Καταδικάστηκε για τον θάνατο των τεσσάρων παιδιών της. Πέρασε δύο δεκαετίες της ζωής της στη φυλακή. Σήμερα, η Αυστραλή Κάθλιν Φόλμπιγκ είναι ελεύθερη, αφού και επίσημα οι καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος της καταρρίφθηκαν.
Ηδη τον Ιούνιο, ο δικαστής Τομ Μπάθερστ, αφού επανεξέτασε όλο το αποδεικτικό υλικό της δίκης που είχε λάβει χώρα το 2003, έδωσε χάρη στη Φόλμπιγκ αποφασίζοντας πως υπάρχει «βάσιμη αμφιβολία» για την ενοχή της.
Η παραπάνω απόφαση, όμως, δεν ήταν αρκετή ώστε η γυναίκα να απαλλαγεί πλήρως από το βάρος των κατηγοριών. Για αυτόν τον λόγο, έπειτα από προσφυγή των νομικών εκπροσώπων της, σήμερα Πέμπτη, ένα σώμα δικαστών έκρινε ότι θα έπρεπε να απαλλαγεί πλήρως από κάθε κατηγορία.
«Ο χρόνος που χρειάστηκε για να φτάσουμε στο σημερινό αποτέλεσμα κόστισε σε πολλούς ανθρώπους πολλά», είπε η Φόλμπιγκ, καθώς στεκόταν δίπλα στους δικηγόρους και τους στενότερους φίλους της, έξω από το δικαστήριο, μετά την ανακοίνωση της απόφασης. «Ηλπιζα και προσευχόμουν ότι μια ημέρα θα μπορούσα να σταθώ εδώ με το όνομά μου καθαρό».
Η Φόλμπιγκ φυλακίστηκε το 2003 έπειτα από κατηγορίες για φόνο και για ανθρωποκτονία από αμέλεια, μετά τον θάνατο των τεσσάρων μωρών της.
Παρά το γεγονός ότι δεν κατατέθηκαν αποδείξεις ότι η γυναίκα είχε σκοτώσει τα παιδιά της, η επιτροπή ενόρκων ήταν πεπεισμένη ότι οι πιθανότητες και τα τέσσερα παιδιά να πέθαναν από φυσικά αίτια δεν έστεκαν, για αυτό και κατέληξε στην εκδοχή της δολοφονίας. Στο πλαίσιο της δίκης, μάλιστα, ορισμένα αποσπάσματα από το ημερολόγιό της Φόλμπιγκ είχαν ερμηνευτεί ως ενδείξεις ενοχής.
Αρκετά χρόνια αργότερα, το 2019, μια νέα έρευνα για την υπόθεση κατέληξε εκ νέου στο συμπέρασμα ότι δεν προκύπτει «βάσιμη αμφιβολία» για την ενοχή της. Παρ’ όλα αυτά το 2022 επιστήμονες ανακάλυψαν ένα άγνωστο έως τότε μεταλλαγμένο γονίδιο στις δύο κόρες της, το οποίο θα μπορούσε να κριθεί θανατηφόρο.
Τα νέα δεδομένα που προέκυψαν έδιναν μια γενετική εξήγηση για τους θανάτους των παιδιών, η οποία τελικώς επαρκούσε ώστε ο δικαστής να καταλήξει στην ύπαρξη «βάσιμης αμφιβολίας» σχετικά με τις καταδικαστικές αποφάσεις σε βάρος της γυναίκας.
Το πρώτο μωρό της Φόλμπιγκ, ο Κάλεμπ, πέθανε το 1989, ακολούθησε ο Πάτρικ το 1991, η Σάρα το 1993 και η Λόρα το 1999.
Οι τρεις πρώτοι θάνατοι αρχικά αποδόθηκαν στο σύνδρομο αιφνίδιου θανάτου βρεφών (SIDS), όρος που χρησιμοποιείται όταν βρέφη που δεν έχουν κλείσει καν τον πρώτο χρόνο ζωής πεθαίνουν χωρίς προφανή λόγο.
Το τέταρτο παιδί της οικογένειας, η Λόρα, πέθανε έχοντας ζήσει 18 μήνες. Μετά από τον θάνατο της Λόρα και αφού ένας ιατροδικαστής είχε χαρακτηρίσει την αιτία θανάτου ως «απροσδιόριστη», η αστυνομία άρχισε να ερευνά την υπόθεση. Μετά την έρευνα, η Φόλμπιγκ κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε, την ώρα που τα ΜΜΕ της χώρας έκαναν λόγο για «τη χειρότερη κατά συρροή δολοφόνο στην ιστορία της Αυστραλίας».
Για δεκαετίες, η Φόλμπιγκ βρισκόταν στη φυλακή παρά το γεγονός ότι στη διεθνή νομολογία προέκυπταν περιπτώσεις αθωώσεων σε παρόμοιες υποθέσεις με τη δική της.
Την Πέμπτη, ο ανώτατος δικαστής, Αντριου Μπελ, ανακοίνωσε ότι οι δικαστές του εφετείου συμφώνησαν πως «το σύνολο των νέων επιστημονικών στοιχείων» υπερτερούσε των στοιχείων που καταγράφηκαν στη δίκη και οδήγησαν στην ετυμηγορία ενοχής της Φολμπιγκ. Διαπίστωσαν επίσης ότι τα όσα έγραφε στα ημερολόγιά της και είχαν κριθεί ως ενδείξεις ενοχής «δεν ήταν αξιόπιστες παραδοχές» για να οδηγήσουν στην καταδίκη της γυναίκας.
Εξω από το δικαστήριο, η δικηγόρος της Φόλμπιγκ δήλωσε ότι η πλευρά της θα αιτηθεί αποζημίωση. «Δεν είμαι σε θέση να υπολογίσω το ποσό, αλλά θα είναι μεγαλύτερο από οποιαδήποτε αποζημίωση έχει δοθεί στο παρελθόν» είπε.
Ταυτόχρονα, οι νομικοί εκπρόσωποι της Φόλμπιγκ ζητούν από τις Αρχές να λάβουν μέτρα ώστε να αποτραπούν μελλοντικές δικαστικές πλάνες.
Με πληροφορίες από CNN