Ο πρώην διπλός πράκτορας της Ρωσίας, Σεργκέι Σκριπάλ, πιστεύει ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ήταν αυτός που διέταξε τη δηλητηρίασή του με τον νευροπαραλυτικό παράγοντα Νοβιτσόκ τον Μάρτιο του 2018 στη Βρετανία. Αυτό κατέθεσε στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας για τον θάνατο μιας γυναίκας η οποία δηλητηριάστηκε άθελά της από τον νευροπαραλυτικό παράγοντα.
Τον Μάρτιο του 2018, ο Σκριπάλ, ο οποίος έδωσε ρωσικά μυστικά στη Βρετανία, και η κόρη του Γιούλια βρέθηκαν πεσμένοι αναίσθητοι σε δημόσιο παγκάκι στην πόλη Σάλσμπερι της νότιας Αγγλίας. Είχαν έρθει σε επαφή με τον νευροπαραλυτικό παράγοντα, που είχε αλειφθεί στο χερούλι της μπροστινής πόρτας του σπιτιού τους.
Τέσσερις μήνες αργότερα, η Βρετανίδα Ντον Στάρτζες πέθανε από έκθεση στο δηλητήριο, αφού ο σύντροφός της βρήκε ένα μπουκάλι αρώματος-απομίμηση, το οποίο η αστυνομία πιστεύει ότι χρησιμοποιήθηκε από πράκτορες των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών για τη λαθραία εισαγωγή του Νοβιτσόκ στη χώρα.
Οι Σκριπάλ και ένας αστυνομικός, που πήγε στο σπίτι του Σκριπάλ, ασθένησαν σοβαρά από τις επιπτώσεις του νευροπαραλυτικού παράγοντα, αλλά ανάρρωσαν καιρό μετά, όπως και ο σύντροφος της Στάρτζες, Τσάρλι Ρόουλι. Η Ρωσία έχει επανειλημμένα απορρίψει τις κατηγορίες από τις βρετανικές αρχές για εμπλοκή της στην υπόθεση.
Ο Σεργκέι Σκριπάλ δεν έχει μιλήσει δημοσίως μετά την επίθεση. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια της σχετικής με την έρευνα ακροαματικής διαδικασίας ο δικηγόρος του διάβασε δήλωσή του, στην οποία κατηγορούσε τον πρόεδρο της Ρωσίας ως εντολέα της επίθεσης με το δηλητήριο. Ωστόσο, διευκρίνιζε ότι ο ίδιος δεν έχει συγκεκριμένα αποδεικτικά στοιχεία.
«Πιστεύω ότι ο Πούτιν παίρνει όλες τις σημαντικές αποφάσεις μόνος του», δήλωσε ο Ρώσος διπλός πράκτορας. «Ως εκ τούτου πιστεύω ότι πρέπει ο ίδιος να έδωσε την έγκρισή του για την επίθεση εναντίον της Γιούλια και εμού», αναφέρεται επίσης. Είπε επίσης ότι ο Σκριπάλ δεν είχε καμία προειδοποίηση ότι η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο εκείνη τη στιγμή, αλλά ότι γνώριζε τους ισχυρισμούς ότι ο Πούτιν, τον οποίο γνώριζε προσωπικά, είχε εμπλακεί σε παράνομη δραστηριότητα που είχε να κάνει με τη διάθεση σπάνιων μετάλλων.
«Εχω διαβάσει ότι ο Πούτιν προσωπικά είχε ενδιαφερθεί πολύ για το δηλητήριο και του αρέσει να διαβάζει βιβλία σχετικά με αυτό», αναφέρει στη δήλωσή του ο Σκριπάλ.
Η βρετανική αστυνομία έχει απαγγείλει ερήμην κατηγορίες σε τρεις Ρώσους, οι οποίοι λέγεται ότι είναι αξιωματικοί της Υπηρεσίας Εξωτερικής Κατασκοπείας (GRU ή Υπηρεσίας Πληροφοριών του ρωσικού στρατού) για την επίθεση στον Σκριπάλ και την κόρη του. Ωστόσο, ακόμη, δεν έχει ασκηθεί επίσημη δίωξη εναντίον τους για τον θάνατο της 44χρονης Στάρτζες.
Δύο από τους Ρώσους που κατηγορούνται για τη δηλητηρίαση εμφανίστηκαν στη ρωσική τηλεόραση, όπου αρνήθηκαν ότι είχαν οποιαδήποτε συμμετοχή στην υπόθεση, υποστηρίζοντας ότι ήταν απλοί τουρίστες που επισκέφθηκαν τον καθεδρικό ναό της πόλης. Και οι τρεις κατηγορούμενοι και η Ρωσία αρνούνται κάθε ανάμειξη στην υπόθεση των δηλητηριάσεων με Νοβιτσόκ.
«Μπορούσε να σκοτώσει χιλιάδες»
Κατά την ακροαματική διαδικασία, ο δικηγόρος Αντριου Ο’Κόνορ υποστήριξε ότι το μπουκάλι του αρώματος που είχε χρησιμοποιηθεί για να εισαχθεί στη Βρετανία το δηλητήριο περιείχε αρκετή ποσότητα για να σκοτώσει χιλιάδες ανθρώπους.
«Μπορείτε να συμπεράνετε ότι εκείνοι που πέταξαν το μπουκάλι με αυτόν τον τρόπο ενήργησαν με τραγελαφική αδιαφορία για την ανθρώπινη ζωή», είπε επίσης.
Σύμφωνα με τον δικηγόρο, στη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας θα ακουσθούν κάποια εμπιστευτικά μυστικά από τις βρετανικές υπηρεσίες ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων λεπτομερειών για τη σχέση του Σκριπάλ με τις βρετανικές μυστικές υπηρεσίες.
Τον περασμένο μήνα, ο πρώην δικαστής του Ανωτάτου δικαστηρίου Αντονι Χιουζ αποφάσισε ότι οι Σκριπάλ δεν θα δώσουν καταθέσεις, λέγοντας ότι υπήρχε «συντριπτικός κίνδυνος» να απειληθεί η ζωή τους εάν μπορούσαν να αναγνωριστούν και να αποκαλυφθεί ο τόπος διαμονής τους.
Το περιστατικό της δηλητηρίασης του Σεργκέι Σκριπάλ και της κόρης του Γιούλια προκάλεσε διπλωματική κρίση ανάμεσα στη Βρετανία και τη Ρωσία, αλλά και απελάσεις διπλωματών, τις μεγαλύτερες από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου ανάμεσα σε χώρες της Δύσης και τη Ρωσία.
Πηγή: BBC, ΑΠΕ-ΜΠΕ, The Guardian