«Ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, αψήφησε τους νόμους της βαρύτητας της γαλλικής πολιτικής αυτό το καλοκαίρι. Ομως, ποτέ δεν ήταν τόσο μόνος…».
Το Politico επιχειρεί τον απολογισμό των τελευταίων τριών μηνών κατά τους οποίους ο Μακρόν έχασε τις ευρωεκλογές, διέλυσε το Κοινοβούλιο και προκήρυξε νέες βουλευτικές εκλογές, ηττήθηκε και σ’ αυτή την αναμέτρηση και στη συνέχεια προκάλεσε εβδομάδες χάους παγώνοντας τον διορισμό νέου πρωθυπουργού.
«Οι σύμμαχοι του Μακρόν απώλεσαν δεκάδες έδρες από την Αριστερά και την Ακροδεξιά. Ο Μακρόν πόνταρε ακραία το μέλλον της χώρας και έχασε, με τους συμμάχους του να χάνουν δεκάδες έδρες από την Αριστερά και την Ακροδεξιά. Με κάποιον τρόπο, όμως, ο ίδιος βγήκε απ’ τα συντρίμμια λαβωμένος, αλλά όρθιος, διορίζοντας τον πρώην επικεφαλής διαπραγματευτή για το Brexit, Μισέλ Μπαρνιέ, πρωθυπουργό της χώρας», συνοψίζει το Politico.
«Πρέπει να αναγνωρίσει κανείς πως, μετά από μία σοβαρή ήττα στις ευρωεκλογές και ακόμη μία στις βουλευτικές εκλογές, διασφάλισε τα βασικά: Την πολιτική αυτονομία του στο Ελιζέ και τη συνέχιση της πολιτικής του ατζέντας», σημειώνει ο Γκασπάρ Γαντζέρ, πρώην σύμβουλος των Ηλυσίων υπό τον προκάτοχο του Μακρόν, Φρανσουά Ολάντ.
Ωστόσο, όπως σημειώνεται στο ίδιο δημοσίευμα, το τίμημα που πληρώνει ο Μακρόν για την «περίοδο χάριτος» αυτή είναι ιδιαίτερα υψηλό: Η πολιτική ζημιά που προκλήθηκε στο στρατόπεδο των φιλελεύθερων συντηρητικών είναι μόνιμη. Οι κύριοι σύμμαχοί του έχουν στραφεί ανοιχτά εναντίον του, ψέγοντάς τον για τον «θάνατο» του συνασπισμού του. Η εικόνα των υπουργών του, που παραπαίουν σοκαρισμένοι μετά την απόφασή του για προκήρυξη πρόωρων εκλογών, παραμένει ανεξίτηλη.
Η αδυναμία του προφανώς έγινε αντιληπτή από αντιπάλους και συμμάχους, λέει το Politico. Ο Μακρόν συναίνεσε σιωπηρά, αποφασίζοντας να «θυσιάσει» τον επίτροπο της Γαλλίας, Τιερί Μπρετόν, στο πλαίσιο «πολιτικού ανταλλάγματος» της προέδρου της Κομισιόν προς το Παρίσι για ένα «ισχυρότερο χαρτοφυλάκιο» –όπως κατήγγειλε ο ίδιος ο Μπρετόν–, ωστόσο, το Παρίσι τελικά κατέληξε με λιγότερη επιρροή απ’ ό,τι πριν.
Το δημοσίευμα θέτει και το ευρύτερο ζήτημα της πολιτικής κληρονομιάς του Μακρόν. Με τον διορισμό του Μπαρνιέ, ενός δημοσιονομικά συνετού συντηρητικού μεγαλοστελέχους που διετέλεσε δύο φορές Ευρωπαίος επίτροπος και τέσσερις φορές υπουργός της κυβέρνησης, ο Μακρόν εξασφάλισε ότι οι φιλοεπιχειρηματικές μεταρρυθμίσεις του –ιδίως η αμφιλεγόμενη απόφασή του να αυξήσει το ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης– θα επιβιώσουν.
«Ωστόσο, ο αποκαλούμενος “μακρονισμός”, η ιδιαίτερη πολιτική του, μείγμα πραγματισμού και καινοτομίας η οποία είχε στόχο να υπερβεί τις διαχρονικές διαφορές Αριστεράς – Δεξιάς, φαίνεται να έχει πεθάνει», σημειώνεται.
«Είναι σχεδόν κωμικό. Ξεκινάς ευαγγελιζόμενος μια επανάσταση και στο τέλος φέρνεις έναν πολιτικό από τον παλιό κόσμο», δήλωσε ο Κρίστοφερ Βαϊσμπέρ, πρώην βουλευτής του κόμματος Αναγέννηση του Μακρόν.
Ο Μακρόν δεν είναι πλέον ο «θεοποιημένος» πρόεδρος που φιλοδοξούσε να είναι, ένα στέλεχος που απέχει από την αντιπαράθεση κυβερνώντας με συμβολισμούς που καθορίζουν τους όρους της συζήτησης, λέει το Politico. Τώρα, αναγκάζεται να βουτήξει τα χέρια του στη «λάσπη» για παζάρια και εκβιασμούς που είχε προσπαθήσει να αποφύγει.
Κατά τον Βαϊσμπέρ, είναι πια «ένας τύπος που θέλει να κρατηθεί στην εξουσία έως την τελευταία στιγμή».
Το τίμημα
«Η πολιτική είναι γεμάτη προδοσίες και πισώπλατες μαχαιριές», σημειώνει το Politico, υπενθυμίζοντας την ανέλιξη του ίδιου του Μακρόν στην εξουσία, που ξεκίνησε με μια εν κρυπτώ υποψηφιότητα για την προεδρία ενώ ήταν υπουργός στην κυβέρνηση Ολάντ, το 2016, κι ενώ ο Ολάντ, αν και κατέρρεε δημοσκοπικά, δεν είχε γνωστοποιήσει τις προθέσεις του για πιθανή υποψηφιότητα.
Ο Μακρόν έχει επιδείξει επίσης αδίστακτη συμπεριφορά και απέναντι στους πρωθυπουργούς του, προσθέτει το δημοσίευμα, επικαλούμενο την περίπτωση της Ελιζαμπέτ Μπορν, η οποία «διορίστηκε στην πρωθυπουργία με το άχαρο χρέος να προωθήσει την κυβερνητική μεταρρύθμιση για το συνταξιοδοτικό πέρυσι, και κόντρα στην ευρεία λαϊκή αντίθεση, για να αποπεμφθεί μόλις ολοκληρώθηκε η δουλειά».
Επικαλείται επίσης τη θητεία του Γκαμπριέλ Ατάλ, «ενός από τα αστέρια της αποκαλούμενης γενιάς Μακρόν, τον οποίο ο Μακρόν διόρισε μετά την Μπορν μόνο και μόνο για να προκηρύξει πρόωρες εκλογές πίσω από την πλάτη του μήνες αργότερα», όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά.
Το Politico κάνει μνεία στους ηγέτες που παραιτούνται ή αποσύρονται στην περίπτωση λαθών ή ηττών, όπως η «αρχιτέκτονας» του Brexit, Τερέζα Μέι, ή ο προκάτοχος του Μακρόν, Ολάντ.
«Για τον Γάλλο πρόεδρο, η ετυμηγορία για το αν θα μπορέσει να επιβιώσει δεν έχει βγει ακόμα. Ωστόσο, ο τρόπος με τον οποίο διασώθηκε δεν ήταν ένα όμορφο θέαμα», εκτιμά το Politico.
Αρχικά, αρνήθηκε να διορίσει ως πρωθυπουργός τη Λουσί Καστέ, την υποψήφια που πρότεινε ο συνασπισμός της Αριστεράς, που πήρε και τις περισσότερες έδρες στις βουλευτικές εκλογές. Στη συνέχεια, ο Μακρόν πέρασε εβδομάδες ελέγχοντας ονόματα, συμπεριλαμβανομένου ενός από τους πρώτους μέντορές του, του πρώην σοσιαλιστή πρωθυπουργού Μπερνάρ Καζνέβ – του οποίου, όμως, η δυναμική άρχισε να μειώνεται ακόμη και πριν συναντηθεί με τον Γάλλο πρόεδρο στο Μέγαρο των Ηλυσίων.
Η συνεργασία με την Αριστερά εξελίχθηκε σύντομα σε ένα ανέφικτο σενάριο, δεδομένης της επιμονής της να καταργήσει τη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση του Μακρόν.
«Το να υποχωρήσει τώρα θα υπονόμευε την κληρονομιά του, εξήγησε ο συνταγματολόγος Μπενζαμέν Μορέλ. «Μπορείτε να καταλάβετε γιατί έγινε ένα τοτεμικό ζήτημα γι’ αυτόν», δήλωσε ο Μορέλ, αναφερόμενος στο συνταξιοδοτικό.
Και πάλι, το τίμημα ήταν βαρύ.
«Ο πρόεδρος χρειάστηκε να αντέξει την ντροπή της διεξαγωγής των Ολυμπιακών Αγώνων χωρίς κυβέρνηση (οι απερχόμενοι υπουργοί παρέμειναν για τη διεκπεραίωση των καθημερινών εργασιών). Μετά από εβδομάδες αβεβαιότητας, πρωτοφανούς στην πρόσφατη γαλλική Ιστορία, η φρενίτιδα των εικασιών είχε φτάσει σε τέτοιο επίπεδο που ακόμη και τα παιδιά του ρωτούσαν τον απερχόμενο πρωθυπουργό για το ποιος θα ήταν ο διάδοχός του», γράφει το Politico.
Πλέον, εγείρεται το θέμα της ενίσχυσης του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού, ενός κόμματος που ο Μακρόν πολεμά σταθερά, αλλά πλέον χρειάζεται για να παραμείνει στην εξουσία η κυβέρνησή του. Με την Αριστερά να δεσμεύεται να ρίξει την κυβέρνηση, ο νέος πρωθυπουργός χρειάζεται τουλάχιστον τη σιωπηρή υποστήριξη της Ακροδεξιάς για να επιβιώνει στις προτάσεις δυσπιστίας.
Με την επιλογή του Μπαρνιέ, το κόμμα της Μαρίν Λεπέν επέστρεψε ως ρυθμιστής στην πολιτική σκηνή της Γαλλίας, δήλωσε άνθρωπος του κυβερνητικού συνασπισμού που μίλησε στο Politico ανώνυμα.
Για πολλούς, η διεθνής φήμη του Μακρόν ως ενός «σταθερού χεριού στο τιμόνι» της χώρας του έχει πληγεί. «Θεωρείται ένας πρόεδρος που έχει βυθίσει τη χώρα του σε πολιτική και θεσμική αστάθεια», δήλωσε ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης στo Politico.
Σύμφωνα με τον συγκεκριμένο διπλωμάτη, η απόφαση του Μακρόν να προκηρύξει πρόωρες εκλογές δημιούργησε μια κρίση αντί να την επιλύσει. «Ξεκίνησε με 172 βουλευτές [της Αναγέννησης] και κατέληξε με 99».
Πίστωση χρόνου;
Το ερώτημα στα χείλη πολλών πλέον είναι πόσο θα καταφέρει ο Μακρόν να παραμείνει στην εξουσία.
«Το στρατόπεδό του δεν εμφανίζεται ενισχυμένο», δήλωσε ο Μορέλ. «Η Αριστερά έχει ένα αφήγημα που έχει απήχηση, παρότι το Νέο Λαϊκό Μέτωπο παρέμεινε στην αντιπολίτευση και ο Εθνικός Συναγερμός επωφελείται από την εξάρτηση της κυβέρνησης από αυτόν».
Παλιός συνεργάτης του συνασπισμού του Μακρόν αντιτείνει ότι οι σύμμαχοί του πρέπει να «ξεπεράσουν εαυτούς και να επιδιώξουν τη συμφιλίωση». «Αυτός είναι το αφεντικό… Βλέπω βουλευτές που λένε ότι κέρδισαν τις έδρες τους χάρη στο δικό τους έργο, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Χάρη στον Μακρόν βρίσκονται εκεί», είπε.
Μακροπρόθεσμα, ωστόσο, οι προοπτικές δεν φαίνονται καλές, ακόμη και αν ο Μακρόν, η θητεία του οποίου διαρκεί μέχρι το 2027, δεν μπορεί να εξαναγκαστεί σε παραίτηση, λέει το Politico.
Ο Μακρόν ίσως ελπίζει ότι θα τον θυμούνται ως τον πρόεδρο που έσωσε τη Γαλλία από τη δημοσιονομική καταστροφή, κάνοντας μια σκληρή αλλά αναγκαία επιλογή για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. «Ομως η δογματική, ασυμβίβαστη υπεράσπιση μιας πολιτικής που φέρει την υπογραφή του κόντρα στη σθεναρή αντίσταση του λαού μπορεί να τον επιβαρύνει με μια λιγότερο κολακευτική κληρονομιά: Τον ηγέτη που έφερε τη Λεπέν ένα βήμα πιο κοντά στην προεδρία», καταλήγει το δημοσίευμα.
Πηγή: Politico