κ» προβάλλει την καταγγελία των επισκόπων του Ελ Σαλβαδόρ ότι η χούντα ευθύνεται για τα επεισόδια στην κηδεία του αρχιεπισκόπου Οσκαρ Ρομέρο Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Ελ Σαλβαδόρ: Ο άγριος εμφύλιος πόλεμος-3
Ο αρχιεπίσκοπος Οσκαρ Ρομέρο, ο οποίος δολοφονήθηκε ενώ ιερουργούσε, στις 24.3.1980 Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Απαγωγές, δολοφονίες και μαζικές εκτελέσεις

Κατά τη δεκαετία του 1970 το Ελ Σαλβαδόρ έμοιαζε με καζάνι έτοιμο να εκραγεί. Οι στρατιωτικές κυβερνήσεις εφάρμοζαν άγρια καταστολή κάθε μορφής διαμαρτυρίας, ενώ παράλληλα συστάθηκαν παραστρατιωτικές οργανώσεις που προχωρούσαν σε δολοφονίες και εξαφανίσεις αντιφρονούντων από διάφορους κοινωνικούς χώρους. Οι όποιες απόπειρες ανατροπής των στρατιωτικών κυβερνήσεων ή επιστροφής στη δημοκρατική θεσμικότητα κατέληξαν σε αποτυχία, γεγονός που συντέλεσε στη ριζοσπαστικοποίηση της κοινωνίας.

Σε αυτό το κλίμα και ενώ τα αντάρτικα κινήματα πολλαπλασιάζονταν σε όλη τη Λατινική Αμερική, ένα σημαντικό μέρος της κοινωνίας αποδέχθηκε την ένοπλη δράση ως μοναδικό δρόμο. Το 1970 σχηματίστηκε η πρώτη αντάρτικη οργάνωση, οι Λαϊκές Απελευθερωτικές Δυνάμεις (FPL), που αναζήτησε την κοινωνική της βάση στις αγροτικές κοινότητες. Αλλες  οργανώσεις, που συνδύαζαν ιδεολογικά τον μαρξισμό με άλλες θεωρητικές αφετηρίες, όπως τη Θεολογία της Απελευθέρωσης και τον Γκεβαρισμό, ξεπήδησαν σταδιακά μέσα από πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, το φοιτητικό κίνημα και συνδικαλιστικές οργανώσεις.

Τον Φεβρουάριο του 1971 η αντάρτικη οργάνωση «Ομάδα» απήγαγε και δολοφόνησε τον επιχειρηματία Ρεγαλάδο Ντουένιας, εγκαινιάζοντας μια σειρά από απαγωγές και δολοφονίες επιχειρηματιών και κρατικών αξιωματούχων, στις οποίες θα προχωρούσαν οι αντάρτικες οργανώσεις ως πολιτικά αντίποινα, αλλά και προκειμένου να εξασφαλίσουν τη χρηματοδότησή τους.

Παρά τις διαφωνίες τους σε θέματα στρατηγικής, τα διάφορα αντάρτικα κινήματα κατάφεραν να σχηματίσουν ένα ενιαίο Μέτωπο. Στις 10 Οκτωβρίου 1980 οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις Λαϊκές Απελευθερωτικές Δυνάμεις (FPL), τον Λαϊκό Επαναστατικό Στρατό (ERP) και τις ένοπλες πτέρυγες του Κομμουνιστικού Κόμματος, του Επαναστατικού Κόμματος των Κεντροαμερικανών Εργατών και του κινήματος Εθνική Αντίσταση (RN),  οδήγησαν στη συγκρότηση του Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου Φαραμπούντο Μαρτί (FMLN), που θα πρωταγωνιστούσε στον εμφύλιο πόλεμο του Ελ Σαλβαδόρ.
Λόγω του ότι η έναρξη του πολέμου δεν κηρύχθηκε επίσημα, υπάρχουν διάφορες ημερομηνίες που εκλαμβάνονται ως αφετηρία του. Κατά μία άποψη, ο πόλεμος δεν ξεκίνησε ουσιαστικά παρά μόνον μετά τη δολοφονία, στις 24 Μαρτίου 1980, του αρχιεπισκόπου του Ελ Σαλβαδόρ Οσκαρ Ρομέρο ενώ ιερουργούσε. Ο Ρομέρο, που έμεινε στην ιστορία ως «η φωνή των σιωπηλών», είχε ζητήσει επανειλημμένως από τη στρατιωτική κυβέρνηση την παύση της καταστολής. Οι διαμαρτυρίες του για τις δολοφονίες πολιτών και κληρικών που στήριζαν τους χωρικούς, του είχαν προσφέρει διεθνή αναγνώριση και βραβεύσεις για τη συμβολή του στην παγκόσμια ειρήνη.

Κατά μία άλλη άποψη, ο πόλεμος ξεκίνησε στις 10 Ιανουαρίου του 1981, όταν το Εθνικοαπελευθερωτικό Μέτωπο Φαραμπούντο Μαρτί ανήγγειλε μια γενικευμένη επίθεση με την οποία κατάφερε να ελέγξει ένα σημαντικό τμήμα της εθνικής επικράτειας. Σε κάθε περίπτωση, η πρώτη φάση του πολέμου, που κράτησε μέχρι το 1983, χαρακτηρίστηκε από συστηματική βία και την τρομοκράτηση όλης της κοινωνίας. Ο στρατός του Σαλβαδόρ, αντιμετωπίζοντας τους αγρότες ως τη βάση των αντάρτικων κινημάτων, οργάνωσε σειρά αντεπαναστατικών επιχειρήσεων, που προχώρησαν στην εξάλειψη ολόκληρων οικισμών και σε μαζικές εκτελέσεις άμαχου πληθυσμού. Η πιο γνωστή περίπτωση είναι η λεγόμενη «Σφαγή του Μοσότε» τον Δεκέμβριο του 1981 κατά την οποία περίπου 1.000 χωρικοί δολοφονήθηκαν από στρατιωτικές και παραστρατιωτικές δυνάμεις. Σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής Αλήθειας του ΟΗΕ,  τα παραστρατιωτικά «Τάγματα του θανάτου» που δρούσαν ανεξέλεγκτα στην ύπαιθρο, δολοφόνησαν κατά τα πρώτα τρία χρόνια του πολέμου περίπου 35.000 αμάχους. Κατά τη δεύτερη φάση του, που διήρκεσε από το 1983 έως το 1987, ο πόλεμος επεκτάθηκε στα αστικά κέντρα αλλά ελέγχθηκε περισσότερο η δράση των παραστρατιωτικών οργανώσεων.

Ελ Σαλβαδόρ: Ο άγριος εμφύλιος πόλεμος-4
Ερευνα σε ομαδικό τάφο από τη σφαγή του Μοσότε μετά τη λήξη του εμφυλίου πολέμου, το 1992. Φωτ. ASSOCIATED PRESS

Οι ψυχροπολεμικές διαστάσεις της σύγκρουσης και η ειρήνευση χωρίς νέμεση

Από τις αρχές του 20ού αιώνα, η Κεντρική Αμερική προσδέθηκε στο πολιτικό και οικονομικό άρμα των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο άρχισε να παίζει ρόλο-κλειδί στο διαμερικανικό σύστημα. Υπό το πρίσμα του Ψυχρού Πολέμου, τις δεκαετίες του 1960 και του 1970 οι Ηνωμένες Πολιτείες ενίσχυσαν τις ένοπλες δυνάμεις των χωρών της Κεντρικής Αμερικής με γενναίες χρηματοδοτήσεις και με την παροχή σύγχρονου πολεμικού εξοπλισμού και εκπαίδευσης. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου του Ελ Σαλβαδόρ, οι ΗΠΑ τροφοδοτούσαν τον εθνικό στρατό με όπλα και ελικόπτερα για τις περιπολίες, ενώ φρόντισαν και για τη συγκρότηση επίλεκτων σωμάτων εξειδικευμένων στον αντεπαναστατικό πόλεμο. Ο Ρόναλντ Ρέιγκαν, ο οποίος ανέλαβε την προεδρία των ΗΠΑ τον Ιανουάριο του 1981, έδωσε έμφαση στο θέμα του Ελ Σαλβαδόρ και παρουσίαζε τη δράση του Μετώπου Φαραμπούντο Μαρτί ως απόδειξη της σοβιετικής διείσδυσης στη Λατινική Αμερική.

Από την άλλη πλευρά, ορισμένες πτέρυγες του Μετώπου και κυρίως το Κομμουνιστικό Κόμμα του Ελ Σαλβαδόρ διατηρούσαν στενές σχέσεις με τη Σοβιετική Ενωση. Στενές ήταν, βέβαια, οι σχέσεις του Μετώπου με την Κούβα, ιδίως σε θέματα χάραξης στρατηγικής, και περισσότερο με τη Νικαράγουα των Σαντινίστας, που κατέλαβαν την εξουσία το 1979. Από αυτές τις χώρες, η Νικαράγουα ήταν εκείνη που υποστήριξε με πιο ενεργό τρόπο το Εθνικοαπελευθερωτικό Μέτωπο του Ελ Σαλβαδόρ, προμηθεύοντάς το συστηματικά με πολεμικό εξοπλισμό, σοβιετικής κυρίως προέλευσης. Εξάλλου, πολλά μέλη των Σαντινίστας μετέβησαν στο Ελ Σαλβαδόρ προκειμένου να αγωνιστούν στις γραμμές του Μετώπου. Η αποστολή πολεμικού εξοπλισμού από τη Νικαράγουα σταμάτησε το 1982 μετά τις σχετικές καταγγελίες των ΗΠΑ από το βήμα του ΟΗΕ.

Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980, οι Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να παίζουν το χαρτί της επιστροφής στη δημοκρατική ομαλότητα του Ελ Σαλβαδόρ και της Γουατεμάλας προκειμένου να απομονωθεί η Νικαράγουα των Σαντινίστας. Τελικά, ο ΟΗΕ ανέλαβε κεντρικό ρόλο στην προώθηση σχεδίων για την αποκατάσταση της ειρήνης στην Κεντρική Αμερική. Στην περίπτωση του Ελ Σαλβαδόρ, ο εμφύλιος πόλεμος έληξε οριστικά στις 16 Ιανουαρίου του 1992, όταν υπεγράφησαν στην Πόλη του Μεξικού οι λεγόμενες Συμφωνίες του Τσαπουλτεπέκ. Οι συμφωνίες προέβλεπαν την αναδιοργάνωση των εθνικών ενόπλων δυνάμεων καθώς και τον αφοπλισμό των ανταρτών με εγγυήσεις για τη συμμετοχή τους στο πολιτικό σύστημα. Αποφασίστηκε επίσης η σύσταση μιας Επιτροπής Αλήθειας με στόχο τη διαλεύκανση της αλήθειας γύρω από τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ωστόσο, η ψήφιση ενός αμφιλεγόμενου νόμου για χορήγηση αμνηστίας δεν επέτρεψε την απόδοση δικαιοσύνης για τα φρικτά εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του δωδεκαετούς εμφυλίου πολέμου, ιδίως κατά την πρώτη, πιο αιματηρή, φάση του.
 
Η κ. Μαρία Δαμηλάκου είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου.

Επιμέλεια: Ευάνθης Χατζηβασιλείου

⇒ Ειδήσεις σήμερα

Ακολουθήστε το kathimerini.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο kathimerini.gr

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή