Το αίνιγμα Κλοσόβσκι, γνωστότερο ως Μπαλτίς

Το αίνιγμα Κλοσόβσκι, γνωστότερο ως Μπαλτίς

3' 41" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Οταν το 1986 η Τέιτ του Λονδίνου ετοίμαζε μιαν αναδρομική έκθεση του Μπαλτίς, οι οργανωτές ζήτησαν από τον καλλιτέχνη ένα συνοπτικό κειμενάκι για τη θεωρία του: «O Μπαλτίς είναι ένας ζωγράφος για τον οποίο τίποτα δεν είναι γνωστό», υπήρξε η απάντησή του. Κι όμως, τα λίγα αυτά λόγια συμπυκνώνουν στην αοριστία τους το μυστήριο που ήταν ο Μπαλτίς (πέθανε το 2001, 92 ετών, στην Ελβετία). Παρ’ όλο που δεν έζησε αινιγματικά, τη νιότη του τουλάχιστον, πέτυχε να περιβάλει τον εαυτό του με την αχλύ του αινίγματος.

Η παράδοση

Ο κόμης Μπαλταζάρ Κλοσόβσκι ντε Ρόλα, όπως ήταν το όνομα και ο τίτλος του, έγινε το θέμα εικασιών από πολλούς, οι οποίοι αμφέβαλλαν και για το αν ήταν αριστοκράτης κι όχι ένας απλός πλαστογράφος ή σφετεριστής. Οι κάτοικοι του ελβετικού χωριού Ροσινιέρ, όπου έζησε από το 1977, τον θεωρούσαν συνταξιούχο επιχειρηματία με χόμπι τη ζωγραφική.

Μολονότι συστηματικά και αδιάλειπτα ο ίδιος καλλιέργησε το μύθο του, αυτό δεν σημαίνει ότι και η τέχνη του ήταν μυθική, ότι ξεπήδησε σαν την Αθηνά από το κεφάλι του Δία, δίχως παρελθόν, προγόνους, αναφορές κι επιρροές. Το 1999 ο Μπαλτίς σχεδίασε μιαν έκθεση διαφωτιστική της έμπνευσης και του ζωγραφικού του κόσμου, με σκοπό ακριβώς να καταδειχθούν οι οργανικές του σχέσεις με άλλους καλλιτέχνες. Το σχέδιο εκείνο πραγματώνεται τώρα στην έκθεση «Μπαλτίς, από τον Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα στον Αλμπέρτο Τζιακομέτι», στο Εβραϊκό Μουσείο του Βεβέ, στην Ελβετία. O ζωγράφος δεν έζησε να τη δει, όμως πολλά από τα 147 εκτιθέμενα έργα δείχνουν την αρμονική συνύπαρξη των διαφόρων στυλ και των ζωγράφων που ενέπνευσαν τον Μπαλτίς, από τους αναγεννησιακούς Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα και Μαζάτσιο έως συγχρόνους σαν τον Μπονάρ, τον Ρενέ Ομπερζονουά και τον Τζιακομέτι.

Η έκθεση, καθώς γράφει η Χέλενα Μπάκμαν στο «Τάιμ», δεν αποβλέπει στο να ξαναπεί και να επιβεβαιώσει για άλλη μια φορά ότι ο Μπαλτίς είναι ένας ξεχωριστός ζωγράφος του 20ού αιώνα, αλλά στο να καταδείξει πώς ένας αυτοδίδακτος έφηβος, σε μια εποχή που ο υπερρεαλισμός κατέκλυζε την Ευρώπη και η αναπαραστατική τέχνη θεωρούνταν παρελθόν, βήμα βήμα κατέκτησε την προσωπική του φωνή. Για τον Μπαλτίς η αφηρημένη τέχνη ήταν εύκολη δουλειά και περιορισμένης κλίμακας κι έμεινε πιστός στην παραδοσιακή τέχνη και τις τεχνικές, της αναπαράστασης των παλιών Ευρωπαίων δασκάλων.

Το 1924, με την προτροπή του Γάλλου ζωγράφου Πιερ Μπονάρ άρχισε να αντιγράφει στο Λούβρο τα έργα του Νικολά Πουσέν (17ος αιώνας). Ακολούθησε ένα ταξίδι στην Ιταλία όπου μελέτησε και αντέγραψε τις τοιχογραφίες της πρώιμης Αναγέννησης. Τέσσερις τέτοιες αντιγραφές έργων του Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα και του Μαζάτσιο (15ος αιώνας) παρουσιάζονται στην έκθεση. Στο πρώτο κοίταγμα φαίνονται απλές αντιγραφές που προσέχουν την ακρίβεια της ομοιότητας στην απόδοση, αλλά σε δεύτερο, διακρίνεται μια ιδιαίτερη εμμονή του ζωγράφου στη σύνθεση των μορφών, περισσότερο απ’ ό,τι στη λεπτομέρεια και το χρώμα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, αρχίζει να εμφανίζεται το προσωπικό ύφος του Μπαλτίς, καθαρά περιγράμματα, αυστηρή σύνθεση, αλλά παραμένει φανερή η παρουσία των παλιών δασκάλων.

Το 1948 έκανε ένα σχέδιο της «Κοιμισμένης γυναίκας» του Ζακ Λουί Νταβίντ (1819). H γυναίκα του Μπαλτίς έχει την ίδια μελαγχολική, σκεπτική όψη των μορφών του Νταβίντ, αλλά οι γραμμές είναι γλυκύτερες και η ατμόσφαιρα πιο αιθέρια. Το 1955 ο Μπαλτίς ζωγράφισε το «Ξύπνημα», το πορτρέτο μιας γυναίκας που ξυπνά από τον ύπνο και τεντώνει τα χέρια της. H θέση και το σχήμα του σώματος θυμίζουν πολύ τον «Νικηφόρο έρωτα» του Καραβάτζιο (1602).

O κάθε άνθρωπος όμως διαμορφώνεται και από την εποχή του και τους συγχρόνους του. O Αλμπέρτο Τζιακομέτι ήταν φίλος και σύμβουλος -εν τέχνη- του Μπαλτίς? οι δύο τους συμμερίζονταν την απογοήτευση με τα απόλυτα φαντασιακά στοιχεία του υπερρεαλισμού. Το σχέδιο του Μπαλτίς «Γυμνό με φουλάρι» (1975) έχει κοινά το στυλ και την τεχνική με το «Ατελιέ με καρέκλα» του Τζιακομέτι (1955). Και οι δυο τους χρησιμοποίησαν ίδιες τεχνικές για να δώσουν την αίσθηση της κίνησης. H έκθεση δείχνει ακόμη την εξέλιξη του ύφους του Μπαλτίς και τις μεταβολές του.

Με την καθιέρωσή του ως ζωγράφου, ο ρομαντισμός και το πάθος των πρώτων χρόνων του, έγιναν πιο κρυμμένα. Ειδυλλιακά τοπία με βουβές σκιές -«Μόντε Καλβέλο» του 1972- είναι τόσο εικονοκλαστικά έργα, όπως εκείνα με τα έφηβα κορίτσια που έγιναν το σήμα κατατεθέν του.

Οσο η φήμη του μεγάλωνε, μεγάλωσε και το αίνιγμα Μπαλτίς. Ετσι αινιγματικός εμφανίζεται ο ζωγράφος στην αυτοπροσωπογραφία του «O βασιλιάς των γατών» (1935). Μολονότι, καθώς εμφαίνει η έκθεση, ο Μπαλτίς θαύμαζε κι εμπνεόταν από άλλους ζωγράφους, τούτο το πορτρέτο του καλλιτέχνη ως απόμακρου, αποστασιοποιημένου όντος δείχνει και εξηγεί, ώς ένα σημείο, τη δύναμη του μύθου του στη σύγχρονη τέχνη.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή