Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ, ο τρυφερός «κακός» του Χόλιγουντ

Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ, ο τρυφερός «κακός» του Χόλιγουντ

3' 30" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Ενα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα ηθοποιών που έγιναν διάσημοι για μια κινηματογραφική περσόνα που δεν είχε καμία σχέση με την αληθινή τους προσωπικότητα, ήταν ο Ρίτσαρντ Γουίντμαρκ.

Ο Αμερικανός ηθοποιός που πέθανε σε ηλικία 93 ετών στο Κονέκτικατ, έπειτα από μακρά ασθένεια, ήταν από τους πιο διάσημους «κακούς» του Χόλιγουντ.

Ο πρώτος του ρόλος, ενός μανιακού δολοφόνου, τον ακολούθησε σε ολόκληρη την καριέρα του, με αποτέλεσμα να του προσφέρονται πάντα οι δολοφόνοι, οι εγκληματίες, οι παράφρονες. Οσοι τον γνώριζαν, ωστόσο, μιλούν για ένα τρυφερό και ευγενή άνθρωπο, που το χαρακτηριστικό του ήταν το χιούμορ και η απέχθεια για τα όπλα και τη βία.

Ακριβώς το αντίθετο δηλαδή απ’ ό,τι θα περίμενε κανείς από τον μανιακό δολοφόνο που στο «Φιλί του θανάτου» σπρώχνει μια ανάπηρη γυναίκα με το καροτσάκι της σε μια κατρακύλα θανάτου από τις σκάλες.

Αυτή η σκηνή και το δυνατό γέλιο του Γουίντμαρκ, που συνοδεύει την πτώση της γυναίκας, αποτέλεσαν ορόσημο για την καριέρα του. Ηταν άλλωστε η πρώτη του ταινία. Και αυτό το ντεμπούτο στο σινεμά έδωσε το στίγμα και για τη συνέχεια. Το 1947 με το «Φιλί του θανάτου», ο Γουίντμαρκ υπήρξε υποψήφιος για το Οσκαρ β΄ αντρικού ρόλου και κέρδισε την αντίστοιχη Χρυσή Σφαίρα. Ηταν το μοναδικό Οσκαρ που διεκδίκησε στην καριέρα του που διήρκεσε πάνω από τέσσερις δεκαετίες.

Δυνατό γέλιο

Ο ίδιος γελούσε με την έμφαση που είχε δοθεί στην ερμηνεία του στο «Φιλί του θανάτου». Είχε κερδίσει τον ρόλο με μεγάλο κόπο, επειδή ο σκηνοθέτης Χένρι Χάθαγουεϊ δεν τον ήθελε στην ταινία, καθώς θεωρούσε ότι έχει μεγάλο μέτωπο και ότι δείχνει πολύ διανοούμενος. Ομως ο Γουίντμαρκ ήταν ένα νέο απόκτημα της Fox και τα αφεντικά του στούντιο επέμειναν. Ετσι ο Χάθαγουεϊ αναγκάστηκε να υποχωρήσει, αλλά ταλαιπώρησε πολύ τον Γουίντμαρκ κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.

Ο Γουίντμαρκ έλεγε ότι το δυνατό γέλιο του ήταν ένας μηχανισμός άμυνας για να καλύψει την αμηχανία του από την απειρία του μπροστά στην κάμερα, αλλά και επειδή ο χαρακτήρας του τού είχε φανεί αστείος, «ένα γελοίο κτήνος». Ομως στη συνέχεια απορούσε με την έκταση που δόθηκε. «Αυτό το καταραμένο γέλιο!» έλεγε λίγα χρόνια αργότερα. «Για δυο χρόνια έπειτα από αυτή την ταινία δεν μπορούσε κανείς να με καταφέρει ούτε να χαμογελάσω».

Ο Γουίντμαρκ γεννήθηκε στο Σάνραϊζ της Μινεσότα την επομένη των Χριστουγέννων του 1914 και ήταν ο γιος του μπακάλη της μικρής πόλης, που πάντα αγαπούσε τον κινηματογράφο, αλλά ποτέ δεν είχε σκεφτεί ότι θέλει να γίνει ηθοποιός. Μεγαλώνοντας, έγινε πλασιέ και έπειτα από το κολέγιο έφυγε για τη Νέα Υόρκη όπου άρχισε να εργάζεται ως ηθοποιός σε ραδιοφωνικές σαπουνόπερες. Οταν ξέσπασε ο πόλεμος, ο στρατός τον απέρριψε επειδή είχε ένα ραγισμένο τύμπανο, έτσι ο Γουίντμαρκ συνέχισε να παίζει στο θέατρο. Εκεί τον ανακάλυψε η Fox και του έκλεισε συμβόλαιο.

Επειτα από το «Φιλί του θανάτου» γύρισε περίπου είκοσι ταινίες εκεί, πριν συνεχίσει την καριέρα του. Στη μεγάλη καριέρα του, που φτάνει τις περίπου 70 ταινίες, έπαιξε σε παραγωγές, όπως η «Νύχτα και η πόλη», η «Δίκη της Νυρεμβέργης», η «Οκινάουα», το «Αλαμο», το «Αλβαρεζ Κέλι», τον «Μάντιγκαν», που έγινε και τηλεοπτική σειρά, τα «Φλογισμένα χείλη» δίπλα στη Μέριλιν Μονρόε, το «Ινδιάνικο καλοκαίρι», το «Εγκλημα στο Οριάν Εξπρές», τον «Ερωτα δίχως αύριο», ενώ η τελευταία του κινηματογραφική εμφάνιση ήταν το 1991 στα «Αληθινά χρώματα».

Οικογενειακή ζωή

Αν και αγαπούσε τη δουλειά του, ο Γουίντμαρκ δεν ήταν από εκείνους τους ηθοποιούς που λένε ότι θα πεθάνουν παίζοντας. Ηδη από το 1987 δήλωνε «βρίσκω ενοχλητική όλη τη διαδικασία των γυρισμάτων. Δεν έχω πια την υπομονή να το κάνω. Εχω λίγα ακόμη χρόνια να ζήσω και δεν θέλω να τα περάσω σ’ ένα πλατό, περιμένοντας επί 12 ώρες για να παίξω για δύο λεπτά».

Αυτό που προτιμούσε να κάνει, ήταν να ζει τον περισσότερο χρόνο του με τη γυναίκα του και τα άλογά τους στο ράντσο τους στην Καλιφόρνια και στη φάρμα τους στο Κονέκτικατ, όπου και πέθανε ήσυχα.

Οχι στη βία

Η ησυχία ήταν πάντα αυτό που χαρακτήριζε τη ζωή του, κάτι που ερχόταν σε απόλυτη αντίθεση με το κινηματογραφικό του βίαιο πρόσωπο.

Εκείνος έλεγε: «Ξέρω ότι έχω στήσει μια καριέρα επάνω στη βία, αλλά την απεχθάνομαι. Είμαι έντονος υποστηρικτής του ελέγχου των όπλων. Μου φαίνεται απίστευτο ότι είμαστε το μόνο πολιτισμένο έθνος που δεν ελέγχει αποτελεσματικά τη χρήση των όπλων».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή