Η ενδοχώρα της μοναξιάς δύο γυναικών

Η ενδοχώρα της μοναξιάς δύο γυναικών

3' 22" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Αννίτα Π. Παναρέτου: «Η παρηγορία των επιστολών σου…». Εκδόσεις «Ωκεανίδα», 2008, σελ. 309.

Πρόκειται για την πνευματική – ψυχική αποκατάσταση δύο γυναικών διά της ιαματικής – μυθιστορηματικής γραφής. Ο υπότιτλος είναι αρκούντως κατατοπιστικός: «Ευανθία Καΐρη – Ελισάβετ Μουτζάν – Μαρτινέγκου: Αλληλογραφώντας, όπως θα ήθελαν». Χρονικός πυρήνας: 1820-1821 και λίγες δεκαετίες μετά. Κυρίως τόποι: Ανδρος, Ζάκυνθος και Σύρος. Γλώσσα: το λόγιο ιδίωμα της εποχής, όπως προκύπτει από τα κατάλοιπα των προαναφερομένων, αλλά και άφθονες αποκλίσεις ντοπιολαλιάς με μια ευδιάκριτη δόση της ευρύτερης δημοτικής. Η δαψίλεια των δεινών αποτελεί την κατάρα της συγκυρίας. Παραθέτω ένα ενδεικτικό απόσπασμα επιστολής της χαρισματικής, γεννημένης όμως σε αμείλικτη για τις γυναίκες, εποχή. Ελισάβετ Μουτζάν – Μαρτινέγκου. Απευθύνεται στη σχεδόν φασματική φίλη της, η οποία ζει στη σκιά του πολύτροπου αδελφού της Θεοφίλου. Τηρώ, εννοείται, σχολαστικά τη δεδομένη ορθογραφία και όχι μόνον: «Εις την γραφήν σου φαίνεσαι ότι με θεωρείς ευτυχή. Δεν είμαι όμως, Ευανθία. Και δεν ηξεύρω εάν πλέον γνωρίζω τι είναι η ευτυχία ή εάν ημπορώ να την αγροικήσω εντός μου. Μόνον ήρεμος προσπαθώ να είμαι, μόνον την πολυπόθητον γαλήνην να εύρω ζητώ. Τρέφω ελπίδαις δι’ ένα βίον όχι ευτυχή, αλλά τουλάχιστον διαφέροντα από ταις έως τώρα ημέραις μου και όχι τυραννικόν δι’ εμέ. Οθεν αφήνω τον χρόνον να παρέρχεται απαθής, αφωσιωμένη εις ταις γνώριμαις καθημεριναίς ασχολίαις μου».

Βεβαίως το χρονικό του Αγώνα του Γένους προβάλλεται, αντιδιαστέλλεται και αντιπαραβάλλεται πάντα σε άμεση σχέση με τον εσωτερικό αγώνα, τον οποίο καταβάλλουν τα δύο φιλότιμα θήλεα, προκειμένου να απεξαρτηθούν από ό, τι το άλλο, σαφώς αντίπαλο φύλο επιβάλλει ως αδιαπραγμάτευτο, κυρίαρχο Ηθος. Οσο κατά κανόνα άνισος είναι ο πρώτος αγώνας, άλλο τόσο τραγικός και άπελπις είναι ο δεύτερος. Το έξω δεν εξοστρακίζει δηλαδή το μέσα, ούτε το ακυρώνει, αλλά το προοιωνίζεται. Η διαπάλη είναι ως κατά το πλείστον εσωτερική, αλλά οριακή, το εγώ αποπειράται τη δική του ηρωική έξοδο. Ενα μικρό Μεσολόγγι υποφώσκει σχεδόν σε κάθε σελίδα, ενώ το Υπέρτατον Ον ενός ραγδαίου Διαφωτισμού φαίνεται να σκέπει τις αγαθές, πλην όμως ατελέσφορες, προσπάθειες ανάτασης των αφηγηματικών υποκειμένων. Μία από τις ακροτελεύτιες αποστροφές της Ευανθίας Καΐρη τονίζει παραστατικά το τέρμα της πολύχρονης, μάταιης προσπάθειας για την πολυπόθητη ουσιαστική χειραφέτηση. Οι υπεκφυγές της υπονοούν εδώ την πληθώρα των (οικείων) κακών. Παραθέτω: «Αι περιστάσεις δεν με εβοήθησαν. Η έλλειψις των χρημάτων, αι μετακινήσεις, η κλειστή ζωή την οποία ζω, αι φροντίδες διά την επιβίωσιν, αλλά και του Θεοφίλου η φροντίς και η αγωνία […] Εύχομαι Ελισάβετ, ο Νικόλαος Μαρτινέγκος να είναι ο άξιος ανήρ εις το πλευρό του οποίου θα ελευθερώσης την φλόγα, η οποία καίει εις την ψυχήν σου διά την ζωήν και την φιλάνθρωπον προσφοράν. Εύχομαι η ιδική σου ορμή και η ιδική σου τόλμη να εύρουν διέξοδον εις έργον σπουδαίον και εις ευτυχία μεγίστην».

Το ότι ο φιλάργυρος σύζυγος, ονόματι Νικόλαος Μαρτινέγκος, καλείται ενδομύχως να ελευθερώσει την Ελισάβετ απο τα δεσμά του πατρικού νόμου, θα αποτελέσει, ως εκ των πραγμάτων, το έναυσμα για την είσοδο σε μια άλλη συγκινησιακή φάση. Είναι το γνωστό πέρασμα σε τοπία ελπίδων. Ο γάμος, ο Νέος δηλαδή νόμος, θα έλεγα ότι αντιστοιχεί grosso modo στην «εν Επιδαύρω, την α΄ Ιανουαρίου, έτει αωκβ, και Α΄ της Ανεξαρτησίας» Διακήρυξη. Η παρωδία, ο κλαυσίγελως, οι ανακατατάξεις του συζυγικού βίου, ο οποίος ακολουθεί, υπονοεί, μεταξύ άλλων, τις εμφύλιες ρήξεις, τις ψυχικές ανατάσεις και τις διαλεκτικά αντιθετικές δυσκολίες – κάμψεις, οι οποίες στιγμάτισαν στην κυριολεξία του όρου το βίο και την πολιτεία των επαναστατημένων Ελλήνων. Το οικογενειακό ρομάντζο κατά τα άλλα προλέγει με τη σειρά του την εξέλιξη της ίδιας της νεόφυτης αστικής κοινωνίας.

Στο σημείο αυτό ασφαλώς και επιχαίρει ο αναγνώστης για την αίσια, επαρκώς συντονισμένη διαχείριση του βιωματικού, αλλά και του μυθικού, υλικού. Η όσμωση αληθινών στοιχείων, βιωματικά ελεγμένων, και μυθοπλαστικών ερεισμάτων, πολλαπλώς συγκροτημένων, αποδίδει καρπούς: το μεν μυθιστόρημα τεκμηριώνει αλήθειες, η δε πραγματικότητα γίνεται προσιτή σα να ήταν μύθευμα. Ο, τι συνιστά πρώτο στόχο και τυραννικό μέλημα των απανταχού ανακαινιστών του παρελθόντος. Εξ ου και η συγκεκριμένη λεκτική ηδονή. Η Αννίτα Π. Παναρέτου μας προσέφερε ένα από τα αρτιότερα δείγματα των τελευταίων χρόνων στον τομέα της μυθιστορηματικής, επιστολικής (διπλής) βιογραφίας, αλλά και της οιονεί μυθώδους-δοκιμιακής επαλήθευσης του «αναμφισβήτητου».

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή