Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Χωρίς κρατική μέριμνα και φροντίδα οι εγκαυματίες της μεγάλης φωτιάς στην Ανατολική Αττική δίνουν μέχρι σήμερα άνιση μάχη.
ΕΡΕΥΝΕΣ 21.07.2019 • ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ • ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΑΛΕΞΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΗ • ΜΟΝΤΑΖ: ΜΥΡΤΩ ΛΕΚΑΤΣΑ
Επί 78 ημέρες ο Δημήτρης Φιλιππής δεν είχε αντικρίσει τον κόσμο. Όταν ξύπνησε από την καταστολή, η μόνη του θέα ήταν από ένα παράθυρο στην εντατική του «Ευαγγελισμού», στο οποίο δεν μπορούσε να πλησιάσει. Καθηλωμένος στο κρεβάτι του διέκρινε την κορυφή από ένα κυπαρίσσι. Την κοίταζε από το πρωί μέχρι το βράδυ και αναρωτιόταν τι άλλο υπήρχε εκεί έξω.
Από τα βαριά εγκαύματα και τη μακρά κατάκλιση οι μύες του είχαν ατροφήσει. Αρχικά έπρεπε να μάθει ξανά να κάθεται. Νοσηλευτές σταθεροποιούσαν τον κορμό του βάζοντας μαξιλάρια ολόγυρα, αλλά μόλις αφαιρούσαν ένα εκείνος έπεφτε. Παρά τα αποθαρρυντικά σημάδια θεωρούσε ότι θα στεκόταν όρθιος σχετικά εύκολα. Είχε ακόμη εμπιστοσύνη στα πόδια του. Στην πρώτη απόπειρα τον κρατούσαν δύο γεροί άντρες. Θυμάται ότι έβαλε όση δύναμη έκρυβε μέσα του. Εξαντλημένος, όμως, έπειτα από ένα λεπτό μάταιης προσπάθειας έγειρε και αποκοιμήθηκε.
Όταν τον μετέφεραν σε δωμάτιο στον δέκατο όροφο του νοσοκομείου χρειάστηκε να περάσουν δύο εβδομάδες για να κάνει τα πρώτα του βήματα. Τρεις πατημασιές, όλες κι όλες, μέχρι το παράθυρο.
Ένα χρόνο μετά τη μεγάλη φωτιά στην Ανατολική Αττική η περιπέτειά του δεν έχει τελειώσει. Είναι ένας από τους 58 πυρόπληκτους που νοσηλεύτηκαν άνω των 48 ωρών σε νοσοκομεία της Αττικής. Παρά το μέγεθος της καταστροφής αποδεικνύεται ότι ο κρατικός μηχανισμός ήταν ανέτοιμος για την επόμενη ημέρα, όταν οι εγκαυματίες θα επέστρεφαν στα σπίτια τους.
Στο διαμέρισμα της πεθεράς του κ. Φιλιππή είχαν γίνει όλες οι απαραίτητες αλλαγές για την υποδοχή του μόλις έλαβε το εξιτήριο. Στο κρεβάτι μπήκε διπλό στρώμα για να σηκωθεί πιο ψηλά, οι καναπέδες είχαν πρόσθετα μαξιλάρια, στη λεκάνη της τουαλέτας τοποθετήθηκε ειδικό κάθισμα. Πλενόταν καθιστός σε σκαμπό γιατί δεν μπορούσε να λυγίζει τα πόδια του για να μπει στη μπανιέρα. Για καιρό η καθημερινή του βόλτα ήταν από την κουζίνα στο σαλόνι. Δεν άντεχε να διανύσει μεγαλύτερη απόσταση. Και η πιο αυτονόητη κίνηση για τον ίδιο δεν ήταν πλέον δεδομένη.
Ακόμη και μια μικρή ενόχληση μπορούσε να γίνει αφόρητη, όπως η φαγούρα στο δέρμα που επουλώνεται. «Ξύνεσαι πρώτα στο χέρι, μετά στα πόδια, μετά παντού. Με την υγρασία σε πιάνει φαγούρα, με τη ζέστη λίγο να ιδρώσεις σε καίει όλο το χέρι», λέει. Πέρα από καθημερινές επαλείψεις με αναπλαστικές κρέμες πρέπει ακόμη και σήμερα να τοποθετεί πάνω στις εγκαυματικές επιφάνειες ειδικά φύλλα σιλικόνης και ενδύματα πίεσης (τύπου jobst) για να μη σχηματιστούν ουλές. Το δεξί του χέρι δεν μπορούσε για καιρό να σηκωθεί σε γωνία μεγαλύτερη των 90 μοιρών. Στην αριστερή του παλάμη τα δάχτυλα παραμένουν αγκυλωμένα, σφιγμένα σε κάτι σαν γροθιά. «Μέσα όλα είναι μύλος. Φλέβες, τένοντες, όλα είναι καμένα», λέει.
Χρειαζόταν εντατική προσπάθεια για να καταφέρει να περπατήσει. Έπρεπε να ανακτήσει την ισορροπία και τις δυνάμεις του και να ρυθμίσει το αναπνευστικό του. Οι πνεύμονές του είχαν πληγωθεί από τον καπνό και την έκθεση στο θερμικό φορτίο της φωτιάς. Όσο κι αν βελτιωνόταν, όμως, η κινητικότητά του δεν θα μπορούσε ποτέ να επιστρέψει στη χειρωνακτική δουλειά του, τη δημιουργία μπρούτζινων κατασκευών.
Ένα πρόσφατο πρωινό ακολουθούμε τον κ. Φιλιππή στο Κέντρο Αποκατάστασης «Θησέας» στην αρχή της Λεωφόρου Συγγρού. Μετράει ήδη περίπου 30 φυσιοθεραπείες εδώ, του απομένουν τουλάχιστον άλλες τόσες. Στην ίδια αίθουσα με αυτόν βρίσκονται θύματα τροχαίων, εγκεφαλικών επεισοδίων, ή ασθενείς που παρέμειναν για πολύ καιρό σε μονάδες εντατικής θεραπείας.
«Όταν ήρθε ήταν μη λειτουργικός. Δεν μπορούσε να σταθεί, είχε πόνους. Είχε προβλήματα μυοσκελετικά που δεν επέτρεπαν στις αρθρώσεις να λειτουργήσουν κανονικά. Και φυσικά είχε πεσμένη ψυχολογία. Ήταν ένας φοβισμένος άνθρωπος. Με πείσμα, βέβαια, ότι θα τα καταφέρει να ζήσει», θυμάται ο Αντώνης Δούκας, επικεφαλής θεραπειών στον «Θησέα».
Έθεσαν μικρούς και άμεσους στόχους. Έκανε ασκήσεις σε ειδικό χώρο που προσομοιάζει σε σπίτι. Εκεί ασθενείς μαθαίνουν ξανά πώς θα ντυθούν, πώς θα φάνε, ακόμη και πώς θα δέσουν τα κορδόνια τους.
«Θέλει πάρα πολύ υπομονή γιατί είναι πολύς ο καιρός. Δεν μπορώ να εγκαταλείψω, να πω ότι τελείωσε η ζωή μου στα 45. Χρωστάω να κάνω αυτόν τον αγώνα για το παιδί και τη γυναίκα μου», λέει ο κ. Φιλιππής.
Είναι ξαπλωμένος σε ένα κρεβάτι και ένας φυσιοθεραπευτής του τεντώνει τα άκρα. Δεν πονάει με τις διατάσεις. Μπορεί όμως σε κάποιο τράβηγμα ένας στιγμιαίος μορφασμός να προδώσει μια ενόχλησή του. Μόλις τελειώσουν, ο εγκαυματίας παίρνει μια μεγάλη κίτρινη μπάλα στα χέρια και στρίβει το σώμα του δεξιά και αριστερά ξεφυσώντας ρυθμικά. «Να μην είναι τόσο βίαιη η εισπνοή. Να φυσάς σα να σβήνεις ένα κεράκι», τον συμβουλεύει ο φυσιοθεραπευτής.
Η μία ώρα της θεραπείας κλείνει με ασκήσεις ισορροπίας μπροστά σε ολόσωμο καθρέφτη. Ο ασθενής προσπαθεί να σταθεί σταθερός, ενώ τα πόδια του βουλιάζουν σε ένα μαξιλαράκι. Ακολουθούν επαναλήψεις βηματισμών. Μπροστά, πίσω και στο πλάι. Τον πρώτο καιρό δύο άνθρωποι έπρεπε να τον στηρίζουν για να βεβαιωθούν ότι δεν θα πέσει. «Η διαφορά πλέον είναι τεράστια», λέει ο κ. Φιλιππής. «Περπατάω. Δεν μπορώ να κάνω μεγάλη απόσταση, κουράζομαι. Αλλά τουλάχιστον δεν έχω το άγχος ότι θα πέσω στον δρόμο».
Ο κ. Δούκας τον θυμάται στην αρχή των θεραπειών κάπως λιγομίλητο, κουμπωμένο. «Όσο κατακτούσε στόχους που θέταμε γινόταν και πιο χαρούμενος», λέει. Ως προϊστάμενος των θεραπειών, παρατηρώντας και άλλους εγκαυματίες που περιθάλπονται στον «Θησέα», έχει διαπιστώσει ότι η διάθεσή τους περνάει από στάδια.
«Στην αρχή μοιάζει να έχουν μια απάθεια για το γεγονός, σα να μην έχει συμβεί. Και λες είναι δυνατόν; Δεν τους νοιάζει; Είναι όμως ένας αμυντικός μηχανισμός του οργανισμού τους. Μετά κάνουν τη ψυχολογική βουτιά και μιλάνε. Σου λένε τι έγινε εκείνη την ημέρα».
«Δεν άκουσες μια σειρήνα, μια κόρνα, μια καμπάνα, οτιδήποτε». Σε ένα διαμέρισμα της Αθήνας η 53χρονη Μάρη Παπαχριστοπούλου διηγείται στην «Κ» όσα έζησε την 23η Ιουλίου στο Μάτι. «Μιλώντας είναι καλύτερα», λέει.
Δίπλα της κάθεται η 19χρονη κόρη της Μαριάνθη Χανδρινού. Και οι δύο γυναίκες γλίτωσαν από τη φωτιά. Τα καλοκαιρινά τους ρούχα, όμως, φανερώνουν κάποια από τα σημάδια βαρέων εγκαυμάτων στα χέρια και στα πόδια. «Δεν είχαμε αντιληφθεί πόσο καμένες ήμασταν. Δεν νιώθαμε τον πόνο. Δεν ξέρω αν εκείνη τη στιγμή υπερισχύει το σοκ. Όλη η πλάτη μου είναι καμένη και τα πόδια μας από πίσω», λέει η κ. Παπαχριστοπούλου.
«Ούτε κουκουνάρι δεν μας ακούμπησε. Αισθανόμασταν όμως όσο τρέχαμε ένα θερμό πράγμα, σα σάουνα», προσθέτει η κόρη της.
Μόλις 70 μέτρα απείχε το σπίτι τους στην οδό Περικλέους από τον παραλιακό δρόμο, τη Λεωφόρο Ποσειδώνος. Το εγκατέλειψαν τελευταία στιγμή, όταν οι φλόγες κατέτρωγαν τα πεύκα των γύρω αυλών. Έτρεξαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν μέχρι τη θάλασσα. Θυμούνται ακόμη την πολύωρη αναμονή τους εκεί. Τα εκτεταμένα τραύματα τούς έφεραν κόπωση και έντονη δίψα. Όταν τελείωσε το μπουκάλι νερό που είχαν προλάβει να αρπάξουν φεύγοντας, έπιναν από τη θάλασσα.
Μνημονεύουν μέχρι και σήμερα το όνομα του Ανδρέα Τριανταφυλλίδη, εθελοντή που τους βοήθησε να φτάσουν με ασφάλεια μέχρι το ξενοδοχείο Ραμάντα. Και δεν ξεχνούν τη μεγάλη υποστήριξη που είχαν έπειτα από γιατρούς και νοσηλευτές. Παρέμειναν 47 ημέρες στο Λάτσειο Κέντρο Εγκαυμάτων του Θριάσιου Νοσοκομείου. «Την επόμενη ημέρα που εφημέρευε το Λάτσειο ήρθαν 15 περιστατικά από το Μάτι. Κάποια από αυτά πολύ βαριά, ορισμένα δεν τα κατάφεραν. Φανταστείτε, εμείς ήμασταν από τις ελαφρύτερες περιπτώσεις», επισημαίνει η κ. Παπαχριστοπούλου.
«Τρέχεις να σωθείς και μέσα σου λες ότι θα πεθάνεις με τον χειρότερο τρόπο που υπάρχει», λέει ο κ. Φιλιππής. Όταν αντιλήφθηκε τη φωτιά θα μπορούσε με τη μηχανή του να είχε ξεφύγει. Αποφάσισε όμως να μείνει πίσω για να ειδοποιήσει συγγενείς και φίλους. Διαφορετικά δεν θα μπορούσε, όπως λέει, να έχει ήσυχη τη συνείδησή του. Έτσι εγκλωβίστηκε.
«Έτρεχα και κάθε φορά που έφτανα σε τοίχο και έστριβα έλεγα ότι δεν θα μπορέσω άλλο, τελείωσε, έφτασα μέχρι εδώ. Έφτασα μέχρι εδώ, έφτασα μέχρι εδώ... Στο τέλος όταν βγήκα στο δρόμο για την παραλία γλίστρησα και έπεσα. Λέω μέχρι εδώ ήταν, δεν ήθελα ούτε να σηκωθώ. Ήταν πολύς ο πόνος, η κούραση, το άγχος. Αν δεν σκεφτόμουν τη γυναίκα με το παιδί θα είχα μείνει εκεί. Έπιασα μια κολόνα να σηκωθώ και ένιωθα το χέρι μου να λιώνει πάνω της. Είχε πυρώσει, είχε γίνει κόκκινη».
Στις 23 Ιουλίου 2018 ο Αντώνης Κυριακόπουλος, Επιμελητής Β΄ στο τμήμα Πλαστικής Χειρουργικής στον «Ευαγγελισμό», τελείωσε όλες τις εκκρεμότητές του και έφυγε από το νοσοκομείο το απόγευμα. Μέχρι εκείνη τη στιγμή γνώριζε μόνο για τη φωτιά στην Κινέτα. Το βράδυ δέχτηκε το τηλεφώνημα του διευθυντή του, Γιώργου Χαρκιολάκη. Τον καλούσε επειγόντως πίσω.
Η Επιμελήτρια Α΄ Μαρία Κοτρώτσιου, που εφημέρευε εκείνη την ημέρα, είχε ήδη διαχειριστεί την κατάσταση με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Η εικόνα θύμιζε σκηνικό πολέμου. Μέσα σε μία ώρα είχαν προσέλθει μαζικά από το Μάτι 45 περιστατικά στα επείγοντα. Τρεις επιμελητές και τρεις ειδικευόμενοι μαζί με άλλους συναδέλφους τους και νοσηλευτές έπρεπε να αντιμετωπίσουν τα συμβάντα. Χρειάστηκαν 90 λεπτά για να ολοκληρωθεί η διαλογή. Οι γιατροί γνώριζαν πλέον ποιοι είχαν σοβαρά εγκαύματα, πού κινδύνευε η αιμάτωση των άκρων και έπρεπε να γίνουν σχάσεις, ποιοι θα διακομίζονταν σε άλλο νοσοκομείο και ποιοι αφού λάμβαναν τις πρώτες βοήθειες μπορούσαν να επιστρέψουν σπίτι τους.
Οι γιατροί πλέον αγωνίζονταν κόντρα στο χρόνο. Ο κ. Κυριακόπουλος εξηγεί πόσο σημαντική είναι η γρήγορη αποκατάσταση των υγρών στους πολυεγκαυματίες. Το πρώτο οκτάωρο είναι και το πιο κρίσιμο. Είχαν ήδη μεσολαβήσει όμως αρκετές ώρες από τη φωτιά μέχρι να φτάσουν οι πυρόπληκτοι στο νοσοκομείο.
«Η πλειονότητα των εγκαυματιών ήταν καμένοι στις οπίσθιες επιφάνειες, έξω από καλοκαιρινά τους ρούχα, κάτω από το μανίκι ή το μπατζάκι της βερμούδας. Οι περισσότεροι δεν κάηκαν από τη φλόγα την ίδια, αλλά από το θερμικό της κύμα. Τους κυνηγούσε ο άνεμος ο οποίος έφερνε θερμοκρασίες 400-500 βαθμών Κελσίου», λέει ο πλαστικός χειρουργός.
Ακολούθησαν δύσκολες ημέρες και νύχτες στον «Ευαγγελισμό». Στο πρώτο δεκαπενθήμερο έγιναν 39 χειρουργεία. «Το ίδιο το έγκαυμα θεωρείται βιολογική καλύπτρα», αναφέρει ο κ. Κυριακόπουλος. «Όταν όμως αρχίζει ο νεκρός ιστός να τήκεται κυκλοφορούν στον οργανισμό ουσίες που θεωρούνται τοξικές. Η εγκαυματική επιφάνεια, ειδικά όταν πρόκειται για ολικού πάχους, πρέπει να αφαιρεθεί όσο πιο σύντομα γίνεται».
Βίντεο: Ο κ. Κυριακόπουλος μιλάει στην «Κ».
Για τους εγκαυματίες υπάρχει μια κλίμακα (αποκαλείται Baux score) που προβλέπει ανάλογα με τα τραύματα, την ηλικία τους και το ιατρικό ιστορικό τους τι πιθανότητες έχουν να επιβιώσουν. Εάν κάποιος φτάσει στον αριθμό 140 θεωρείται βέβαιος ο θάνατός του. Το κρίσιμο όριο βρίσκεται στο 100. Ο Δημήτρης Φιλιππής το είχε ξεπεράσει.
«Με το ζόρι με κράτησαν κάποιες στιγμές στη ζωή. Μια νύχτα χρειάστηκαν και έξι ώρες για να με επαναφέρουν», λέει ο ίδιος. «Υπάρχουν στιγμές που οι συγγενείς είναι απ' έξω και εμείς παλεύουμε για να μη χρειαστεί να επικοινωνήσουμε μαζί τους, να μη μεταφέρουμε το μοιραίο. Και στον Φιλιππή συνέβη πολλές φορές», λέει ο κ. Κυριακόπουλος που ήταν ο θεράπων γιατρός του.
Εθελοντές από τη Συντονιστική Επιτροπή Κατοίκων Ματιού ασχολήθηκαν μετά τη φωτιά με το ζήτημα της κάλυψης των αναγκών των εγκαυματιών. Αρχικά έπρεπε να τους εντοπίσουν. Το υπουργείο Υγείας και άλλοι φορείς δεν τους έδιναν στοιχεία επικαλούμενοι προσωπικά δεδομένα. Γύρισαν όλα τα νοσοκομεία της Αττικής, έφτιαξαν μια πρώτη λίστα με 34 ονόματα και κατέληξαν στα 58, τις πιο βαριές περιπτώσεις. Από αυτούς οι 17 πέθαναν νοσηλευόμενοι.
«Ήταν σαν μούμιες, τυλιγμένοι σε όλο το σώμα. Είχαν συνεχή ανάγκη ανθρώπου δίπλα τους και αυτό ήταν το πρώτο που διεκδικήσαμε, 24ωρες αποκλειστικές νοσοκόμες», λέει ο Αλέξης Ανδρονόπουλος, ένας εκ των εθελοντών.
Ακολούθησαν και άλλες συσκέψεις των εθελοντών με την τότε ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Έθεσαν το ζήτημα των φυσιοθεραπειών και της παροχής επιδόματος μετανοσηλευτικής βοήθειας 6.000 ευρώ στους εγκαυματίες. Μέχρι και σήμερα διεκδικούν να λάβουν αυτό το επίδομα και συγγενείς των ανθρώπων που πέθαναν κατά τη νοσηλεία τους. «Είναι χρήματα που τα έχουν ξοδέψει όσους μήνες παρέμειναν στο νοσοκομείο. Θα έπρεπε να τα πάρουν», λέει ο κ. Ανδρονόπουλος.
Βίντεο: Ο κ. Ανδρονόπουλος μιλάει στην «Κ».
Όταν πλέον υπήρχε μια σταθερή κλινική εικόνα οι γιατροί σκέφτονταν ήδη τις δυσκολίες της επόμενης ημέρας που θα αντιμετώπιζαν οι εγκαυματίες. Ο κ. Κυριακόπουλος αναφέρει ότι στις 4/9/2018 έστειλαν e-mail στον ΕΟΠΥΥ ζητώντας αποδέσμευση της συνταγογράφησης φυσιοθεραπειών άκρων από πλαστικούς χειρουργούς. Μόνο στους ορθοπεδικούς δίνει το σύστημα αυτή τη δυνατότητα. Το αίτημά τους δεν απαντήθηκε.
Για τον κ. Φιλιππή και άλλους ασθενείς οι κρατικές παροχές κάλυπταν συνολικά 20 φυσιοθεραπείες. Αριθμός που δεν επαρκούσε για τις πραγματικές ανάγκες τους. Σε κάποιες περιπτώσεις εγκαυματίες έλαβαν πιο αργά εξιτήριο από νοσοκομεία προκειμένου να τους παρασχεθεί εκεί, κατ' εξαίρεση, επιπλέον βοήθεια. Τελικά χρειάστηκε και πάλι να παρέμβουν οι εθελοντές. Λένε ότι είχαν σημαντικό σύμμαχο στην αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας τη διοικήτρια της 1ης Υγειονομικής Περιφέρειας Αττικής, Ιωάννα Διαμαντοπούλου. Το Ιδρυμα Λάτση προσφέρθηκε να καλύψει τις φυσιοθεραπείες εγκαυματιών στο Κέντρο Αποκατάστασης «Θησέας», καθώς και τα έξοδα αγοράς ειδικού εξοπλισμού. Τα σιλικονούχα επιθέματα ή οι ακριβές αναπλαστικές κρέμες δεν καλύπτονταν ασφαλιστικά.
Τα προβλήματα των εγκαυματιών όμως δεν περιορίστηκαν εκεί. «Από τη στιγμή που πήραν εξιτήριο θεωρήθηκε ότι γυρνούν στο σπίτι τους σα φυσιολογικοί άνθρωποι», λέει η εθελόντρια Μαρίνα Καρύδα. «Η ζωή τους όμως έχει αλλάξει τελείως. Έχουν τρομερά σημάδια στο σώμα τους, έμειναν χωρίς δουλειά. Κάποιοι περιμένουν από φιλανθρωπίες να καλύψουν το ενοίκιό τους». Ακόμη και σήμερα δεν έχουν περάσει όλοι από επιτροπές πιστοποίησης αναπηρίας. Ο κ. Φιλιππής λέει ότι το πρόβλημά του στους πνεύμονες παρά την κρισιμότητά του χαρακτηρίστηκε πρόσφατα από αρμόδια επιτροπή ως «ελαφριάς μορφής δύσπνοια». Θα κάνει ένσταση.
Με το εξιτήριό τους πάντως από το νοσοκομείο οι ασθενείς έπρεπε να προσέχουν την έκθεση στον ήλιο. Είχαν ουλές που μπορεί να χειροτέρευαν ακόμα και από το άγχος. Μπορεί να αποκτούσαν ρικνώσεις (μάζεμα του δέρματος) που θα χρειάζονταν νέα χειρουργεία. «Εξηγήσαμε στους συγγενείς τι να περιμένουν από την εικόνα των μοσχευμάτων. Τι χρώμα θα παίρνουν τα πόδια όταν θα τα κατεβάζει ο εγκαυματίας από το κρεβάτι. Τους εκπαιδεύσαμε σα να ήταν ειδικευόμενοι», λέει ο κ. Κυριακόπουλος.
Η Μάρη Παπαχριστοπούλου και η κόρη της συνέχισαν και στο σπίτι να ακολουθούν την πρωτεϊνική διατροφή που είχαν ξεκινήσει στο νοσοκομείο. Το ανοσοποιητικό τους είχε καταρρεύσει. Η κ. Παπαχριστοπούλου λόγω της καμένης πλάτης πέρασε πολλούς μήνες αϋπνίας.
«Ήταν ξύλινη, σα να φοράς ένα σκληρό γιλέκο που εμποδίζει την κίνηση. Δεν μπορούσες να ακουμπήσεις σε κρεβάτι, να γυρίσεις, να σκύψεις. Συνήθισα, αλλά οι πρώτοι μήνες ήταν μαρτυρικοί», λέει. «Ήθελα να κάνω πράγματα, αλλά δεν είχα τη δύναμη. Ενιωθα ότι θέλω να γυρίσω στο νοσοκομείο, ότι εκεί θα ένιωθα πιο ασφαλής».
Η Μαριάνθη Χανδρινού ήθελε διακαώς να επιστρέψει σε μια κανονική ζωή. Λίγες εβδομάδες μετά τη φωτιά θα ξεκινούσε το πρώτο της εξάμηνο στο τμήμα Δημόσιας και Κοινοτικής Υγείας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής. Θα μπορούσε να μην πάει στη σχολή της. Είχε ακόμη πληγές στα πόδια της. «Έλεγα: "Μαριάνθη πρέπει να μπεις ξανά στην καθημερινότητά σου". Πήγα νωρίς, στα τέλη Οκτωβρίου. Στο πρώτο μάθημα ήμουν παρούσα», λέει.
Ακόμη κι αν κουβαλούν παρόμοια τραύματα ο τρόπος που αντιδράει κάθε εγκαυματίας στις αναμνήσεις εκείνης της ημέρας διαφέρει. Κάποιος μπορεί να απομονώνεται σε μια γωνιά για να μην τον δουν οι συγγενείς του να λυγίζει. Άλλος μπορεί να αγχώνεται στη θέα του κόκκινου ουρανού στο σούρουπο, να αισθάνεται ανασφαλής σε μέρη με πολύ κόσμο, ή να κοιτάζει κάθε τόσο από το παράθυρο για να βεβαιωθεί ότι όλα είναι καλά.
Σε κάποιους ασθενείς οι γιατροί έχουν πει ότι χρειάζεται να περάσουν 18 μήνες για την ωρίμανση των εγκαυμάτων τους, ώστε να δουν έπειτα εάν θα μπορέσουν να επέμβουν αισθητικά σε κάποια από τα σημάδια. Ο κ. Φιλιππής έχει μπροστά του ένα ακόμη χειρουργείο. Βελόνες θα κρατήσουν ανοιχτά τα δάχτυλά του και τεχνητά μοσχεύματα θα μπουν στην αριστερή παλάμη του. Θα είναι μια δύσκολη επέμβαση.
Ευχαριστεί τους γιατρούς που τον βοήθησαν μέχρι σήμερα και τους εθελοντές που στάθηκαν στο πλευρό τους. «Ό,τι έπρεπε να κάνει το κράτος το έκαναν οι άνθρωποι από την πρώτη στιγμή», τονίζει. Μπορεί να κατάφερε να σταθεί ξανά στα πόδια του, δεν κοιμάται όμως εδώ και μήνες πάνω από τρεις ώρες τη νύχτα. Δεν μπορεί να ξεχάσει όσα έζησε.
Η ζωή έπειτα από τη φονική πυρκαγιά.
Ρεπορτάζ- Παραγωγή βίντεο: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Κάμερα: ΑΛΕΞΙΑ ΤΣΑΓΚΑΡΗ
Μοντάζ: ΜΥΡΤΩ ΛΕΚΑΤΣΑ
Πλάνα αρχείου: ΣΚΑΪ
Για την Kαθημερινή της Κυριακής και το Kathimerini.gr.
Κυριακή 21.07.2019