H επιστήμη και ο σύγχρονος ρόλος των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων

H επιστήμη και ο σύγχρονος ρόλος των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων

3' 58" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αρκετοί ισχυρίζονται πως ο ρόλος των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων είναι διττός, διδασκαλία και έρευνα. Στο παρόν άρθρο, θα προσπαθήσουμε να καταδείξουμε, μέσα στο πλαίσιο του Εθνικού Διαλόγου για την Παιδεία, ότι ο ρόλος των πανεπιστημίων είναι η διδασκαλία και η έρευνα σε ευθεία, ωστόσο, συνάρτηση με την οικονομική απόδοση και επίδοση.

Για να το πετύχουμε αυτό, θα ακολουθήσουμε ιστορικά την πορεία του πανεπιστημίου ως ίδρυμα μετά τον B΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς και την αλλαγή που επιτελείται τα τελευταία χρόνια προς πιο εφαρμοσμένα ερευνητικά πρότυπα. Αυτή η αλλαγή, ισχυριζόμαστε ότι είναι συνέπεια της βαθύτερης / εναργέστερης ανάμειξης διαφόρων κοινωνικών ομάδων στους κόλπους της επιστήμης και τεχνολογίας (βλ. σπογγώδης εγκεφαλοπάθεια, υπερθέρμανση του πλανήτη, γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα) και της απαίτησης των (ομάδων) για έρευνα προς συγκεκριμένους στόχους που αποτελούν τα βραχύ -και μεσο- πρόθεσμα ενδιαφέροντα των (ομάδων). Το τελευταίο, λειτουργεί συμπληρωματικά με την μακροπρόθεσμη έρευνα, αλλά δεικνύει τον εκκοινωνισμό της επιστήμης.

Κοινωνικό συμβόλαιο

Το κοινωνικό συμβόλαιο με την επιστήμη και τεχνολογία από το 1945 μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 είχε επηρεαστεί από τον Vannevar Bush και το βιβλίο του Science: The Endless Frontier. Οι επιστημονικές ανακαλύψεις, πριν και κατά τον B΄ Π.Π. οδήγησαν στο συλλογισμό ενός γραμμικού, αλυσιδωτού μοντέλου καινοτομίας, το οποίο ξεκινά από την βασική έρευνα, οδηγώντας σε εφαρμοσμένη έρευνα, τεχνολογική ανάπτυξη και τελικά καινοτομία. Βασική συνέπεια των ανωτέρω ήταν ότι εάν η κυβέρνηση χρηματοδοτούσε την βασική έρευνα (στη μία, δηλ. άκρη της αλυσίδας) τότε, θα έβγαιναν στην άλλη άκρη οικονομικά, ιατρικά και στρατιωτικά οφέλη, τα οποία η κοινωνία θα μπορούσε να καρπωθεί. Κανείς, ωστόσο, δεν μπορούσε να προβλέψει τι είδους ακριβώς αυτά τα οφέλη θα ήταν, ούτε πότε ακριβώς θα υλοποιούνταν.

Μπορούμε να διακρίνουμε κάποια χαρακτηριστικά τού τότε κοινωνικού συμβολαίου, όπως: α) Υπήρχε υψηλός βαθμός αυτονομίας άσκησης της επιστήμης, β) Οι τομείς επιστημονικού ενδιαφέροντος και έρευνας ανήκουν και αποφασίζονται αποκλειστικά από επιστήμονες, γ) H βασική έρευνα μπορεί να γίνει στα πανεπιστήμια.

Την δεκαετία του 1980, ωστόσο, γίναμε μάρτυρες ενός αναβαθμισμένου κοινωνικού συμβολαίου για την επιστήμη. Αυτό οφείλεται και στη λήξη του Ψυχρού Πολέμου και τη μείωση του ενδιαφέροντος στους τομείς όπου η φυσική και η μηχανική, καθώς επίσης και στον σκεπτικισμό για την ατομική ενέργεια. Κατά κύριο λόγο, ο αναπροσανατολισμός της επιστημονικής και τεχνολογικής πολιτικής προέκυψε από τον: α) Αυξανόμενο ανταγωνισμό, β) Ελεγχο στην δημόσια σπατάλη, γ) Απαίτηση για ανταγωνιστικές επιστημονικές και τεχνολογικές ικανότητες. Το καθένα χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση.

Καινοτομία

Αναφορικά με το (α): το κλειδί για την οικονομική ανάπτυξη έγκειται στην ικανότητα καινοτομίας. Τομείς όπως πληροφορική, τηλεπικοινωνίες, βιοτεχνολογία απαιτούν διαρκή έρευνα για την απόκτηση συγκριτικού πλεονεκτήματος. Η επιστήμη αποτελεί στρατηγικό πλεονέκτημα, το οποίο το κράτος πρέπει να εκμεταλλευτεί πλήρως. Οι κυβερνήσεις, συνεπώς απαιτείται να έχουν, καθορισμένη επιστημονική και τεχνολογική πολιτική με προκαθορισμένους στόχους.

Αναφορικά με το (β): η οικονομική ύφεση πολλών δυτικών χωρών, σε συνδυασμό με παραμέτρους όπως η ηλικιακή γήρανση, ιατρική περίθαλψη και κοινωνικό κράτος έχουν θέσει περιορισμούς στις κρατικές δαπάνες. Συνέπεια τούτου, είναι ότι όλοι οι τομείς του κυβερνητικού έργου, συμπεριλαμβανομένης της επιστημονικής και τεχνολογικής πολιτικής, είναι υπόλογοι για τις οικονομικές τους δαπάνες. Στο πλαίσιο της οικονομικής διαφάνειας, η αξιολόγηση γίνεται πλέον κοινός τόπος. Οι κυβερνήσεις αντιλαμβάνονται ή πρέπει ν’ αντιληφθούν, την ανάγκη να είναι επιλεκτικές με τους τομείς προτεραιότητας (και κατά συνέπεια χρηματοδότησης). Εργαλεία στρατηγικού σχεδιασμού (όπως οι Ασκήσεις Προοπτικής Διερεύνησης) χρησιμοποιούνται προς αυτήν τη κατεύθυνση.

Αναφορικά με το (γ): η απαίτηση για νέες δεξιότητες της πιο σημαντικής πληθυσμιακής μερίδας προς επίρρωση της ανταγωνιστικότητάς τους, ώθησε τις κυβερνήσεις προς ένα εκπαιδευτικό σύστημα, ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης, μαζικής εισροής σε αντίθεση με το ελιτίστικο μοντέλο. Ωστόσο, εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα. Ενώ οι κυβερνήσεις είναι διατεθειμένες να πληρώσουν για αύξηση της ποσότητας της διδασκαλίας, δεν έχουν ξεκαθαρίσει εάν προτίθενται να χρηματοδοτήσουν ισότιμες αυξήσεις αναφορικά με την ακαδημαϊκή έρευνα. Εάν όχι, τότε είτε κάποιοι (σε αντιδιαστολή με όλους, ή όσους θέλουν) ακαδημαϊκοί ή/και ιδρύματα θα συνεχίσουν την έρευνα, είτε οι ακαδημαϊκοί θα σπαταλούν περισσότερο χρόνο τους στη διδασκαλία και όχι στην έρευνα.

Ανακεφαλαιώνοντας, ισχυριζόμαστε ότι λόγω αυξανόμενου ανταγωνισμού, σε παγκόσμιο επίπεδο, και πιο σφικτών οικονομικών δεδομένων, οι κυβερνήσεις απαιτούν συγκεκριμένα οφέλη σαν αποτέλεσμα της συνεχούς ροής χρηματοδότησης προς την έρευνα και τα πανεπιστήμια. Με άλλα λόγια, στο υπάρχον κοινωνικό συμβόλαιο, τα πανεπιστήμια και οι ερευνητές χαράζουν την ερευνητική τους ατζέντα ύστερα από σύμπραξη και συνεννόηση με τις κοινωνικές ομάδες που τους χρηματοδοτούν. Επιπρόσθετα, υπόκεινται, πλέον, σε αξιολογήσεις και κρίσεις για την χρηματοδότηση που λαμβάνουν. Ο Εθνικός Διάλογος για την Παιδεία, συμπερασματικά, πρέπει να καταλήξει σε σαφείς και ευκρινείς μέσο- και μακροπρόθεσμους στόχους, οι οποίοι θέτουν το πλαίσιο λειτουργίας της έρευνας με κριτήρια παραγωγικότητας και αποδοτικότητας για την αντιμετώπιση της χαμηλής στάθμης, επιστημονικής και τεχνολογικής παραγωγής της χώρας, η οποία δικαιωματικά βρίσκει τον εαυτό της στις τελευταίες θέσεις όλων των μετρήσιμων δεικτών στις χώρες του ΟΟΣΑ και Ε.Ε.

* Οι κ. Νίκος Καραμπέκιος και Βασίλης Δάγλας είναι υποψήφιοι διδάκτορες του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή