Ο υπέροχος κόσμος του Αντρέα Παλλάντιο

Ο υπέροχος κόσμος του Αντρέα Παλλάντιο

6' 34" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Σ’ ένα από τα πρώτα δείγματα του νεο-παλλαντιανισμού, στη Βρετανία, στην οικία Burlington, στο Πικαντίλι του Λονδίνου, εκεί όπου σήμερα στεγάζεται και η Βασιλική Ακαδημία Τεχνών, φιλοξενείται η μεγάλη έκθεση του μοναδικού αρχιτέκτονα Αντρέα Παλλάντιο (1508-1580), που με το έργο του δημιούργησε θεωρία: τον παλλαντιανισμό. Με σαφείς αναφορές και εφαρμογές στην κλασική ελληνορωμαϊκή αρχιτεκτονική, ο ρυθμός αυτός κατέκλυσε τον αγγλοσαξονικό κόσμο τον 17ο-18ο αιώνα και αποτέλεσε σήμα κατατεθέν για την αρχιτεκτονική ανάπλαση της Βρετανίας, των αποικιών της, των ΗΠΑ και από ‘κει ολόκληρου του κόσμου. Η ζωή και το έργο του έρχονται σε επαφή με το διεθνές κοινό της βρετανικής πρωτεύουσας, από τις 31 Ιανουαρίου 2009, με αφορμή τη συμπλήρωση 500 χρόνων από τη γέννησή του. Η έκθεση «Andrea Palladio: his Life and Legacy» παρουσιάστηκε πρόσφατα στη Βιτσέντσα της Ιταλίας. Στο Λονδίνο οργανώνεται από τη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών, το Διεθνές Κέντρο Μελέτης της Αρχιτεκτονικής Αντρέα Παλλάντιο (SICA), στη Βιτσέντσα της Ιταλίας, σε συνεργασία με το Βασιλικό Ινστιτούτο Βρετανών Αρχιτεκτόνων (RΙΒΑ).

Αν και έχει περιοριστεί σε τρεις κεντρικές αίθουσες της Βασιλικής Ακαδημίας -η άλλη μεγάλη έκθεση του Βυζαντίου έχει στην κυριολεξία κατακλύσει τους χώρους του κτιρίου- η παρουσίασή της προσεγγίζει τον μη εξοικειωμένο με τις δύσκολες, κατά κανόνα, εκθέσεις αρχιτεκτονικής. Αναπτύσσεται σε τρεις ενότητες που αναφέρονται (α) στη ζωή του, την πνευματική του εξέλιξη και τις κοινωνικές του σχέσεις με τους ευγενείς της Βιτσέντσα και της Βενετίας, (β) στο έργο του, το οποίο παρουσιάζεται με μακέτες, σχέδια και ψηφιακές αναπαραστάσεις, (γ) στην επίδραση της αρχιτεκτονικής γραφής του Παλλάντιο στο έργο των αρχιτεκτόνων από την εποχή του (Vincenzo Scamozzi, του Βρετανού Inigo Jones, του Francesco Borromini και του Giacomo Quarenghi) έως τον 20ό αιώνα, ιδιαίτερα στον Le Corbusier και το ενδιαφέρον του για τον Παλλάντιο.

Ωστόσο, πρωταγωνιστές στην έκθεση είναι η επιτοίχια ζωγραφισμένη αναπαράσταση του Θεάτρου Ολύμπιον της Βιτσέντσα -το τελευταίο έργο του Παλλάντιο-, η πρόταση για την κατασκευή της γέφυρας του Ριάλτο σε ψηφιακή μορφή, μακέτες κτιρίων και σχέδια, εκδόσεις – τα περίφημα «Τέσσερα βιβλία αρχιτεκτονικής» (Quattro Libri dell’ Architettura) και οι οδηγοί για τις εκκλησίες της Ρώμης και τα αρχαία της μνημεία (1554). Δίπλα τους, ιδιόχειρα σχέδια του Παλλάντιο, των Μικελάντζελο, Ραφαέλο, Τζουλιάνο και Αντόνιο ντα Σανγκάλο, Αντρέα Σανσοβίνο, Φραντσέσκο Μπρορομίνι, Τσαρλς Κάμερον, Ινιγκο Τζόουνς Λε Κορμπυζιέ. Και πίνακες ζωγραφικής των Ελ Γκρέκο, Ραφαέλο, Τιτσιάνο, Βερονέζε, Τιντορέτο, Βαν Ντάικ, Καναλέτο.

Μέγας λιθοξόος

Ο Παλλάντιο ήταν γιος μυλωνά που μεγάλωσε στην Πάδοβα, κι από τα δεκατρία του χρόνια δούλευε σε εργαστήρια επεξεργασίας της πέτρας. Ενώ δεν έφυγε ποτέ από την Ιταλία ούτε απέκτησε ποτέ δικό του σπίτι, κατάφερε να καθορίσει την εξέλιξη της ευρωπαϊκής αλλά και αμερικανικής αρχιτεκτονικής, από την εποχή του μέχρι σήμερα. Στα είκοσί του ήταν ένας ονομαστός scapellino, λιθοξόος, στη Βιτσέντσα. Στα τριάντα του, η φήμη του έχει πάρει διαστάσεις. Τότε γνωρίζει τον ποιητή και διανοούμενο Τζιαν Τζιόρτζιο Τρισίνο, ο οποίος επιχορηγεί ένα ταξίδι στη Ρώμη, καθοριστικό για την εξέλιξη του νεαρού. Στην Αιώνια Πόλη ο Αντρέα έρχεται σε επαφή, μελετά και καταγράφει τα κτίρια της αρχαιότητας. Διαβάζει το έργο του Βιτρούβιου και του Αλμπέρτι. Αλλάζει, με παρότρυνση του πάτρονά του, το όνομά του σε Παλλάντιο – σε μια προσπάθεια είτε να συνδεθεί με την Παλλάδα Αθηνά είτε με τον άγγελο Παλλάντιο, σωτήρα της Ιταλίας, όπως εμφανίζεται σ’ ένα ποίημα του Τρισίνο.

Το ταξίδι στη Ρώμη καθόρισε τον τρόπο με τον οποίο ο Παλλάντιο αντιμετώπισε το ίδιο το κτίριο, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο το τοποθέτησε στον χώρο. Με την απλότητα της μελέτης του καθάρισε τον μανιερισμό από τις επιτηδεύσεις του και εξύψωσε την αρχιτεκτονική της ιδιωτικής κατοικίας. Γι’ αυτό και ο παλλαντιανός ρυθμός του με τις σαφείς αναφορές στην αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική, τουλάχιστον στον αγγλόφωνο κόσμο, ταυτίστηκε με τη νεοκλασική αρχιτεκτονική. Ο Λευκός Οίκος στην Ουάσιγκτον έχει βασιστεί σε παλλαντιανά στοιχεία, το Καπιτώλιο επίσης, η βίλα Τζέφερσον στη Βιρτζίνια επίσης, ενώ στη Βρετανία οι επιρροές είναι πολλαπλές από τις αρχές του 17ου αιώνα, όταν ο δημιουργικός θαυμαστής του Ινιγκο Τζόουνς εισάγει τον παλλαντιανισμό στα νέα κτίρια και στις ανακαινίσεις.

Κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα του Παλλάντιο, ο συστηματικός σχεδιασμός των ιδιωτικών δωματίων στην κατοικία και η χρήση της πρόσοψης του ελληνορωμαϊκού ναού ως πρόπυλο σε κτίρια που προορίζονταν για κατοικίες. Αυτό το στοιχείο της αρχαίας ελληνικής αρχιτεκτονικής των δημοσίων κτιρίων και ναών είναι που ορίζει τα περίφημα έργα του στη Βενετία: τις δύο μεγάλες εκκλησίες, San Giorgio Maggiore, που σχεδιάστηκε το 1565 και Il Redentore 1576-7. Ωστόσο, τα καλύτερα έργα που ο Παλλάντιο κληροδότησε στον κόσμο είναι κατοικίες στη Βιτσέντσα ή γύρω απ’ αυτήν. Μπορεί η έκδοση Quattro Libri dell’ Architettura (Τέσσερα βιβλία αρχιτεκτονικής) του Παλλάντιο να επέτειναν τη φήμη του και τη φήμη του έργου του, ωστόσο, κτίρια σαν το Παλάτσο Κιερικάτι (γύρω στα 1550) ή τη Βίλα Ροτόντα (1550-1) θα συγκαταλέγονται πάντα ανάμεσα στα πιο «περίτεχνα» που σχεδιάστηκαν ποτέ. Ειδικά η βίλα Ροτόντα στη Βιτσέντσα παραμένει το πιο διάσημο κτίριο του είδους, εξακολουθεί να επηρεάζει πολλά σχέδια και να αποτελεί σημαντική πηγή έμπνευσης για τους σημερινούς αρχιτέκτονες.

Μοναδική σύζευξη

Το έργο του Αντρέα Παλλάντιο αναπτύχθηκε σε μια περίοδο οικονομικής ύφεσης. Στα μέσα του 16ου αιώνα η Βενετία ήρθε αντιμέτωπη με την οικονομική κρίση. Η απώλεια των κτήσεων στο Αιγαίο, η ανακάλυψη νέων εμπορικών δρόμων για την Απω Ανατολή αλλά και ένας πόλεμος (War of Cambrai) οδήγησαν σταδιακά το βενετικό εμπόριο σε ύφεση, κλονίζοντας τη βάση της οικονομίας της Γαληνοτάτης. Οι Βενετοί, ψάχνοντας εναλλακτικές πηγές πλούτου και τρόπους να εξισορροπήσουν τις οικονομικές τους απώλειες, στράφηκαν στην καλλιέργεια της υπαίθρου, χωρίς ποτέ να εγκαταλείψουν το εμπόριο. Η στροφή όμως αυτή έπρεπε να γίνει με συνέπεια και μεγαλοπρέπεια, έτσι όπως αρμόζει σε μία ανώτερη και ανώτατη τάξη ευγενών. Το 1545 συστήνεται διοικητικό όργανο (Magistrato dei Beni Inculti) με σκοπό να καταγράψει την κατάσταση της βενετικής επαρχίας, η οποία παρέμενε επί μακρόν εγκαταλελειμμένη στο μεγαλύτερο μέρος της και να προτείνει τρόπους για τη βελτίωσή της.

Η στροφή προς την ύπαιθρο συνοδεύτηκε από μία οικοδομική έκρηξη. Από το 1530 και μετά πολυτελείς βίλες αρχίζουν να εμφανίζονται στην περιοχή, με σκοπό να προσφέρουν έναν πολυτελή τόπο διαμονής στους αριστοκράτες ιδιοκτήτες τους, αλλά και να λειτουργήσουν ως μονάδες παραγωγής. Ομως για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται ένας νέος αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, που να συνδυάζει τη διπλή φύση και σκοπό των κτιρίων. Ο Αντρέα Παλλάντιο επιτυγχάνει αυτή τη σύζευξη.

Ο σχεδιασμός των επαύλεων εκφράζει την ιδέα τόσο του Αλμπέρτι όσο και του Παλλάντιο, ότι το σπίτι είναι μια μικρή πόλη και η πόλη ένα μεγάλο σπίτι. Η κεντρική σάλα του σπιτιού είναι η πλατεία. Ακολουθώντας την αντίληψη του Πτολεμαίου για το σύμπαν, η γη με την ανθρωπότητα βρίσκεται στο κέντρο. Αντίστοιχα, η βίλα τοποθετείται στο κέντρο της ιδιοκτησίας και η σάλα βρίσκεται στο κέντρο της βίλας. Αν δει κανείς ολόκληρη την ιδιοκτησία ως το σύμπαν, τότε η σάλα λειτουργεί όπως η γη στο γεωκεντρικό σύστημα του Πτολεμαίου – είναι το κέντρο των πάντων. Αυτό το κύριο δωμάτιο στα σπίτια της Αναγέννησης είναι εκείνο από το οποίο ξεκινά η δύναμη, η εξουσία του ιδιοκτήτη.

Ο διάκοσμος της βίλας

Οι αναπαραστάσεις στο εσωτερικό της βίλας επιχειρούν να ανασυστήσουν την αρχαία κατοικία. Αρχιτεκτονικά μέλη και θραύσματα γλυπτών από αρχαία κτίρια της Ρώμης εντάσσονται στον χώρο. Οι χώροι στο εσωτερικό του σπιτιού είναι ζωγραφισμένοι με τέτοιο τρόπο ώστε να περιορίζουν και να εξισορροπούν την αντίθεση μεταξύ του παραγωγικού χαρακτήρα του αγροκτήματος και της πολυτελούς κατοικίας. Στις επιτοίχιες απεικονίσεις τα τοπία της αρχαίας Ρώμης συνυπάρχουν με τη βενετική ύπαιθρο του 1550. Ο Παλλάντιο ενσωματώνει τη βίλα στις μεγάλες καλλιεργούμενες εκτάσεις χωρίς να χρησιμοποιεί εκτεταμένα κήπους, αγάλματα και σιντριβάνια. Ο κήπος και ο διάκοσμός του έχει λειτουργική σημασία και χρησιμοποιείται από τον αρχιτέκτονα για να τονίσει την κύρια είσοδο της οικίας.

Για πρώτη φορά στην ιστορία της δυτικής αρχιτεκτονικής, τοπίο και κτίριο συλλαμβάνονται ως σύνολο, σαν να ανήκουν το ένα στο άλλο. Εδώ ο άξονας του σπιτιού συνεχίζει στη φύση. Ο θεατής που στέκεται έξω βλέπει την κατοικία να αναπτύσσεται ως μία εικόνα που ολοκληρώνει τη θέα.

* Η κ. Ευαγγελία Παπούλια είναι ιστορικός τέχνης, μεταπτυχιακή φοιτήτρια στο Courtauld Institute of Art του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή