Λέοναρντ Κοέν, ο ισόβιος καταθλιπτικός

Λέοναρντ Κοέν, ο ισόβιος καταθλιπτικός

5' 28" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η αποκάλυψη ότι ο Λέοναρντ Κοέν μπορεί να λογαριάζει τον πρίγκιπα Κάρολο ανάμεσα στους πιο ένθερμους θαυμαστές του ήρθε κάπως σαν έκπληξη. Με δεδομένα τα γνωστά έως τώρα μουσικά γούστα του διαδόχου, δύσκολα θα τον φανταζόταν κανείς να μουρμουρίζει το «Ain’t Cure for Love» σε στιγμές αισθηματικής απόγνωσης ή να παρακολουθεί την επικήδεια τελετή για την Νταϊάνα με το «Hey, That’s no Way to Say Goodbye» να τριγυρίζει στο μυαλό του.

Να, όμως, που είδαμε τον Κάρολο, σε τηλεοπτική συνέντευξη μαζί με τους γιους του, να χαρακτηρίζει τον Κοέν «υπέροχο… Οι ενορχηστρώσεις του είναι εκπληκτικές, και οι στίχοι, και όλα. Είναι ένας εξαιρετικός άνθρωπος κι έχει αυτή τη φοβερά νωχελική, βαθιά φωνή…».

Ο βάρδος της μελαγχολίας

Λόγια αληθινού θαυμαστή, πράγματι, και με δεδομένη τη φήμη του Κοέν ως βάρδου της μελαγχολίας, θα έλεγε κανείς ότι η εκτίμηση του Καρόλου σηματοδοτεί τη συνάντηση δύο αρσενικών ψυχών με ροπή στη μεμψιμοιρία. Ωστόσο, στην περίπτωση του Κοέν τουλάχιστον, τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα. Οπως έχει ο ίδιος ομολογήσει, είναι ένας ισόβιος καταθλιπτικός που έχει δοκιμάσει διάφορα γιατροσόφια για τη μελαγχολία του, ανάμεσά τους ψυχοθεραπεία, γιόγκα, θρησκευτική περισυλλογή και φάρμακα («αναψυχής» και με ιατρική συνταγή), αλλά που πολύ πιο συχνά χρησιμοποιεί ως θεραπείες το κόκκινο κρασί, τις γυναίκες και την ποίηση. Στα 71 του χρόνια, εξακολουθεί να είναι λάτρης και των τριών. Ο Κοέν, όχι μόνο δεν είναι ένας εσωστρεφής τύπος προσηλωμένος στον εαυτό του, αλλά, αντίθετα, είναι ένας άνθρωπος του κόσμου, με ταλέντο στο στωικό χιούμορ και στον αυτοσαρκασμό. «Οι φίλοι μου έφυγαν, τα μαλλιά μου γκριζάρισαν και πονάω σε μέρη που άλλοτε έπαιζα», λέει στον πρώτο στίχο του Tower of Song και συνεχίζει τραγουδώντας με τη φημισμένη θαμπή φωνή του το ρεφρέν «Γεννήθηκα με το χάρισμα μιας χρυσής φωνής».

Ενας δεξιοτέχνης του στίχου

Τα χαρίσματα του Κοέν είναι πολλά – έχει βγάλει 15 άλμπουμ κι έχει γράψει 10 ποιητικές συλλογές. Επίσης σχεδιάζει και ζωγραφίζει αρκετά καλά. Η χρυσή φωνή, όμως, δεν συγκαταλέγεται στα ταλέντα του. Είναι ένας βραχνός βαρύτονος, με περιορισμένο εύρος. Οπως είπε ο ίδιος, αποδεχόμενος ένα βραβείο το 1992: «Μόνο στον Καναδά θα μπορούσε κάποιος με φωνή σαν τη δική μου να κερδίσει τον τίτλο του Τραγουδιστή της Χρονιάς».

Η πρωτοτυπία και η καλλιτεχνική μαστοριά της γραφής του τον βοήθησαν να κρατήσει ζωντανή την καριέρα του όταν έσβησε η πρώτη έξαψη της επιτυχίας, στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Ηδη τότε, τα πρώτα του άλμπουμ, γεμάτα με τραγούδια σαν τα «Suzanne», «So Long Marianne» και «Bird on Wire», είχαν αποκτήσει περίοπτη θέση σε πλήθος δισκοθήκες ανά τον κόσμο.

Ηταν 33 ετών όταν ηχογράφησε το πρώτο του άλμπουμ, το 1967. Είχε περάσει τα πρώτα νιάτα του κυνηγώντας λογοτεχνικούς στόχους, η ποίηση, ωστόσο, δεν μπορούσε να του εξασφαλίσει τα προς το ζην κι έτσι στράφηκε προς τη μουσική – στα εφηβικά του χρόνια έπαιζε σ’ ένα συγκρότημα κάντρι και ήξερε ότι «οι κιθάρες εντυπωσιάζουν τα κορίτσια». Η Τζόνι Μίτσελ, η οποία έχει ερμηνεύσει έξοχα πολλά τραγούδια του, τον σύστησε στον παραγωγό του Ντίλαν, τον Τζον Χάμοντ.

Η ποιότητα των τραγουδιών του και οι έξυπνες παραγωγές του Χάμοντ τού εξασφάλισαν μια ξεχωριστή θέση στο μουσικό στερέωμα. Μετά μια κάμψη που κράτησε μερικά χρόνια ξανακέρδισε την εύνοια κριτικών και κοινού με τα άλμπουμ «I’m Your Man» το 1988 και «The Future» το 1992. Ηδη τότε μια νέα γενιά μουσικών είχε ανακαλύψει τους θησαυρούς των συνθέσεών του, και οι νέες επανεκτελέσεις τραγουδιών του έρχονταν να προστεθούν στις παλιότερες. Από τον Τζόνι Κας και τον Τζον Κέιλ μέχρι τους REM και τον Τζεφ Μπάκλεϊ, πλήθος καλλιτεχνών τίμησαν τα τραγούδια του.

Πρόσφατα η Μαντλίν Πεϊρού έδωσε στο «Dance Me to the End of Love» μια λεπταίσθητη τζαζ εκδοχή, που βρήκε απήχηση σ’ ένα κοινό που ίσως δεν είχε ακούσει το πρωτότυπο. Τα καλά τραγούδια δεν φεύγουν ποτέ από τη μόδα. Η σημερινή του σύντροφος, η Αντζάνι Τόμας, πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα άλμπουμ (Blue Alert) που το έγραψε μαζί με τον Κοέν. Γεννημένη στη Χαβάη, η Τόμας είναι η τελευταία από τις πολλές ερωμένες, μούσες και καλλιτεχνικές συνεργάτιδες του τραγουδοποιού. Οι γυναίκες παίζουν πάντα κεντρικό ρόλο τόσο στη ζωή του όσο και στη δημιουργική του διαδρομή.

Ερωμένες και μούσες

Από το 1988 συνεργάζεται με τη μουσικό της σόουλ Σάρον Ρόμπινσον, ενώ η Αντζάνι έκανε την πρώτη της εμφάνιση στο άλμπουμ του 1984 «Various Positions». Στα δύο τελευταία CD του, το «Ten New Songs» του 2001 και το «Dear Heather» το 2004, η φωνητική παρουσία των γυναικών είναι ιδιαίτερα έντονη, καθώς η δική του φωνή είναι πλέον αρκετά εξασθενημένη.

Κατά καιρούς, οι γυναίκες έχουν παίξει τον ρόλο της μούσας. Το «So Long Marianne» απευθυνόταν στη Μαριάν Γιένσεν, μια Νορβηγίδα καλλονή, με την οποία ο Κοέν έζησε την πιο ειδυλλιακή περίοδο της ζωής του στην Υδρα, όπου έγραψε πολλά από τα τραγούδια που τον έκαναν διάσημο. Η «Σουζάν» ήταν εμπνευσμένη από τη γυναίκα ενός γλύπτη φίλου του, τη Σουζάν Βερντάλ [γι’ αυτό και ο Κοέν λέει ότι «άγγιξε το τέλειο σώμα της (μόνο) με το μυαλό του»], ενώ το «Sisters of Mercy» γράφτηκε έπειτα από την περιπέτειά του με δύο αδελφές, στις οποίες πρόσφερε καταφύγιο στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο. Το «Chelsea Hotel» αναφέρεται σε μια σύντομη, ελάχιστα ρομαντική συνεύρεσή του με την Τζάνις Τζόπλιν.

Αν συνθέσεις όλα τα στοιχεία του μωσαϊκού -μελαγχολική γοητεία, ευφυΐα, λατρεία στις γυναίκες- έχεις τον Λέοναρντ Κοέν που, σε πείσμα των εμποδίων, εξακολουθεί να βρίσκεται στο προσκήνιο, σε μια εποχή όπου οι περισσότεροι συνομήλικοί του έχουν κρεμάσει προ πολλού τα μουσικά τους παπούτσια.

Οικονομική απώλεια καλλιτεχνικό κέρδος

Ο Κοέν «αναγκάστηκε» να δραστηριοποιηθεί και πάλι καλλιτεχνικά, όταν ανακάλυψε ότι η Κέλεϊ Λιντς, μάνατζέρ του επί 17 χρόνια και ερωμένη του για ένα φεγγάρι, είχε σφετεριστεί πάνω από 5 εκατ. δολάρια από τον τραπεζικό του λογαριασμό, αφήνοντας μόνο 150.000 δολάρια για το συνταξιοδοτικό του κεφάλαιο. Παρ’ όλο που το δικαστήριο τον δικαίωσε, η Λιντς δεν έχει έως τώρα δείξει διάθεση να επιστρέψει τα κλεμμένα. Η υφαρπαγή των χρημάτων πρέπει να έγινε στο διάστημα που ο Κοέν είχε αποσυρθεί σ’ ένα βουδιστικό μοναστήρι στην Καλιφόρνια, τη δεκαετία του ’90, ωστόσο ανακάλυψε τι είχε συμβεί αρκετά χρόνια μετά την επιστροφή του από τη μοναστική αυτοεξορία.

Η οικονομική απώλεια του Κοέν γίνεται κέρδος για τους θαυμαστές του, καθώς η συνήθως αραιή παραγωγή του επιταχύνεται σε όλα τα πεδία. Το πρώτο ποιητικό βιβλίο του, «Let Us Compare Mythologies», επανεκδίδεται και τον επόμενο μήνα θα είναι έτοιμο το ντοκιμαντέρ του «I’m Your Man». Πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησε μια αυτοβιογραφική συλλογή ποιημάτων και σχεδίων, το «Book of Longing», και με την ευκαιρία αυτή ο Κοέν έδωσε ένα μικρό κοντσέρτο σε βιβλιοπωλείο του Τορόντο, όπου μαζεύτηκαν 3.000 άτομα, στην πρώτη του δημόσια εμφάνιση έπειτα από περίπου δέκα χρόνια.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή
MHT