Θεωρητικά τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών του Βρανδεμβούργου την περασμένη Κυριακή θα έπρεπε να ανακουφίσουν τον καγκελάριο της Γερμανίας Ολαφ Σολτς. Το κόμμα του, SPD, διατήρησε την πρωτιά στο κρατίδιο, χάρις όμως κυρίως στην προσωπική δημοφιλία του Σοσιαλδημοκράτη Ντίτμαρ Βόιντκε, ο οποίος φρόντισε μάλιστα προεκλογικά να πάρει σαφείς αποστάσεις από τον ομοϊδεάτη του καγκελάριο. Ομως, η εσωκομματική γκρίνια και αμφισβήτηση παραμένουν ακέραιες, καθώς πολλοί εκφράζουν πλέον ανοιχτά την αντίθεσή τους σε μια νέα υποψηφιότητα του Σολτς για τον θώκο. Σε ακόμη μεγαλύτερο τέλμα βρίσκονται οι δύο κυβερνητικοί εταίροι του, οι Πράσινοι και οι Ελεύθεροι Δημοκράτες: οι πρώτοι δεν κατάφεραν καν να πιάσουν το εκλογικό όριο του 5% στο Βρανδεμβούργο, ενώ οι δεύτεροι εξαερώθηκαν και καταγράφηκαν στα «λοιπά κόμματα». Πώς μπορεί να συνεχίσει ο τρικομματικός συνασπισμός του «Φωτεινού σηματοδότη» για άλλους 12 μήνες έτσι; Υπάρχουν περιθώρια αντίδρασης των σχηματισμών του δημοκρατικού τόξου απέναντι στο αντισυστημικό δίπολο της ξενοφοβικής Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) και του νεοπαγούς ρωσόφιλου και αντιμεταναστευτικού κινήματος της Σάρα Βάγκενκνεχτ (BSW);
Η τήξη των Πρασίνων
Οι πρώτοι που δήλωσαν ότι έλαβαν το μήνυμα αποδοκιμασίας της κάλπης ήταν οι Πράσινοι. Σύσσωμη η ηγεσία τους παραιτήθηκε αυτή την εβδομάδα, κάνοντας λόγο για την ανάγκη επανεκκίνησης. Πολλοί χαρακτήρισαν την πρωτοβουλία θυσία για χάρη του αντικαγκελάριου Ρόμπερτ Χάμπεκ, ο οποίος είναι ο κύριος υπεύθυνος για τα δεινά του οικολογικού κόμματος. Οι Πράσινοι είναι στο συλλογικό υποσυνείδητο το κόμμα των ελίτ, που προτάσσει τις ανεδαφικές του ευαισθησίες και μια πρόταση για έναν νέο, φιλικό προς το περιβάλλον, τρόπο ζωής, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του την οικονομική επιβάρυνση για τον μέσο Γερμανό πολίτη. Κι αυτή η αποξένωση από τον απλό ψηφοφόρο εκφράστηκε ανάγλυφα στην εμμονή του Χάμπεκ με τη δαπανηρή αντικατάσταση των καυστήρων θέρμανσης που λειτουργούν με πετρέλαιο ή φυσικό αέριο στα νεόδμητα σπίτια. Το κόμμα έχει στοχοποιηθεί, όχι μόνο από την Ακροδεξιά, αλλά και τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU), στους οποίους δεν έχουν απομείνει πλέον άλλοι εν δυνάμει εταίροι μετά τις εκλογές του 2025 πλην των Σοσιαλδημοκρατών (SPD). Οι Ελεύθεροι Δημοκράτες είναι πολύ πιθανό να μην καταφέρουν καν να υπερβούν το 5% και πολλοί αναλυτές προβλέπουν ότι το κόμμα θα αποτολμήσει σύντομα ηρωική έξοδο από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Σολτς, προκειμένου να διασωθεί.
Η ξενοφοβική Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) και το ρωσόφιλο – αντιμεταναστευτικό κίνημα BSW οδηγούν στη μετατόπιση ολόκληρου του πολιτικού φάσματος προς τα δεξιά.
Στον αντίποδα, ιδεολογικά δικαιωμένα από τη μετατόπιση ολόκληρου του πολιτικού φάσματος προς τα δεξιά θα πρέπει να αισθάνονται τα δύο κόμματα των άκρων, η AfD και το BSW. Οι τρεις αναμετρήσεις στα ανατολικογερμανικά κρατίδια και ο φόβος ενός διπλού αντιμεταναστευτικού θριάμβου ώθησαν όλα τα κόμματα σε υπερσυντηρητική αναδίπλωση, εξέλιξη όμως που τελικά ενίσχυσε περαιτέρω τις δύο αυθεντικές φωνές της ξενοφοβικής ρητορικής. Λίγες μέρες μετά τις εκλογές σε Θουριγγία και Σαξονία ο καγκελάριος έσπευσε πανικόβλητος να σκληρύνει τη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησής του, να προχωρήσει σε ταχείες απελάσεις 500 Τούρκων κάθε εβδομάδα, αλλά και τον επαναπατρισμό Αφγανών (παρόλο που το Βερολίνο δεν έχει υποτίθεται διπλωματικές σχέσεις με το καθεστώς των Ταλιμπάν), να αυξήσει τους ελέγχους στα χερσαία σύνορα της χώρας και να ξεκινήσει επικοινωνιακό Blitzkrieg ταξιδεύοντας σε χώρες όπως το Ουζμπεκιστάν και η Κένυα με στόχο συμφωνίες για τον επαναπατρισμό παράτυπων μεταναστών. Στη στροφή αυτή συναίνεσαν απρόθυμα οι Πράσινοι, ολόψυχα οι Ελεύθεροι Δημοκράτες, αλλά κανένα από τα τρία κόμματα δεν επιβραβεύτηκε γι’ αυτή τη στάση.
Πάντως, για να είμαστε ακριβείς, η AfD εξακολουθεί προς το παρόν να θεωρείται αποσυνάγωγη και να αποκλείεται από θέσεις ευθύνης, καθώς τα κόμματα του συνταγματικού τόξου συσπειρώνονται εναντίον της. Σε αυτό το μέτωπο συμμετέχει και το κόμμα της Βάγκενκνεχτ, το οποίο έχει ήδη αναδειχθεί ρυθμιστής στα ανατολικογερμανικά κρατίδια και καλείται να συμπράξει με ετερόκλητους σχηματισμούς, όπως οι Χριστιανοδημοκράτες. Η σύμπηξη υγειονομικής ζώνης από τα υπόλοιπα κόμματα, όμως, δυσχεραίνεται σημαντικά όσο γιγαντώνεται η Εναλλακτική κι εξασφαλίζει το ένα τρίτο των εδρών στα τοπικά κοινοβούλια, που της δίνει τη δυνατότητα να μπλοκάρει κρίσιμες αποφάσεις με τη βοήθεια του βέτο της μειοψηφίας (στα γερμανικά Sperrminorität). Αυτή την εβδομάδα στην τοπική βουλή της Θουριγγίας η χώρα πήρε μια πρόγευση τι μπορεί να σημαίνει η πρωτιά της AfD, αφού το κόμμα επιχείρησε πραξικοπηματικά να εξασφαλίσει την προεδρία του σώματος.
Νοσταλγία για το παρελθόν και ειδικά τη ζωή στην πρώην ανατολική Γερμανία; Αιφνίδιος έρωτας με την ειρήνη και τη Μόσχα λόγω ανασφάλειας για ένα μέλλον χωρίς φθηνό ρωσικό φυσικό αέριο; Βεβαιότητα ότι οι νεότερες γενιές θα ζήσουν χειρότερα από τις προηγούμενες; Πολιτικοί επιστήμονες προσπαθούν απεγνωσμένα να ερμηνεύσουν την άνοδο των δύο κομμάτων, που βαδίζουν χέρι χέρι στην ανατολική Γερμανία, χωρίς να τα πηγαίνουν κι άσχημα στην υπόλοιπη χώρα. Σε ομοσπονδιακό επίπεδο η AfD αναδεικνύεται δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη μετά τους Χριστιανοδημοκράτες (32%) με 20% και το κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ συγκεντρώνει 10%, ξεπερνώντας τους Πρασίνους που πέφτουν σε μονοψήφιο ποσοστό – στο 9,5%. Το SPD του Σολτς τερματίζει αυτή τη στιγμή τρίτο με 15,5%.
Εξίσου ζοφερή είναι η εικόνα στη γειτονική Αυστρία όπου αναμένεται σήμερα πρωτιά του Κόμματος της Ελευθερίας (FPÖ): οι δημοσκοπήσεις έδιναν 27%-29% στην ακροδεξιά του Χέρμπερτ Κικλ, πρώην λογογράφου του Γεργκ Χάιντερ, «ιστορικού» ηγέτη του κόμματος κατά τη δεκαετία του 2000. Οπως και στη Γερμανία, πάντως, έτσι και στην Αυστρία λειτουργεί προς το παρόν η «υγειονομική ζώνη» με αποτέλεσμα να θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο να αναλάβει την καγκελαρία ο Κικλ.
Κονστάντσε Στελζενμιούλερ, διευθύντρια του κέντρου για τις ΗΠΑ και την Ευρώπη στο Ινστιτούτο Brookings
Τι μας διδάσκει το παράδειγμα του Βρανδεμβούργου
– Δεδομένων των πρόσφατων αποτελεσμάτων στα τρία ανατολικογερμανικά κρατίδια, θεωρείτε ότι η τρικομματική ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα επιβιώσει μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2025; Θα μπορούσε π.χ. το κόμμα των Ελεύθερων Δημοκρατών (FDP) να αποχωρήσει από την κυβέρνηση;
– Μέχρι πρόσφατα έλεγα ότι δεν υπάρχει σαφής πολιτική ή συνταγματική οδός προς τις πρόωρες εκλογές. Μετά τις τρεις τοπικές εκλογές στην πρώην Ανατολική Γερμανία αυτόν τον μήνα, δεν είμαι πια τόσο σίγουρη. Μόλις σήμερα το πρωί στελέχη του FDP εξαπέλυσαν, όχι και τόσο συγκεκαλυμμένες απειλές ότι το κόμμα θα εγκαταλείψει τον συνασπισμό του «Φωτεινού σηματοδότη» (Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και FDP). Σε αντίθεση με πριν από τρεις δεκαετίες, όταν το FDP ήταν ρυθμιστής στις εθνικές εκλογές και μπορούσε να συγκροτεί ή να διαλύει συμμαχικές κυβερνήσεις, πλέον δεν συγκεντρώνει αρκετές ψήφους ώστε να είναι σίγουρο ότι θα υπερβεί το εκλογικό όριο του 5%.
– Πώς έφτασε η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) να συνιστά μόνιμο συστατικό στοιχείο της γερμανικής πολιτικής σκηνής; Τι θα μπορούσαν να κάνουν τα κυρίαρχα κόμματα για να περιορίσουν την άνοδό της;
– Δεν υπάρχει σύντομη απάντηση στο τι έφταιξε – και θα πρέπει κανείς να προσέχει τις λακωνικές εξηγήσεις, όπως «η μεταναστευτική κρίση το 2015» ή (ακόμη πιο σύντομη) «η Aγκελα Μέρκελ». Πολιτισμικοί, κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες, η μετανάστευση, οι αδύναμοι πολιτικοί θεσμοί, η αποτυχημένη διακυβέρνηση: όλα αυτά παίζουν ρόλο, αλλά με διαφορετικό τρόπο και για διαφορετικούς ψηφοφόρους. Η πρόκληση για τα δημοκρατικά κόμματα και τους ηγέτες είναι να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι μπορούν και θέλουν να λύσουν τα προβλήματα των πολιτών. Ακριβώς αυτό ήταν που ανέδειξε νικητές έναν συντηρητικό πρωθυπουργό στη Σαξονία και έναν Σοσιαλδημοκράτη στο Βρανδεμβούργο.
– Πώς εξηγείτε το φαινόμενο του κόμματος της Σάρα Βάγκενκνεχτ, του BSW; Οφείλεται στη «νοσταλγία» (νοσταλγία της ζωής στην ανατολική Γερμανία), στην ξενοφοβία σε συνδυασμό με τις αριστερές οικονομικές της προτάσεις ή πρόκειται για έναν σχηματισμό με στοιχεία αίρεσης γύρω από μια δημοφιλή λαϊκίστρια πολιτικό;
– Το βασικό πράγμα που πρέπει να καταλάβουμε εδώ είναι ότι η AfD και το κόμμα της Βάγκενκνεχτ (BSW) έχουν πολλές κοινές θέσεις και παρόμοια πολιτικά εργαλεία: είναι αντισυστημικά και αντιδυτικά κόμματα, επανεφευρίσκουν το παρελθόν, αποδοκιμάζουν το παρόν και προειδοποιούν για ένα τρομακτικό μέλλον, που μόνο οι ηγέτες τους μπορούν να αποτρέψουν. Η Σάρα Βάγκενκνεχτ δεν κυβέρνησε ποτέ, δεν ήταν σχεδόν ποτέ παρούσα όταν ήταν μέλος της Μπούντεσταγκ και το κόμμα που δημιούργησε στο όνομά της δεν δημιουργήθηκε για να κυβερνήσει, παρά μόνο για να συμμετάσχει στην προεκλογική εκστρατεία. Η ιδεολογία της είναι ένας παλιομοδίτικος αριστερός εθνικισμός. Δεν περιέχει συνταγές για την επίλυση τωρινών ή μελλοντικών προβλημάτων. Eτσι, η άνοδός της σημαίνει ότι οι ψηφοφόροι έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Κι αυτό είναι βαθιά ανησυχητικό.
Τόμας Μίνι
διευθυντής του περιοδικού Granta
Πράσινος διδακτισμός, αριστερή ξενοφοβία
Η πολιτική της αγανάκτησης στην ανατολική Γερμανία έχει αποκρυσταλλωθεί σε μια νέα πολιτική στάση. Οι άνθρωποι εκεί μιλούν για την «οικονομία μας» και την «κοινωνία μας», σαν να ήταν τόσο αποκομμένοι από το δυτικό κομμάτι όσο και την εποχή της πάλαι ποτέ Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Είναι φυσικό τα πολιτικά κόμματα να προσπαθούν να συλλάβουν αυτή τη δυσαρέσκεια και να τη μεταβάλουν. Η AfD, αντίθετα, επιλέγει απλώς να την υποκινεί, εκμεταλλευόμενη τα χαμηλότερα ανθρώπινα ένστικτα. Παραμένει ωστόσο το γεγονός ότι η δυσαρέσκεια για την ευρωατλαντική συναίνεση πρέπει να εκφραστεί με κάποιον τρόπο. Αυτό που οι πολίτες αντιλαμβάνονται ως πράσινο διδακτισμόμ που βάζει στο στόχαστρο την καθημερινή τους ζωή, μαζί με το φάσμα του ολοκληρωτικού πολέμου με τη Ρωσία, είναι σοβαροί παράγοντες που οδηγούν τους Ανατολικογερμανούς σε νέα κόμματα. Το κόμμα της Σάρα Βάγκενκνεχτ, BSW, είναι ένα μόνο από αυτά, αλλά είναι πολύ πιο ελκυστικό από οποιονδήποτε από τους άλλους σχηματισμούς στα δεξιά, ανεξάρτητα αν το κόμμα της χαρακτηρίζεται επίσης από υπερβολική αντιμεταναστευτική ρητορική. Ισως το πιο παράδοξο στοιχείο γύρω από τη Βάγκενκνεχτ είναι πόση απόσταση έχει διανύσει από τα νιάτα της: η νεαρή σκληροπυρηνική κομμουνίστρια με τη φωτογραφία του Βάλτερ Ούλμπριχτ (σ.σ. γενικού γραμματέα του κόμματος και ηγέτη της πρώην ανατολικής Γερμανίας από το 1950 έως το 1973) στον τοίχο του φοιτητικού της δωματίου, είναι τώρα μια θορυβώδης υπέρμαχος του Mittelstand, των μικρομεσαίων οικογενειακών επιχειρήσεων στη Γερμανία ενάντια στην εισβολή του αμερικανικού κεφαλαίου. Ενα πράγμα που αξίζει κανείς να παρακολουθήσει τους επόμενους μήνες είναι η πιθανή συνεργασία μεταξύ του κόμματός της και των Χριστιανοδημοκρατών (CDU). Μπορεί να υπάρξουν σημεία συνεννόησης μεταξύ τους, παρόλο που η Σάρα Βάγκενκνεχτ δεν έχει αυταπάτες πως ο ηγέτης του CDU, Φρίντριχ Μερτς, είναι ένα ανθρωποειδές γαλουχημένο στην BlackRock.