Το φημισμένο λονδρέζικο πολυκατάστημα ειδών πολυτελείας Harrods διερευνά εάν μέλη του τρέχοντος προσωπικού του είχαν «άμεση ή έμμεση συμμετοχή» στην υπόθεση της σεξουαλικής κακοποίησης γυναικών από τον πρώην ιδιοκτήτη Μοχάμεντ αλ Φαγέντ. Με περισσότερες από 100 γυναίκες να έχουν αποκαλύψει ότι βιάστηκαν ή δέχθηκαν σεξουαλική επίθεση από τον Αιγύπτιο μεγιστάνα, το κατάστημα δήλωσε χθες ότι είχε ξεκινήσει έρευνα σε άμεση συνεργασία με τη Σκότλαντ Γιαρντ.
Τα θύματα ζήτησαν από το προσωπικό και τους συνεργάτες του Φαγέντ, ο οποίος πέθανε πέρυσι σε ηλικία 94 ετών, να αποκαλύψουν οτιδήποτε ήξεραν για τις καταγγελλόμενες κακοποιήσεις αλλά και την πιθανή διακίνηση ανθρώπων, πράξεις που λέγεται πως εκτείνονται σε διάστημα αρκετών δεκαετιών. Η δήλωση του καταστήματος αναφέρει: «Στο πλαίσιο της έρευνάς μας υπάρχει μια συνεχής εσωτερική έρευνα εάν κάποιο άτομο από το υπάρχον προσωπικό εμπλέκεται σε οποιονδήποτε από τους ισχυρισμούς είτε άμεσα είτε έμμεσα».
Η εξέλιξη προέκυψε καθώς οι δικηγόροι που εκπροσωπούν γυναίκες οι οποίες έχουν κατηγορήσει τον Φαγέντ για εγκλήματα, συμπεριλαμβανομένου του βιασμού, περιέγραψαν την ύπαρξη ενός «σχήματος» που είχε δημιουργήσει ο μεγιστάνας εντός του καταστήματος προσπαθώντας να «ξεπλύνει τον εαυτό του».
Το κατάστημα δημοσίευσε επιπλέον μια δήλωση την περασμένη Παρασκευή, με την οποία καταδίκασε «τις ενέργειες ενός ατόμου που είχε την πρόθεση να κάνει κατάχρηση εξουσίας» και ενθάρρυνε τις γυναίκες να προσεγγίσουν τη διοίκηση και τη νομική ομάδα του καταστήματος ώστε να μπορέσει «να διευθετήσει τις καταγγελίες τους με τον ταχύτερο και ορθότερο δυνατό τρόπο». «Νιώθουμε αποτροπιασμό για τους ισχυρισμούς κακοποίησης που διέπραξε ο Μοχάμεντ αλ Φαγέντ», αναφέρει ακόμα, προσθέτοντας ότι «κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ως επιχείρηση αποτύχαμε να προφυλάξουμε τις εργαζόμενες που έπεσαν θύματά του και για αυτό ζητούμε ειλικρινά συγγνώμη».
Το κατάστημα συνέχισε υποστηρίζοντας ότι «τα σημερινά Harrods είναι ένας πολύ διαφορετικός οργανισμός από αυτόν που κατείχε και ήλεγχε ο Φαγέντ μεταξύ 1985 και 2010. Μια επιχείρηση που επιδιώκει να βάλει την ευημερία των εργαζομένων μας στο επίκεντρο όλων όσων κάνουμε». Η εταιρεία είπε ακόμη ότι είχε προσπαθήσει από πέρυσι, όταν ισχυρίστηκε ότι είχαν προκύψει νέα στοιχεία, «να διευθετήσει τις αξιώσεις των θυμάτων με τον ταχύτερο δυνατό τρόπο, αποφεύγοντας μακροχρόνιες νομικές διαδικασίες».
Είναι γεγονός ότι τα Harrods έχουν διευθετήσει μια σειρά υποθέσεων τους τελευταίους 18 μήνες και ότι έχουν επιδιώξει να ενθαρρύνουν οποιαδήποτε νέα αποκάλυψη σχετικά με τις κακοποιητικές πράξεις τόσο του πρώην ιδιοκτήτη όσο και οποιουδήποτε άλλου εργαζομένου ή στελέχους.
Ενα φερόμενο ως θύμα του Φαγέντ, που αναφέρεται με το μικρό όνομα Τζόαν, η οποία εκπροσωπείται από την εταιρεία νομικής υποστήριξης Leigh Day, δήλωσε πως πιστεύει ότι θα έπρεπε επίσης να γίνει δημόσια έρευνα για το πώς ο Φαγέντ κατάφερε να δράσει ανενόχλητος για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η Τζόαν είπε: «Εκτιμώ την παραδοχή των Harrods ότι απέτυχαν να προστατέψουν τους υπαλλήλους τους και ότι στήνουν ένα πρόγραμμα αποζημίωσης. Αν και η αποζημίωση είναι ένα σημαντικό στοιχείο λογοδοσίας, για δεκαετίες ήταν τα χρήματα που επέτρεψαν τη δράση του Αλ Φαγέντ. Τα χρήματα από μόνα τους δεν μπορούν να λύσουν το πρόβλημα. Ο Μοχάμεντ αλ Φαγέντ πέθανε χωρίς να λογοδοτήσει, αλλά πρέπει ακόμα να υπάρξει λογοδοσία και δικαιοσύνη για να διασφαλιστεί ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί ξανά».