Ο κίνδυνος για καρκίνο του δέρματος εμφανίζεται για πρώτη φορά μειωμένος στη Σουηδία μεταξύ των νεαρών ενηλίκων έπειτα από δεκαετίες αύξησης, σύμφωνα με τα αποτελέσματα έρευνας του Τμήματος Ογκολογίας-Παθολογίας του Ινστιτούτου Καρολίνσκα. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, που δημοσιεύθηκαν σήμερα στην ιατρική επιθεώρηση JAMA Dermatology, γύρω στο 2015 «υπήρξε σαφής και σημαντική αντιστροφή της τάσης», η οποία έως τότε ήταν αυξητική.
Σύμφωνα με την επικεφαλής της έρευνας, Χίλντουρ Χελγκαντότιρ, υψηλόβαθμη σύμβουλο και βοηθό καθηγητή Ογκολογίας, «είναι η πρώτη φορά που βλέπουμε κάτι τέτοιο στη Σουηδία και στην πραγματικότητα είμαστε και η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που αναφέρει μείωση. Πριν από το 2015, τα άτομα στα 30 τους αντιμετώπιζαν αύξηση περιστατικών καρκίνου του δέρματος κατά 5% ετησίως κατά μέσο όρο. Αλλά από το 2015, έχει μειωθεί κατά μέσο όρο κατά 5% ετησίως».
Για τα άτομα άνω των 50 ετών, το ποσοστό εμφάνισης καρκίνου του δέρματος «αυξάνεται κατά τουλάχιστον 5% ετησίως και η αύξηση επιταχύνεται με την ηλικία», σύμφωνα με την επιστήμονα, η οποία, μαζί με τους ερευνητές συνεργάτες της ανέλυσαν δεδομένα από τα Σουηδικά Αρχεία για το Μελάνωμα και παρακολούθησαν τη συχνότητα εμφάνισης και το ποσοστό θνητότητας από μελάνωμα για διαφορετικές ηλικιακές ομάδες στη διάρκεια του χρόνου. Οι επιστήμονες συνέκριναν άτομα συγκεκριμένου ηλικιακού εύρους σε κάποια χρονική στιγμή με άτομα του ίδιου ηλικιακού εύρους σε κάποια άλλη στιγμή.
Οσον αφορά τη θνητότητα, η καμπύλη είχε καθοδική πορεία για τις ηλικίες έως 59 ετών, αλλά όχι και για άνω των 60.
Τέσσερις παράγοντες
Η Χίλντουρ Χελγκαντότιρ εκτιμά ότι η μείωση της θνητότητας στις νεότερες ηλικιακές ομάδες οφείλεται τόσο στη μείωση της εμφάνισης αυτής της μορφής καρκίνου όσο και στην εισαγωγή νέων ογκολογικών φαρμάκων που έχουν βελτιώσει την πρόγνωση της νόσου. Επιπλέον, πιστεύει ότι το γεγονός πως η θνητότητα δεν μειώνεται στα μεγαλύτερης ηλικίας άτομα είναι επειδή η εμφάνιση της νόσου σε αυτή την ηλικιακή ομάδα παραμένει πολύ υψηλή.
«Το ερώτημα είναι γιατί ο κίνδυνος μελανώματος έχει μειωθεί. Δεν έχουμε αναλύσει άμεσα τα αίτια στη μελέτη μας, αλλά κάνουμε υποθέσεις για παράγοντες που πιστεύουμε ότι συνετέλεσαν. Τέσσερις είναι οι βασικοί παράγοντες», επισημαίνει.
• Ο πρώτος είναι η αυξημένη χρήση της προστασίας απέναντι στον ήλιο.
«Η πρώτη εθνική εκστρατεία “Sun Safe” στη δεκαετία του 1990 υπογράμμισε ιδιαίτερα τη σπουδαιότητα της προστασίας των παιδιών. Περίπου 20 χρόνια αργότερα πιστεύουμε ότι αυτό έχει οδηγήσει στη μείωση της εμφάνισης της νόσου σε νεότερους ενήλικες», εξηγεί η επιστήμονας.
• Ενας ακόμη παράγοντας είναι ότι η πρόσβαση στις ξαπλώστρες θαλάσσης έχει μειωθεί δραστικά. Από το 2018, έχει θεσπιστεί ηλικιακό όριο τα 18 χρόνια για τη χρήση ξαπλώστρας, αλλά όσον αφορά τις δημόσιες ξαπλώστρες ο αριθμός τους είχε μειωθεί πολύ νωρίτερα.
• Τρίτον, τα κινητά τηλέφωνα και οι υπολογιστές έχουν κάνει τα παιδιά και τους νέους να περνούν περισσότερο χρόνο σε εσωτερικούς χώρους και δεν εκτίθενται πλέον στον ήλιο το ίδιο.
• Τέλος, η μετανάστευση σημαίνει ότι υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι στη Σουηδία με σκούρα επιδερμίδα που μπορούν να ανεχτούν ευκολότερα τον ήλιο.
Η Σουηδή επιστήμονας επισημαίνει πάντως ότι είναι πολύ σημαντικό να συνεχίσουμε να τονίζουμε τη σημασία της προστασίας από τον ήλιο, ώστε η μείωση του μελανώματος στα νεότερα άτομα να συνεχιστεί και, συν τω χρόνω, να μειωθεί και στα μεγαλύτερης ηλικίας άτομα.
«Εχουμε έναν ασυνήθιστα θερμό και ηλιόλουστο Σεπτέμβριο. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι από τον Απρίλιο έως τον Σεπτέμβριο ο ήλιος μπορεί να είναι δυνατός και θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί», προσθέτει.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ