Μείζονος σημασίας η σχέση μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας

Μείζονος σημασίας η σχέση μεταξύ ΗΠΑ – Κίνας

3' 45" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ο επόμενος πρόεδρος των ΗΠΑ; Είναι η διαχείριση των σχέσεων με την Κίνα. Οι δεσμοί ανάμεσα στην αναδυόμενη υπερδύναμη και στην υπερδύναμη με διάρκεια αποτελούν το μεγαλύτερο γεωπολιτικό ερώτημα των καιρών μας. Εάν η Ουάσιγκτον και το Πεκίνο δεν επιτύχουν στη συνεννόηση, πιθανότατα θα υπάρξει πόλεμος κάπου στην Ασία κάποια στιγμή μέσα στην επόμενη δεκαετία.

Η νεο-ιμπεριαλιστική Ρωσία του Πούτιν και η βαρβαρότητα του «Ισλαμικού Κράτους» είναι μεσαίου μεγέθους περιφερειακές προκλήσεις σε σύγκριση με το ζήτημα της Κίνας. Η διαχείριση της κλιματικής αλλαγής και της παγκόσμιας οικονομίας δεν είναι εφικτή δίχως τη σινοαμερικανική συνεργασία. Οι συνθήκες απαιτούν τη συγκρότηση μιας μεγάλης αμερικανικής διακομματικής στρατηγικής για τα επόμενα 20 χρόνια, αλλά η αμερικανική πολιτική σκηνή φέρεται ανίκανη να παραγάγει κάτι τέτοιο.

Ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, διατηρεί σταθερά τον έλεγχο στο εσωτερικό χωρίς να αντιμετωπίζει κάποια κρίση. Αντίθετα, το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα βιώνει μια μακρόχρονη κρίση νομιμοποίησης. Εδώ και δεκαετίες, αντλεί την πολιτική του νομιμοποίηση από την εντυπωσιακή οικονομική μεγέθυνση της Κίνας, η οποία έχει αρχίσει να επιβραδύνεται. Εχω υποστηρίξει τα τελευταία χρόνια ότι ο Σι έχει βάλει ένα μεγάλο λενινιστικό στοίχημα: ότι ένα μονοκομματικό πολιτικό σύστημα μπορεί να διαχειρισθεί την ανάπτυξη μιας περίπλοκης οικονομίας σε ωρίμανση και να ικανοποιήσει τις αυξανόμενες προσδοκίες μιας περισσότερο μορφωμένης, αστικής και πληροφορημένης κοινωνίας. Η ωμή απόπειρα της κινεζικής ηγεσίας να ελέγξει το χρηματιστήριο δεν είναι ενθαρρυντική.

Σε επικίνδυνη ισορροπία

Μπορεί η κατάσταση να παραμείνει υπό έλεγχο για αρκετά χρόνια, αλλά όπως συμβαίνει πάντοτε, όταν οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις καθυστερούν, η επακόλουθη κρίση θα είναι μεγαλύτερη. Σε εκείνο το σημείο, ο πειρασμός για την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος να παίξει το χαρτί του εθνικισμού, ακόμη και με μία στρατιωτική κίνηση ενάντια σε ένα από τα νησιά Φόκλαντ της Κίνας, θα ήταν ισχυρός. Πιθανότατα δε θα επρόκειτο για μία ευθεία αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ ως επίσημο σύμμαχο, αλλά οι κίνδυνοι για κακούς υπολογισμούς και κλιμάκωση θα ήταν αυξημένοι. Με την κοινή γνώμη και στις δύο χώρες οργισμένη και εθνικιστική, ούτε οι Κινέζοι, αλλά ούτε και οι Αμερικανοί ηγέτες θα μπορούσαν να παρουσιαστούν ως ηττημένοι. Αμφότερες οι πλευρές έχουν στην κατοχή τους πυρηνικά όπλα. Δεν πρόκειται για απλή κινδυνολογία.

Το ζήτημα απασχολεί συνεχώς τον αμερικανικό στρατό, την υπηρεσία πληροφοριών και τα επιστημονικά ινστιτούτα των ΗΠΑ, προκειμένου να αποφευχθεί αυτή η σύγκρουση.

Ακριβώς επειδή η μελλοντική πορεία της Κίνας θα καθοριστεί από τις εξελίξεις στο εσωτερικό, μακριά από τον έλεγχο της Ουάσιγκτον, οι ΗΠΑ χρειάζονται στη διάθεσή τους όλα τα εργαλεία που κατέχουν παραταγμένα με έναν σοφό και συνεπή τρόπο. Η τακτική τους πρέπει να ομοιάζει με αυτή της Δύσης κατά τις τελευταίες δύο δεκαετίες του Ψυχρού Πολέμου. Πρέπει να μην υπάρχει χώρος για αμφιβολία στο μυαλό των Κινέζων σχετικά με το τι είναι έτοιμη η Ουάσιγκτον να αποδεχθεί στρατιωτικά.

Παράλληλα, η Ουάσιγκτον θα χρειαστεί να διπλασιάσει τις προσπάθειές της για εποικοδομητική συνεργασία. Πρέπει να πραγματοποιηθούν εντατικές συνομιλίες, ώστε να βρεθεί κοινό έδαφος για την κλιματική αλλαγή, την παγκόσμια οικονομία και τα γεωπολιτικά ζητήματα, από τη Βόρεια Κορέα έως τη Συρία. Οι στενοί επιχειρηματικοί δεσμοί που ήδη υπάρχουν, θα υποστηρίξουν τη σχέση αυτήν. Η στρατηγική αυτή θα πρέπει να εφαρμοστεί σε συντονισμό μαζί με άλλους σημαντικούς συμμάχους των ΗΠΑ, που διατηρούν τους δικούς τους στενούς δεσμούς με την Κίνα, όπως η Αυστραλία, η Γερμανία και η Βρετανία, την οποία ο πρόεδρος Σι θα επισκεφθεί την ερχόμενη εβδομάδα.

Οπως φαίνεται αυτήν τη στιγμή, όλα αυτά είναι ένα μακρινό όνειρο. Οι Ρεπουμπλικανοί προεδρικοί υποψήφιοι πραγματοποιούν τυχαία και αλλοπρόσαλλα σχόλια για την Κίνα. Ο Ντόναλντ Τραμπ υποστηρίζει πως το πρόβλημα είναι ότι οι ηγέτες της Κίνας δεν σέβονται τον Μπαράκ Ομπάμα. Οσο για τη μοναδική υποψήφια με σοβαρή εμπειρία σχετική με την Κίνα; Η Χίλαρι Κλίντον δήλωσε δίχως ντροπή ότι άλλαξε τη στάση της απέναντι στη Δια-ειρηνική Συνεργασία (TPP), τη μεγάλη εμπορική συμφωνία των ΗΠΑ με την Ασία, την οποία υποστήριζε εδώ και πολλά χρόνια και από τη θέση της ΥΠΕΞ.

Αυτή είναι η τραγωδία μιας πολιτικής από την οποία εξαρτιόμαστε όλοι. Η Ουάσιγκτον διαθέτει μια εκλεπτυσμένη πολιτική κοινότητα ικανή να δημιουργήσει διακομματικές και πολυμερείς στρατηγικές για την Κίνα, τις οποίες χρειαζόμαστε. Δυστυχώς, έχει αναπτύξει έναν τέτοιο τρόπο διεκπεραίωσης της πολιτικής, που καθιστά αδύνατη τη διατήρηση μιας στρατηγικής αυτού του είδους. Οπως είχε πει και ο ειδικός απεσταλμένος των ΗΠΑ στην Κίνα, Μπιλ Κλίντον, σε μία διάσημη παρατήρησή του: «Η πολιτική είναι αυτή που είναι βλακώδης».

* Ο κ. Timothy Garton Ash είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου τελεί επικεφαλής του προγράμματος freespeechdebate.com και επιστημονικός συνεργάτης του ιδρύματος Hoover του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή