Αποψη: Ενεργειακό μπρα ντε φερ Ε.Ε. – Ρωσίας

Αποψη: Ενεργειακό μπρα ντε φερ Ε.Ε. – Ρωσίας

3' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η συνεχιζόμενη αντίθεση της Comission, η οποία απαιτούσε την τροποποίηση των υφιστάμενων συμφωνιών της Gazprom με μια σειρά ευρωπαϊκών κρατών ώστε να ενσωματωθούν πρόνοιες σχετικές με το 3ο ενεργειακό πακέτο, και η τιμωρητική διάθεση έναντι του project, ως απάντηση στη ρωσική επιθετικότητα στην Ουκρανία, ύψωσαν εμπόδια. Συνδυαστικά, η νέα κυβέρνηση της Βουλγαρίας δεσμεύθηκε ότι θα τηρήσει απαρέγκλιτα τις ευρωπαϊκές επιταγές, στέλνοντας ένας σαφές μήνυμα υπονόμευσης του αγωγού Νοτίου Ρεύματος, επιτείνοντας τον ρωσικό προβληματισμό.

Παράλληλα, με τον κυριότερο ανταγωνιστή του South Stream, τον Nabucco, να τίθεται εκτός παιχνιδιού με την επιλογή του TAP, η υλοποίηση του πρώτου με τις προαναφερθείσες συνθετότητες αλλά και το υψηλό κόστος (συνολικά άνω των 35 δισεκατομμυρίων δολαρίων), σε μια συγκυρία όπου η ρωσική οικονομία επιβεβαιώνει τον ευάλωτο χαρακτήρα της, κρίθηκε αχρείαστη/άσκοπη.

Συνάμα, η μειωμένη ζήτηση φυσικού αερίου στην ευρωπαϊκή αγορά, σε συνάρτηση με την πτώση των τιμών πετρελαίου και LNG, συνέτεινε στην απόφαση, καθώς, τόσο σε επίπεδο οικονομίας κλίμακος όσο και γενικότερου εξορθολογισμού (δύσκολη πλέον η χρηματοδότηση ακριβών projects) και εν τη απουσία διάθεσης οικονομικής και πολιτικής συνδρομής από πλευράς Ευρωπαϊκής Ενωσης, ο South Stream εξελισσόταν σε έργο με πολλές αβεβαιότητες.

Προς το παρόν, οι μεν Βρυξέλλες θα μπορούν να περηφανεύονται ότι μπλόκαραν ένα σχέδιο που αποδυνάμωνε τον διαμετακομιστικό ρόλο της Ουκρανίας, και ενώ έχουν επενδυθεί πολλά στην επιβίωση του νυν καθεστώτος έναντι των ρωσικών ενεργειών παράλυσής του, η δε Μόσχα διευκολύνεται να αντιστρέψει το επιχείρημα περί πολιτικοποίησης της ενέργειας, δείχνοντας ως υπεύθυνη για την προσωρινή αποτυχία την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Το Κρεμλίνο, κινούμενο στην κατεύθυνση του «διαίρει και βασίλευε», θα προσπαθήσει να καταδείξει εκ νέου τις αντιθέσεις στους κόλπους της Ενωσης. Η ανάγκη συγκεκριμένων κρατών-μελών να διασφαλίσουν ρωσικό φυσικό αέριο, χωρίς αυτό να καθίσταται δέσμιο των κρίσεων Ουκρανίας – Ρωσίας, που βάσει της κατάστασης μπορεί να διατηρηθούν για μεγάλο χρονικό διάστημα, τα απελευθερώνει -τρόπον τινά- για να χαράξουν πολιτικές που εξυπηρετούν το εθνικό τους συμφέρον έναντι του κοινού ευρωπαϊκού, εφόσον δεν λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις τους.

Η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία κινείται δυναμικά στην κατεύθυνση διαφοροποίησης των προμηθευτών της, αλλά δεν μπορεί προσώρας να αναιρέσει την πραγματικότητα πως ορισμένες ευρωπαϊκές οικονομίες εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την αδιάλειπτη τροφοδοσία τους από τη Μόσχα. Αυτό αποστερεί από τις Βρυξέλλες τη δυνατότητα ανάπτυξης ενιαίας γραμμής έναντι του Κρεμλίνου, γεγονός που προσφέρει στο τελευταίο συγκριτικό πλεονέκτημα στις διαπραγματεύσεις.

Η Ρωσία γνωρίζει καλά ότι οι προσπάθειες για περιορισμό της εξάρτησης από αυτήν, παρά το ότι έχουν κλιμακωθεί και δη με σαφώς ευνοϊκότερες προοπτικές από ό,τι πριν από λίγο καιρό, θα πάρουν χρόνο (περίπου μία δεκαετία). Θέλει, λοιπόν, στο μεσοδιάστημα να εκμεταλλευθεί τη δεσπόζουσα θέση της για να δημιουργήσει τετελεσμένα, τα οποία δεν θα μπορούν να ανατραπούν εν συνόλω, όταν η Ευρώπη βρεθεί σε θέση να την αμφισβητήσει. Επιπρόσθετα, με μια συγκεχυμένη πρόταση, της οποίας οι τεχνικές λεπτομέρειες, άρα και ο βαθμός βιωσιμότητας, παραμένουν άδηλες, το Κρεμλίνο επιδιώκει να δώσει μια αίσθηση αποδρομής από την αγορά της Γηραιάς Ηπείρου ώστε να «ταρακουνήσει» τουλάχιστον τις χώρες που θα πληγούν περισσότερο από ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

Από την άλλη, βέβαια, δίνεται η ευκαιρία στους αμφισβητίες του να ζητήσουν την εντατικοποίηση των προσπαθειών, ταυτίζοντας την ασφάλεια τροφοδοσίας της Ε.Ε. με την απεξάρτηση από τον ρωσικό παράγοντα.

Η Ευρώπη, εντούτοις, δυσκολεύεται αισθητά να απαντήσει στην πρόκληση της αποφυγής των ρίσκων εφοδιασμού από την ανάπτυξη διαμετακομιστικών κόμβων με κράτη (Ουκρανία – Τουρκία) που βρίσκονται εκτός Ενωσης και κρίνονται, ειδικά τα τελευταία χρόνια, προβληματικές και αφερέγγυες περιπτώσεις.

Στο διαμορφούμενο γεωπολιτικό παίγνιο, οι επιπτώσεις της έλλειψης συνεργατικής αντίληψης ένθεν κακείθεν δεν μπορούν να εκτιμηθούν. Είναι, πάντως, διδακτικό ότι η Ρωσία, παρότι δεν διατηρεί αποτελεσματικά εργαλεία επιρροής έναντι της Τουρκίας, επιλέγει να την καταστήσει συνδιαμορφωτή των σχετιζόμενων με την Ευρώπη ενεργειακών διεργασιών και ενώ η Αγκυρα απέχει των αντίστοιχων στην Ανατολική Μεσόγειο. Αυτό εμμέσως της προσφέρει μερικό άλλοθι και εναλλακτικές επιλογές για να συνεχίσει ανεμπόδιστα την επιθετικότητά της έναντι της Λευκωσίας, καθώς έχει την ευκαιρία να διασφαλίσει επιπλέον ποσότητες, αλλά και να αποτελέσει κρίσιμο κρίκο στην αλυσίδα προμήθειας ρωσικού αερίου.

Αν τελικά οι πρόσφατες ανακοινώσεις μετουσιωθούν σε πράξη, θα συγκροτηθεί μια εύθραυστη συμμαχία φύσει και θέσει ανταγωνιστικών χωρών, με κύρια σημεία επαφής την αυταρχική λειτουργία των πολιτικών τους συστημάτων, την αυξανόμενη δυναμική των εμπορικών τους συναλλαγών και προπάντων την απογοήτευση αμφοτέρων από τη Δύση.

* Ο δρ Κωνσταντίνος Φίλης είναι διευθυντής Ερευνών Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή