Brexit, Grexit: προεκλογικά διλήμματα δύο δημοψηφισμάτων

Brexit, Grexit: προεκλογικά διλήμματα δύο δημοψηφισμάτων

3' 42" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οι Βρετανοί ετοιμάζονται να ψηφίσουν για την παραμονή τους στην Ε.Ε. στις 23 Ιουνίου, έναν χρόνο μετά το δικό μας δημοψήφισμα. Ο βεβιασμένος χαρακτήρας και η καταστρατήγηση βασικών κανόνων διεξαγωγής στην ελληνική περίπτωση καθιστούν τη σύγκριση των δύο διαδικασιών ανώφελη. Ακόμη όμως και μέσα από ένα τόσο ανορθόδοξο δημοψήφισμα, οι Ελληνες βρέθηκαν προεκλογικά αντιμέτωποι με δύο βασικά ερωτήματα, τα οποία απασχολούν σήμερα και τους Βρετανούς, όπως ακριβώς συνέβη και με το δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας το 2014.

Λαϊκή έκφραση ή μέσο διαπραγμάτευσης;

Οσοι υποκινούν τα δημοψηφίσματα τα φορτίζουν συναισθηματικά, περιγράφοντας τα ως μοναδικές ευκαιρίες αυθεντικής λαϊκής έκφρασης κόντρα στο σύστημα. Σύμφωνα με αυτή τη ρητορική, στη Σκωτία οι πολίτες θα αποφάσιζαν για μια ένωση που επέβαλλαν και διατηρούν οι ισχυροί του αγγλικού κατεστημένου, στην Ελλάδα για ένα πρόγραμμα λιτότητας το οποίο συμφωνήθηκε στο «διευθυντήριο» των Βρυξελλών και, τώρα, στη Βρετανία για τη συμμετοχή τους στην Ε.Ε.

Είναι μια αντι-συστημική ρητορική, ενταγμένη στο γενικότερο κλίμα δυσαρέσκειας απέναντι στις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις: ένα υποτιθέμενο αυθόρμητο κίνημα από τα κάτω θέλει να ταρακουνήσει το κατεστημένο, το οποίο αντιδρά, απαξιώνοντας τη γνήσια λαϊκή επιθυμία. Αυτή η προσέγγιση περιγράφει όσους είναι αρνητικά διακείμενοι προς το διακύβευμα του δημοψηφίσματος, ως σκεπτικιστές απέναντι στην άμεση δημοκρατία. Ετσι όταν, για παράδειγμα, οι φιλοευρωπαϊστές υπουργοί της κυβέρνησης προειδοποιούν ότι πιθανή έξοδος της Βρετανίας θα σημάνει μείωση του εισοδήματος για κάθε νοικοκυριό, οι ευρωσκεπτικιστές απαντούν ότι ήρθε η ώρα ο κόσμος να αγνοήσει τις κινδυνολογίες και να δείξει «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο». Αντίστοιχα, στην Ελλάδα, όσοι επισήμαναν ότι το δημοψήφισμα έθετε σε κίνδυνο την ευρωπαϊκή ταυτότητα της χώρας κατηγορήθηκαν ως σκεπτικιστές απέναντι στο δικαίωμα του κόσμου να αποφασίζει ο ίδιος για τις τύχες του.

Είναι όμως πολύ ενδιαφέρον ότι οι ίδιοι που εξυψώνουν τα δημοψηφίσματα ως την τελεσίδικη και αδιαπραγμάτευτη λαϊκή έκφραση καταλήγουν να τα απαξιώνουν, χρησιμοποιώντας τα ως μέσο διαπραγμάτευσης.

Το ελληνικό δημοψήφισμα έχει ήδη καταγραφεί στη συλλογική συνείδηση ως το ύστατο, αποτυχημένο διαπραγματευτικό όπλο της κυβέρνησης. Ο πρωθυπουργός είχε ελπίσει ότι η απόρριψη της συμφωνίας από τους Ελληνες θα ανάγκαζε την Ε.Ε. να υιοθετήσει τις ελληνικές προτάσεις για το μνημόνιο. Ο κόσμος απέρριψε τη συμφωνία, η κυβέρνηση αναγκάστηκε όμως να την υπογράψει, αγνοώντας τη λαϊκή ετυμηγορία.

Στη Βρετανία, πολλοί από τους υποστηρικτές του Brexit μέσα στο Συντηρητικό Κόμμα προσεγγίζουν με αντίστοιχη λογική το δικό τους δημοψήφισμα. Πιστεύουν, δηλαδή, ότι, αν ο κόσμος ψηφίσει υπέρ της εξόδου, τότε η Ε.Ε. θα αναδιπλωθεί και θα προτείνει νέους όρους παραμονής. Με αυτούς τους όρους μάλιστα θα πρέπει να συμφωνήσουν εκ νέου οι Βρετανοί, οι οποίοι θα κληθούν να ψηφίσουν, προφανώς αυτή τη φορά θετικά, σε ένα δεύτερο, οριστικό δημοψήφισμα! Ετσι, το «Οχι» στις 23 Ιουνίου γίνεται ξαφνικά «Ναι υπό προϋποθέσεις».

Πέφτει λόγος στους ξένους;

Τον Ιούλιο του 2015, οι υποστηρικτές του ελληνικού «Οχι» αντιμετώπισαν τις αλλεπάλληλες παρεμβάσεις ξένων ηγετών (Σουλτς, Γιούνκερ και άλλων) υπέρ του «Ναι» ως αθέμιτες προσπάθειες επηρεασμού από τους ισχυρούς της Ε.Ε. Τέτοιες παρεμβάσεις δεν έγιναν μόνο στην Ελλάδα. Το 2014 ο Ζοζέ Μπαρόζο, ως πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής τότε, είχε προειδοποιήσει τους Σκωτσέζους ότι πιθανή ψήφος τους υπέρ της ανεξαρτησίας θα έβαζε σε κίνδυνο την παραμονή της χώρας στην E.E. Τις προειδοποιήσεις του Μπαρόζο ακολούθησε ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας Μαρκ Κάρνεϊ, ο οποίος είχε υποστηρίξει ότι χωρίς έλεγχο της λίρας η Σκωτία μπορεί να έχει τη μοίρα της Ελλάδας μέσα στο ευρώ. Ο Μπαράκ Ομπάμα, λίγες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες, τάχθηκε υπέρ της παραμονής της Σκωτίας στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Αντίστοιχα, τώρα, ο ένας μετά τον άλλον, ξένοι ηγέτες ή εκπρόσωποι διεθνών οργανισμών παρεμβαίνουν δυναμικά υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην Ε.Ε.

Και στο Ηνωμένο Βασίλειο πολλοί θυμώνουν με αυτές τις δηλώσεις, θεωρώντας ότι δεν είναι δουλειά π.χ. των Αμερικανών να παρεμβαίνουν υπέρ της μιας ή της άλλης πλευράς σε ένα βρετανικό δημοψήφισμα. Είναι όμως ρεαλιστικό ή θεμιτό οι πολιτικοί στον υπόλοιπο κόσμο να σωπαίνουν επί μήνες μέχρι να ολοκληρωθεί μια εθνική διαδικασία το αποτέλεσμα της οποίας αφορά και εκείνους; Ακόμη, αποτελεί ειλικρινή στάση να ζητάμε, για παράδειγμα, από τον Ομπάμα ή τον Ολάντ να μην πουν δημοσίως κάτι που αποτελεί κοινό τόπο πως πιστεύουν;

Αρνητικό ρεύμα

Το κυρίαρχο ρεύμα στη διεθνή πολιτική σκηνή υπήρξε καταφανώς αρνητικό απέναντι και στα τρία δημοψηφίσματα. Οχι εναντίον του δημοψηφίσματος ως διαδικασίας, αλλά γιατί και στις τρεις περιπτώσεις τα αιτήματα πηγαίνουν αντίθετα στη διεθνή πρακτική που προτρέπει τις χώρες να συνασπίζονται, και μέσα από εδραιωμένες οικονομικές και πολιτικές ενώσεις να συναποφασίζουν λύσεις για υπερεθνικά προβλήματα.

* Ο Θύμιος Τζάλλας είναι δημοσιογράφος και πολιτικός επιστήμονας. Εργάζεται στη Hansard Society.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή