Οψεις

5' 16" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενώ ετοιμαζόμουν να στολίσω το χριστουγεννιάτικο δέντρο φέτος, το κουτί με τα στολίδια έπεσε από τα χέρια μου καθώς κατέβαινα από τη σοφίτα: γυάλινες μπάλες έσπασαν, ένας παλιός άγγελος έχασε το χέρι του, αχυρένια αστέρια τσαλακώθηκαν. Βγήκα λοιπόν στα μαγαζιά για να τα αντικαταστήσω. Δεν αναζητούσα καινοτομίες αλλά κάτι από τα ίδια. Στην οικογένειά μας των αγνωστικιστών και των άθεων, είμαστε αφοσιωμένοι στη χριστουγεννιάτικη παράδοση: κόκκινο, χρυσό και πράσινο, γυαλί, ξύλο και άχυρο, άγγελοι, αστέρια και έλκηθρα – αυτό το μείγμα παγανιστικών και χριστιανικών συμβόλων που χαρακτηρίζει τις χριστουγεννιάτικες τελετές στη Βόρεια Ευρώπη.

Η απογοήτευσή μου από το σαφάρι στην αγορά ήταν μεγάλη. Ενώ τα μαγαζιά ήταν γεμάτα γιορταστικά προϊόντα, τίποτα παραδοσιακό δεν υπήρχε. Οι μπάλες ήταν πλαστικές με φωσφορίζοντα χρώματα, όπου κυριαρχούσε το ροζ, το ίδιο και οι άγγελοι, ενώ οι φάτνες ήταν είδος υπό εξαφάνιση. Ισως σε μια προσπάθεια να μην «προσβάλλονται» οι άλλες θρησκείες, στη βρετανική αγορά δεν υπήρχαν πολλές νύξεις χριστιανικού χαρακτήρα. Ακόμα και τα τραγούδια που ακούγονταν από τα μεγάφωνα των μαγαζιών, αυτά που σε τρελαίνουν με τις συνεχείς επαναλήψεις, φέτος φαίνονταν να έχουν περάσει από κρησάρα, αφήνοντας να κυριαρχεί εκείνο το ανόητο «Santa Clauss is Coming to Τown».

«Τα Χριστούγεννα επιστρέφουν στις παγανιστικές ρίζες τους, σαν μια γιορτή ευωχίας και αποχαλίνωσης», μου είπε μια ψύχραιμη φίλη, προσθέτοντας ότι αν ήθελα να χαρώ μια πραγματική χριστιανική γιορτή έπρεπε να εστιάσω στο Πάσχα. Ομως δεν είναι αυτό το ζήτημα. Ξέρω πως αυτό που θεωρούμε παράδοση δεν είναι παρά ένα μείγμα αρχαίων εθίμων και πιο πρόσφατων επινοήσεων, ωστόσο τα πρότυπα που μάθαμε να ακολουθούμε έχουν νόημα για μας. Το δικό μου πρότυπο ήταν ένας εορτασμός με χριστιανικό συναίσθημα, η αίσθηση ότι περιβάλλομαι από ανθρώπους που νιώθουν αληθινή χαρά και δέος για την ιστορία της Γέννησης και ό,τι αντιπροσωπεύει. Μπορεί να μην κατάφερα να πιστέψω στην ύπαρξη του Θεού, αυτό όμως δεν με εμποδίζει να συγκινούμαι από τα χριστιανικά μηνύματα της ειρήνης, της ελπίδας και της αγάπης και να ποθώ να υπήρχε κάτι πάνω και πέρα από τις μικρές μας επιθυμίες που να δίνει νόημα στη ζωή μας.

Σίγουρα υπάρχει αντίφαση σε αυτά που θέλω. Είμαι συναισθηματικά δεμένη μ’ αυτήν τη γιορτή και θέλω να παραμείνει μέρος της δημόσιας ζωής μας, ενώ ταυτόχρονα είμαι πολύ δύσπιστη όσον αφορά την επίδραση της θρησκείας σε άλλα πεδία. Φοβάμαι την ικανότητά της για αυταρχισμό, αλαζονεία και εχθρότητα απέναντι στους μη θρησκευόμενους.

Ολοι διαμορφωνόμαστε στα παιδικά μας χρόνια και αυτή η αντίφαση προέρχεται από τη δική μου παιδική ηλικία, όταν έμαθα να χαίρομαι τα Χριστούγεννα και ταυτόχρονα να δυσπιστώ απέναντι στη θρησκεία. Οι παππούδες μου και από τις δύο πλευρές ήταν ιερείς, αλλά οι γονείς μου είχαν γίνει άθεοι πολύ πριν γεννηθώ. Ο πατέρας μου έχασε την πίστη του όταν πήγε να δουλέψει σε καταυλισμούς θυμάτων πολέμου, στη Γερμανία, το 1946· η Νοτιοαφρικανίδα μητέρα μου, όταν το απαρτχάιντ έφτασε στο απόγειό του στην εφηβεία της. Και οι δύο αισθάνονταν ότι, εκτός από τον κατά καιρούς ρόλο της στην πρόκληση συγκρούσεων, η θρησκεία δεν είχε προβάλει αντίσταση στη φρίκη που έζησε η ανθρωπότητα κατά τον 20ό αιώνα.

Οι γονείς μου υιοθέτησαν τον ουμανισμό ως ιδεολογία. Μας δίδαξαν ότι συχνά η θρησκευτική πίστη επιτρέπει στους ανθρώπους να αποφεύγουν το αίσθημα ευθύνης για τον κόσμο όπως είναι και να καταφεύγουν στην παρηγορητική βεβαιότητα ότι στη μέλλουσα ζωή όλα θα διορθωθούν. Οι ουμανιστές δεν έχουν τέτοια βεβαιότητα. Αν οι άνθρωποι θέλουν μια καλύτερη ζωή, υπάρχει μόνο το εδώ και τώρα. Συμμερίστηκα σε μεγάλο βαθμό την πεποίθηση ότι είναι προτιμότερη η κοσμική προσέγγιση στην ανθρώπινη ύπαρξη από τη θρησκευτική. Το πρόβλημα με αυτήν την πεποίθηση είναι ότι θεωρεί δεδομένο πως ο ουμανισμός μπορεί να αποτελέσει το ίδιο ισχυρό κίνητρο για τους ανθρώπους όπως η θρησκευτική πίστη. Αυτό όμως δεν αποδεικνύεται από την πραγματικότητα. Στατιστικά, οι πιστοί, και όχι οι μη θρησκευόμενοι, είναι αυτοί που αναλαμβάνουν πιο συχνά φιλανθρωπική και εθελοντική δουλειά και που στελεχώνουν τις περισσότερες οργανώσεις, οι οποίες προσπαθούν να γεφυρώσουν το χάσμα ανάμεσα στους πλούσιους και τους φτωχούς. Είναι πιο γενναιόδωροι τόσο σε χρόνο όσο και σε χρήμα.

Πρόχειρο παράδειγμα για μένα, ο παππούς και η γιαγιά μου από τη μεριά του πατέρα μου. Ζούσαν με πολύ μικρό εισόδημα, κι όμως, όταν πέθαναν, οι λεπτομερείς λογαριασμοί που κρατούσε ο παππούς μου αποκάλυψαν ότι όχι μόνο αφιέρωναν κάθε μήνα ένα σημαντικό μέρος των εσόδων τους σε φιλανθρωπικούς σκοπούς αλλά επίσης, τις Κυριακές, όταν δεν είχαν επισκέπτες, δεν μαγείρευαν κρέας και πρόσθεταν το αντίτιμο του κυριακάτικου βοδινού στον φιλανθρωπικό κουμπαρά. Η ουμανιστική ηθική μου δεν έχει φτάσει ποτέ σε τέτοια γενναιοδωρία. Ποτέ δεν θα υπέβαλα τον εαυτό μου σε τέτοια σχετική στέρηση.

Οι πιστοί δεν χρειάζεται καν να περιμένουν τη μέλλουσα ζωή για να λάβουν την ανταμοιβή τους. Εδώ, στη γη, είναι σε γενικές γραμμές πιο ευτυχισμένοι και ζουν περισσότερο από τους υπόλοιπους. Πράγμα που αφήνει εμάς τους μη θρησκευόμενους αντιμέτωπους με ένα δύσκολο πρόβλημα. Φταίει το ότι δεν έχουμε βρει μια γλώσσα που να εμπνέει τους ανθρώπους όπως η θρησκεία ή μήπως ο ορθολογισμός έχει τα όριά του; Νομίζω ότι οι περισσότεροι από μας εύχονται να υπήρχε ένας σκοπός στη ζωή πέρα από τα εγκόσμια και γνωρίζουν ότι υπάρχουν όψεις της ζωής που η λογική δεν μπορεί να αγγίξει. Θέλουμε να πιστεύουμε στη δυνητική καλοσύνη του ανθρώπου, αλλά συνεχώς συγκρουόμαστε με τις αναντίρρητες αποδείξεις για τα ανθρώπινα ψεγάδια, τα δικά μας και των άλλων. Και συχνά φτάνουμε στο καταθλιπτικό συμπέρασμα ότι, όταν ο Θεός απουσιάζει, οι άνθρωποι είναι πιθανότερο να στραφούν στον εγωιστικό καταναλωτισμό παρά στον ουμανισμό.

Η θρησκεία προσφέρει εξήγηση και παρηγοριά για όλα αυτά. Οι μη θρησκευόμενοι μπορεί να καταλήξουν στην απογοήτευση και στην αδιαφορία. Πιστεύω ότι πολλοί από μας έχουμε ανάγκη την έμπνευση και την αίσθηση υπέρβασης που προσφέρει η θρησκεία. Και αν οι «κοσμικοί» ουμανιστές δεν μπορούμε να τη βρούμε, ίσως να πρέπει να τη δανειστούμε. Επειδή είναι η κουλτούρα μέσα στην οποία ανατράφηκα, οι χριστιανικές παραδόσεις είναι ο χώρος όπου θέλω να αναζητήσω αυτήν την εμψύχωση. Στη διαπεραστική ομορφιά ενός ορατορίου· στα σύμβολα ενός δέντρου· στη συμμετοχή σε μια κατανυκτική χριστουγεννιάτικη λειτουργία… Είναι τελετουργίες που ζεσταίνουν την καρδιά μου και ενθαρρύνουν την αγάπη μου για την ανθρωπότητα, ενώ η ετήσια επανάληψή τους προσφέρει μια καθησυχαστική δομή στη ζωή μου. Είναι μήπως αυταπάτη να πιστεύεις ότι μπορείς να υιοθετήσεις τα καλύτερα στοιχεία της θρησκείας, αποφεύγοντας τα χειρότερα; Ισως. Ομως η ελπίδα αυτή με έβγαλε έξω στους δρόμους στις παραμονές των Χριστουγέννων, να ψάχνω για αγγέλους και αστέρια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή