Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Ασθενείς με COVID-19 που έλαβαν εξιτήριο από «Αττικόν» και «Σωτηρία» μιλούν στην «Κ» για την περιπέτειά τους.
ΕΡΕΥΝΕΣ 05.04.2020 • ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Οι γιατροί και οι νοσηλευτές που την επισκέπτονταν στη μονάδα λοιμώξεων στο νοσοκομείο «Αττικόν» φορούσαν ολόσωμες στολές και διπλά ζευγάρια γάντια. Δεν μπορούσε να διακρίνει πρόσωπα, ή ρόλους, παρά μόνο τα μάτια τους – κι αυτά όχι πάντα. Υπήρχαν στιγμές που θόλωναν οι φακοί στα χοντρά προστατευτικά γυαλιά τους.
«Είπα σε εγγονό μου ότι είμαι σε ένα πλανήτη με διαστημάνθρωπους και εκείνος μου απάντησε: “Γιαγιά, ζήσε το παραμύθι σου”», λέει η Ειρήνη Τζούρου.
Κατά την έβδομη ημέρα νοσηλείας της ο νέος κορωνοϊός έκανε τη δεύτερη επίθεσή του. Η 70χρονη ασθενής εκδήλωσε πνευμονία. Πονούσε, αισθανόταν ότι δεν μπορούσε να ανασάνει. Σα να είχαν πλακώσει το στήθος της με ένα κομμάτι τσιμέντο. Η πόρτα της στο δωμάτιο καραντίνας στο «Αττικόν» είχε τζάμι από τη μέση και πάνω. Έβλεπε στον διάδρομο, ο οποίος κατέληγε σε ένα παράθυρο με θέα στο βουνό. «Ήταν πολύ σημαντικό να βλέπεις το ξημέρωμα», λέει.
Έπειτα από σχεδόν ένα μήνα νοσηλείας, στις 30 Μαρτίου, έλαβε εξιτήριο και επέστρεψε στο σπίτι της. Τα εισπνεόμενα φάρμακα που της χορήγησαν, λόγω του χρόνιου άσθματος από το οποίο πάσχει, της άφησαν μια ξηρότητα στον λαιμό. Ίσως εκεί να οφείλεται η βραχνάδα στη φωνή της. Μιλάμε τηλεφωνικά, καθώς οι γιατροί έχουν απαγορεύσει τις συναντήσεις με άλλα άτομα ώσπου να θωρακιστεί πλήρως το ανοσοποιητικό της. «Η αντιμετώπιση από όλο το προσωπικό ήταν εξαιρετική. Ένιωθες σιγουριά, ότι ήσουν σε στιβαρά χέρια», επισημαίνει.
Η κ. Τζούρου είναι μία από τους πρώτους ασθενείς με COVID-19 στην Ελλάδα, που νοσηλεύθηκαν σε ένα από τα οκτώ ειδικά διαμορφωμένα μονόκλινα δωμάτια στο νοσοκομείο «Αττικόν». Τρεις ημέρες νωρίτερα, στις 7 Μαρτίου, είχε εισαχθεί ένας 43χρονος στο «Σωτηρία», άλλο νοσοκομείο αναφοράς για τον νέο κορωνοϊό στην Αθήνα. Χωρίς υποκείμενο νόσημα, με άρτιες αιματολογικές εξετάσεις και αθλητικό παρελθόν, δεν ανήκε σε κάποια ευπαθή ομάδα. «Ο ιός όμως με “δάγκωσε”», λέει.
Και αυτός εκδήλωσε πνευμονία και παρέμεινε κλινήρης για 20 ημέρες μέχρι να αναρρώσει. Την περασμένη εβδομάδα γύρισε στην οικογένειά του. Μέχρι σήμερα περισσότερα από 50 άτομα έχουν λάβει εξιτήριο σε όλη τη χώρα. Οι δύο θεραπευθέντες μιλούν στην «Κ» για την πολυήμερη περιπέτειά τους.
Η συνταξιούχος χημικός Ειρήνη Τζούρου στα τέλη Φεβρουαρίου ταξίδεψε με τον σύζυγό της στο Μόναχο. Επιστρέφοντας ένιωθε λίγο ταλαιπωρημένη, ώσπου μία εβδομάδα αργότερα ανέβασε πυρετό. Δεν είχε άλλο σύμπτωμα. Το διαγνωστικό τεστ που πραγματοποίησε ιδιωτικά έδειξε ότι ήταν θετική στον νέο κορωνοϊό και σε γρίπη τύπου Β.
Όπως λέει, κρίθηκε από τον Εθνικό Οργανισμό Δημόσιας Υγείας ότι έπρεπε να νοσηλευτεί λόγω της ηλικίας της και του χρόνιου άσθματος. Τα δωμάτια στη μονάδα λοιμώξεων στο «Αττικόν» είχαν δικό τους μπάνιο, τραπεζάκι και τηλεόραση. Οι ασθενείς δεν έπρεπε να εξέλθουν από αυτά. Η 70χρονη θυμάται ότι στο διπλανό μονόκλινο νοσηλευόταν μια γυναίκα από τις Φιλιππίνες με σακχαρώδη διαβήτη.
Η διαχείριση των ασθενών με COVID-19 είναι σύνθετη υπόθεση. «Όταν χρειάστηκε να φέρουν στο δωμάτιο ένα μηχάνημα για υπερηχογράφημα έπρεπε μετά να το αποστειρώσουν από πάνω μέχρι κάτω», λέει η κ. Τζούρου.
Καθ’ όλη τη διάρκεια της νοσηλείας δεν επιτρεπόταν να δεχθεί επισκέψεις. Προσπαθούσε να διαβάσει ένα βιβλίο, αλλά ήταν δύσκολο να συγκεντρωθεί. Χάζευε λίγο στην τηλεόραση αλλά κάθε είδηση περιστρεφόταν γύρω από τη πανδημία. «Πολύ κινητό, να ’ναι καλά το Facebook, γιατί αλλιώς το μυαλό νερουλιάζει», λέει. Εκεί της έστελναν φίλοι και γνωστοί μηνύματα για να την εμψυχώσουν, σχεδόν καθημερινά. «Μου έλεγαν “υπομονή κοριτσάρα, θα τα βγάλεις πέρα”», λέει.
Στην άλλη άκρη της πόλης, στο «Σωτηρία», ο 43χρονος ασθενής μπορούσε να διακρίνει από το παράθυρο του δωματίου του τις κορυφές των πεύκων στην αυλή του νοσοκομείου. Το Σωτηρία ιδρύθηκε το 1902 από τη Σοφία Σλήμαν (σύζυγο του ερασιτέχνη αρχαιολόγου Ερρίκου Σλήμαν) και λειτούργησε αρχικά ως το πρώτο «λαϊκό» σανατόριο της Ελλάδας. Συνέδεσε το όνομά του με την αντιμετώπιση της φυματίωσης.
Ο 43χρονος ασθενής ανυπομονούσε να βρεθεί ξανά στον έξω κόσμο. Ένας επίμονος πυρετός τον ταλαιπώρησε τις ημέρες πριν από την εισαγωγή του. Δεν φανταζόταν, όμως, ότι είχε προσβληθεί από τον νέο κορωνοϊό. Η διασπορά τού ιού στην Ελλάδα δεν φαινόταν τότε να είχε λάβει μεγάλες διαστάσεις. Τα κρούσματα ήταν ακόμη λίγα και εντοπίζονταν κυρίως σε άτομα που είχαν μόλις επιστρέψει από το εξωτερικό.
Ο ίδιος είχε απώλεια όσφρησης και γεύσης, συμπτώματα που έχουν εμφανίσει σύμφωνα με μαρτυρίες και άλλοι ασθενείς. Ένιωθε και πολύ αδύναμος. Δεν είχε πάντως βήχα ή δύσπνοια. «Τα πόδια μου ήταν κομμένα, δεν μπορούσα να κάνω τρία βήματα μέχρι το μπάνιο. Ένιωθα ότι καίγονταν οι μύες μου», λέει και ζητεί να μη δημοσιευθεί το όνομά του.
Παρότι έχει θεραπευτεί, δεν θέλει να τον αντιμετωπίσουν με καχυποψία ή φόβο. Όσο δεν έπεφτε ο πυρετός επικοινώνησε με πνευμονολόγο και ζήτησε συμβουλές. «Είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος ενός οικογενειακού γιατρού», τονίζει. Όταν του ανακοίνωσαν το αποτέλεσμα του τεστ ενημέρωσε τις περίπου 60 στενές επαφές του – από τις οποίες τελικά δεν φαίνεται να νόσησε κάποια.
Η ημέρα της εισαγωγής του στο νοσοκομείο ήταν «σοκαριστική», όπως λέει. Η πρώτη εβδομάδα στο «Σωτηρία» κύλησε καλά, κατά τη δεύτερη όμως δυσκόλεψε η κατάστασή του. Η είδηση του θανάτου του 42χρονου Γερμανού καθηγητή στην Κρήτη Αντρέας Χίλμπολ τον τρόμαξε. Ήταν σχεδόν συνομήλικοι. «Θέλω να ευχαριστήσω όλο το προσωπικό. Από τους γιατρούς και τους νοσηλευτές μέχρι τους ανθρώπους της σίτισης και της καθαριότητας. Ήταν άψογοι. Ολοι με μάσκες, διπλά γάντια, σωστό εξοπλισμό. Όλοι μου μιλούσαν γλυκά», λέει.
«Να τους στηρίξουμε με αγάπη και όχι με φόβο. Βρίσκονται στην πρώτη γραμμή ενός πολέμου με έναν καινούργιο, άγνωστο εχθρό και τον αντιμετωπίζουν με αυταπάρνηση».
Ο 43χρονος μιλούσε τακτικά με συγγενείς και φίλους στο τηλέφωνο. Έτσι περνούσε ο καιρός πιο εύκολα. «Τις δύσκολες ημέρες μόνο, όταν δεν αισθανόμουν καλά, απέφευγα να μιλάω πολύ με κόσμο γιατί αγχώνονταν και εκείνοι», λέει. Ανησύχησε περαιτέρω όμως όταν διάβασε διαδικτυακά κείμενα σύμφωνα με τα οποία η πνευμονία που αναπτύσσουν κάποιοι ασθενείς με COVID-19 αφήνει κατάλοιπα. «Καλό είναι να μη μένεις σε ό,τι διαβάζεις στο Ιντερνετ», λέει. Δεν γνώριζε τι συνέβαινε στα υπόλοιπα δωμάτια, μπορούσε όμως από την κινητικότητα και τους θορύβους να καταλάβει πότε γινόταν διασωλήνωση σε άλλον ασθενή. Δεν ήταν εύκολες αυτές οι στιγμές.
Έπειτα από δύο θετικά τεστ, ένας τρίτος διαγνωστικός έλεγχος έδειξε ότι ο 43χρονος είναι αρνητικός στο νέο κορωνοϊό. Είχε έρθει πλέον η ώρα να βγει από το νοσοκομείο. «Η μεγάλη προσπάθεια είναι όλοι οι ασθενείς που νοσούν να μπορούν να επιστρέψουν σπίτι τους και να μην έχουν πρόβλημα στο μέλλον», λέει στην «Κ» ο Στέλιος Λουκίδης, γιατρός στο «Αττικόν» και καθηγητής Πνευμονολογίας. «Το μεγάλο ζήτημα σε αυτή τη φάση είναι η σωστή ενδοκλινική συνεργασία σε όλες τις ειδικότητες που εμπλέκονται. Το έχουμε καταφέρει και προσπαθούμε όλοι για το καλύτερο».
Σύμφωνα με πρόσφατες σχετικές οδηγίες του ΕΟΔΥ (30/3/2020), η απόφαση για την έξοδο ασθενή με COVID-19 από το νοσοκομείο λαμβάνεται με βάση κλινικά κριτήρια, ενώ διευκρινίζεται ότι δεν απαιτείται η διενέργεια (νέου) μοριακού ελέγχου για να διαπιστωθεί εάν είναι ακόμη φορέας του ιού. Θα πρέπει πρώτα να έχει εξασφαλιστεί η δυνατότητα επικοινωνίας με γιατρό.
Βάσει των ίδιων οδηγιών, εάν ο ασθενής επιστρέψει στο σπίτι του θα πρέπει να παραμείνει σε απομόνωση, με περιορισμό σε δικό του δωμάτιο και να αποφεύγει τη στενή επαφή με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας.
Οι προφυλάξεις ακόμη και μετά την επιστροφή στο σπίτι διακόπτονται εάν έχουν παρέλθει τουλάχιστον τρία 24ωρα από την υποχώρηση του πυρετού (χωρίς τη χρήση αντιπυρετικών) και τη βελτίωση συμπτωμάτων του αναπνευστικού, καθώς και εάν έχουν παρέλθει 14 ημέρες από την έναρξη των συμπτωμάτων. Εάν πρόκειται πάντως ο ασθενής μετά το εξιτήριο να βρεθεί στον ίδιο χώρο με άτομα υψηλού κινδύνου θα χρειαστεί να έχει αρνητικό αποτέλεσμα σε δύο διαδοχικά διαγνωστικά τεστ.
«Δεν έχω αγκαλιάσει ακόμη τα παιδιά και τη γυναίκα μου, είναι λίγο δύσκολο, αλλά είναι τέλειο που βρίσκομαι και πάλι στο σπίτι, σε πιο μεγάλο δωμάτιο, στο δικό μου κρεβάτι», λέει ο 43χρονος, ο οποίος τηρεί για λίγες ακόμη ημέρες τα μέτρα προφύλαξης και μετά το εξιτήριο.
Σε τεστ που έκανε κατά τη 10η ημέρα νοσηλείας η κ. Τζούρου βγήκε αρνητική στον νέο κορωνοϊό και μεταφέρθηκε σε τετράκλινο θάλαμο της Πνευμονολογικής. Εκεί ολοκλήρωσε τη θεραπεία της. Ο σύζυγός της έστειλε πρόσφατα ευχαριστήρια επιστολή στο προσωπικό του νοσοκομείου «Αττικόν». Ζήτησε να την κολλήσουν στον πίνακα ανακοινώσεων, για τη διαβάζουν όλοι. «Αποτελεί το ελάχιστο δείγμα ευγνωμοσύνης προς εσάς, που με την καθημερινή σας δουλειά, η οποία εκθέτει σε κίνδυνο τόσο εσάς όσο και τις οικογένειές σας, μοχθείτε για να θεραπεύσετε τους συνανθρώπους μας που προσεβλήθησαν από την πανδημία», έγραψε.
Η επιστροφή στο σπίτι ήταν ημέρα γιορτής για την κ. Τζούρου, ακόμη κι αν δεν γινόταν να την υποδεχτούν εκεί τα παιδιά και τα εγγόνια της. «Δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι θα πέθαινα. Ίσως επειδή δεν ένιωσα να με εγκαταλείπουν οι δυνάμεις μου», λέει. «Ένιωθα ότι το πάλευα».
Ρεπορτάζ: ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ
Αρχική φωτογραφία: ΑΠΕ
Για την Kαθημερινή της Κυριακής και το Kathimerini.gr.
Κυριακή 05.04.2020