Αναβαθμίστε τον για να δείτε σωστά αυτό το site. Αναβαθμίστε τον browser σας τώρα!
Ο μεγάλος εκσυγχρονιστής
Ηγέομαι: προηγούμαι, προπορεύομαι, είμαι αρχηγός, οδηγώ, διευθύνω, κυβερνώ (Χαρ. Αθ. Μπαλτάς, Λεξικό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, Αθήνα, εκδόσεις Δημ. Ν. Παπαδήμα, 1995,
σ. 269)
Οι ηγέτες προπορεύονται και οδηγούν. Οι αγαθοί οδηγούν τους λαούς που τους ακολουθούν σε επιτυχίες, σε νίκες, ακόμα και σε θριάμβους. Οι κακοί, σε αποτυχίες και καταστροφές. Οι περισσότεροι ηγέτες έχουν μεικτό “μητρώο”, που περιλαμβάνει μεγάλες και μικρές στιγμές. Η αναζήτηση της σειράς αυτής των Ελλήνων ηγετών περιλαμβάνει εκπροσώπους από όλο το φάσμα της ιστορίας των Ελλήνων, από την αρχαία έως τη νεότερη εποχή. Η νέα Ελλάδα έχει ασφαλώς τη μερίδα του λέοντος, ίσως γιατί παραδόξως είναι η λιγότερο γνωστή. Το σχολείο άφησε περισσότερα κενά στη νεότερη απ’ ό,τι στην αρχαία ιστορία.
Η κοινή πάντως αντίληψη, που συστηματικά διαμόρφωσε ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, είναι η ενότητα της ιστορίας μας μέσα στον χρόνο.
Η ταραγμένη εικοσαετία στην οποία κυριαρχεί η μορφή του Χαρίλαου Τρικούπη (1875-1895) είναι μια περίοδος που συμπυκνώνει, ίσως με τον καλύτερο τρόπο, ολόκληρη την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ιστορία της Ελλάδας. Σε αυτή την περίοδο υπήρχαν όλα: βαθιές θεσμικές μεταρρυθμίσεις που αντέχουν μέχρι σήμερα, όπως η «αρχή της δεδηλωμένης»· προσπάθειες εκσυγχρονισμού της δημόσιας διοίκησης, του στρατεύματος της οικονομίας, αλλά και λαϊκιστικά πισωγυρίσματα· διαρκή εθνοκαπηλεία που είχε ως αποκορύφωμα την ντροπιαστική ήττα του 1897·
την πολιτική δίωξη του ίδιου του Χαρίλαου Τρικούπη· την οικονομική χρεοκοπία
του κράτους και τον διεθνή έλεγχο της ελληνικής οικονομίας.
Το βασικότερο, όμως, χαρακτηριστικό της περιόδου είναι ότι το εκκρεμές μεταξύ του δυτικού εκσυγχρονισμού της χώρας και του ανατολίτικου λαϊκισμού κινείται ταχύτατα από το ένα άκρο στο άλλο. Δείχνει ανάγλυφα τον «πολιτιστικό δυϊσμό» της χώρας. Υπάρχουν πολλές ιστορικές μορφές που εξέφρασαν αυτόν τον πολιτιστικό δυϊσμό της Ελλάδας. Δύο όμως μπορούν να χαρακτηριστούν αρχετυπικές: ο Χαρίλαος Τρικούπης και ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, ο οποίος μάλιστα καυχιόταν ότι ήταν «το ακριβώς αντίθετο εκείνου του κυρίου Τρικούπη».
Φύσει συντηρητικός, ο Δηλιγιάννης ήταν αντίθετος με τις μεταρρυθμίσεις και τις καινοτομίες, τις οποίες όμως νομοθετούσε ο Χαρίλαος Τρικούπης. Πολέμιος του ρουσφετιού, ο Τρικούπης προσπάθησε να το περιορίσει με νομοθετικά μέτρα…. Στην πρώτη μακροχρόνια θητεία του 1882-1995 (για τα μέτρα της εποχής μια τριετής θητεία εθεωρείτο μακροχρόνια) ο Χαρίλαος Τρικούπης θέσπισε περιορισμούς στις μεταθέσεις και στις απολύσεις των δημοσίων υπαλλήλων… ώστε να απελευθερώσει τόσο αυτούς όσο και τη δημόσια διοίκηση από τις κάθε λογής κομματικές επεμβάσεις. Ο Δηλιγιάννης, αντίθετα, κατέστησε πολιτικό δόγμα την πρακτική του διορισμού των πολιτικών του φίλων στο δημόσιο, όπως αναφέρει η Λύντια Τρίχα στο συγκεκριμένο βιβλίο της σειράς.
“Η περίοδος στην οποία κυριαρχεί ο Χαρίλαος Τρικούπης συμπυκνώνει, ίσως με τον καλύτερο τρόπο, ολόκληρη την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ιστορία της Ελλάδας.”
Ο Χαρίλαος Τρικούπης, ως ψυχρός ορθολογιστής, πίστευε ότι μόνο μια ισχυρή Ελλάδα με ανορθωμένη την οικονομία, αναδιοργανωμένο
τον στρατό και το ναυτικό θα μπορούσε να εξυπηρετήσει επιτυχώς τα εθνικά συμφέροντα.
Δεν παρασυρόταν από το εθνικιστικό κλίμα που φούντωνε από διάφορες περιστάσεις, κάτι που τον έκανε ευάλωτο σε κριτικές περί «μειωμένης εθνικής συνείδησης».
Αν προκύπτει ένα συμπέρασμα από τη δύσκολη εκσυγχρονιστική θητεία του Χαρίλαου Τρικούπη, είναι ότι ο λαϊκισμός είναι εύκολος μα και καταστροφικός για τη χώρα. Αυτός ο λαϊκισμός δυστυχώς έχει βαθιές ρίζες στην Ελλάδα, τρέφεται από συνασπισμούς μικρών και μεγάλων συμφερόντων, και έχει πάντα σημαία του τον μαξιμαλισμό εθνικό και οικονομικό. Πάντα δε οδηγεί τη χώρα σε αδιέξοδα, εξαιτίας των οποίων ακολουθούν κύματα εκσυγχρονισμού. Αυτά τα κύματα του εκσυγχρονισμού καλύπτουν μέρος της απόστασης που έχει η χώρα από τις προηγμένες κοινωνίες της Δύσης. Αυτός ο κύκλος ακόμη συνεχίζεται.
Ενώ καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα οι κυβερνήσεις παρέμεναν συνήθως μικρό διάστημα στην εξουσία, ο Τρικούπης ευτύχησε να έχει δύο μακροχρόνιες πρωθυπουργίες, από το 1882 μέχρι το 1885 και από το 1886 μέχρι το 1890. Σε αυτά τα χρόνια προσπάθησε να ανορθώσει την οικονομία και να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο με την προσέλκυση κεφαλαίων, την προστασία της ελληνικής βιομηχανίας και κυρίως
με την κατασκευή μεγάλων δημοσίων έργων. Δικαίως τον θεωρούν πατέρα των ελληνικών σιδηροδρόμων. Γνωρίζοντας τη σημασία που θα είχε για την εξέλιξη της χώρας η δημιουργία ενός σιδηροδρομικού δικτύου σε όλη την Ελλάδα, η κατασκευή
του υπήρξε ένα από τα βασικά οράματα και μελήματά του. Πράγματι, η ολοκλήρωση του δικτύου είχε πολλά ευεργετικά αποτελέσματα, καθώς διευκόλυνε την επικοινωνία, τόνωσε το τοπικό εμπόριο και συνέτεινε στην καταπολέμηση της ληστείας, αλλά εξυπηρέτησε και τις ανάγκες των στρατιωτικών μετακινήσεων.
Ο Τρικούπης θεωρείται ο πρωθυπουργός των μεγάλων κρατικών δαπανών και των υψηλών φόρων. Όντως, η αναδιοργάνωση του κράτους, η συνακόλουθη αύξηση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, η ενίσχυση του στρατού, η αύξηση της δύναμης του στόλου με την αγορά θωρηκτών, σε συνδυασμό με την κατασκευή μεγάλων δημοσίων έργων είχαν ως αποτέλεσμα τη σημαντική επιβάρυνση του προϋπολογισμού και απαιτούσαν κεφάλαια. Έτσι, ο Τρικούπης, για την υλοποίηση των σχεδίων του, κατέφυγε στο αντιδημοτικό μέτρο της αύξησης της φορολογίας, κυρίως με την επιβολή εμμέσων φόρων, καθώς και στη σύναψη δανείων μεγάλου ύψους. Ο σχεδιασμός του ήταν μακροχρόνιος και υπολόγιζε ότι η ολοκλήρωση του προγράμματός του θα δημιουργούσε μια νέα πραγματικότητα, η οποία θα ενεργούσε ως κινητήρια δύναμη για την άνθηση της οικονομίας και την αύξηση, συνεπώς, των δημοσίων εσόδων, καθιστώντας έτσι δυνατή την αποπληρωμή των δανείων και όλων των άλλων κρατικών υποχρεώσεων.
Μεγάλο μέρος της πολιτικής του επιτυχίας οφείλεται στην προσωπικότητά του, στην επιμονή, στη διορατικότητά του και στην αποκλειστική προσήλωσή του στην υλοποίηση του μεταρρυθμιστικού του προγράμματος. Πολλά από τα στοιχεία του χαρακτήρα του, που εκ πρώτης όψεως θα κρίνονταν αρνητικά, είχαν τελικά θετικά αποτελέσματα. Για παράδειγμα,
η επιμονή του να ελέγχει πλήρως την εφαρμογή της πολιτικής του θα μπορούσε να θεωρηθεί έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους συνεργάτες του. Αλλά, το ότι ήταν συγκεντρωτικός, τον έκανε να αναλάβει επί πολλά χρόνια, παράλληλα με τα πρωθυπουργικά του καθήκοντα, τα κρίσιμα υπουργεία Οικονομικών και Στρατιωτικών, γεγονός που οδηγούσε σε μια διαχρονικά σταθερή πολιτική.
Το ότι ήταν αυταρχικός σήμαινε ότι εφαρμοζόταν η πολιτική του, που συχνά δεν χάιδευε τα αυτιά των ψηφοφόρων και αν οι υπουργοί του αισθάνονταν ανεξάρτητοι δεν θα την εφάρμοζαν. Το ότι υπερεκτιμούσε μερικές φορές τις δυνάμεις του, και πιο συχνά τις δυνάμεις του λαού, δεν ήταν πάντα καλό. Χωρίς αυτήν την υπεραισιοδοξία όμως, δεν θα προχωρούσε σε τόσο φιλόδοξα έργα. Το γεγονός, βέβαια, ότι δεν αναγνώριζε εύκολα τα λάθη του και, κυρίως, ότι δεν ανεχόταν κριτική των αποφάσεών του από τους συνεργάτες του, δεν είχε κανένα θετικό αποτέλεσμα. Αντίθετα, εξαιτίας αυτού δυσαρέστησε αρκετούς από τους υπουργούς του, εξαναγκάζοντάς τους έως και σε παραίτηση.
«Το μόνο πάθος του ήταν η εξουσία και προς χάρη της ήταν πρόθυμος να καταβάλει συνεχείς προσπάθειες, με υπέρτατη ένταση», έγραφε στα απομνημονεύματά του ο sir Horace Rumbold και συνέχιζε: «Προσθέστε σε αυτά την πλήρη έλλειψη φιλαυτίας, τον φλογερό, έως και παράλογο, πατριωτισμό, την αυστηρή ακεραιότητα και την απόλυτη σταθερότητα στις αρχές του και έχετε έναν πολιτικό που δεν είναι ο συνήθης τύπος πολιτικού και, κυρίως, δεν έχει καμία σχέση με τους συμπολίτες του. Δεν είναι ανάγκη να λεχθεί ότι ο Τρικούπης δεν ήταν “δημοφιλής”, με την κοινή σημασία της λέξης. Έμοιαζε πολύ με τον Αριστείδη, για να έχει αυτό το προνόμιο».
Η εικόνα της Αθήνας όταν ο Τρικούπης ολοκλήρωσε και τη δεύτερη μακροχρόνια πρωθυπουργία του είχε αλλάξει σημαντικά. Ενώ στα μέσα του αιώνα Γάλλοι περιηγητές ανέφεραν ότι δεν έβλεπαν ούτε ένα δημόσιο κτήριο άξιο προσοχής, στη δεκαετία του 1890 η πρωτεύουσα μπορούσε να υπερηφανευθεί για πολλά και ωραία οικοδομήματα, τα περισσότερα από τα οποία ανεγέρθηκαν με δωρεές εθνικών ευεργετών και υπό την επίβλεψη του Ερνέστου Τσίλλερ.
Το μέγαρο του Χημείου του Πανεπιστημίου σχεδιάσθηκε από τον Τσίλλερ και θεμελιώθηκε το 1887. Η ανέγερση του Πανεπιστημίου είχε ολοκληρωθεί πριν από τις διακυβερνήσεις Τρικούπη, το κτήριο της Ακαδημίας, όμως, που παραδόθηκε στον Τρικούπη το 1887, ανεγέρθηκε επί της πρωθυπουργίας του, με δωρεά του Σίμωνος Σίνα, βάσει σχεδίων του Θεόφιλου Χάνσεν και υπό την επίβλεψη του Τσίλλερ.Το κτήριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, που ανεγέρθηκε με δωρεά των αδελφών Βαλλιάνων, και αυτό βάσει σχεδίων του Χάνσεν και υπό την επίβλεψη του Τσίλλερ, θεμελιώθηκε το 1888. Ο Τρικούπης ενδιαφέρθηκε τόσο για αυτό, ώστε προήδρευε ο ίδιος της επιτροπής που παρακολουθούσε την πρόοδο των εργασιών του.
Προσωπικά αντικείμενα του Χαρίλαου Τρικούπη, μεταξύ των οποίων το κουδούνι που χρησιμοποιούσε στο γραφείο του, ο χαρτοφύλακάς του, το ρόλοι του, καθώς και παράσημα της οικογένειάς του.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο, που είχε αρχίσει να κτίζεται το 1866, με δωρεά του Δημητρίου Βερναρδάκη σε οικόπεδο που δώρισε η Ελένη Τοσίτσα, δεν είχε ολοκληρωθεί ακόμη το 1888, όταν ο Τρικούπης αποφάσισε την αποπεράτωσή του με έξοδα του δημοσίου, και το έργο ανέλαβε ο Τσίλλερ, που τροποποίησε τα προηγούμενα σχέδια. Το Ζάππειο Μέγαρο, δωρεά των Ευαγγέλη και Κωνσταντίνου Ζάππα, εγκαινιάσθηκε το 1888. Τέλος η Σχολή Ευελπίδων κτίσθηκε με δωρεά του Γεωργίου Αβέρωφ, βάσει σχεδίων του Τσίλλερ, και εγκαινιάσθηκε το 1894.
«Κατά τον χειμώνα του 1888», γράφουν μερικά χρόνια αργότερα, «αι Αθήναι είχον εξαιρετικήν ζωηρότητα, δεν παρήρχετο δε εσπέρα, καθ’ ην δεν εδίδετο χορός, εις ον συνεκεντρούτο όλη η χορεύουσα και διασκεδάζουσα Αθηναϊκή κοινωνία. Ήτο το έτος εκείνο, κατά το οποίον ευρίσκετο ο Τρικούπης εις την παντοδυναμίαν του και κατ’ ακολουθίαν είχον συρρεύσει χρήματα εκ των εθνικών δανείων και εξετελούντο μεγάλα δημόσια έργα, ώστε υπήρχεν η επιφάνεια μεγάλης ευπορίας εις την πόλιν. Άλλως τε κατά το έτος εκείνο είχον προσέλθη άπειροι Έλληνες εξ Ευρώπης, οι δε εγκατασταθέντες και έχοντες πολυτελή μέγαρα, εφιλοτιμούντο να δίδωσι χορούς όπως γνωρίσωσιν ούτοι την Αθηναϊκήν κοινωνίαν. Ίσως ουδέποτε αι Αθήναι είδον τοιαύτην κοσμικήν κίνησιν και εις τους μετέπειτα χρόνους, οίαν κατά το έτος εκείνο».
“Μεγάλο μέρος της πολιτικής του επιτυχίας οφείλεται στην προσωπικότητά του, στην επιμονή, στη διορατικότητά του και στην αποκλειστική προσήλωσή του στην υλοποίηση του μεταρρυθμιστικού του προγράμματος.”
Το σύνολο της σειράς “Ηγέτες” ή μεμονωμένους τόμους της θα βρείτε σε επιλεγμένα σημεία.