H «μάνα» ΕΛΑ, τα παρακλάδια και οι επίγονοι

H «μάνα» ΕΛΑ, τα παρακλάδια και οι επίγονοι

6' 50" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Το βράδυ της 29ης Απριλίου του 1975 η περιοχή της Ελευσίνας αναστατώνεται από απανωτούς εμπρησμούς αυτοκινήτων. Συνολικά οκτώ οχήματα, όλα αμερικανικά, τυλίγονται στις φλόγες σχεδόν ταυτόχρονα. Οι κάτοικοι της περιοχής τα παρακολουθούν να καταστρέφονται, ενώ σπεύδει η Πυροσβεστική. Κανείς δεν αντιλαμβάνεται εκείνη τη στιγμή ότι παρακολουθεί την ιδρυτική πράξη του Επαναστατικού Λαϊκού Αγώνα, της τρομοκρατικής οργάνωσης, που θα συνεχίσει τη δράση της μέχρι της 24 Ιανουαρίου του 1995, οπότε και καταγράφεται το τελευταίο της χτύπημα -η τοποθέτηση βόμβας στο κτίριο της ΑΣΟΕΕ.

Μεταδικτατορική στάση

Της ιδρυτικής πράξεως έχουν προηγηθεί έντονες ζυμώσεις μεταξύ ατόμων, που κατά κύριο λόγο προήλθαν από τις οργανώσεις αντιδικτατορικής δράσης. Το κεντρικό ζήτημα που τίθεται σαν αφετηρία αυτών των ζυμώσεων είναι ποια θα είναι η στάση των οργανώσεων απέναντι στη νέα τάξη πραγμάτων. Οι περισσότεροι αποφασίζουν να δείξουν εμπιστοσύνη στη δημοκρατία, που έχει μόλις αποκατασταθεί και εκτιμούν ότι ο ρόλος που είχαν διαδραματίσει κατά τη διάρκεια της δικτατορίας δεν έχει πλέον λόγο ύπαρξης. Κάποιοι διαφωνούν. Κάνουν λόγο για απλή αλλαγή προσωπείου και για συνέχεια του καθεστώτος καταπίεσης του λαού υπό την καθοδήγηση ξένων κέντρων, με επίφαση δημοκρατικών θεσμών. Μιλούν για ανάγκη συνέχισης του αγώνα με τη μορφή της ένοπλης πάλης του αντάρτικου πόλεων, που θα επιφέρει την πραγματική κοινωνική αλλαγή. H ιδέα του αντάρτικου πόλεων είναι ιδιαίτερα δημοφιλής, άλλωστε, από τα μέσα της δεκαετίας του ’60. Το παράδειγμα των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, των επαναστάσεων σε χώρες κυρίως της Λατινικής Αμερικής, έχει ισχυρό αντίκτυπο στην Ευρώπη, όπου κάνουν την εμφάνισή τους τρομοκρατικές οργανώσεις. Στην Ελλάδα ο αντίκτυπος αυτός αργεί να φθάσει, λόγω της εγκαθίδρυσης της δικτατορίας. Τώρα, μετά την πτώση της, γίνεται ουσιαστικά η συζήτηση για την ανάγκη ίδρυσης ενός κινήματος αντάρτικου πόλης.

Κεντρική μορφή σε όλες αυτές τις συζητήσεις είναι ο Χρήστος Κασσίμης, ο άνθρωπος που θεωρείται ιδρυτής του ΕΛΑ. Υπέρμαχοι της απόφασης για ένοπλη δράση θεωρούνται επίσης ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος και ένας τρίτος άνθρωπος, ο οποίος, όπως εκτιμούν σήμερα οι διωκτικές αρχές, πέρασε σχεδόν από όλες τις τρομοκρατικές οργανώσεις της χώρας. O Κασσίμης θα παραμείνει στον ΕΛΑ μέχρι το θάνατό του το 1977. Οι άλλοι δύο θα αποχωρήσουν σχετικά γρήγορα. O Αλέξανδρος Γιωτόπουλος για να ιδρύσει τη «17 Νοέμβρη», καθώς είναι υπέρμαχος πιο «δυναμικών» τρόπων δράσης. Κοντά του θα σπεύσει λίγο καιρό αργότερα και ο τρίτος της αρχικής ομάδας, έπειτα από μια ερωτική σχέση, που θα καταστήσει αδύνατη την παραμονή του στον ΕΛΑ εκείνη την περίοδο.

Η δραστηριότητα του ΕΛΑ αναπτύσσεται στην Αττική με εμπρηστικούς και εκρηκτικούς μηχανισμούς. Στόχοι είναι αυτοκίνητα και κτιριακές εγκαταστάσεις ξένων επιχειρήσεων και κρατικών υπηρεσιών. Χαρακτηριστικό της οργάνωσης είναι ότι όλα τα χτυπήματα γίνονται με τρόπο τέτοιο ώστε να μην υπάρχουν θύματα. Οι εμπρησμοί και οι εκρήξεις γίνονται σε ώρες που τα κτίρια είναι άδεια και συνήθως προηγείται προειδοποιητικό τηλεφώνημα. Στόχος της οργάνωσης είναι, όπως διατυπώνεται μέσα από προκηρύξεις, να πλήξει την ξενόφερτη κυριαρχία του καπιταλισμού – ιμπεριαλισμού. Οι ενέργειες αποσκοπούν στην κινητοποίηση των μαζών και γι’ αυτό έχει επιλεγεί ο τρόπος δράσης με συμβολικές ενέργειες, που δεν έχουν σκοπό να πλήξουν ανθρώπινες ζωές. Αυτή είναι και η μεγάλη διαφορά με τη «17 Νοέμβρη», που επιλέγει ρόλο τιμωρού και εμφανίζεται το Δεκέμβριο του 1975 με τη δολοφονία του σταθμάρχη της CIA Ρίτσαρντ Γουέλς.

Από τον Απρίλιο του 1975 μέχρι το τέλος του 1977 ο ΕΛΑ επιλέγει 21 ημέρες για να πραγματοποιήσει τρομοκρατικές ενέργειες. Τις περισσότερες φορές καταγράφονται περισσότερα του ενός χτυπήματα την ίδια ημέρα. H μαζικότητα των ενεργειών είναι πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα. Εκείνη την περίοδο εκτιμάται ότι ο ΕΛΑ είχε τον μεγαλύτερο αριθμό στελεχών. Υπολογίζεται ότι απαρτιζόταν από περίπου 80 ενεργά μέλη και περίπου 200 άτομα εμπλέκονταν με τη δράση της οργάνωσης σε βοηθητικούς ρόλους, συμμετέχοντας, κυρίως, στην αναπαραγωγή και τη διανομή προκηρύξεων.

Στις 20 Οκωβρίου του 1977 σκοτώνεται έπειτα από συμπλοκή με αστυνομικούς ο Χρήστος Κασσίμης έξω από τις εγκαταστάσεις της AEG στου Ρέντη, όπου, σύμφωνα με την αστυνομία, έχει πάει προκειμένου να τοποθετήσει εκρηκτικό μηχανισμό. Μετά τη συμπλοκή συλλαμβάνεται ο Γιάννης Σερίφης. H εξέλιξη αυτή έχει επιπτώσεις στην οργάνωση. To 1978 πραγματοποιούνται μόνο δύο χτυπήματα και η δράση της λαμβάνει ξανά μαζική μορφή από το 1979 και μετά. Εκτιμάται ότι ο θάνατος του Χρήστου Κασσίμη συνοδεύτηκε από αποχώρηση σημαντικού αριθμού μελών από την οργάνωση. Τα ηνία του ΕΛΑ αναλαμβάνει ο Χρήστος Τσιγαρίδας.

Κοινή γιάφκα

Στις 31 Ιανουαρίου του 1979 δολοφονείται ο απότακτος αστυνομικός Πέτρος Μπάμπαλης και την ευθύνη αναλαμβάνει η πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση «Ιούνης ’78». Το 1985 ο ΕΛΑ θα αποδεχθεί την «πατρότητα» της οργάνωσης και θα αναλάβει την ευθύνη για τη δολοφονία Μπάμπαλη. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι κατά τα πρώτα χρόνια δράσης τους, ΕΛΑ και «17 Νοέμβρη» είχαν κοινή γιάφκα, όπου φυλασσόταν ο οπλισμός των οργανώσεων. Από τις τάξεις του ΕΛΑ στα τέλη της δεκαετίας του ’70 αναδείχθηκε ένα ακόμη άτομο, που διαφωνούσε με την τακτική των συμβολικών ενεργειών. Πρόκειται για τον Χρήστο Τσουτσουβή, ο οποίος αποφασίζει να ιδρύσει δική του οργάνωση, την «Αντικρατική Πάλη». Αποχωρεί, παίρνοντας μαζί του μερικά ακόμη μέλη του ΕΛΑ. Για να εξοπλίσει τη νέα οργάνωση, εισβάλει στην κοινή γιάφκα και παίρνει οπλισμό. Ετσι θα βρεθούν μερικά χρόνια αργότερα στη γιάφκα της οδού Καλαμά, που χρησιμοποιούσε ο Τσουτσουβής, τα αντικλείδια αυτοκινήτων που είχε χρησιμοποιήσει η «17 Νοέμβρη» σε επιθέσεις της. H «Αντικρατική Πάλη» θα αναλάβει την ευθύνη για τη δολοφονία του εισαγγελέα Γιώργου Θεοφανόπουλου την 1η Απριλίου του 1985. O Τσουτσουβής θα σκοτωθεί λίγο αργότερα, στις 15 Μαΐου, έπειτα από συμπλοκή με αστυνομικούς στου Γκύζη.

Στις 19 Δεκεμβρίου του 1980 καταστρέφονται ολοσχερώς από εμπρησμό τα πολυκαταστήματα «Μινιόν» και «Κατράντζος σπορ» στο κέντρο της Αθήνας. Την ευθύνη αναλαμβάνει η «Επαναστατική Οργάνωση Οχτώβρης ’80».

Τα μέσα της δεκαετίας του ’80 βρίσκουν τη «17 Νοέμβρη» ισχυρή, να συνεχίζει τις τρομοκρατικές ενέργειες, ενώ, όπως έχει προκύψει και από τις καταθέσεις των συλληφθέντων, είναι περίοδος στατολόγησης νέων μελών. Περίοδος ενίσχυσης, που θα κορυφωθεί το 1989 με την εισβολή στο στρατόπεδο Συκουρίου και την κλοπή ρουκετών. Αντίθετα, ο ΕΛΑ αποδυναμώνεται συνεχώς. Τα περισσότερα από τα μέλη της οργάνωσης, αντιλαμβάνονται το αδιέξοδο του εγχειρήματος και την εγκαταλείπουν.

Η EMA – «1η Μάη»

Το 1985 κάνει την εμφάνισή της η οργάνωση Επαναστατική Μαχόμενη Αριστερά (EMA), με μια έκρηξη βόμβας. H βόμβα έχει τοποθετηθεί έξω από το σπίτι της οικογένειας Τσάτσου στο Κολωνάκι. Ενας διερχόμενος Ιρακινός παίρνει μαζί του το σακ – βουαγιάζ, στο οποίο έχει τοποθετηθεί, θεωρώντας ότι το περιεχόμενο έχει αξία. H έκρηξη συμβαίνει λίγη ώρα αργότερα σε λεωφορείο του ΟΑΣ, που κινείται στη λεωφόρο Βουλιαγμένης. H δράση της EMA λήγει άδοξα. Σύμφωνα με την αστυνομία, η οργάνωση θα μετονομασθεί σε «1η Μάη» και θα κάνει την εμφάνισή της δύο χρόνια αργότερα, το 1987, με την απόπειρα δολοφονίας του τότε προέδρου της ΓΣΕΕ Γιώργου Ραφτόπουλου. Το 1989 η «1η Μάη» αναλαμβάνει την ευθύνη για τη δολοφονία του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Βενάρδου. H EMA και η συνέχειά της, η «1η Μάη», θεωρούνται «έργο» του ανθρώπου, που αποχώρησε νωρίς από τον ΕΛΑ και εντάχθηκε στη «17 Νοέμβρη» έπειτα από την ιστορία ερωτικής αντιζηλίας. Για να εξοπλίσει τη νέα οργάνωση έχει πάρει οπλισμό από τη «17 Νοέμβρη» και έχει στήσει τη δική του γιάφκα. Τη γιάφκα αυτή εντοπίζει ο Δημήτρης Κουφοντίνας παρακολουθώντας τον βασικό εκτελεστή τής «1ης Μάη», γνωστό με την κωδική ονομασία «Πάρκινσον». O Κουφοντίνας μπαίνει στη γιάφκα και παίρνει πίσω τον οπλισμό. Ισως η έλλειψη οπλισμού ήταν η αιτία που το 1990 η «1η Μάη» ενώνεται με τον ΕΛΑ και συνυπογράφουν τρομοκρατικές ενέργειες. H ένωση σηματοδοτείται από αύξηση του αριθμού των χτυπημάτων του ΕΛΑ και από διαφοροποίηση του τρόπου δράσης. Πλέον εκδηλώνονται συχνά «τυφλά» χτυπήματα, που οδηγούν το 1994 στο θάνατο του αστυνομικού υποδιευθυντή Απόστολου Βέλλιου, έπειτα από έκρηξη βόμβας σε λεωφορείο της αστυνομίας.

Τα αρχεία της Στάζι

Ο ΕΛΑ δεν εμφανίζεται μετά το 1995 σε καμιά τρομοκρατική ενέργεια, χωρίς να έχει ανακοινωθεί από την οργάνωση το πέρας των τρομοκρατικών ενεργειών. Αντιθέτως, η τελευταία προκήρυξη κλείνει με τη φράση «ο αγώνας συνεχίζεται». Εκτιμάται πάντως ότι η «σιγή» του ΕΛΑ συνδέεται με τη δημοσιοποίηση του περιεχομένου των αρχείων της Στάζι. Το 1996 κάνουν την εμφάνισή τους οι «Επαναστατικοί Πυρήνες». H οργάνωση δρα όπως ο ΕΛΑ, προειδοποιώντας για τα χτυπήματα. Επιπλέον, χρησιμοποιεί εκρηκτικούς μηχανισμούς ιδίου τύπου και ίδιας συνδεσμολογίας, που περιέχουν εκρηκτικά ίδια με εκείνα του ΕΛΑ. Ολα αυτά τα στοιχεία κάνουν τις διωκτικές αρχές να πιστεύουν ότι οι «Επαναστατικοί Πυρήνες» ιδρύθηκαν από παλαιά μέλη του ΕΛΑ, που θέλησαν να συνεχίσουν και πιθανόν «κληρονόμησαν» μέρος του οπλισμού της οργάνωσης.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή