Ενας Κουβανός από το Ντιτρόιτ: Η ζωή του συγγραφέα Χάτσε Καρίγιο που χτίστηκε στα ψέματα

Ενας Κουβανός από το Ντιτρόιτ: Η ζωή του συγγραφέα Χάτσε Καρίγιο που χτίστηκε στα ψέματα

Πού αρχίζουν και πού τελειώνουν τα ψέματα και οι κατασκευασμένες, πολλαπλές ταυτότητες του Χερμάν Γκλεν Κάρολ, που έγινε Χάτσε Χερμάν Καρίγιο

14' 57" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Είναι 20 Απριλίου 2020. Ο Χάτσε Χερμάν Καρίγιο, φιλολογικό –και εντέλει υπαρξιακό– ψευδώνυμο του Χερμάν Γκλεν Κάρολ, πεθαίνει από επιπλοκές της Covid-19 σε νοσοκομείο της Ουάσιγκτον.

Ηταν 60 ετών, συγγραφέας και επίκουρος καθηγητής Αγγλικής Λογοτεχνίας στο Πανεπιστήμιο George Washington. Ζούσε τα τελευταία δέκα χρόνια με τον σύζυγό του –τον ολλανδικής καταγωγής Ντένις φαν Ενγκελσντορπ, εντομολόγο, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Μέριλαντ– στα προάστια της αμερικανικής πρωτεύουσας, σε ένα σπίτι του 1920 το οποίο είχε λειτουργήσει ως εκδοτήριο εισιτηρίων σιδηροδρομικού σταθμού. Είχε γράψει δύο βιβλία, το «Loosing my Espanish» (2004) και το «Twilight in Small Havanas» (2010). Είχε χρηματίσει πρόεδρος του Pen/Faulkner Foundation.

Και κάπου εδώ ολοκληρώνονται οι αλήθειες.

Διότι ο Καρίγιο ήταν ο άνθρωπος με τα πολλά πρόσωπα. Εκείνος που έλεγε ψέματα για το καθετί από μικρός και εκρήγνυτο όταν τον έκαναν τσακωτό. Εκείνος που ήθελε να σβήσει την οικογενειακή του παράδοση λέγοντας ότι είναι κουβανικής καταγωγής, ενώ δεν είχε καμία καταγωγική σχέση με οποιαδήποτε χώρα πλην των ΗΠΑ. Εκείνος που άλλαζε τα ονόματα των πάντων: καταρχάς το δικό του, αλλά και της οικογένειάς του όταν τους ευχαριστούσε στα βιβλία του. Εκείνος που έπαιρνε πτυχία και τελικά δεν έπαιρνε· που έκανε δουλειές που τελικά δεν έκανε.

Μία ζωή διπλή, τριπλή, τετραπλή – ο Καρίγιο, σε κάθε άνθρωπο που γνώριζε, φίλο ή σύντροφο, έλεγε και μια διαφορετική ιστορία, ακόμα και για το τι τρώει.

Πλαστοπροσωπία με… παρελθόν

Αλλά δεν ήταν η μοναδική περίπτωση. Το 1991 ο ποιητικός κόσμος της Αμερικής βρέθηκε ενώπιον ποιημάτων που υπέγραφε κάποιος Αράκι Γιασουσάντα, αποθανών Ιάπωνας ποιητής, επιζήσας της Χιροσίμα. Τα σημειωματάριά που, υποτίθεται, είχε ανακαλύψει ο γιος του, αποκάλυπταν ένα διαμάντι του ποιητικού λόγου. Ο Αράκι Γιασουσάντα, όμως, δεν υπήρξε ποτέ. Οι περισσότερες πληροφορίες θέλουν να είναι κατασκευή του Κεντ Τζόνσον, καθηγητή στο Highland Community College του Ιλινόις.

Το 2000 έκανε την εμφάνισή του ένα μυθιστόρημα με τίτλο «Sarah». Το υπέγραφε κάποιος JT Leroy, που αμέσως η κριτική τον παρομοίασε με τον Ουίλιαμ Μπάροουζ. Αποδείχθηκε αργότερα ότι ήταν κατασκευασμένη περσόνα της Λόρα Αλμπερτ, την οποία στην πραγματική ζωή υποδυόταν η Σαβάνα Κνουπ –αδελφή του συντρόφου της Λόρα Αλμπερτ–, η οποία, όπως λέει το Rolling Stone, εμφανιζόταν σε κόκκινα χαλιά, συναναστρεφόμενη την Κόρτνεϊ Λοβ και τον Γκας βαν Σαντ.

Και η αποκάλυψη της αληθινής ζωής του Καρίγιο συμπαρέσυρε και ακόμα μία καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο George Washington όπου δίδασκε: στις 3 Σεπτεμβρίου 2020, η Τζέσικα Κρουγκ, ιστορικός και καθηγήτρια Αφρικανικών Σπουδών, δημοσίευσε στο Medium ένα κείμενο στο οποίο ανέφερε ότι για πολύ καιρό είχε υιοθετήσει μαύρη καταγωγή –σε διάφορες εκφάνσεις– που δεν είχε κανένα δικαίωμα να κάνει.

Ενας Κουβανός απ’ το Ντιτρόιτ

Ο Χερμάν Γκλεν Κάρολ γεννήθηκε το 1960 στο Ντιτρόιτ από Αφροαμερικανούς γονείς, δασκάλους στο επάγγελμα, που είχαν γεννηθεί στο Μίσιγκαν. Ο ίδιος έλεγε ότι είχε γεννηθεί στο Σαντιάγο ντε Κούμπα, αλλά το 1960 δεν το είχε αλλάξει. Ισχυριζόταν, μεταξύ δεκάδων διαφορετικών ιστοριών, ότι είχαν φτάσει οικογενειακώς στις ΗΠΑ, αποδρώντας από την Κούβα και κατευθυνόμενοι στην Ισπανία. Ελεγε ότι, μικρός, ήταν κάτι σαν παιδί-θαύμα στο πιάνο και διακήρυττε ότι ο πατέρας του ήταν διάσημος – όταν δεν ήταν, ας πούμε, έμπορος περσικών χαλιών. Οι πληροφορίες θέλουν να είχε μάθει φλάουτο σε τόσο μικρό διάστημα, που έκανε μία από τις αδελφές του να παρατήσει το μουσικό όργανο που χρόνια προσπαθούσε να μάθει.

Μπορεί βέβαια από μικρό να τον ενδιέφερε περισσότερο η σεξουαλική του ταυτότητα παρά η φυλετική, ωστόσο πάνω στη δεύτερη έχτισε το μεγαλύτερο ψέμα του. Ο παιδικός του φίλος Φίλιπ Μπράιαν Χάρπερ, μάλιστα, έδωσε μια εξήγηση στον New Yorker: «Ημασταν μαύρα παιδιά σε μια πόλη (σ.σ.: Ντιτρόιτ) μαύρη στην πλειονότητά της. Δεν χρειαζόταν να κουβεντιάζουμε αυτό το ζήτημα».

Χαρισματικός φίλος

«Ηταν χαρισματικός και σε έκανε να αισθάνεσαι ο μοναδικός άνθρωπος στον κόσμο», είπε στο Rolling Stone συμμαθήτρια και φίλη του, όπου, παρέα με άλλους, έβλεπαν ταινίες, διάβαζαν βιβλία, επισκέπτονταν εκθέσεις στο Ντιτρόιτ.

Ο παιδικός του φίλος, Φίλιπ Μπράιαν Χάρπερ, είπε στο ίδιο περιοδικό ότι πίστευε ότι ήταν το πιο συναρπαστικό άτομο που είχε γνωρίσει ποτέ και ανυπομονούσε να τον παρουσιάσει στους γονείς του. Ο πατέρας του Χάρπερ, όμως, δεν φαίνεται να είχε την ίδια άποψη. Αφού ο Καρίγιο –Κάρολ, εννοείται, ακόμη– τους επισκέφθηκε για δείπνο, ο πατέρας του Χάρπερ γύρισε στον γιο του και του είπε: «Αυτό το αγόρι προφανώς έχει ομοφυλοφιλικές τάσεις. Και δεν θέλω να κάνεις παρέα μαζί του». Αργότερα ο Καρίγιο το παραδέχθηκε όταν ο Χάρπερ τού είχε μεταφέρει τα λόγια του πατέρα του.

Οσο μεγάλωνε, μεγάλωναν και τα ψέματά του. Μια μέρα, ο Καρίγιο, λέγοντας μια ιστορία σε συμμαθητές του, έπεσε σε αντιφάσεις. «Ενιωσα σωματική αηδία», αφηγείται ο φίλος του, Χάρπερ. «Το μόνο που μπορούσα να σκεφτώ ήταν: “Αν ο Χερμάν λέει ψέματα γι’ αυτό το πράγμα, το οποίο δεν είναι καν κάτι που αξίζει να λέει ψέματα, τότε θα μπορούσε να λέει ψέματα για οτιδήποτε”».

Σχεδόν ουδείς συμμαθητής ή παιδικός του φίλος συνέχισε να του μιλά μετά το πέρας του σχολείου. Εξάλλου, αν τολμούσε οποιοσδήποτε να υψώσει ανάστημα και να του επισημάνει ότι αυτά που λέει είναι ψέματα, γινόταν εκδικητικός και έβαζε τις φωνές. Οι περισσότεροι, ήδη από μικρή ηλικία, είχαν πάψει να πιστεύουν όσα έλεγε· ακόμα και οι γονείς του έκαναν τα στραβά μάτια. Μάλιστα, η αδελφή του, Σούζαν, είπε στον New Yorker ότι «ήταν απλώς ιδιαίτερος χαρακτήρας».

Χτίζοντας τα ψέματα

Ο πρώτος του σύντροφος, ονόματι Κεν ΜακΡούερ, με τον οποίον είχαν συγκατοικήσει, πάλι στο Ντιτρόιτ, όταν ο Καρίγιο έγινε 18 ετών, μεταξύ των ψεμάτων που αποκάλυψε ότι έλεγε ο Καρίγιο ήταν και ότι τον λήστεψαν απειλώντας τον με μαχαίρι, σε ένα ταξίδι τους στη Νέα Υόρκη. Ταυτόχρονα, στον σύντροφο και στους φίλους τους έλεγε ότι, πέραν της εργασίας του στην εστίαση, ήταν part-time φοιτητής στο University of Detroit Mercy, αλλά ουδείς είχε δει βιβλία και σημειώσεις.

Η σχέση τους άντεξε έναν χρόνο, αλλά η μοίρα παίζει πολλά παιχνίδια: στο Πανεπιστήμιο George Washington, στα τελευταία χρόνια της ζωής του, συνάδελφός του καθηγητής ήταν ο ανιψιός του πρώτου του συντρόφου, Ρόμπερτ ΜακΡούερ, που είχε ήδη ακούσει πολλά για την περίπτωσή του.

Οπως έχει γράψει το Rolling Stone, ο Καρίγιο διατήρησε μια φήμη που άγγιζε τα όρια της μυθολογίας. Διηγείτο φανταστικές ιστορίες για τη ζωή του όπου στεκόταν κι όπου βρισκόταν. Για παράδειγμα, στους συναδέλφους του στο πανεπιστήμιο αφηγείτο τη διαφυγή από την Κούβα τη δεκαετία του 1960, μιλούσε για έναν σύντροφό του που είχαν ζήσει μαζί στο Μαρόκο, αλλά τον εγκατέλειψε για μια γυναίκα, και άλλες τέτοιες ευφάνταστες ιστορίες.

Αφήνοντας πίσω τον Κεν ΜακΡούερ, συγκατοίκησε με φίλη του, την περίοδο 1979-1981, που της έλεγε ψέματα μέχρι και για το τι έτρωγε για πρωινό, αλλά και ότι ήταν καθηγητής Μαθηματικών στο τεχνικό λύκειο Cass, το οποίο είχε τελειώσει ο ίδιος. Ωστόσο, οι δυο τους πολλές φορές υιοθετούσαν alter egos όταν διασκέδαζαν και γνώριζαν άλλα άτομα.

Ενα απόγευμα, όμως, χτύπησε το τηλέφωνο, στο οποίο απάντησε η συγκάτοικός του. Τον ζητούσε ένας παιδικός του φίλος, αλλά εκείνος έλειπε. «Λυπάμαι πολύ που έχασες το πάρτι αποφοίτησής του, περάσαμε τόσο καλά», της είπε ο συνομιλητής της εννοώντας κάποιο πάρτι αποφοίτησης του Καρίγιο από… οδοντιατρική σχολή. Εκείνη, σοκαρισμένη, αντέδρασε, κάτι που προφανώς έμαθε ο Καρίγιο και άρχισε σιγά-σιγά να απομακρύνεται και να αντιδρά σπασμωδικά κάθε φορά που τον πλησίαζε για να του μιλήσει.

Αργότερα, το 1986, γνώρισε τον αρχιτέκτονα και σχεδιαστή επίπλων Ντέιβιντ Χέρτσφελντ, τον οποίο είχε επίσης φλομώσει στο ψέμα, αλλά, όπως λέει ο New Yorker, του ήταν πιστός. Ο Χέρτσφελντ, που πάλευε να κατακτήσει την «τιμή της εμπιστοσύνης» του Καρίγιο, δυστυχώς πέθανε από AIDS το 1988· ο Καρίγιο τού είχε σταθεί μέχρι την τελευταία του στιγμή, με την αδελφή του Χέρτσφελντ να επιβεβαιώνει ότι δεν έλειψε από δίπλα του ούτε στιγμή.

Σε αυτό τον σύντροφο έλεγε ότι καλύπτει αθλητικό ρεπορτάζ για εφημερίδα του Ντιτρόιτ. Σε έναν επόμενο, ονόματι Ντέιβιντ Μούναρ, που είχαν γνωριστεί το 1993, έλεγε ότι ήταν συνεργάτης του New Yorker και ότι είχε παιδί με μία Γαλλίδα.

Το ψέμα με το παιδί είχε πάρει και άλλες διαστάσεις τα επόμενα χρόνια. Είχε αναφέρει κάποτε στους γονείς του ότι ήταν ένα βήμα προ της υιοθεσίας ενός επτάχρονου αγοριού ονόματι Γκιγιέρμο. Η μητέρα του, δε, έστελνε στον μέλλοντα εγγονό της χριστουγεννιάτικα δώρα και κάρτες. Λίγο καιρό μετά, ο Καρίγιο ανακοίνωσε ότι απέτυχε η διαδικασία υιοθεσίας.

Φοιτητής, τελικά, στα 35

Βέβαια, για πρώτη φορά πήγε στο πανεπιστήμιο στα 35 του, το 1995 – πρόκειται για το DePaul University of Chicago, πόλη στην οποία έζησε για 11 χρόνια και στην οποία είχε καταφύγει για να ξεκινήσει την πολυπόθητη νέα σελίδα στη ζωή του και να γίνει συγγραφέας, παρότι δεν γνώριζε έως τότε τι ακριβώς ήθελε να πει διά της συγγραφής. 

«Απλώς παρασυρόμουν από την ισόβια γοητεία που μου ασκούσαν τα “πράγματα” και την επιρροή των βιβλίων», όπως ανέφερε συμπληρώνοντας το ερωτηματολόγιο των εκδόσεων Pantheon Books, όπου είχε εκδώσει το «Loosing My Espanish». Οι καθηγητές του έλεγαν ότι διάβαζε 50 φορές περισσότερο από οποιονδήποτε συμφοιτητή του.

Στο Σικάγο είχε έντονη σεξουαλική ζωή, δείχνοντας προτίμηση στους λευκούς άντρες. Οταν η μητέρα του τού το επεσήμανε, ο Καρίγιο απάντησε ότι δεν βρίσκει αυτό που ψάχνει στους μαύρους, παρότι ήταν πολύ ενεργός στο ακτιβιστικό κίνημα υπέρ των δικαιωμάτων των μαύρων. Αυτό που έψαχνε, εξ όσων συνάγεται, ήταν άντρες που του άνοιγαν τους πνευματικούς του ορίζοντες στη λογοτεχνία, τον πολιτισμό, την ομορφιά, την τέχνη.

Προτού εγγραφεί στο DePaul University of Chicago, δούλευε στα γραφεία της HBO στην ίδια πόλη. Ενώ έλεγε ότι επέβλεπε 2.000 υπαλλήλους, στην πραγματικότητα ήταν υπεύθυνος εκπαίδευσης λιγότερων από 100 υπαλλήλων στο τηλεφωνικό κέντρο της εταιρείας. Στους συναδέλφους του, μάλιστα, διατυμπάνιζε ότι ο πατέρας του ήταν έμπορος περσικών χαλιών και ο οποίος είχε το πάλαι ποτέ ξεγεννήσει μία γυναίκα την οποία είχε παρατήσει ο σύντροφός της στον δρόμο.

Ενας Κουβανός από το Ντιτρόιτ: Η ζωή του συγγραφέα Χάτσε Καρίγιο που χτίστηκε στα ψέματα-1

Κατά τα λοιπά, εγκατέλειψε την HBO υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Η αδελφή του λέει ότι τον απέλυσαν επειδή ανακάλυψαν ότι δεν είχε πτυχίο πανεπιστημίου, όπως είχε δηλώσει στο βιογραφικό του· ο ίδιος ισχυρίστηκε ότι αρνήθηκε τη μετάθεση που του είχαν προτείνει για τα γραφεία της Αλμπουκέρκης – όπου, σύμφωνα με πληροφορίες, δεν υπήρχαν γραφεία.

Στο πανεπιστήμιο ενεγράφη όταν, σε μια κρίση ειλικρίνειας, είχε πει στον τότε σύντροφό του, Σέιν Κόνερ, δικηγόρο στο επάγγελμα, ότι δεν έχει πτυχίο και εκείνος τον ώθησε –πιστεύοντας στις δυνατότητές του– να το κάνει έστω και όψιμα.

Το έκανε νιώθοντας ότι επιτέλους βλέπει το φως το αληθινό. Διάβαζε, έγραφε εργασίες που τύγχαναν αποδοχής, συμμετείχε –αποτελώντας φωτεινή εξαίρεση– σε εργαστήρια δημιουργικής γραφής, έχοντας ένα κεντρικό ερώτημα στο κεφάλι του: πόσο καθορίζει η φυλή ή η εθνικότητα το ποιος πρέπει να είσαι;

Σε αυτό συνέβαλε και η γνωριμία του με τη συμφοιτήτριά του Τίφανι Βίγια-Ιγκνάσιο, με την οποία συνεξέδιδαν το λογοτεχνικό περιοδικό της σχολής. Η Βίγια-Ιγκνάσιο, που είχε καταγωγή από τις Φιλιππίνες, ήθελε να αλλάξει όνομα για να απεμπολήσει την «αυτοκρατορική του κληρονομιά», όπως λέει ο New Yorker. Ο Καρίγιο, που τότε ήταν ακόμη Κάρολ, είπε ότι το δικό του πραγματικό όνομα είχε σβηστεί από την ιστορία και της ζήτησε να τον αποκαλεί Χερμάν, το οποίο αργότερα συντόμευσε σε Χάτσε – το γράμμα «H» στα ισπανικά. Εξάλλου, από μικρός είχε μία ιδιαίτερη κλίση στον λατινοαμερικανικό πολιτισμό.

Το 2000, παίρνοντας το πτυχίο, έφτασε η ώρα του διδακτορικού, αυτή τη φορά στο Πανεπιστήμιο Cornell. «Συγκέντρωνε τα φώτα γύρω του. Ηταν ξεκάθαρο ότι δεν ήταν αρχάριος, ήταν κάποιος που είχε όλα τα φόντα να διακριθεί», θυμάται καθηγητής του μιλώντας στο Rolling Stone.

Ηδη εκείνη την εποχή είχε γίνει… Κουβανός: τα ισπανικά του ήταν τέλεια, οι πολιτισμικές αναφορές του, το ντύσιμό του. Η Κούβα, μάλιστα, ήταν ό,τι έπρεπε για το ψέμα του. Ηταν χιλιάδες οι Κουβανοί που έκαναν μαζική έξοδο από τη χώρα και αυτό βόλευε πολύ την ιστορία του.

Κατά τη διάρκεια του διδακτορικού του, δε, ήταν τόσο καλός φοιτητής και συγγραφέας, που οι καθηγητές του τον είχαν ονομάσει… Προυστ του πανεπιστημίου. Η συνάδελφός του στο πανεπιστήμιο, Λίζα Πέιτζ, αφήνει να εννοηθεί ότι ασχολείτο τόσο με την κουβανική ταυτότητά του –αυτή, δηλαδή, που έχτιζε για χρόνια–, επειδή είχε την ανάγκη της αναγνώρισης.

Εντούτοις, όσοι γνώριζαν την κουβανική γλωσσική και πολιτισμική παράδοση αντιλαμβάνονταν εύκολα ότι ο Καρίγιο δεν «ήξερε τι έλεγε» όταν χρησιμοποιούσε λέξεις και εκφράσεις της νησιωτικής χώρας. Αλλωστε, όπως αποδείχθηκε αργότερα, ο Καρίγιο έγραφε ως Κουβανός για… μη Κουβανούς. Το 2003, όμως, λίγο προτού εκδώσει το «Loosing my Espanish», ήταν πλέον και επισήμως «Καρίγιο», έχοντας αλλάξει νομίμως ονοματεπώνυμο.

Αλλάζοντας τα ονόματα… των άλλων

Και δεν άλλαξε, ασφαλώς, μόνο το δικό του όνομα. Στις ευχαριστίες στο εν λόγω βιβλίο –που είχε πουλήσει περί τα 5.600 αντίτυπα–, αναφέρει, για παράδειγμα, τα αδέλφια του με παραλλαγμένα ονόματα: η Σούζαν έγινε «Σουζάνα», ο Κρίστοφερ «Κριστόμπαλ» – μόνον η Μαρία παρέμεινε Μαρία.

Σύμφωνα με το Rolling Stone, η οικογένειά του εξεπλάγη όταν έμαθε για την κατασκευασμένη κουβανική ταυτότητά του μετά τη δημοσίευση του «Loosing my Espanish». Η μητέρα του αιφνιδιάστηκε ιδιαίτερα. Η αδελφή του, Σούζαν, είπε στο περιοδικό: «Η μητέρα μας σκεφτόταν: “Τι κάναμε λάθος; Μήπως είχε τόσο φρικτή παιδική ηλικία;”».

Οι οικογένειά του, όμως, δεν έδινε ιδιαίτερη σημασία στα μυθεύματα του Καρίγιο – εκτός από την ανιψιά του, κόρη της Σούζαν, Τζέσικα Ουέμπλι. Οταν είδε τη νεκρολογία της Washington Post και είδε τα αραδιασμένα ψέματα που είχαν έως τότε πιστέψει όλοι, εξεμάνη, άφησε σχόλια κάτω από το δημοσίευμα και κάλεσε τον Πολ Ντάγκαν, που συνέγραψε τη νεκρολογία, προσπαθώντας να αποκαταστήσει την αλήθεια. Η Washington Post αναγκάστηκε να επανορθώσει, αναδημοσιεύοντας στο φύλλο της τη διορθωμένη εκδοχή.

Ενας Κουβανός από το Ντιτρόιτ: Η ζωή του συγγραφέα Χάτσε Καρίγιο που χτίστηκε στα ψέματα-2

 

Ενας Κουβανός από το Ντιτρόιτ: Η ζωή του συγγραφέα Χάτσε Καρίγιο που χτίστηκε στα ψέματα-3
Τα σχόλια της ανιψιάς του Καρίγιο στη νεκρολογία της Washington Post.

Ηταν ένα από τα κομβικά σημεία, όπου άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι της βαθιά ψευδεπίγραφης ζωής του.

Εως τότε, προσπαθούσε να κρατήσει όσους είχε φορτώσει με ψέματα μακριά τον έναν από τον άλλο. Οταν, για παράδειγμα, έρχονταν οι γονείς του να τον επισκεφθούν στην Ουάσιγκτον, τους έβλεπε μόνο σε εξωτερικούς χώρους, αν παρουσιαζόταν ποτέ διαθέσιμος να τους συναντήσει. Οταν πρώην συνάδελφοι από το HBO κανόνιζαν ραντεβού μαζί του, πάντοτε τους έστηνε. Οταν είχε πεθάνει η μητέρα του, ζήτησε από τον σύζυγό του να μην τον συνοδεύσει στην κηδεία, διότι θα ήταν «τελετή σε στενό οικογενειακό κύκλο».

Ο καημός του συζύγου του

Μέχρι πού θα έφτανε, άραγε, ο Καρίγιο; Ο σύζυγός του, Ντένις φαν Ενγκελσντορπ, δεν φαίνεται να κατάφερε ποτέ να τον κακολογήσει – αντιθέτως μάλιστα. Μετά τον θάνατό του, ψάχνοντας τον υπολογιστή του, δεν βρήκε τίποτα που να σχετίζεται με τα ψέματα. «Δεν μου έκανε κακό», είπε στον New Yorker.

Αυτό που φαίνεται να τρώει, όμως, τα σωθικά του Ντένις φαν Ενγκελσντορπ δεν είναι τόσο τα ψέματα που έλεγε και ξανάλεγε ο Καρίγιο· ο καημός του έχει περισσότερο να κάνει με το προσωπικό κόστος του θανόντος συζύγου του για να συντηρεί για μια ζωή αυτά τα ψέματα. Οπως είχε πει ο ίδιος στην Washington Post, «νομίζω ότι, σε οποιονδήποτε άλλο αιώνα, υπήρχαν παραμυθάδες (…) και όταν έλεγαν ιστορίες, οι άνθρωποι δεν περίμεναν ποτέ ότι η αλήθεια θα ήταν η πραγματικότητα, καταλαβαίνετε; Υπήρχε μια άλλη αλήθεια εκεί. Και νομίζω ότι αυτό είναι αποκαλυπτικό για τον Χάτσε».

Αλλωστε, ο Σέιν Κόνερ, ένας παλαιότερος σύντροφός του, είχε πει στον New Yorker: «Οι περισσότεροι άνθρωποι λένε ένα μικρό ψέμα, αλλά, γενικά μιλώντας, υπάρχει σε τούτη τη ζωή λέγοντας στους άλλους την αλήθεια. Ο Χερμάν υπήρχε λέγοντας ψέματα, και ίσως κατά περίπτωση να έλεγε την αλήθεια. Δεν ήταν από κακία – ήταν από ψυχαναγκασμό».

Ο Καρίγιο, οι ιστορίες και η συνέχεια

Η Πόλα Μεχία, στο Rolling Stone, κλείνει το εκτενές αφιέρωμά της στο Καρίγιο λέγοντας: «Ο Χέρμαν διηγείτο ιστορίες σε όλη του τη ζωή, ίσως για να μπορεί να υπάρχει έξω από τον εαυτό του. Τώρα που έφυγε, αυτές αντέχουν πέρα από αυτόν, μέσα μας».

Για να τη συμπληρώσει, εκούσα άκουσα, η Λίζα Πέιτζ στην Washington Post, συνάδελφός του στο Πανεπιστήμιο George Washington: «Το άγχος που λόγικα ένιωθε προσπαθώντας να διατηρήσει το προσωπείο είναι δύσκολο να το φανταστεί κανείς. Η διττότητα του να γνωρίζει ότι ήταν δύο άνθρωποι και η ταχυδακτυλουργία για να κρατήσει αυτές τις προσωπικότητες διακριτές, προκαλεί αμηχανία. Η απόφασή του να υιοθετήσει μια πλαστή ταυτότητα –καθώς έχτιζε τη λογοτεχνική φήμη του– είναι ανησυχητική και υποδηλώνει αυτοαπέχθεια, ακόμα και εσωτερικευμένο ρατσισμό. Εκανε μια στρατηγική επιλογή όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο προωθούσε τον εαυτό του (…) Επέλεξε να μην είναι από το Ντιτρόιτ, αποφεύγοντας τις μεσοδυτικές ρίζες του. Το να διασχίσει τα γεμάτα καρχαρίες νερά σε μια βάρκα με προορισμό το Μαϊάμι ήταν μια καλύτερη ιστορία από το να αφήσει το Μοτάουν για την Ουάσιγκτον – και όχι μόνο. Η μαύρη ζωή του είχε σημασία ακόμα και όταν άφησε κομμάτια της πίσω του. Σαν χρυσαλλίδα, την πέταξε, για να πετάξει και να γίνει κάποιος άλλος. Θα έλεγα ότι ποτέ δεν “προσποιήθηκε ότι δεν πόνεσε”. Υπήρχε μια θλίψη σε αυτόν που εμφανιζόταν, περιστασιακά, από το πουθενά. Μήπως θρηνούσε για την προηγούμενη ζωή του; Μετανιώνει για την εξορία που έστησε στον εαυτό του; Δεν μπορώ, όμως, να του κάνω αυτές τις ερωτήσεις. Εφυγε – άλλο ένα θύμα του Covid-19, μιας ασθένειας που αφανίζει μη λευκούς σε εξαιρετική κλίμακα. Εφερε “ολόκληρες χώρες” μαζί του. Θα μας λείψει».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή