Και μετά το πτυχίο, τι κάνουμε;

Και μετά το πτυχίο, τι κάνουμε;

9' 43" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

«Και τώρα τι; Είναι το βασανιστικό ερώτημα που αποτυπώνεται στο λόγο τους, είναι η αγωνία των νέων που βρίσκονται ένα βήμα πριν από την ολοκλήρωση των πανεπιστημιακών τους σπουδών. «Η βεβαιότητα των παλαιότερων δεν υπάρχει στη δική μας γενιά», λέει χαρακτηριστικά στην «Κ» ο Ηλίας Σιούτας που σπουδάζει Οικονομικά στην Κομοτηνή. Οι σημερινοί 25χρονοι δείχνουν τώρα, περισσότερο από κάθε άλλη γενιά, μετέωροι, αδύναμοι να βρουν διέξοδο στις φιλοδοξίες τους, στα όνειρά τους για την υλοποίηση των οποίων κουράστηκαν, ξόδεψαν, στερήθηκαν.

Η ανησυχία για την δύσκολη αγορά εργασίας και η πρώιμη απογοήτευση για τα εμπόδια που τους περιμένουν έως την εξασφάλιση μιας θέσης εργασίας είναι διάχυτη. Και σε εκείνους που έχουν καταφέρει να εισαχθούν στις λεγόμενες περιζήτητες σχολές και σε εκείνους που βρίσκονται σε τμήματα της περιφέρειας με θολές επαγγελματικές προοπτικές. Η Ελλάδα, άλλωστε, έχει αναδειχθεί σε πρώτη των πρώτων στην Ευρώπη των «27» στα ποσοστά ανεργίας των νέων. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας, σχεδόν ο ένας στους τέσσερις νέους έως 25 ετών (ακριβές ποσοστό 22,6%) είναι άνεργος. Το παράδοξο είναι ότι η ανεργία είναι μεγαλύτερη μεταξύ των νέων πτυχιούχων, καθώς σχεδόν ένας στους τρεις είναι άνεργος. Ποιος είναι ο λόγος; «Αναζητήστε τους λόγους στον κορεσμό των πανεπιστημιακών σχολών και στην άναρχη λειτουργία νέων τμημάτων, κυρίως σε επαρχιακές πόλεις, την τελευταία δεκαετία», λένε οι τελειόφοιτοι που μιλούν σήμερα στην «Κ», περιγράφοντας με μελανά χρώματα τις προοπτικές τους. «Στο τέλος του λυκείου μας έλεγαν για επαγγελματικές διεξόδους που τώρα διαπιστώνω ότι είναι… μύθος», υπογραμμίζει ο Ηλίας. «Είναι χωνευτήρι ανέργων αυτά τα τμήματα», προσθέτει ο 23χρονος Γιώργος.

«Πέρυσι οι θέσεις για τα πανεπιστήμια και ΤΕΙ ήταν περίπου 85.000, ενώ οι 18άρηδες (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που δεν ολοκλήρωσαν τη λυκειακή εκπαίδευση) λίγο πάνω από 110.000. Σε καμία χώρα στον κόσμο δεν συναντάμε τόσο πολλές, αναλογικά, θέσεις τριτοβάθμιας εκπαίδευσης», τονίζει στην «Κ» ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Πάνος Τσακλόγλου.

Οι δυσκολίες στην αγορά εργασίας και τα υποβαθμισμένα πανεπιστημιακά πτυχία ωθούν την πλειονότητα των νέων σε λύσεις που σχετίζονται με τη σιγουριά του Δημοσίου ή σε δουλειές κακοπληρωμένες, δουλειές του ποδαριού έως ότου να φανεί φως στο τούνελ. Ο… «μπάρμπας στην Κορώνη» καλά κρατεί και η αγορά αναπαράγει το ίδιο μοντέλο της αναξιοκρατίας. Ως πότε;

Ηλίας Σιούτας, Διεθνείς σχέσεις Πανεπιστημίου Θράκης

Και εάν στο κάτω-κάτω δεν έχω μέσον, τι θα κάνω;

«Η γενιά μου μπαίνει στην αγορά εργασίας σε απόλυτη άγνοια για τις προοπτικές στο χώρο». Ο 22χρονος Ηλίας Σιούτας ολοκληρώνει τις σπουδές του στο τμήμα Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων και Ανάπτυξης του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Κατάγεται από την Ξάνθη και ήθελε να σπουδάσει οικονομικά. Για τις σπουδές του μετακινήθηκε στην γειτονική Κομοτηνή, όπου και η έδρα του τμήματος. Ενα τμήμα που δημιουργήθηκε μετά την έκρηξη των νέων τμημάτων τα οποία -ελέω ευρωπαϊκών κονδυλίων- δημιουργήθηκαν από το 1999 σε επαρχιακές πόλεις. Τμήματα που έχουν ιδιαίτερα εξειδικευμένο αντικείμενο και, στην πράξη, χαμηλές επαγγελματικές προοπτικές. Σήμερα ο Ηλίας, όπως και χιλιάδες άλλοι συνομήλικοί του είναι «θύματα» της χωρίς σχεδιασμό λειτουργίας των νέων τμημάτων, που έγιναν για να υπηρετήσουν κατά κύριο λόγο την τοπική ανάπτυξη αλλά και μικροκομματικούς λόγους. Ετσι, το επαγγελματικό μέλλον των νέων αυτών είναι πολύ δύσκολο. «Πραγματικά δεν ξέρω, ολοκληρώνοντας τις σπουδές μου, πού πρέπει να στραφώ για να βρω δουλειά. Εκ πεποιθήσεως δεν θέλω να στραφώ στο… παραδοσιακό μέσον. Γιατί, άλλωστε, να το κάνω; Δεν σπούδασα; Δεν μπορώ να αξιολογηθώ για τις ικανότητές μου; Και εάν στο κάτω-κάτω δεν έχω μέσον, τι θα κάνω;», αναρωτιέται. «Στο τέλος του λυκείου, μας έλεγαν για επαγγελματικές διεξόδους που τώρα διαπιστώνω ότι είναι ένας μύθος. Απλώς εάν κάποιος είναι τυχερός, μπορεί να βρει μια δουλειά, αλλά πολύ δύσκολο είναι αυτή η δουλειά να είναι σχετική με το τόσο εξειδικευμένο αντικείμενο των σπουδών του», προσθέτει ο Ηλίας και κάνει λόγο για την ανεργία που μαστίζει όχι μόνο τους νέους εργαζόμενους αλλά όλη την ελληνική αγορά. «Η πραγματοποίηση ενός μεταπτυχιακού σε πολλές περιπτώσεις νέων πτυχιούχων δεν είναι τίποτε άλλο παρά η παράταση πριν από την ανεργία. Είμαστε πραγματικά μια γενιά σε ταραχή. Αυτή η βεβαιότητα των παλαιότερων δεν υπάρχει στη δική μας γενιά. Είναι ένα συνολικό αδιέξοδο»!

Γιάννης Παγώνας, Νομική Αθηνών

Οι απαιτήσεις είναι μεγάλες και ο ανταγωνισμός ισχυρός

«Ο δικηγορικός κόσμος αλλάζει. Το παραδοσιακό μοντέλο του δικηγόρου που συντηρεί μόνος του ένα γραφείο εκλείπει. Ο υπερπληθωρισμός στο επάγγελμα κάνει τις συνθήκες ασφυκτικές», λέει στην «Κ» ο 24χρονος Γιάννης Παγώνας. Ολοκληρώνει τις σπουδές του στη Νομική Αθηνών και παραδέχεται ότι βγαίνει στην αθηναϊκή δικηγορική αγορά με ένα πλεονέκτημα. Ο πατέρας του είναι δικηγόρος και αυτό αποτελεί ουσιαστικό στήριγμα για τα πρώτα δύσκολα βήματα του Γιάννη. Ομως, οι συνθήκες έχουν αλλάξει. «Συμφωνώ. Λόγω του πατέρα μου έχω λιγότερο άγχος. Αλλά, στο ελεύθερο επάγγελμα ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε σίγουροι για την επιτυχία. Μάλιστα, το επάγγελμα του δικηγόρου αλλάζει. Πλέον περνάμε στο μοντέλο των μεγάλων δικηγορικών γραφείων, όπου οι απαιτήσεις είναι μεγάλες και ο ανταγωνισμός ισχυρός», προσθέτει. Σύμφωνα με τον ίδιο, μέσα στην δικηγορική πιάτσα υπάρχουν επαγγελματίες πολλών ταχυτήτων. «Στα δικαστήρια θα συναντήσετε υψηλά αμειβόμενους δικηγόρους, θα δείτε όμως και εκείνους που χαρακτηρίζονται «διαδρομιστές». Πρόκειται για επαγγελματίες που περνούν από τις διάφορες δικαστικές αίθουσες αναζητώντας μια υπόθεση. Μοιάζουν με «επαίτες» της όποιας υπόθεσης. Η κατάσταση αυτή είναι αποτέλεσμα του σκληρού ανταγωνισμού, και η σκέψη του κινδύνου αυτού πνίγει πολλούς νέους που πριν από 4 – 5 χρόνια μπήκαν στη σχολή με όνειρα για ένα καλύτερο μέλλον», συμπληρώνει. Ετσι, η εξειδίκευση κρίνεται απαραίτητη, αφού άλλωστε τα καλά δικηγορικά γραφεία ζητούν για να συνεργαστούν με έναν νέο νομικό μεταπτυχιακές σπουδές ή ακόμη και εργασιακή εμπειρία. «Μάλιστα, υπάρχουν πολλά γραφεία που ζητούν και εργασιακή εμπειρία στο εξωτερικό», μας λέει ο Γιάννης, ο οποίος για τον λόγο αυτό δεν αποκλείει την προοπτική να συνεχίσει τις σπουδές του στο εξωτερικό αναζητώντας παράλληλα και κάποια σχετική δουλειά. Αποδεικνύεται, δηλαδή, ότι ακόμη και όταν κάποιος ξεκινά από πλεονεκτική θέση -εάν για παράδειγμα έχει οικογενειακά στηρίγματα- ο δρόμος για την επιτυχία έχει δυσκολέψει πάρα πολύ.

Αγγελος Παπανικολάου, Ιατρική Αθηνών

Χρειάζεται υπομονή και να ελπίζεις στην τύχη…

«Υπομονή και τύχη!» Αυτό λέει στον εαυτό του ο 26χρονος Αγγελος Παπανικολάου. «Χρωστάει» μόνο ένα μάθημα για να πάρει το πτυχίο του από την Ιατρική Αθηνών και πλέον αρχίζει να σκέφτεται τον ανήφορο που έχει έως ότου πάρει ειδικότητα και να ασκήσει το επάγγελμα του γιατρού. «Ξέρετε, μου άρεσε από μικρός να γίνω γιατρός. Κουράστηκα πολύ, διάβασα για να εισαχθώ στην σχολή. Αλλά να τώρα, καθώς ολοκληρώνω τις σπουδές νιώθω… παράξενα. Το άσχημο είναι ότι μπαίνει σε μια σχολή με τόσα όνειρα. Με τόσες φιλοδοξίες, γιατί όχι! Οταν τελειώνεις, διαπιστώνεις ότι δεν είναι εύκολη η συνέχεια». Εύλογο το παράπονο του Αγγελου. Ισως να οφείλεται ότι πλέον από την ξενοιασιά της οικογενειακής φροντίδας και της φοιτητικής ζωής περνάει σε μία άλλη φάση. Ομως, και δικαιολογημένο το παράπονό του. Ο Αγγελος θέλει να πάρει την ειδικότητα του καρδιολόγου. Γι’ αυτό απαιτείται περίπου μία τετραετία αναμονής για να ολοκληρώσει κατ’ αρχήν την προαπαιτούμενη ειδικότητα του παθολόγου, και κατόπιν άλλα περίπου τέσσερα χρόνια για εκείνη του καρδιολόγου. Οι περισσότεροι απόφοιτοι ιατρικών σχολών φτάνουν στα 35 με 40 τους χρόνια, ώστε να ολοκληρώσουν την ειδικότητα και να μπορέσουν επίσημα να ξεκινήσουν την καριέρα τους, δηλαδή να στήσουν ένα ιατρείο ή να επιδιώξουν διορισμό στον δημόσιο τομέα. Ουσιαστικά, να αποκτήσουν μια επαγγελματική υπόσταση. «Είναι πολύ άσχημο γιατί όλα αυτά τα χρόνια είναι από τα πλέον παραγωγικά. Υπάρχει, βέβαια, και η διέξοδος να κάνω ειδικότητα στο εξωτερικό, στην Ευρώπη ή τις ΗΠΑ. Αλλά και εκεί τα πράγματα είναι δύσκολα. Εχω γνωστούς που πέρασαν από συνεντεύξεις σε ευρωπαϊκά νοσοκομεία αλλά γύρισαν άπρακτοι. Κάποιοι άλλοι για τα προς το ζην δουλεύουν σε κέντρα αισθητικής ή κάνουν εφημερίες σε ιδιωτικά νοσοκομεία», μας λέει ο Αγγελος. Ετσι, σε λίγο ολοκληρώνει τις σπουδές του και το μόνο που του μένει είναι να κάνει είναι υπομονή και να ελπίζει στην τύχη.

Γιώργος Θηβαίος, ΤΕΙ Καβάλας

Αυτά τα τμήματα είναι χωνευτήρι ανέργων

«Είναι χωνευτήρι ανέργων αυτά τα τμήματα», λέει στην «Κ» ο 23χρονος Γιώργος Θηβαίος. Με ειλικρίνεια και ρεαλισμό για τη σχολή του και για το αβέβαιο μέλλον του, το οποίο δεν αποκλείει και τις… δουλειές του ποδαριού. Ο Γιώργος ολοκληρώνει τις σπουδές του στο τμήμα Βιομηχανικής Πληροφορικής στην Καβάλα. Κατάγεται από τη Λιβαδειά και είναι αυτονόητο ότι η οικογένειά του δαπάνησε ουκ ολίγα για να του εξασφαλίσει ένα καλό μέλλον. Ο Γιώργος στοχεύει μετά την αποφοίτησή του να δώσει εξετάσεις στον διαγωνισμό του ΑΣΕΠ για μια θέση καθηγητή πληροφορικής στην μέση εκπαίδευση. Η προοπτική του διορισμού σε σχολείο είναι το μόνο που μπορεί να του εξασφαλίσει το τμήμα του και πολλοί συνομήλικοί του με ανάλογες σπουδές στοχεύουν στο ίδιο. Ο μοντέρνος τομέας της πληροφορικής δείχνει ήδη στην Ελλάδα σημεία κορεσμού. Αλλωστε, πολλές σπουδές είναι ιδιαίτερα εξειδικευμένες για την ελληνική αγορά. «Βιομηχανική πληροφορική στην Ελλάδα;», αναρωτιέται ο Γιώργος – και η πικρή χροιά της φωνής του παραπέμπει στη διήγηση ανέκδοτου. Κι αυτό διότι οι ελληνικές επιχειρήσεις που έχουν θέσεις αντίστοιχες των σπουδών του είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού. «Το αντικείμενο μου στο εξωτερικό δεν αποτελεί αντικείμενο προπτυχιακών σπουδών, αλλά μόνο μεταπτυχιακών. Και δεν είμαστε μόνο εμείς. Υπάρχουν πολλές ειδικότητες ΤΕΙ που δεν έχουν ακόμη αναγνωρισμένα επαγγελματικά δικαιώματα και δεν έχουν αναφορά στην αγορά εργασίας», παρατηρεί. «Το μέλλον μας είναι δυσοίωνο. Στρατιές εισακτέων έχουν εγκλωβιστεί σε τέτοια τμήματα χωρίς επαγγελματικά δικαιώματα, με σπουδές όπου τα μαθήματα είναι λίγο απ’ όλα, σε ιδρύματα χωρίς υλικοτεχνική υποδομή. Πού είναι, λοιπόν, το μέλημα της πολιτείας να δώσει πτυχία με αξία στους νέους ώστε εκείνοι να παλέψουν με τις δικές τους δυνάμεις; Γιατί, σας ομολογώ, δεν θέλω να βάλω μέσον για να βρω δουλειά. Νιώθω παράξενα σε αυτήν τη διαδικασία του «μπάρμπα στην Κορώνη», λέει. Του μένει βέβαια η πίστη στον εαυτό του ότι θα τα καταφέρει. Και αυτό είναι το σημαντικότερο.

Γιατί τόσο υψηλά ποσοστά στην ανεργία των νέων;

Του Πανου Τσακλογλου*

Παρά τους υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης της τελευταίας δεκαετίας, το ποσοστό ανεργίας παρέμεινε σταθερά γύρω στο 10%. Ιδιαίτερα υψηλά είναι τα ποσοστά ανεργίας των νέων. Περίπου ένας στους τέσσερις νέους ηλικίας 15 – 24 ετών που συμμετέχει στο εργατικό δυναμικό είναι άνεργος, ενώ το ποσοστό της ανεργίας ατόμων ηλικίας 25 – 29 ετών είναι περίπου 15%. Μεγάλο τμήμα των τελευταίων είναι άνεργοι πτυχιούχοι. Τα ποσοστά αυτά είναι από τα υψηλότερα στην Ε.Ε.

Τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν τόσο στην πλευρά της ζήτησης όσο και στην πλευρά της προσφοράς εργασίας. Από την πλευρά της ζήτησης, η ελληνική αγορά εργασίας εμφανίζεται σε πολλές μελέτες του ΟΟΣΑ να είναι μία από τις λιγότερο ελαστικές και οι υπάρχουσες ρυθμίσεις να ευνοούν τους ήδη απασχολούμενους έναντι των «εκτός» απασχόλησης – κυρίως των ανέργων, αλλά και αυτών που απογοητευμένοι εγκαταλείπουν την αγορά εργασίας και βρίσκονται εκτός εργατικού δυναμικού.

Από την πλευρά της προσφοράς, το πρόβλημα εντοπίζεται κυρίως στην αναντιστοιχία μεταξύ των προσόντων που απαιτούνται στην αγορά εργασίας και αυτών που έχουν οι νέοι άνεργοι και, ιδιαίτερα, οι νέοι πτυχιούχοι. Χωρίς συζήτηση των πιθανών συνεπειών στον δημόσιο διάλογο, η τριτοβάθμια εκπαίδευση στη χώρα μας επεκτάθηκε ταχύτατα τα τελευταία χρόνια. Αυτό, σε συνδυασμό με τη μείωση του αριθμού των νέων ατόμων, λόγω χαμηλής γονιμότητας των προηγούμενων γενεών, έχει οδηγήσει σε μία κατάσταση όπου οι διαθέσιμες θέσεις σε ΑΕΙ και ΤΕΙ είναι σχεδόν όσες και οι απόφοιτοι Λυκείου. Πέρυσι, οι θέσεις αυτές ήταν περίπου 85.000, ενώ οι 18άρηδες (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που δεν ολοκλήρωσαν τη λυκειακή εκπαίδευση) λίγο πάνω από 110.000. Σε καμία χώρα στον κόσμο δεν συναντάμε τόσο πολλές αναλογικά θέσεις τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Οταν αποφοιτούν, αρκετοί από τους νέους αυτούς παραμένουν άνεργοι για μεγάλα διαστήματα μη αποδεχόμενοι να εργασθούν σε θέσεις χαμηλών προσόντων, ενώ άλλοι στελεχώνουν τη λεγόμενη «γενιά των 700 ευρώ». Το οικονομικό και κοινωνικό κόστος αυτού του φαινομένου είναι τεράστιο και οι εκρηκτικές του συνέπειες πιθανότατα αποφεύγονται λόγω του, ισχυρού ακόμα στη χώρα μας, θεσμού της οικογένειας.

* Ο κ. Π. Τσακλόγλου είναι Καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή